Ο σημερινός άνθρωπος δεν είναι όπως ο Μένανδρος στην αρχαιότητα ονειρεύτηκε λέγοντας εκείνο ‘’άνθρωπος χάρειεν ει, άνθρωπος αίεν’’, ούτε όπως η διδασκαλία του Ναζωραίου τον έπλασε. Ο Σταγειρίτης φιλόσοφος Αριστοτέλης αναφερόμενος στον άνθρωπο έλεγε ότι είναι ον κοινωνικό και πολιτικό και ότι αυτός που μπορεί να ζήσει μακριά απο τις ανθρώπινες κοινωνίες είναι θηρίο ή Θεός. Και πράγματι, ο άνθρωπος εργάζεται και ζει μέσα σε κοινωνίες συναναστρεφόμενος ανθρώπους που ταίριαζαν περισσότερο στο χαρακτήρα του, αλλά και στα ενδιαφέροντά του. Πίστευε ότι έτσι θα είχε τη βοήθεια και τη συμπαράσταση του συνανθρώπου του, όσο θα μπορούσε να εσωτερικεύσει τους καημούς, τους πόθους, τις επιδιώξεις, τις ελπίδες αλλά και τα βάσανά του. Τα στοιχεία αυτά της αλληλοβοήθειας και της συνεργασίας δημιούργησαν το ένστικτο της κοινωνικότητας. Κι αυτή την κοινωνική αρμονική συμβίωση την διέκρινε κανείς στις μικρές κοινωνίες, όπου οι προσωπικές σχέσεις στηρίζονται στο συναίσθημα, με αποτέλεσμα η χαρά και πόνος του ενός να είναι χαρά και πόνος των διπλανών. Έτσι δημιουργήθηκαν υγιείς κοινωνίες, εμφορούμενες από αγνά ιδανικά, νιώθοντας ότι όλοι είναι τέκνα ενός Θεού μοιραζόμενοι μεταξύ τους τις καλές και κακές στιγμές της ζωής τους. Υπήρχαν αναρίθμητα παραδείγματα ανθρώπων όπου χάριν των πασχόντων συνανθρώπων τους έκαναν αξιέπαινες πράξεις. Την κοινωνικότητα αυτή των ανθρώπων πολλοί την είδαν ως υπέρβαση του εγωισμού, της φιλαυτίας και του ατομισμού.
Με τη δημιουργία όμως μεγαλύτερων κοινωνιών και βιομηχανιών άρχισαν να δημιουργούνται κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες.
Με την άνοδο του βιοτικού επιπέδου επήλθε η καταστροφή της ανθρώπινης μορφής της κοινωνικής και η αποξένωση των ανθρώπων με αποτέλεσμα την έξαρση φαινομένων κοινωνικής απόκλισης με αποκορύφωμα την αλλοτρίωση των ατόμων.
Και όσο η οικονομική ανισότητα μεγάλωνε, τόσο λιγόστευσαν οι αρετές των ανθρώπων.
Σε μια μακρινή χώρα έχουν ένα μύθο για τον πλούτο. Λένε ότι ζούσε στους ουρανούς και από κει ζήλευε τη συνεργασία, την αθωότητα και την αλληλεγγύη των ανθρώπων και γι’ αυτό αποφάσισε να κατέβει στη γη. Μόλις τον αντίκρισαν οι άνθρωποι, λαμπερός όπως ήταν βάλθηκαν να τον αποκτήσουν. Και όσο πιο πολύ έπαιρναν τόσο πιο πολύ το ήθελαν, αλλά δεν κατάλαβαν ότι το αντίτιμο που πληρώσανε ήταν να χάσουν την ανθρωπιά τους.
Έγιναν ψυχροί και αδιάφοροι. Άρχισαν να νοιώθουν υπεροπτικά και να ξεχνούν τους άλλους γύρω τους. Έτσι η κρίση της κοινωνίας συνεχώς μεγάλωνε και οι άνθρωποι διαρκώς απομονώνονταν. Οι φίλοι που είχαμε μας εγκατέλειψαν ή τους εγκαταλείψαμε, εμείς συνεχίσαμε την πορεία μας μέσα σε μια κοινωνία πλημμυρισμένη από ανθρώπους σαν εμάς. Νιώθουμε μόνοι γιατι ο καθένας ακολουθεί το δικό του δρόμο και δε νοιάζεται για το συνάνθρωπο. Έτσι ακόμη και αν έχουμε υλικά αγαθά, πάλι μόνοι μας νοιώθουμε γιατί μας λείπει ο γείτονας, ο φίλος, ο συγκάτοικος, ο άνθρωπος. Στην απελπιστική αυτή κατάσταση που βρίσκεται μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας που απεγνωσμένα ζητά λίγη παρουσία, ένα ζεστό και παρήγορο λόγο, δύο φίλοι τους έμειναν πιστοί μέχρι τέλους οι αναμνήσεις και η ελπίδα. Οι πρώτες μας δημιουργούν απαισιοδοξία και η δεύτερη μας δίδει λίγη πρόσκαιρη χαρά. Και είναι τέτοια η κατάσταση της απομόνωσης που ζουν οι άνθρωποι ώστε βλέπουμε σκηνές που μόνο θλίψη και ντροπή να νιώθουμε. Γέροι και γριές ενώ έχουν παιδιά που οι ίδιοι με κόπους ανέθρεψαν, ζουν μόνοι τους σ’ ένα μικρό δωμάτιο, χωρίς ανθρώπινη παρουσία, χωρίς παρηγορητικά λόγια και πολλές φορές στερούνται και τα μέσα διαβίωσης. Το δωμάτιό τους μοιάζει με κελί φυλακής. Όμως παρουσιάζεται και το αντίθετο. Γονείς να αποκληρώνουν τα παιδιά τους, να διαλύουν την οικογένεια και να ακολουθεί ο καθένας το δρόμο του.
Χάθηκαν οι επαφές, οι επισκέψεις, οι συναθροίσεις, οι γιορτές με αποτέλεσμα να ψυχρανθούν οι καρδιές των ανθρώπων, να χαίρονται με τα παθήματα των συνανθρώπων τους, ν’ αδιαφορούν για τον πόνο και τη δυστυχία του διπλανού τους, να μην επισκέπτονται πονεμένους και αρρώστους έστω και αν είναι συγγενείς και φθονούν την πρόοδο και την προκοπή του διπλανού τους. Χάσανε την ανθρωπιά τους, έφυγε η πίστη από μέσα τους, έγιναν ασυνείδητοι και αριβίστες. Αν όμως θέλουμε να εντοπίσουμε τα αίτια αυτής της κρίσης θα πρέπει να αναφερθούμε στην οικογένεια, στην τηλεόραση, στην κοινωνία και τελευταία στον άνθρωπο.
Οικογένεια:
1. Οι κοινωνικές αλλαγές κλόνισαν την ισορροπία της παραδοσιακής οικογένειας σε μεγάλο βαθμό. Οι συγκρούσεις και οι φιλονικίες μεταξύ των μελών πέτυχαν πολλές φορές τη διάλυσή της.
2. Η ανεξαρτοποίηση των παιδιών καθιστά δυσχερές το έργο της γονεϊκής παρέμβασης.
3. Η δυσαρμονία σχέσεων μέσα στην οικογένεια και στον κοινωνικό χώρο, επηρέασε και την οικογένεια.
Τηλεόραση:
1. Ενισχύει το βάσανο αυτό από το οποίο παρέχει ο σημερινός άνθρωπος, την έλλειψη επαφής.
2. Οι μάζες γίνονται έρμαια των Μ.Μ.Ε
3. Επιτυγχάνεται πνευματική αποχαύνωση
4. Διαδίδεται η βία και πετυχαίνεται.
Κοινωνία:
1. Έλλειψη αλληλεγγύης και συνεργασίας μεταξύ των ανθρώπων.
2. Ξένες κοινωνικές συνθήκες.
3. Απώλεια της προσωπικότητας.
4. Ο άνθρωπος κατέχεται από αμοραλισμό.
Υπεύθυνος και θύμα ταυτόχρονα όλης αυτής της κατάστασης είναι ο άνθρωπος που εγκατέλειψε τις αρχές, τις αξίες, τα ιδανικά, τις παραδόσεις και όλα εκείνα τα στοιχεία που τον έκαναν πραγματικό άνθρωπο.
Δε γνωρίζει ότι δε ζούμε μόνο για τον εαυτό μας, όπως λέει η βίβλος και ότι η αφέλεια του ενός γίνεται βλάβη για τους πολλούς.
Εύκολα μπορούμε να εννοήσουμε ποια είναι τα αποτελέσματα αυτής της απομόνωσης του ανθρώπου. Φορτωμένοι οι πιο πολλοί από μαρασμό, άνοια, κατάθλιψη, ψυχικές παθήσεις, πορεύονται χωρίς αισιοδοξία στη ζωή. Τα παρατηρούμενα φαινόμενα πρέπει να θλίβουν κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο, να τον διεγείρουν και να ξυπνούν μέσα τους υγιείς ιδέες και αξίες.
Η κατάσταση δεν πάει άλλο. Ας αποβάλλουμε ότι κακό έχουμε πάνω μας και ας ακολουθήσουμε τη φωτισμένη λεωφόρο της διδασκαλίας του Ναζωραίου. Μόνο αυτή θα μας κάνει ανθρώπους και να γνωρίσουμε όλοι μας το ρόλο μας σαν άνθρωποι.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ