Μὶ λιέει ἡ μάνναμ’. «Τοὺ Μεγασάββατου τοὺ βράδ’ πάηνάμι σν Ἰκκλησιὰ γιὰ τνἈνάστασ’. Ἴλιγι ἡ παπᾶς, «Ἄειντι, ἦρθαν ὅλ’; Ἔπριπι νὰ εἴνι ὅλ’ κι νὰ βγοῦμι;». Ἔβγαζι ἡ παπᾶς τοὺ κινούργιου φῶς. Ἔψιλνι, τοὺ Δεῦτι λάβιτι φῶς… Ἔπηρνάμι φῶς κι μεῖς κι ἔβγηνάμι ὅλ’ ὄξου σμ’πλατέα, στ’ πατέραμ’ τ’ἁλών’. Ἰκεῖ γένουνταν ἡ Ἀνάστασ’. Ἔψιλνι ἡ παπᾶς, οἱ ψαλτάδις κι μεῖς ὅλ’ τοὺ Χριστὸς Ἀνέστη. Στοὺ τέλους ἔπηρνάμι φῶς κι γιὰ τὰ σπίτχια μας. Ἄναβάμι ‘νκαντήλα στοὺ σπίτ’. Ὅσ’ εἶχαν κι κινούργια πένθ’ πάηναν κι ἄναβαν τὰ καντήλια τς σνἉγιΚοίμησ’. Τὰ πιδγιὰ εἶχαν φύγ’ νουρίτιρα γιὰ νὰ ἔβαναν φουτχιὰ στοὺ νουφανό. Τοὺν ἴβλιπνάμι ἰκεῖ ἀπ’ ‘νἈνάστασ’ πῶς λαμπάδγιαζι ὡς ἀπάν’. Τοὺ νουφανὸ τοὺν ἔφκιαναν μὶ κέδρα τὰ πιδγιὰ τ’Μιγάλ’Πέφτ’ στ’ Μαντρινιά, ἢ σιαπέρα στοὺν θκόμας τοὺν Παλιάμπιλου ὅπ’ ἔχ’ ἡ Τάκης τ’Παδημητρουνικόλα μαντριά, ἢ σιαπάν’ στ’Βασίλ’ τ’Λάκκα. Ἢ ὅπους πάηναν κάθι χρόνου οἱ ντραγασιές, πότι ἀποὺ δῶ κι πότι ἀποὺ κεῖ. Ὅμους ἔπριπι νὰ φαίνιτι ἀποὺ ‘μπλατέα. Μόνου μνιὰ τουπουθισία ἀπόμεινι νὰ τ’λέμι στοὺ νουφανὸ ἢ στς νουφανοί. Αὐτόϊας ἦταν λίγου σὰν τὰ βιγγαλικὰ ἀπ’ λέν’ τώρα αὐτούϊας σιαπάν’ κα’ ’νἸβρώπ’».
Ἀμ’ κι τώρα ἡ ἰπικιφαλίδα μας. Σὰν τὶ νὰ σημαίν’ κι αὐτήν; «Βγήκαμι στοὺν Καλὸν τοὺν Λόγουν». Ρουτῶ τ’ μάνναμ’, πχοιὸς μὰ ἦταν ἡ Καλὸς ἡ Λόγους κι μὶ λιέει τοὺ ἕνα κι τἄλλου. Λιέι ὅμους ὅτ’ αὐτὸ λέγουνταν μόνου τοὺ βράδ’ σνἈνάστασ’ κι γιὰ καντίπουτας ἄλλου μέσ’ στοὺ χρόνου. Θαρρῶ ὅτ’ σημαίν’ νέτου σκέτου τοὺ Χριστὸς Ἀνέστη. Γιατὶ δὲν ὑπάρχ’ καλλίτιρους λόγους ἀπ’ τιαὐτόν. Ἢ τοὺ Ἰβαγγέλιου ἀπ’γράφ’ γιὰ τνἈνάστασ’. Ἢ τοὺ Ἰβαγγέλιου π’δγιαβάζουμι τοὺ βράδ’ στ’λειτουργία σνἈνάστασ’ ἀπ’λιέι, «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεὸν καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος» (Ἰωάννου 1,1).
Ἢ ὅλα μαζὶ γιαὐτὴν τ’βραδιά. Δὲν ὑπάρχ’ καλλίτιρ’!!!
Ἰὰ ὅλ’αὐτὰ γιὰ τοὺν Καλὸ τοὺν Λόγου!!!
14.9.2019 τ’Σταυροῦ
παπαδγιὰ Ἀφρουδίτ’
κιἡγιόστς ἡ ἀρνιμα.