ΕΙΔΕ κάποτε αὐτὸς ποὺ ἐσταυρώθη κάποιον ποὺ φοροῦσε Σταυρὸ στὸ στῆθος του νὰ κάμνη μιὰ βαριὰ ἀτιμία καὶ πικράθηκε. Προτιμότερη θὰ ἦταν ἡ ἄβυσσος, γιὰ νὰ ἐκφράζη τὴν μαύρη ἄβυσσο τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου.
ΕΙΔΕ κάποτε αὐτὸς ποὺ ἐσταυρώθη σὲ μεγάλη θρησκευτικὴ πανήγυρι μαζὶ μὲ τὶς δικές του εἰκόνες νὰ πωλοῦνται καὶ μαγικὰ ἀντικείμενα, γιὰ τῶν ὁποίων τὴν κατάργησι αὐτὸς σταυρώθηκε. Ἀκόμη εἶδε νὰ ἀκολασταίνουν καὶ δίπλα στὶς εἰκόνες του.
ΕΙΔΕ αὐτὸς ποὺ ἐσταυρώθη μεγαλοσχήμονες νὰ φοροῦν Σταυροὺς στὸ στῆθος καὶ στὴν πλάτη τους καὶ νὰ σχεδιάζουν πολέμους, τάχα γιὰ ἀπελευθέρωσι Ἁγίων Τόπων, ἐνῶ στὴν πραγματικότητα διέπραξαν σωρεία εἰδεχθῶν ἐγκλημάτων.
ΕΙΔΕ αὐτὸς ποὺ ἐσταυρώθη κάποτε πολὺ ψηλοὺς ἀχυρανθρώπους μὲ ξυλοπόδαρα καὶ μεγάλα χάρτινα κεφάλια μὲ φανταχτερὲς μάσκες καὶ νὰ λένε «πὼς τάχα ἐγὼ φυλάγω τὸ ἔθνος τους». Αὐτοὶ ὅμως εἶχαν μεγάλη σειρὰ λεπτομερῶν πολεμικῶν σχεδίων μὲ ἡμερομηνίες πότε θὰ γίνουν πόλεμοι σὲ διάφορους λαοὺς τῆς γῆς. Δυστυχῶς δὲ πάνω σὲ κάθε σχέδιο ἔγραφαν τὴν λέξι «παιχνίδι»! Στὸ «παιχνίδι» τους αὐτὸ σχεδίαζαν τὰ σύνορα τῶν λαῶν μὲ τὸν χάρακα ἀδιαφορώντας ποιοὶ μένουν ἐκτὸς συνόρων. Ὁ Πλανητάρχης τους εἶχε τὸ πιὸ μεγάλο χάρτινο κεφάλι μὲ τὴν πιὸ φανταχτερὴ μάσκα καὶ πίνοντας τὸ ποτό του, ἔτριβε τὰ χέρια του καὶ μετροῦσε τὰ θύματα τῶν «παιχνιδιῶν» τους.
ΕΙΔΕ αὐτὸς ποὺ ἐσταυρώθη κάποτε, νὰ ξεκινοῦν στόλοι Ἡγεμόνων στὸ Ὄνομά του κι ἁρματωμένοι νὰ κατέρχονται στὶς ἐσχατιὲς τῆς γῆς, νὰ αἱματοκυλίουν τὸν κόσμο, νὰ κάμνουν ἀποικίες καὶ νὰ ληστεύουν τὰ πρωτογενῆ ἀγαθὰ τῶν ἁπλῶν λαῶν. Ὕστερα νὰ ἐξάγουν τὰ προϊόντα τους σὲ ὑπέρογκες τιμὲς στοὺς ἴδιους ποὺ λήστεψαν νωρίτερα. Ἄλλοι πάλι νὰ ἐπιβάλουν φρικτὲς αἰχμαλωσίες στὸ ὄνομα τῆς ἐλευθερίας. Εἶδε στὴ συνέχεια τοὺς δυνατοὺς νὰ ἁλυσοδένουν τοὺς ἀδύνατους, νὰ τοὺς στοιβάζουν στὰ ἀμπάρια τῶν πλοίων τους χειρότερα κι ἀπὸ ζῶα καὶ νὰ τοὺς πουλοῦν στὰ σκλαβοπάζαρα. Στὸ τέλος ἡ ἱστορία ἔβγαλε τὸ συμπέρασμα, ὅτι φταίει ὁ Ἐσταυρωμένος, Αὐτὸς εἶναι ὁ μεσάζων μεταξὺ δούλων καὶ ἰσχυρῶν!
ΕΙΔΕ αὐτὸς ποὺ ἐσταυρώθη κάποτε δύο παράξενα συλλαλητήρια. Στὸ ἕνα, σπουδαῖοι ἄνθρωποι ὑπερασπίζονταν τὴν ζωὴ τῶν ζώων. Ἐνῶ στὸ ἄλλο, σπουδαῖες γυναῖκες ὑπερασπίζονταν τὸ δικαίωμα στὸ ξερρίζωμα τοῦ ἄνθους ποὺ βλάστησε στὰ σπλάγχνα τους. Ἀρκετὲς ἀπὸ τὶς γυναῖκες τῶν δύο συλλαλητηρίων φοροῦσαν καὶ σταυροὺς στὰ πέτρινα στήθη τους.
ΕΙΔΕ αὐτὸς ποὺ ἐσταυρώθη κάποιον νὰ κλέβη ἕνα ψωμὶ γιατὶ πεινοῦσε καὶ τὸν κυνήγησαν ὅλοι μὲ τὴν κραυγὴ ὁ κλέφτης, ὁ ἄτιμος. Εἶδε πιὸ πέρα ἄλλον νὰ κλέβη δισεκατομμύρια καὶ τὸν χειροκρότησαν ὅλοι φωνάζοντας ὁ ἐντιμότατος, ὁ ἐξοχώτατος!
ΕΙΔΕ αὐτὸς ποὺ ἐσταυρώθη στὴν παγκόσμια ἀγορὰ νὰ κλέβουν μὲ πρόγραμμα καὶ μεγάλη ἐπιστημονικὰ μαθηματικὴ ἀκρίβεια. Τότε κατάλαβε, ὅτι οἱ μὲν φτωχοὶ κλέβουν τὰ ψίχουλα στὸ σκοτάδι, οἱ δὲ πλούσιοι κλέβουν τὰ πλούτη στὸ φῶς, ἀνενόχλητοι καὶ μὲ νομοθετικὴ κάλυψι, νὰ ἁρπάζουν φθηνὰ καὶ νὰ πωλοῦν πανάκριβα.
ΕΙΔΕ αὐτὸς ποὺ ἐσταυρώθη τὸ λιβάνι τῶν λειτουργῶν του ἀνερχόμενο καὶ νὰ τοῦ προκαλῆ ναυτία καὶ πνιγμό, καὶ ἡ φτιασιδωμένη λατρεία τους ἀποστροφή. Εἶπε τότε ὅτι τὸ ἀγκάθινο στεφάνι, τὰ καρφιὰ καὶ ἡ λόγχη τοῦ Ρωμαίου ἦταν πολὺ ἁπαλὰ μπροστὰ σὲ τοῦτα, ποὺ τοῦ προξενοῦν μόνιμα ἀφόρητους πόνους!
ΑΚΟΥΣΕ αὐτὸς ποὺ ἐσταυρώθη καὶ ἕναν ποὺ ἔλεγε. Ἐσταυρωμένε Ἰησοῦ, «τὰ χέρια σου μὲ ἔπλασαν». Σαὐτὰ τὰ τρυπημένα χέρια σου, γράψε καὶ τὸ ὄνομά μου, ὥστε ἐπάνω του νὰ ρέη τὸ ζωογόνο Αἷμα σου καὶ νὰ μὲ λυτρώνη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία μου καὶ τὴν ὑποκρισία μου, ποὺ πληγώνουν Ἐσένα καὶ τὸν Συνάνθρωπό μου. Ἀμήν.
Ἀδελφοί μου, καλὴ μετάνοια, καλὴ Ἀνάστασι.
αρ.νι.μα.
18 Ἀπριλίου 2014 Μεγάλη Παρασκευή,
συνάντησι Ἐπιταφίων στὴν πλατεία τῆς Πτολεμαΐδος.
π. Νικηφόρος Μανάδης