Η σημερινή πανηγυρική δημοσιοποίηση της Ετήσιας Έκθεσης του Ελληνικού Εμπορίου βρίσκει τον κλάδο του λιανεμπορίου στην πιο δύσκολη θέση των τελευταίων ετών, καθώς η πολύμηνη πανδημία αφήνει βαθιά τα σημάδια της.
Η επανεκκίνηση της λειτουργίας των καταστημάτων, έστω με αυτούς τους αυστηρούς περιορισμούς, δημιουργεί προσδοκίες ότι τα χειρότερα μένουν πίσω, ωστόσο ο κλάδος χαρακτηρίζει κρίσιμη τη στήριξη σε αυτήν την πολύ «ευαίσθητη» μεταβατική περίοδο. Και δεν είναι μόνο η ανάγκη κεφαλαίων κίνησης για την προμήθεια εμπορευμάτων- κατ’ αναλογίαν του ειδικού προγράμματος για την αγορά πρώτων υλών από τις επιχειρήσεις εστίασης- είναι το πλέγμα παρεμβάσεων που απαιτείται για να ανοίξει ένας ενάρετος κύκλος αύξησης του τζίρου και εξυπηρέτησης επιταγών και οφειλών σε εφορίες, ΕΦΚΑ και τράπεζες.
Λιανεμπόριο: Αύξηση του μεριδίου στην Επιστεπτέα 7 προσδοκούν οι έμποροι
Υπό αυτήν την έννοια οι έμποροι προσδοκούν σε αύξηση του «μεριδίου» τους στην Επιστρεπτέα 7, που θα «μοιράσει» ως το τέλος του μήνα 500 εκατ. Ευρώ σε επιδοτήσεις και άλλα 500 εκατ. Ευρώ σε χαμηλότοκα κρατικά δάνεια. Ήδη, από το άνοιγμα της πλατφόρμας, ο ρυθμός υποβολής των αιτήσεων ανεβαίνει, ξεπερνώντας χθες το βράδυ τις 45.000. Σε αυτόν το γύρο Επιστρεπτέας θα υπάρχουν αυξημένα κατώτατα όρια για επιχειρήσεις στις οποίες έχουν επιβληθεί περιοριστικά μέτρα και πλήττονται άμεσα, συμπεριλαμβανομένου του λιανεμπορίου και συγκεκριμένα 1.000 ευρώ χωρίς εργαζομένους, 2.000 ευρώ με έως 5 εργαζόμενους, 4.000 ευρώ με έως 20 εργαζόμενους και 8.000 ευρώ για άνω των 20 εργαζομένων.
Υψηλές προσδοκίες υπάρχουν κι από το πρόγραμμα επιδότησης πάγιων δαπανών (παροχές σε εργαζόμενους, ασφαλιστικές εισφορές αυτοαπασχολούμενων, ενέργεια, ύδρευση, τηλεπικοινωνίες, ενοίκια, λοιπά λειτουργικά έξοδα) που θα «μοιράσει» πιστωτικά 500 εκατ. Ευρώ για φόρους και εισφορές μέσα στο Μάιο. Βασικός όρος είναι να παρουσιάζουν ζημιά προ φόρων τουλάχιστον 30% είτε σε σχέση με τα ακαθάριστα έσοδά τους, είτε σε σχέση με τα συνολικά έξοδά τους για το 2020, καθώς και πτώση τζίρου τουλάχιστον 30% το 2020 σε σχέση με το 2019. Με δεδομένο ότι ένδυση, υπόδηση, καλλυντικά, κοσμήματα έχουν πολύ μεγαλύτερες απώλειες (πάνω από 35%), το «εργαλείο» αυτό φαίνεται να «κουμπώνει» με τις ανάγκες του κλάδου.
Τη ζητούν οι επιχειρηματίες του λιανεμπορίου
Όντας ο βασικός εργοδότης στην ελληνική οικονομία, με πάνω από 700.000 εργαζόμενους και 19.000 νέες θέσεις εργασίας εν μέσω πανδημίας, το εμπόριο ζητά συγκεκριμένες παρεμβάσεις, έτσι ώστε η μετάβαση στην «επόμενη ημέρα» να γίνει χωρίς απώλειες:
είναι απαραίτητο να ξανατεθεί στο επίκεντρο της συζήτησης το μεγάλο πρόβλημα, που είναι οι μεταχρονολογημένες επιταγές και η διαχείρισή τους την επόμενη μέρα.
είναι ανάγκη να θεσπιστεί ο ακατάσχετος επιχειρηματικός λογαριασμός, ο οποίος θα αποτελέσει ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο
μέσα από έναν διάλογο της κυβέρνησης με τους εκπροσώπους της αγοράς, να προκύψει ένα σφιχτό, δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα για την οριστική κατάργηση τόσο της προκαταβολής φόρου όσο και του τέλους επιτηδεύματος.
να προχωρήσει άμεσα και συστηματικά ο ψηφιακός μετασχηματισμός των μικρομεσαίων εμπορικών επιχειρήσεων
να αξιοποιηθούν οι πόροι από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης και να ενισχυθούν τομείς της οικονομίας που θα παράγουν διαρκή προστιθέμενη αξία στην ελληνική οικονομία.
Λιανεμπόριο: Ενδυση και υπόδηση το μεγαλύτερο πλήγμα στην πανδημία
Ειδικά όσον αφορά στην ένδυση και υπόδηση είναι από τους κλάδους της ελληνικής οικονομίας που δέχτηκαν τεράστιο πλήγμα από την πανδημία και θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί με ασφάλεια ότι είναι ο κλάδος που θίχτηκε περισσότερο μετά τον τουρισμό και την εστίαση. Επιπλέον, εντός της πανδημίας λόγω του ηλεκτρονικού εμπορίου διευρύνθηκε ακόμα περισσότερο ο δυϊσμός του κλάδου, αφού ορισμένες προετοιμασμένες και με καλά οργανωμένα δίκτυα διανομής μεγάλες επιχειρήσεις κέρδισαν έδαφος έναντι της πλειονότητας των μικρότερων μονάδων.
Έτσι, ενώ ο τζίρος στην Ελλάδα στον κλάδο ένδυσης-υπόδησης από το 2012 είχε διαμορφωθεί γύρω στα 4 δισ. ευρώ με ελαφρές διακυμάνσεις, το 2020 εμφανίζει υποχώρηση που αγγίζει το ιστορικά χαμηλό των 3,2 δισ. ευρώ, με την ένδυση να αντιπροσωπεύει τα 2,6 δισ. ευρώ, την υπόδηση τα 685 εκατ. ευρώ και τα αθλητικά είδη τα 658 εκατ. ευρώ (Euromonitor International).
Σύμφωνα με την Ετήσια Έκθεση της ΕΣΕΕ, η βασική πρόκληση που αντιμετώπισαν οι επιχειρήσεις του κλάδου ήταν ο ψηφιακός μετασχηματισμός, το να βρουν εναλλακτικά κανάλια, πέραν του φυσικού καταστήματος, για την επαφή τους με τους πελάτες τους και τη στήριξη των πωλήσεών τους. Εάν δεν ληφθούν γενναία μέτρα για τη στήριξη του μικρού εμπορίου στον κλάδο της ένδυσης-υπόδησης με παράλληλη στήριξη της ελληνικής βιοτεχνίας ενδύματος, οι μεγάλες διεθνείς αλυσίδες ίσως να αποδειχθούν ακόμη πιο ανθεκτικές και να οξύνουν περαιτέρω τον ανταγωνισμό, δημιουργώντας ένα ασφυκτικό περιβάλλον για τα μικρά οικογενειακά και ανεξάρτητα καταστήματα ένδυσης-υπόδησης. Δεδομένου μάλιστα ότι η βασική στρατηγική των «μεγάλων» του κλάδου φαίνεται να είναι ο περιορισμός των πολλών φυσικών καταστημάτων και η στροφή στο ηλεκτρονικό εμπόριο, ίσως εμφανίζεται μια σημαντική ευκαιρία για τους «μικρούς» να κυριαρχήσουν στα κέντρα των πόλεων και να τα αναζωογονήσουν.
Πηγή: iefimerida.gr