Ως αρχική ιδέα στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων, η έννοια του δημοψηφίσματος είχε νόημα αφού ασκούσε μια θεωρητική πίεση ως αντίμετρο. Στην συνέχεια, το δημοψήφισμα, με την μη κατάληξη κάποιας συμφωνίας, βρέθηκε μετέωρο, αφού το κείμενο του δεν είχε βάση λόγω της αποχώρησης του ΔΝΤ αλλά και της αλλαγής των δεδομένων. Μερικοί μάλιστα εγείρουν και το θέμα της νομιμότητας του και με την παρατήρηση του Συμβουλίου της Ευρώπης και με κατάθεση αγωγής στο Συμβούλιο Επικρατείας. Σε κάθε περίπτωση, αποφασίστηκε στη Βουλή των Ελλήνων με μια βάση δεδομένων που έχει αλλάξει. Αν ξεχάσουμε το ίδιο του το κόστος, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι το πρόβλημα που θέτει δεν είναι πια το ασαφές του κείμενο που είχε κάποιο νόημα αρχικά, αλλά η ερμηνεία του. Και εδώ μπαίνει το ισομορφικό πλαίσιο. Διότι ούτε το δημοσιονομικό είναι μια σοβαρή δυσκολία, αφού είδαμε ότι στις διαπραγματεύσεις είχαμε βρεθεί πολύ κοντά σε ένα ισορροπημένο ποσόν. Αλλά θέλουμε και μια αναδιάρθρωση του χρέους, η οποία δεν έγινε όσο ήμασταν στις προηγούμενες διαπραγματεύσεις. Επίσης θέλουμε όλοι μας να παραμείνουμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Ευρωζώνη. Κατά συνέπεια, δεν είναι το δημοψήφισμα από μόνο του που έχει σημασία, αλλά το μήνυμα που εκπέμπουμε με αυτό. Πάνω σ’ αυτό πρέπει να συντονιστούμε και να επικεντρωθούμε. Διότι η ουσία είναι με ποιον τρόπο θα συνεχίσουμε τις απαραίτητες διαπραγματεύσεις μετά το δημοψήφισμα, διότι η Ελλάδα θα είναι πάντα εδώ, όποιος και να είναι στη συνέχεια. Το μήνυμα του δημοψηφίσματος πρέπει λοιπόν να είναι ξεκάθαρο προς τους άλλους Ευρωπαίους κι όχι μόνο μεταξύ μας.