Τώρα πια, ανησυχούν σοβαρά και στη Νέα Δημοκρατία!
Πολλές φορές μέχρι τώρα ρωτήσαμε φίλους και γνωστούς που ασχολούνται με τα της Νέας Δημοκρατίας στην περιοχή μας, είτε με το κόμμα είτε με κάποιο απ’ τα υπάρχοντα πολιτικά γραφεία, αν ανησυχούν και πόσο για τη δημοσκοπική κάμψη του κόμματος, όπως καταγράφεται σε πολλές μετρήσεις της κοινής γνώμης.
Παλιότερα, οι περισσότεροι απαντώντας στην ερώτηση μας έλεγαν πως ναι μεν τους προβληματίζει, αλλά παράλληλα εξέφραζαν την, συγκρατημένη είναι η αλήθεια, αισιοδοξία τους πως αυτό μπορεί ν’ αλλάξει με κάποιες σημαντικές και καθοριστικές πρωτοβουλίες που θα έπαιρνε η κυβέρνηση, ξανακερδίζοντας έτσι τους όποιους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους της.
***
Τους θέσαμε και πάλι την ίδια ερώτηση τις τελευταίες μέρες και εκείνο που διαπιστώσαμε αμέσως ήταν πως τα πράγματα, μάλλον, έχουν αλλάξει.
Τώρα πια, ανησυχούν σοβαρά και στη Νέα Δημοκρατία γι’ αυτό που αποτυπώνουν όλες οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις κι ας μιλάμε για «φωτογραφίες της στιγμής».
Κι η ανησυχία τους, εφόσον καταλάβαμε καλά, δεν εδράζεται μόνο στις μετρήσεις της κοινής γνώμης αλλά και στις άμεσες και ζωντανές επαφές που έχουν με πολλούς πολίτες.
Τα παράπονα έχουνε αυξηθεί, η δυσαρέσκεια δεν κρύβεται για μια σειρά θέματα και συχνά πυκνά τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας βρίσκονται αντιμέτωπα με σφοδρή κριτική, στην οποία δυσκολεύονται ν’ απαντήσουν, ή οι απαντήσεις που δίνουν δεν δείχνουν να πείθουν, όσο τουλάχιστον θα ήθελαν.
***
Πριν λίγο καιρό, η εκτίμηση πως οι επόμενες εκλογές θα γίνουν το 2027, δημιουργούσε και τη βεβαιότητα πως υπάρχει χρόνος για να διορθωθεί και πάλι το κλίμα στο εκλογικό σώμα.
Αυτή η βεβαιότητα όμως έχει αρχίσει να κλονίζεται, σε σημαντικό μάλιστα βαθμό, καθώς μπορεί ν’ απέχουμε δύο χρόνια, περίπου, από τις επόμενες εθνικές κάλπες, αλλά όλοι γνωρίζουν πως ο χρόνος περνά, συνήθως, πολύ γρήγορα και είναι αμείλικτος όταν οι επιθυμίες δεν συμβαδίζουν με τα ανάλογα έργα, ή όταν οι πολίτες βλέπουν να υλοποιούνται λιγότερα από εκείνα που περιμέναν και ζητούσαν να γίνουν.
***
Ένα ακόμα στοιχείο, όμως που ανησυχεί πολλά από τα τοπικά στελέχη της Νέας Δημοκρατίας είναι και οι πιθανές διαρροές προς μικρότερα κόμματα και κυρίως αυτά που βρίσκονται στα δεξιά της.
Οι όποιες απώλειες προς αυτά, που σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να μην είναι καθόλου ευκαταφρόνητες ή αμελητέες, αν δεν σταματήσουν τότε ίσως να στοιχίσουν στο κυβερνών κόμμα σημαντικό αριθμό ψήφων και να του κοστίσουν τελικά τόσο στο εκλογικό αποτέλεσμα όσο και στον αριθμό των βουλευτικών εδρών που θα κερδίσει.
Είναι, λοιπόν, να μην ανησυχούν πλέον στη Νέα Δημοκρατία;
Η… Ζωή τραβάει την ανηφόρα!
Ο στίχος «η ζωή τραβάει την ανηφόρα» ανήκει στο ποίημα του Γιάννη Ρίτσου «Όταν σφίγγουν το χέρι», από την ποιητική συλλογή «Αγρύπνια» του 1954, το οποίο μελοποιήθηκε από το Μίκη Θεοδωράκη και ερμηνεύτηκε από το Γρηγόρη Μπιθικώτση στο δίσκο με το γενικό τίτλο «Ρωμιοσύνη» που κυκλοφόρησε το 1966.
Θα μπορούσε όμως να γίνει και ο… ύμνος του κόμματος «Πλεύση Ελευθερίας» καθώς το κόμμα της κ. Ζωής Κωνσταντοπούλου έχει πάρει για τα καλά την ανηφόρα στις δημοσκοπήσεις και συνεχίζει απτόητη.
Έτσι, της ταιριάζει γάντι ο στίχος «η Ζωή τραβάει την ανηφόρα»!
***
Στις τελευταίες μετρήσεις της κοινής γνώμης και σ’ αυτή της εταιρείας Metron Analysis, στην εκτίμηση ψήφου το κόμμα συγκεντρώνει ποσοστό 14,6% και βρίσκεται στη δεύτερη θέση, αφήνοντας το ΠΑΣΟΚ τρίτο με 13,3%!
Στη μέτρηση της εταιρείας Pulse έχει ποσοστό 14% και μοιράζεται τη δεύτερη θέση με το ΠΑΣΟΚ που συγκεντρώνει το ίδιο ποσοστό.
***
Η ακόμα μεγαλύτερη έκπληξη όμως έρχεται από τις μετρήσεις που έγιναν από τη Metron Analysis για τη δημοτικότητα των πολιτικών αρχηγών και ποιον θεωρούν πιο κατάλληλο για Πρωθυπουργό.
Στις δημοτικότητες των πολιτικών αρχηγών η Ζωή Κωνσταντοπούλου προηγείται με ποσοστό 50%, ακολουθεί ο Δημήτρης Κουτσούμπας με 37%, ο Νίκος Ανδρουλάκης με 30%, ο Κυριάκος Μητσοτάκης με 29% και ο Σωκράτης Φάμελλος με 28%.
Στην ερώτηση ποιον θεωρούν καταλληλότερο για πρωθυπουργό η απάντηση «κανένας» συγκεντρώνει ποσοστό 35%.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ποσοστό 25%, η Ζωή Κωνσταντοπούλου 12% και ο Νίκος Ανδρουλάκης 7%.
Μετά απ’ όλα αυτά, το ερώτημα που προκύπτει είναι αν θα συνεχίσει την ανοδική της πορεία η «Πλεύση ελευθερίας» και μέχρι πού θα φτάσει.