Εκατό χρόνια (1914-2014) από την έναρξη του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, όχι του μοναδικού Παγκόσμιου στην Ιστορία, ωστόσο εκείνου που έμελλε να γίνει ο Μεγάλος και να στοιχίσει τη ζωή δεκαέξι εκατομμυρίων ανθρώπων.
Εκατό σελίδες από τον Jean Echenoz (Ζαν Εσνόζ), όχι των μοναδικών που γράφτηκαν για να αποτυπώσουν τις μαύρες στιγμές της ανθρώπινης ιστορίας, ωστόσο εκείνων που έμελλε να προστεθούν στις γεμάτες ρεαλιστικό λυρισμό σελίδες, που περιγράφουν στιγμιότυπα της πιο αιματηρής περιόδου της ιστορίας.
Η πλοκή ξεκινά με μια ξαφνική επιδείνωση του καιρού μέσα στο κατακαλόκαιρο και μια ξαφνική επιστράτευση, για την οποία όλοι ελπίζουν κι εύχονται πως δεν είναι τίποτα σοβαρό και μέσα σε ένα δεκαπενθήμερο όλοι θα επιστρέψουν και πάλι στα σπίτια και την καθημερινότητά τους. Ο Παντιολό, ο Μποσίς, ο Αρσενέλ, ο Σαρλ και ο αδερφός του τελευταίου ο Αντίμ, είναι οι βασικοί ήρωες που ξεκινούν από το χωριό τους για να παγιδευτούν στα ορύγματα και να σκοτωθούν, να ακρωτηριαστούν, να εκτελεστούν ή να αυτοκτονήσουν.
Δεν πρόκειται κατ’ ουσίαν για πολεμική περιπέτεια ούτε για ιστορική συνδρομή. Είναι περισσότερο μια νουβέλα που μέσα από τις προσωπικές ιστορίες ανθρώπων προσπαθεί να φωτίσει γεγονότα που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στον πόλεμο: η εξέχουσα θέση των ζώων, άλλοτε ως θηράματα και πρώτη ύλη προς βρώση κι άλλοτε ως τον πιο μοχθηρό εχθρό των στρατευμάτων, το αλκοόλ, η κερδοσκοπία απλών χωρικών, όταν ήξεραν πως το τσίπουρο ήταν βασικό καύσιμο για τους στρατιώτες μέχρι την κερδοσκοπία μεγάλων εταιρειών που πλούτιζαν λόγω των αναλώσιμων, πλην απαραίτητων, όπως τα παπούτσια και τα εξαρτήματα των πολεμιστών, οι παράπλευρες απώλειες αλλά και οι τεχνολογικές καινοτομίες, όπως τα ασφυξιογόνα αέρια ως νέο όπλο κατατρόπωσης του εχθρού. Πάνω απ’ όλα όμως αναδεικνύονται στο έπακρο ο παραλογισμός του πολέμου και οι ανεξίτηλα εγγεγραμμένες συνέπειες στις ζωές των ανθρώπων.
Μέσα από μια κινηματογραφική αφήγηση, ο Εσνόζ χρησιμοποιεί μια γλώσσα που ρέει και συμβολισμούς που λόγω ακριβώς αυτής της γλώσσας γίνονται εύκολα αντιληπτοί. Όπως η εικόνα του Αντίμ που κατεβαίνει ευδιάθετος το λόφο, ανεβασμένος στο ποδήλατο με ένα βιβλίο στη σχάρα. Η επιστράτευση αναχαιτίζει την συναισθηματική ευφορία και το βιβλίο πέφτει για να μείνει για πάντα στην άκρη εκείνου του δρόμου. Τίποτα δεν περιγράφεται τυχαία. Σους πολέμους τα βιβλία ή παραγκωνίζονται ή καίγονται. Η σάρκα είναι αυτή που προπορεύεται και το πνεύμα έχει επιτελέσει τη δουλειά του μέχρι του σημείου που δεν μπόρεσε να αποτρέψει τον πόλεμο.
Οι μακροσκελείς προτάσεις κρατούν την προσοχή τεταμένη και το ενδιαφέρον αμείωτο, σαν να ακούει κανείς παραμύθι ή μια προφορική ιστορία παρά να διαβάζει, χαρακτηριστικό που ενδυναμώνεται ακόμα και από και τη μη χρήση εισαγωγικών στους διαλόγους και που στα ελληνικά είναι ολοφάνερο χάρη στη μελίφθογγη μετάφραση του έμπειρου στη μεταφορά κάθε στοιχείου ύφους του πρωτοτύπου, Αχιλλέα Κυριακίδη.
Ο Ζαν Εσνόζ γεννήθηκε το 1947 στην Οράγγη της Γαλλίας. Σπούδασε κοινωνιολογία. Ζει και γράφει τα βιβλία του στο Παρίσι. Η αφαιρετική αφήγηση, οι ποιητικοί, υφολογικοί και περιγραφικοί πειραματισμοί του αλλά και η συχνή διακειμενικότητα δημιουργούν ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον κείμενο και συνθέτουν οξύμωρα ένα μινιμαλιστικό αριστούργημα, που διαβάζεται απνευστί.
Jean Echenoz
14
Μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης
Εκδόσεις Ίκαρος