‘-Γειά σου Κάκκο. Τι γίνεται;
-Βράζει και χύνεται Χάμπο! Βράζει και χύνεται!
-Αχά! Δε μου λες Κάκκο;
-Να σου πω Χάμπο. Άμα ξέρω να σε πω.
-Όχι, λέω τώρα…συ παίζεις τζόκερ ε Κάκκο…Έτσι, συστηματικά παίζεις, έ;
-Να μη λες Χάμπο. Παίζω. Ψέματα να λέμε;
-Συ δεν παίζεις ‘κει στη Νοσοκομείου σ’ ένα…
-Ά, κατάλαβα που το πας. Μπα Χάμπο. Που τέτοια τύχη.
-Όχι. Έτσι είπα. Λέω, λες να είν’ ο Κάκκος ο τυχερός. Να μπαλώθηκε αυτός, να μπαλωθούμε και μεις με τη σειρά μας. Τι φιλαράκια είμαστε για.
-Φιλαράκια είμαστε Χάμπο. Κι άμα μπαλωνόμουν εγώ, δε θα σ’ άφηνα έτσι. Αλλά πού τέτοια τύχη Χάμπο. Που να μας κοιτάξει εμάς η τύχη.
-Έ, μην το λες αυτό Κάκκο. Η τύχη είναι τυφλή. Μπορεί και να κάνει έτσι, μια χράαααπ! Και να σε βρει!
-Καλά το λες Χάμπο. Ντιπ τυφλή είναι. Και είναι και κουφή.
-Άλλο κι αυτό πάλι. Γιατί τη λες κουφή;
-Ντιπ κουφη. Γιατί εκεί που βλέπω την κλήρωση ξες πως φωνάζω; Το 14, φωνάζω. Το 14. Μπας κι ακούσει και το βγάλει.
-Και δε βγαίνει έ;
-Ούτε το 14 και επειδή σε λέω είν’ και κουφή και τυφλή, μη σε πω και κακία, ούτε και τίποτα απ’ ότι έχω παίξει. Κατ’ παραδιπλανά πάει και φέρνει έτσι για να με σκανιάσει! Για παράδειγμα το 15 φέρνει. Μη σε πω και το 13.
-Τοτε παίζε τα διπλανά.
-Θα σε πω καμία κουβέντα. Παράδειγμα σε δίνω.
-Μηπως, να την καλοπιάσεις μήπως;
-Ξες πως τ’ απαγγέλλω τα νούμερα; Το 14, το 14. Ούτε το ποίημα στο δημοτικό δεν έλεγα τόσο καλά. Αφού είν’ φορές, συγκινιέμαι. Κι ακούω και χειροκροτήματα με το μυαλό ‘μ…
-Και τίποτα έ;
-Τίποτα Χάμπο. Ντιπ καταντίπ τίποτα. Με ενάμιση Ευρώ, βρε ο τυχερός, και ξύπνησε με τεσσεράμισι εκατομμύρια πλούσιος!
-Ά, ρε Κάκκο και να ‘πεφτε σε μας. Να μειώναμε τα χρέη και πάλι να ‘μασταν πλούσιοι, λέει!
-Δε βαριέσαι Χάμπο. Λεφτά είναι μόνο! Δεν είν’ ψυχή!
-Κάκκο τα ‘χασες. Ό,τι να ‘ν λες! Τι μου τσαμπουνάς τώρα; Τεσσεράμισι εκατομμύρια είν’ αυτά!
-Το ξέρω Χάμπο. Το ξέρω! Επίτηδες κάνω τον υπεράνω. Αλλιώς μ’ έρχεται να κλαίω αράδα από τώρα μέχρι το δεκαπενταύγουστο. Το λίγο – λίγο.
-Έ, κάνε ένα διάλειμμα το Πάσχα Κάκκο. Έτσι για να φας τ’ αρνί.
-Μπα. Το Πάσχα θα να πλαντάξω χειρότερα.
-Έλα βρε Κάκκο λεφτά είν’ μόνο στο κάτω – κάτω!
– Αυτό δεν σ’ είπα και γω. Άιντε γεια μας. Μοίραζε.