Η πρώτη απόπειρα συστηματικού σχεδιασμού και προγραμματισμού σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης επιχειρείται στη χώρα μας το 1986 (Ν.1622/86 – Τοπική Αυτοδιοίκηση, Περιφερειακή Ανάπτυξη και Δημοκρατικός Προγραμματισμός) με τα Τοπικά Αναπτυξιακά Προγράμματα (Τ.Α.Π.). Στο πλαίσιο του ίδιου νόμου θεσπίζονται και τα αναπτυξιακά προγράμματα υπερκείμενων επιπέδων, όπως το Εθνικό, τα Περιφερειακά και τα Νομαρχιακά, όμως η πλέον γνήσια μορφή δημοκρατικού προγραμματισμού αφορούσε κυρίως τα Τοπικά Αναπτυξιακά Προγράμματα τα οποία μαζί με τα αντίστοιχα Νομαρχιακά είχαν αμεσότερη και ενεργό εμπλοκή της τοπικής κοινωνίας και εξαιτίας του γεγονότος ότι συντάσσονταν από τους μέχρι τότε αιρετούς βαθμούς τοπικής αυτοδιοίκησης (Δήμοι και Νομαρχίες).
Όμως τα Τοπικά Αναπτυξιακά Προγράμματα (Τ.Α.Π.) παρουσίασαν αδυναμίες στην υλοποίησή τους και στη συντριπτική τους πλειοψηφία παρέμειναν σε φάση σχεδίασης. Το γεγονός αυτό οδήγησε την πολιτεία το 2006 (Ν.3426/2006 – Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων) στη θέσπιση των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων με 4ετή διάρκεια και ετήσια εξειδίκευση και υποχρέωση εκπόνησής τους από Δήμους άνω των 10.000 κατοίκων και Δήμους που ήταν πρωτεύουσες Νομών.
Η υποχρέωση αυτή διατηρήθηκε και στο νέο θεσμικό πλαίσιο Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Καλλικράτης – Ν. 3852/2010) και μάλιστα επεκτάθηκε και για το νέο βαθμό τοπικής αυτοδιοίκησης, αυτό των αιρετών περιφερειών που προήλθαν από την κατάργηση των Νομαρχιών.
Τα Επιχειρησιακά Σχέδια των δύο βαθμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης αποσκοπούν στην προώθηση της δημοτικής ή αντίστοιχα περιφερειακής ανάπτυξης καθώς και της εσωτερικής ανάπτυξης του Δήμου ή της Περιφέρειας, σε εναρμόνιση με τις κατευθύνσεις αναπτυξιακού σχεδιασμού σε τοπικό και εθνικό επίπεδο.
Διακρίνονται σε δύο φάσεις, τη φάση του Στρατηγικού Σχεδιασμού και τη φάση του Επιχειρησιακού Προγράμματος, συστηματοποιώντας τα πεδία αναπτυξιακής παρέμβασης των Περιφερειών και των Δήμων και παρεμβαίνοντας στην εσωτερική οργάνωση των δύο βαθμών τοπικής αυτοδιοίκησης με στόχο τη βελτίωση της διοικητικής / επιχειρησιακής ικανότητάς τους καθώς και των Νομικών τους Προσώπων.
Σε τελική ανάλυση τα Επιχειρησιακά Σχέδια αποτελούν ή μάλλον θα έπρεπε να αποτελούν τα αναπτυξιακά εργαλεία των δύο βαθμών τοπικής αυτοδιοίκησης και «ευαγγέλια» για την επίτευξη του οράματος και των στόχων των εκάστοτε αυτοδιοικητικών αρχών. Να είναι εργαλεία στην καθημερινή λειτουργία τους και να συνδέονται άμεσα με τα υφιστάμενα χρηματοδοτικά μέσα.
Δυστυχώς και πάλι, παρά την υποχρεωτικότητα του θεσμικού πλαισίου, τα Επιχειρησιακά Σχέδια ακόμη και όπου εκπονούνται παραμένουν σε μεγάλο βαθμό αναξιοποίητα στο βαθμό που ο νομοθέτης τα θέσπισε, με αποτέλεσμα οι αυτοδιοικητικές αρχές να περιορίζονται στην υλοποίηση ενός Τεχνικού Προγράμματος που όμως δεν αποτυπώνει τη φιλοσοφία, το όραμα και τους στόχους ενός πραγματικού αναπτυξιακού προγράμματος με μετρήσιμα αποτελέσματα.
Εν κατακλείδι και ενόψει και των επικείμενων αυτοδιοικητικών εκλογών, οι Δήμοι και οι Περιφέρειες ως αυτοδιοικητικοί θεσμοί εάν θέλουν να λειτουργήσουν σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο αρχών και κανόνων και να είναι πραγματικοί μοχλοί τοπικής ανάπτυξης θα πρέπει να δουν με μεγαλύτερη σοβαρότητα και βαρύτητα και να συστηματοποιήσουν το σχεδιασμό, την εκπόνηση, την υλοποίηση και την παρακολούθηση των Επιχειρησιακών τους Σχεδίων.
Η λογική του σχεδιασμού στο πόδι και ala carte έχει περάσει ανεπιστρεπτί…
Τάσος Σιδηρόπουλος
Οικονομολόγος, Διευθυντής Αναπτυξιακής Μετάβασης ΑΝΚΟ
Υπ. Περιφερειακός Σύμβουλος με το Συνδυασμό
“Συμμαχία για την Ανάπτυξη”