Καρκίνος του προστάτη
Ο καρκίνος του προστάτη διαγιγνώσκεται σήμερα πιο συχνά στους άνδρες και αποτελεί τη δεύτερη αιτία θανάτου από κακοήθεια μετά από τον καρκίνο του πνεύμονα. Προσβάλλει κυρίως άνδρες ηλικίας άνω των 50 ετών, συχνά δε παρουσιάζει κλινικά συμπτώματα μέχρις ότου εξελιχτεί σε προχωρημένα στάδια. Η έγκαιρη διάγνωση στα αρχικά στάδια, προσφέρει πολλές θεραπευτικές επιλογές και η επιβίωση του ασθενούς στην πενταετία φθάνει πάνω του 80 τοις εκατό.
Το αδενοκαρκίνωμα του προστάτη, ο πιο συχνός τύπος προστατικού καρκίνου, αναπτύσσεται από κύτταρα του προστάτη αδένα. Οι περισσότεροι προστατικοί καρκίνοι αναπτύσσονται πολύ αργά. Νεκροτομικές έρευνες φανερώνουν ότι μεγάλος αριθμός ασθενών τρίτης ηλικίας που πέθαναν από άλλα αίτια είχαν και καρκίνο του προστάτη που δεν έγινε αντιληπτός ούτε από τους ίδιους ούτε από τους θεράποντες ιατρούς. Παρατηρούνται, όμως και τύποι προστατικών καρκίνων που αναπτύσσονται ενδοπροστατικά και μεθίστανται αιματογενώς και λεμφογενώς. Ενδοπροστατικά ο καρκίνος κατά συνέχεια ιστού, από τον ένα λοβό στον άλλο, δύναται να διηθήσει την προστατική κάψα και να προσβάλλει τους παρακείμενους ιστούς. Η συνηθέστερη αιματογενής διασπορά, είναι τα οστά (λεκάνη, σπονδυλική στήλη, πλευρές, κρανίο). Λεμφογενώς η νόσος προσβάλλει τους πυελικούς λεμφαδένες.
Ο μεγαλύτερος αριθμός των προστατικών καρκίνων σε πρώιμα στάδια (ενδοπροστατική βλάβη) δεν προκαλεί καθόλου συμπτώματα, η διάγνωση τους δεν είναι τυχαία, έπειτα από έλεγχο του ειδικού προστατικού αντιγόνου (PSA) ή από δακτυλική εξέταση. Μερικοί προστατικοί καρκίνοι παρουσιάζουνε άτυπα συμπτώματα προστατικής συνδρομής (συχνουρία, νυκτουρία, δυσουρία). Συμπτώματα προχωρημένου καρκίνου του προστάτη παρουσιάζουνε την αιματουρία, τα οστικά άλγη σε διάφορα μέρη του σώματος, άσλγη στο υπογάστριο ή στο περίνεο. κ.λ.π. Η κλινική εξέταση γίνεται κυρίως με τη δακτυλική εξέταση με την οποία διαπιστώνονται ύποπτες περιοχές (σκληρά ανώδυνα οζίδια, ασαφείς περιοχές). Η δακτυλική εξέταση πρέπει να γίνεται στον ετήσιο γενικό έλεγχο όλων των ανδρών ηλικίας 50 ετών και άνω.
Τι είναι το PSA
To Ειδικό προστατικό αντιγόνο (Prostate Specific Antigen-PSA) είναι μια 28,4 Kda γλυκοπρωτείνη με 237 αμινοξέα που παράγεται από τα φυσιολογικά, τα καλοήθη και τα καρκινικά προστατικά επιθηλιακά κύτταρα. Υπάρχει στο σπερματικό και προστατικό υγρό, στον ορό και στα ούρα. Η κύρια λειτουργία του είναι η υγροποίηση του σπέρματος. Πρόσφατες μελέτες έχουνε φανερώσει ότι το PSA παράγεται, επίσης, σε πολύ χαμηλά επίπεδα (<0,1ng/mL) από τους περι-ουρηθρικούς αδένες και από τον αδενικό ιστό του μαστού στις γυναίκες.
Το PSA παράγεται από τα επιθηλιακά κύτταρα του προστάτη και εκκρίνεται φυσιολογικά διαμέσου των προστατικών πόρων στο σπερματικό υγρό, το οποίο υπάρχει σε μεγάλες ποσότητες. Ενώ σε φυσιολογικές συνθήκες ελάχιστη ποσότητα εισβάλλει στην κυκλοφορία
του αίματος, σε παθολογικές καταστάσεις τα επίπεδα του PSA στον ορό αυξάνονται σημαντικά.
Το PSA αποτελεί έναν ειδικό αλλά όχι ιδιαίτερα ευαίσθητο καρκινικό δείκτη του προστάτη αδένα. Είναι δυνατόν να βρίσκεται σε φυσιολογικά επίπεδα παρά την ύπαρξη προστατικού καρκίνου. Αντίθετα η τιμή του δύναται να είναι αρκετά υψηλή δίχως την ύπαρξη καρκινώματος. Τιμές του PSA έως 4ng/ml θεωρούνται συνήθως φυσιολογικές τιμές, άνω των 10ng/ml θεωρούνται παθολογικές, ενώ οι τιμές ανάμεσα στο 4 και στο 10 θεωρούνται οριακές και χρειάζονται περαιτέρω διερεύνησης. Νέες μέθοδοι μέτρησης του PSA έχουν PSA αναπτυχθεί προκειμένου να βελτιωθεί η ευαισθησία του, όπως το κλάσμα ελεύθερο προς ολικού PSA, η ταχύτητα αύξησης του PSA, η πυκνότητα του PSA, η τιμή του PSA ανά ηλικία κ.λ.π. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι ο έλεγχος του PSA, εφαρμόζεται κυρίως στην ανίχνευση του πρώιμου προστατικού καρκίνου ενώ η τιμή του, εκτιμά την πιθανότητα που έχει ένας άνδρας να έχει καρκίνο του προστάτη, δίχως όμως να δίνει οριστική απάντηση. Και άλλες παθολογίες όπως η καλοήθης υπερπλασία του προστάτη ή η προστατίτιδα μπορεί να ευθύνονται για την αύξηση της τιμής του PSA.
Μορφές εμφάνισης του PSA στον ορό
Το PSA εμφανίζεται ως ελεύθερο ή συνδεδεμένο με πρωτεΐνες αναστολείς στον ορό ή στο πλάσμα. Οι κυριότερες μορφές του είναι:
Free PSA
Αντιπροσωπεύει μια ενζυμικά ανενεργό μορφή η οποία δεν μπορεί να συνδεθεί με αναστολείς. Αποτελεί την επικρατέστερη μορφή του PSA στο σπέρμα.
PSA-ACT
Είναι αποτέλεσμα της σύνδεσης του ελεύθερου PSA με τον αναστολέα άλφα-1-αντιχυμοτριψίνη. Είναι ενζυμικά ενεργός και η επικρατέστερη μορφή του PSA στον ορό. Σε ασθενείς με καρκίνο του προστάτη παρουσιάζεται υψηλό ποσοστό της μορφής αυτής στον ορό τους σε σύγκριση με υγιείς ή με αυτούς που έχουν καλοήθη υπερπλασία του προστάτη.
PSA-a2M
Το ελεύθερο PSA μπορεί, επίσης, να συνδεθεί με την άλφα-2-μακροσφαιρίνη σχηματίζοντας σύμπλοκο υψηλού μοριακού βάρους. Η άλφα-2-μακροσφαιρίνη περιβάλλει το μόριο του PSA καλύπτοντας όλες τις πιθανές θέσεις σύνδεσης(Επίτοποι). Η μορφή αυτή δεν είναι ανιχνεύσιμη.
Συμπερασματικά, λοιπόν, ο διαχωρισμός μεταξύ της ελεύθερης μορφής από τη συνδεδεμένη μορφή, θα μπορούσε να βοηθήσει στον διαχωρισμό μεταξύ πρώιμου ιάσιμου καρκίνου του προστάτη και καλοήθους υπερπλασίας. Το ολικό PSA (Τotal PSA) είναι το σύνολο του ελεύθερου PSA και του συνδεδεμένου PSA-ACT, της κυρίαρχης μορφής στον ορό. Προκαταρκτικές μελέτες φανέρωσαν το πιθανό όφελος της χρήσης του επί τοις εκατό(%) ελεύθερου PSA(ή του λόγου freePSA/totalPSA) στη διαφοροποίηση της καλοήθους υπερπλασίας από τον καρκίνο του προστάτη. Είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό ότι το %freePSA, τελικά, δεν θα επιβεβαιώσει ή θα αποκλείσει τον καρκίνο του προστάτη, γιατί εξακολουθεί να υπάρχει κάποια ταύτιση μεταξύ της καλοήθους και κακοήθους ασθένειας του προστάτη μέσα από την επί τοις εκατό κλίμακα του FreePSA. Παρόλα αυτά, όμως, το %FreePSA αποτελεί έναν σημαντικό δείκτη που προσφέρει, τόσο στον ιατρό, όσο και στον ασθενή, καλύτερη εκτίμηση της πιθανότητας να έχει καρκίνο του προστάτη ή όχι.
Παράμετροι που χρησιμοποιούνται για βελτίωση της κλινικής χρήσης του PSA
Πυκνότητα PSA(Density)
Η συγκέντρωση του PSA διαιρείται με το μέγεθος του προστατικού αδένα, όπως καθορίζεται από το διορθικό υπερηχογράφημα(TRUS) σε ng/ml/cc. Τιμές πυκνότητας PSA μεγαλύτερες από 0,15 είναι ενδεικτικές πιθανής παρουσίας καρκίνου προστάτη. Οι έρευνες που έχουν γίνει δεν κατάφεραν να επιβεβαιώσουν τη σημασία της παραμέτρου αυτής έναντι της απλής μέτρησης του PSA.
Ταχύτητα αύξησης PSA(Velocity)
Η μεταβολή της συγκέντρωσης του PSA στην πάροδο του χρόνου. Χρειάζονται τουλάχιστον 3 μετρήσεις με διαφορά 12-18 μήνες από κάθε μέτρηση. Η μέτρηση του PSA σε τακτά χρονικά διαστήματα, βοηθά στην επισήμανση του βαθμού αύξησης του. Μια αύξηση της τάξης του 0,75ng/ml στον ορό ή γύρω στο 20% κάθε χρόνο ίσως είναι ένδειξη ύπαρξης καρκίνου του προστάτη. Η μέθοδος αυτή εφαρμόζεται σε ασθενείς οι οποίοι ελέγχονται περιοδικά και μετρούν σε τακτά χρονικά διαστήματα τα επίπεδα του PSA στον ορό.
Τιμές αναφοράς ανάλογα με την ηλικία
Η συγκέντρωση του PSA στον ορό βρέθηκε να εξαρτάται από την ηλικία και τη φυλή. Ο καθορισμός τιμών αναφοράς ανάλογα με την ηλικία κάνουν την εξέταση του PSA πιο ευαίσθητη για τους νεαρότερης ηλικίας άνδρες και πιο ειδική για τους μεγαλύτερους. Το 80% των ουρολόγων χρησιμοποιεί τιμές αναφοράς ανάλογα με την ηλικία για την αξιολόγηση της εξέτασης του PSA.
Free PSA/Total PSA
Το ποσοστό του ελεύθερου PSA στον ορό παρατηρήθηκε να αυξάνεται σημαντικά σε ασθενείς με καλοήθη υπερπλασία, ενώ ελαττώνεται σε ασθενείς με καρκίνο του προστάτη. Ο λόγος ή το ποσοστό της συγκέντρωσης του ελεύθερου PSA προς τη συγκέντρωση του ολικού, είναι ένας νέος δείκτης, ο οποίος προτείνεται να εφαρμόζεται για να διευκρινίζει
καταστάσεις μεταξύ καλοήθους υπερπλασίας και καρκίνου, ιδιαίτερα στους άνδρες εκείνους που παρουσιάζουνε ενδιάμεσα επίπεδα ολικού PSA ορού.
Κλινική σημασία του PSA
Τα επίπεδα του PSA στον ορό εφαρμόζονται κυρίως για την πρώιμη ανίχνευση και τον χειρισμό ασθενών με καρκίνο του προστάτη, τη σταδιοποίηση του καρκίνου, την παρακολούθηση της θεραπείας, την ανίχνευση επανεμφάνισης καρκίνου και ως προγνωστικός δείκτης.
Πρώιμη ανίχνευση
Τα επίπεδα του PSA στον ορό μετριούνται για την πρώιμη ανίχνευση και τον έλεγχο ασθενειών που έχουν σχέση με τον προστάτη, ιδίως για τον καρκίνο του προστάτη, όμως αυξημένα επίπεδα PSA στον ορό δύναται να ανευρεθούν σε καλοήθη υπερπλασία του προστάτη, όπως και σε φλεγμονώδεις καταστάσεις του προστάτη αδένα.
Παρακολούθηση θεραπείας
Σημαντική ένδειξη για το PSA σε περιπτώσεις διαγνωσμένου καρκίνου του προστάτη είναι η παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας που έγινε, είτε χειρουργικής, είτε ακτινοθεραπευτικής ή φαρμακευτικής:
Μείωση των επιπέδων του PSA στα φυσιολογικά είναι ένδειξη της πλήρους αφαίρεσης ή απαλλαγής από τον όγκο. Η επιμονή του δείκτη σε παθολογικά επίπεδα, πιθανόν ακολουθούμενη από σύντομη πτώση, ή η εκ νέου αύξηση έπειτα από σύντομη πτώση είναι ένδειξη υπολειπόμενου καρκίνου και/ή μετάστασης. Η εκ νέου αύξηση του PSA έπειτα από περίοδο φυσιολογικών τιμών (π.χ ύστερα από προστατεκτομή) είναι ένδειξη επανεμφάνισης της νόσου.
Ορμονοάντοχος καρκίνος του προστάτη
Ο καρκίνος του προστάτη με την πάροδο του χρόνου θα καταστεί ορμονοάντοχος, δηλαδή μη εξαρτώμενος από τους θεραπευτικούς ορμονικούς χειρισμούς. Παλαιότερα πιστευόταν ότι εξαρχής σε κάθε καρκίνο του προστάτη υπάρχει ένας κλώνος μη ορμονοεξαρτώμενος, ο οποίος με την υποχώρηση του ορμονοεξαρτωμένου κλώνου επικρατεί και ο καρκίνος σταματά να επηρεάζεται από τον ανδρογονικό αποκλεισμό. Σήμερα, επικρατεί η άποψη ότι οι ανδρογονικοί υποδοχείς υφίστανται με την πάροδο της νόσου μετάλλαξη, οπότε ενεργοποιούνται από μη ανδρογόνα στεροειδή και άλλες ουσίες, ακόμη και από τα ίδια τα αντιανδρογόνα, οδηγώντας σε περαιτέρω ανάπτυξη του καρκίνου, παρά τον ανδρογονικό αποκλεισμό. Σε αυτό συμβάλλει και η συν τω χρόνω ενίσχυση των ενεργοποιητικών ουσιών του πυρήνα και η γονιδιακή προσαρμογή του καρκινικού κυττάρου.
Ο χρόνος που χρειάζεται για την ορμονο-απεξάρτηση του καρκίνου είναι 2-3 έτη. Η εμφάνιση της μη ορμονοεξάρτησης θα γίνει αισθητή αρχικά με την αύξηση του PSA, παρά τη θεραπεία και στη συνέχεια από την επανεμφάνιση των συμπτωμάτων (δυσουρία, οστικά άλγη).
Για την επιβράδυνση της μετατροπής του προχωρημένου καρκίνου του προστάτη σε ορμονοάντοχο, έχει επιχειρηθεί ο περιοδικός ανδρογονικός αποκλεισμός, η χορήγηση δηλ. LHRH αναλόγων και αντιανδρογόνων επί 8-12 μήνες και η διακοπή τους, με στενή παρακολούθηση του ασθενούς, ώστε αν τα συμπτώματα επανεμφανιστούν ή αν το PSA ανέλθει πάλι πάνω από ορισμένα (μη προσδιοριζόμενα σαφώς) επίπεδα, να ξεκινήσει και πάλι ο πλήρης ανδρογονικός αποκλεισμός.
Ως δεύτερο πλεονέκτημα του περιοδικού ανδρογονικού αποκλεισμού, αναφέρεται η ελάττωση των παρενεργειών της θεραπείας (πτώση της libido, εξάψεις, κόπωση, κατάθλιψη, πνευματική έκπτωση, αναιμία, οστεοπόρωση) ή και η εξαφάνιση τους κατά τα μεσοδιαστήματα δίχως θεραπεία.
Οπωσδήποτε, έως ότου οι τρέχουσες τυχαιοποιημένες μελέτες επί του θέματος οδηγήσουν σε ασφαλέστερα συμπεράσματα, απαιτείται πολλή περίσκεψη και προσοχή για την εφαρμογή του περιοδικού ανδρογονικού αποκλεισμού (ΠΑΑ) σε προχωρημένο προστατικό καρκίνο. Υποστηρίζεται ότι ο (ΠΑΑ) καλύτερα να μην επιχειρείται σε ανθρώπους που η αύξηση του PSA είναι γρήγορη και ο χρόνος διπλασιασμού του μικρός.
Το PSA στον ορμονοάντοχο καρκίνο του προστάτη
Για τους άνδρες με ορμονανθεκτική νόσο, θεραπεία εκλογής είναι η χορήγηση συστηματικής χημειοθεραπείας ή τοπικής ακτινοθεραπείας. Στους ασθενείς αυτούς η παρακολούθηση θα πρέπει να επικεντρώνεται στην έγκαιρη ανίχνευση σημείων και συμπτωμάτων προόδου της νόσου. Αν και η σειριακή μέτρηση του PSA σε άνδρες με μεταστατική νόσο δεν έχει φανερώσει ποτέ να παρατείνει τη συνολική επιβίωση, το αυξανόμενο PSA είναι μια ισχυρή ένδειξη αποτυχίας της θεραπείας και σηματοδοτεί την αναγκαιότητα χορήγησης εναλλακτικής θεραπείας. Η σειριακή μέτρηση του PSA μπορεί επίσης, να παρέχει τους ασθενείς μια διαβεβαίωση της συνεχιζόμενης ανταπόκρισης στην εφαρμοζόμενη θεραπευτική αγωγή.
Σήμερα, θεωρείται παραδεκτός ο προσδιορισμός του PSA σε άνδρες με μεταστατική νόσο κάθε τρεις μήνες και μηνιαίως σε περίπτωση ελέγχου ανταπόκρισης του ασθενούς στην χημειοθεραπεία ή την ακτινοβολία ή σε κάθε περίπτωση που το PSA αρχίζει να αυξάνεται ή ο ασθενής παραπονείται για συμπτώματα δυνητικά σχετιζόμενα με τη νόσο. Τα περισσότερα ερευνητικά πρωτόκολλα στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και την Ευρώπη προτείνουν προσδιορισμό του PSA κάθε 3 με 4 εβδομάδες σε ασθενείς που παίρνουν χημειοθεραπεία για ορμονοανθεκτική νόσο για καλύτερο έλεγχο της ανταπόκρισης στη θεραπευτική αγωγή. Στις περιπτώσεις αυτές, χρειάζεται συνήθως παράλληλος έλεγχος με αξονική τομογραφία και σπινθηρογράφημα οστών κάθε 8 με 12 εβδομάδες.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ένα τμήμα των καρκίνων του προστάτη δεν εκφράζει PSA. Ορισμένοι από αυτούς είναι νευροενδοκρινείς όγκοι, ενώ άλλοι δεν έχουν νευροενδοκρινή χαρακτηριστικά αλλά είναι πενιχρά διαφοροποιημένα αδενοκαρκινώματα με επίπεδα PSA<10ng/ml, ακόμη και όταν είναι μεταστατικά. Οι αντικειμενικές ανταποκρίσεις σε αυτούς τους ασθενείς είναι δύσκολο να μετρηθούν, αλλά η διάρκεια της ανταπόκρισης και η διάμεση επιβίωση τείνουν να είναι συντομότερες έπειτα τον αρχικό ανδρογονικό αποκλεισμό συγκριτικά με τους άνδρες με προστατικό αδενοκαρκίνωμα που εκφράζει PSA.
Αν και δεν έχουμε επίσημες οδηγίες σε ότι αφορά την συχνότητα των ιατρικών επισκέψεων, αποτελεί συχνή κλινική πρακτική να εξετάζονται οι άνδρες με προχωρημένη νόσο το αργότερο κάθε τρεις μήνες κλινικά και με προσδιορισμό PSA, χρονική περίοδος που συχνά συμπίπτει με την τριμηνιαία χορήγηση των μακράς διαρκείας δράσης σκευασμάτων ανδρογονικού αποκλεισμού. Η εμφάνιση νέων συμπτωμάτων ή η αιφνίδια και σταθερά συνεχιζόμενη αύξηση του PSA, μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την άμεση έναρξη της χημειοθεραπείας έπειτα από προσεκτική κλινική αξιολόγηση.
Ειδικά για τους άνδρες που παίρνουν συμβατική κυτταροτοξική χημειοθεραπεία για ορμονοάντοχο καρκίνο του προστάτη, οι μεταβολές στα επίπεδα του PSA έχει βρεθεί ότι συσχετίζονται ικανοποιητικά με την αντικειμενική ανταπόκριση, την υποτροπή ή την πρόοδο νόσου και τη συνολική επιβίωση. Σε μια πρόσφατη μετα-ανάλυση που περιλάμβανε διάφορα σχήματα χημειοθεραπείας σε ασθενείς με ορμονοάντοχο καρκίνο του προστάτη, η διάμεση επιβίωση ήταν διπλάσια σε άνδρες με μεταθεραπευτική μείωση στα επίπεδα ορού του PSA περισσότερο από 50% στις 8 εβδομάδες συγκριτικά με αυτούς που εμφάνισαν μικρότερη ή καθόλου μείωση (23,6vs 12,5 μήνες).
Λίγο αργότερα, συνεδρίασε το Εθνικό Αντικαρκινικό Ινστιτούτο των Ηνωμένων Πολιτειών από το Prostate Specific Antigen Working Group, με σκοπό να προτείνει κριτήρια ανταπόκρισης σε ασθενείς με ορμονοάντοχο καρκίνο του προστάτη που παίρνουν μέρος σε κλινικές δοκιμές με κριτήριο τη μεταβολή του PSA. Η επιτροπή πρότεινε τα ακόλουθα κριτήρια: Ως αντικειμενική ανταπόκριση να θεωρείται μια κατ΄ελάχιστο μείωση του PSA κατά 50%κατά τη διάρκεια της θεραπείας, η οποία να γίνεται σε περίπτωση έλλειψης κλινικών και απεικονιστικών σημείων προόδου νόσου και να επιβεβαιώνεται από μια δεύτερη ανεξάρτητη μέτρηση σε διάστημα τουλάχιστον τεσσάρων εβδομάδων.
Από την άλλη πλευρά, το κατά πόσον τα κριτήρια αυτά αποτελούν το καλύτερο καταληκτικό σημείο για την εκτίμηση της θεραπευτικής ανταπόκρισης αλλά και την πρόβλεψη της συνολικής επιβίωσης, αξιολογήθηκε από μια μετα-ανάλυση των στοιχείων των σχετιζόμενων με το PSA από τη μεγάλη, προοπτική μελέτη 9916 του Southwest Oncology Group (SWOG), η οποία συνέκρινε τους χημειοθεραπευτικούς συνδυασμούς μιτοξανδρόνης-πρεδνιζόνης και δοσεταξέλης-εστραμουστίνης. Στη μελέτη αυτή, εντοπίστηκε ότι μια ελάττωση της τιμής του PSA κατά τουλάχιστον 30% στο διάστημα τριών μηνών σχετιζόταν με 57% ελάττωση του σχετικού κινδύνου θανάτου σε σχέση με την απουσία αυτής της ανταπόκρισης, γεγονός που επιβεβαίωσε για πρώτη φορά τεκμηριωμένα όχι μόνο την προβλεπτική αλλά και την προγνωστική αξία της μεταβολής του PSA σε ασθενείς με ορμονοάντοχο καρκίνο προστάτη που κάνουν χημειοθεραπεία.
Ανεξάρτητα από το παραπάνω αποτέλεσμα, στη βιβλιογραφία σήμερα μεγάλος αριθμός των μελετών χρησιμοποιεί τη σχετική μείωση του PSA κατά 50% ως συνώνυμο της «ανταπόκρισης του PSA». Τρεις πρόσφατα δημοσιευμένες μελέτες φάσης ΙΙ χρησιμοποίησαν το κριτήριο αυτό για να αξιολογήσουν τη διαλείπουσα χορήγηση της χημειοθεραπείας με δοσεταξέλη-εστραμουστίνη ή δοσεταξέλη-δεξαμεθαζόνη σε ασθενείς που πληρούσαν τα κριτήρια ανταπόκρισης στη θεραπεία με βάση το PSA σε μια προσπάθεια να ελαττώσουν την αθροιστική τοξικότητα του χημειοθεραπευτικού συνδυασμού και να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής των ασθενών. Και οι τρεις μελέτες φανέρωσαν ότι μια τέτοια μέθοδο διαλείπουσας χορήγησης χημειοθεραπείας με βάση τη μεταβολή του PSA είναι ασφαλής, εφικτή, κατευθύνει σε ικανά διαστήματα «διακοπών από τη χημειοθεραπεία» σε ένα αξιόλογο αριθμό ασθενών και οδηγεί σε περιορισμό της τοξικότητας από τη χημειοθεραπεία χωρίς σημαντικές μεταβολές στο ελεύθερο νόσου διάστημα ή τη συνολική επιβίωση. Οι μελέτες αυτές εδραίωσαν τον καταλυτικό ρόλο της αξιολόγησης του PSA σε ασθενείς με ορμονοάντοχο καρκίνο του προστάτη φανερώνοντας ότι δύναται να εφαρμοσθεί τόσο για τον έλεγχο της ανταπόκρισης στη χημειοθεραπεία όσο και για την ορθολογιστικότερη χρήση της.
Συμπεράσματα
Η κλινική αξιολόγηση του PSA αποτελεί ένα σημαντικό όπλο στη θεραπευτική φαρέτρα τόσο του χειρούργου-ουρολόγου όσο και του παθολόγου-ογκολόγου, γιατί βρίσκει εφαρμογή όχι μόνο στον μαζικό έλεγχο του γενικού πληθυσμού και την αρχική θεραπευτική αντιμετώπιση, αλλά και γιατί βοηθάει στην παρακολούθηση και στην καλύτερη αξιολόγηση του θεραπευτικού αποτελέσματος όχι μόνο στον ορμονοευαίσθητο αλλά και στον ορμονοάντοχο καρκίνο του προστάτη. Ειδικά στην τελευταία περίπτωση, η χρήση του PSA έχει συμβάλει στην έγκαιρη και ασφαλέστερη επιβεβαίωση της ανταπόκρισης στην εφαρμοζόμενη θεραπευτική αγωγή, την πρώιμη ανίχνευση των υποτροπών ή της αποτυχίας της χημειοθεραπείας αλλά και στην ορθολογιστικότερη χρήση της, σε μια προσπάθεια να μειωθεί η τοξικότητα δίχως να διακυβεύεται η αποτελεσματικότητά της.
Ιορδάνης Καμπουρίδης