Το Δωδεκαήμερο Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά και Θεοφάνεια, χαρακτηρίζεται από έντονη θρησκευτικότητα και πλούσια εθιμολογία.
Όλες οι μεγάλες γιορτές είναι αφορμή χαράς και γιορταστικών εκδηλώσεων. Μια απ’ αυτές είναι η γιορτή των καλάνδων ή όπως τα λένε στη Σιάτιστα τα ”Κόλιαντα” που εκδηλώνεται με το παρακάτω τραγούδι:
Πιδιά μ’ ήρθαν τα κόλιαντα κι όλοι να τοιμαστείτι
πάρτι κι τι τζιουμάκις σας κι στουν Αϊ- Λία να βγείτι,
κι’ απ’ τουν Αϊ- Λία στουν Πρόδρομου, στα τρία τα πηγάδια…
Έτσι στις 23 Δεκεμβρίου το βράδυ ανάβονται οι κλαδαριές, μεγάλες φωτιές, που γίνονται από χόρτα ξερά, τα φουρφούρια, το λόζιο που λένε, που μαζεύουν τα παιδιά από τα χωράφια και τ’αμπέλια. Το άναμμα των κλαδαριών είναι μια γραφική γιορταστική εκδήλωση, αλλά και από τα χαρακτηριστικά έθιμα του δωδεκαημέρου. Τα κουδούνια, τα όργανα, οι φωνές και τα τραγούδια παρουσιάζουν ένα σωστό πανδαιμόνιο. Πρόκειται για ένα έθιμο που συμβολίζει τις φωτιές που άναψαν οι ποιμένες στη Βηθλεέμ για να αναγγείλουν τη γέννηση του Χριστού.
Τα παλιά χρόνια στη Σιάτιστα επαναλαμβάνονταν το ίδιο έθιμο της κλαδαριάς και στις 30 Δεκεμβρίου, με τη διαφορά η κλαδαριά γινόταν με κάθε λογής εύφλεκτα υλικά από υπολείμματα αχύρων σταύλων, χαρτιών, ξύλων κ.λ.π μικρή και χωρίς την επισημότητα των καλάντων. Οι δε ομάδες απαρτίζονταν από μικρά μόνο παιδιά. Τα τραγούδια ήταν τα ίδια και άλλαζαν μόνο τη λέξη ”Κόλιαντα” σε ”Σούρουβα” δηλ. καρποί, καρύδια, κάστανα, κυδώνια και ψωμιά. Αντί δηλ. να πούνε κόλιαντα μπάμπου μ’ κόλιαντα κι μένα κουλιαντίνα, έλεγαν σούρουβα μπάμπουμ σούρουβα κι μένα τσ’ σουρουβίνα. Τραγουδούσαν για να μεταδώσουν τη χαρμόσυνη αγγελία της επικείμενης ανατολής ή έλευσης του νέου χρόνου. Το έθιμο αυτό αναβιώνει τα τελευταία χρόνια από τον Ιππικό σύλλογο Σιάτιστας ” Ο ΑΓΙΟΣ ΜΟΔΕΣΤΟΣ” με μια κλαδαριά στην πλατεία της Γεράνειας (κάτω Σιάτιστα).
Απαραίτητο φαγητό για τα Χριστούγεννα, είναι οι σαρμάδες, που γίνονται με λάχανο τουρσί ”την αρμιά” χοιρινό κρέας, ρύζι και μπαχαρικά. Οι σαρμάδες συμβολίζουν όπως λέει η παράδοση, το σπαργάνωμα του θείου βρέφους στη φάτνη. Το φαγητό αυτό δε λείπει από κανένα τραπέζι Χριστουγεννιάτικο της Σιάτιστας και αποτελεί τον εκλεκτότερο μεζέ στις διασκεδάσεις του δωδεκαημέρου.
Την ημέρα της Πρωτοχρονιάς κάνουν τυρόπιτα ή κολοκυθόπιτα γλυκιά και μέσα βάζουν νόμισμα, τον παρά που λένε. Πριν αρχίσει το φαγητό κόβουν την πίτα κομμάτια για κάθε άτομο, στο σπίτι, χωράφια, αμπέλια, τα ζώα και κατόπιν ψάχνουν να βρουν το νόμισμα. Όποιος θα το βρει είναι ο τυχερός της χρονιάς και κάτι καλό θα του συμβεί.
Τα Θεοφάνεια στις 6 Ιανουαρίου γίνεται το μεγάλο ξεφάντωμα και ο χορός των καρναβαλιών, ” Τα Μπουμπουσιάρια”, που λέγονται στη Σιάτιστα. Τα Μπoυμπουσιάρια της Σιάτιστας είναι μια στιγμή αφιερωμένη στο πνεύμα, στην ξενοιασιά και εκφράζουν ένα δικό τους τρόπο ζωής και ένα αθώο αυθορμητισμό. Στην έννοια Μπουμπουσιάρια δεν περιλαμβάνεται μόνο η μεταμφίεση, αλλά η ευθυμία, ο χορός, διάθεση για διασκέδαση που εκδηλώνουν όχι μόνο οι μεταμφιεσμένοι, αλλά όλος ο Σιατιστινός λαός κατά τρόπο ευγενικό και λεπτό. Την ημέρα των Θεοφανείων χορεύεται ο Σιατιστινός ”Αϊβασιλιάτικος” χορός, ο οποίος είναι σκόρπιος και πηδηχτός και έχει ως εξής:
Τι χα γω κι σ’ αγαπούσα κι δεν καθόμουν καλά.
Νάχω ζάλη στο κεφάλι, δυο μαχαίρια στην καρδιά.
Κίνησα να ρθώ το βράδυ μ έπιασε ψιλή βροχή.
Το Θεό παρακαλούσα για να σ’ευρώ μοναχή.
Ας ερχόσουνα βρε ψεύτη κι ας γινόσουνα παπί,
είχα ρούχα να σ’ αλλάξω πάπλωμα να σκεπαστείς
κι κορμάκι ν’ αγκαλιάσεις, ώσπου ν’ αποκοιμηθείς.
Το παραπάνω τραγούδι συνεχίζεται και σήμερα να τραγουδιέται και να χορεύεται σ’όλες τις γιορταστικές εκδηλώσεις των Σιατιστινών.
Σε πολύ λίγους τόπους της Ελλάδας τα ήθη και τα έθιμα διατηρούνται με τόση ζωντάνια και συμμετοχικότητα όσο στη Σιάτιστα.
Η Σιάτιστα είναι προαιώνιος φάρος Πολιτισμού.
Η Σιάτιστα είναι αστείρευτη πηγή παράδοσης και Πολιτισμού.
Γράφει ο Γεώργιος Μ. Μπόντας, Τέως Δ/ντής της Μανουσείου Δημόσιας Βιβλιοθήκης Σιάτιστας – Λαογράφος