Τεράστιο το πρόβλημα που προκύπτει σχετικά με την κάλυψη των αναγκών θέρμανσης των πολιτών, από την ραγδαία αύξηση του ενεργειακού κόστους, Σήμερα ίσως οι πιο προνομιούχοι στην θερμανση ειναι οι καταναλωτές της Τηλεθέρμανσης Πτολεμαΐδας, υπό την έννοια ότι το κόστος θέρμανσης ανεβαίνει παντού, εκτός από την Πτολεμαΐδα που παραμένει σταθερό για 2 λόγους: Πρώτα λόγω της αποφασης ΔΕΤΗΠ να κρατήσει σταθερά τιμολόγια με κάθε κόστος και επίσης λόγω της κυβερνητικής απόφασης να επιδοτήσει τη λειτουργία της ΔΕΤΗΠ.
Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει μια μεγάλη “αναμπουμπούλα” στην ομαλή παροχή θερμικής ενέργειας στα τρία συστήματα τηλεθέρμανσης της Δυτικής Μακεδονίας. Πρώτα λόγω της αναμενόμενης απόσυρσης των παλαιών μονάδων, μετά λόγω των συνθηκών που διαμορφώνει η αγορά και δεν επιτρέπει στις λιγνιτικές μονάδες που είναι συνδεδεμένες με την Τηλεθέρμανση να μπαίνουν πάντα στο “σύστημα”, και τέλος, λόγω της κυβερνητικής απόφασης για απολιγνιτοποίηση τα επόμενα χρόνια και μετάβαση σε πιο πράσινες μορφές ενέργειας.
Την Κυριακή που μας πέρασε η Κοζάνη δεν είχε Τηλεθέρμανση, αφού ο ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου ήταν σβηστός. Γιατί ήταν σβηστός; Γιατί υπάρχει ο νομοθετημένος κανόνας ότι στο σύστημα μπαίνουν κατά προτεραιότητα οι φθηνότερες πηγές ενέργειας. Και επειδή την Κυριακή υπήρχε άφθονο ηλιακό και αιολικό φορτίο, τεράστιο ποσοστό της ζήτησης καλύφθηκε από τις ΑΠΕ, που ως πηγή ενέργειας είναι σαφώς φθηνότερη. Και έτσι ο ΑΗΣ έμεινε σβηστός. Απαραίτητη προϋπόθεση να είναι τεχνικά διαθέσιμη μια οποιοδήποτε μονάδα ή πηγή ενέργειας.
Προκύπτει αυτό από κάποια κυβερνητική επιλογή; Έχει άμεση σχέση με την απολιγνιτοποίηση; Όχι. Είναι νομοθετημένο εδώ και χρόνια. Δεν υπάρχουν δυνατότητες παρέμβασης σε καμία κυβέρνηση, να βάλει μια ακριβότερη πηγή ενέργειας στο σύστημα, που θα ανεβάσει και το κόστος ενέργειας. Έχουμε υπάρξει ξανά “όμηροι” της συνθήκης αυτής, όταν οι ΑΗΣ Καρδιάς και Αμυνταίου προ τριών ετών δεν μπορούσαν να μπουν στο “σύστημα”, και οι Δήμαρχοι Αμυνταίου και Εορδαίας δικαίως ζητούσαν κυβερνητική παρέμβαση ώστε να παρακαμφθεί ο σκόπελος αυτός, και να μην “παγώσουν” οι δημότες τους.
Λάβαμε την Κυριακή, ένα ακόμα μήνυμα ότι πρέπει να προσαρμοστούμε στις νέες συνθήκες. Δεν ξέρω κατά πόσο μπορούμε να ζητάμε εσαεί την εκτός πλαισίου λειτουργία μονάδων. Δεν ξέρω κατά πόσο είναι τεχνικά και δημοσιονομικά δόκιμο, να ζητάμε τη λειτουργία ενός ΑΗΣ μόνο για την τηλεθέρμανση. Θα πει κανείς, αυτές οι συνθήκες ισχύουν μόνο λίγες ημέρες κάθε χρόνο. Δεν έχει σημασία. Οι δημοτικές επιχειρήσεις τηλεθέρμανσης πρέπει να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες για να διασφαλίσουν την τροφοδοσία των καταναλωτών καθ΄ όλη τη διάρκεια της θερμαντικής περιόδου. Κάποιες από αυτές τις επιχειρήσεις, προσαρμόστηκαν ήδη. Η Εορδαία εγκατέστησε με επιτυχία ηλεκτρολέβητες και δρομολόγησε τη σύνδεση με την 5η Μονάδα. Το Αμύνταιο θερμαίνεται (αν και με μεγαλύτερο κόστος, θερμαίνεται όμως αξιόπιστα) με βιομάζα. Πρέπει και η Κοζάνη να βρει το δρόμο της και να αδράξει αντίστοιχες ευκαιρίες. Όπως την πρόταση με την οποία ο αρμόδιος Υπουργός Ενέργειας Κώστας Σκρέκας πρόκρινε τη λύση της εγκατάστασης ηλεκτρολεβήτων και για την Κοζάνη.
Υπάρχει μια τάση στην περιοχή, να κατηγορείται η κυβέρνηση για όλα όσα συμβαίνουν στην Ενέργεια. Και εν μέρει δικαίως, γιατί θα υπάρξουν μεγάλες συνέπειες από την απολιγνιτοποίηση. Για παράδειγμα, για το ότι θα χάσουν τη δουλειά τους πολλοί εργολαβικοί εργαζόμενοι στα Ορυχεία ή στους ΑΗΣ στον Άγιο Δημήτριο και τη Μελίτη. Αλλά αν κατηγορούμε την κυβέρνηση οριζόντια για αυτα που φταίει και για αυτά που δεν φταίει, το μόνο που καταφέρνουμε είναι να γκρεμίζουμε τις γέφυρες και να χάνουμε τα διαπραγματευτικά μας χαρτιά. Για παράδειγμα, η κυριακάτικη μη λειτουργία του ΑΗΣ, που είναι παντελώς άσχετη, και χρησιμοποιείται τεχνηέντως, μόνο για να στρέψει τον κόσμο απέναντι στην κυβέρνηση. Άλλωστε, θα τη βόλευε τη ΔΕΗ να δουλεύει στο “φουλ” τα λιγνιτικά, για να συνεχίσει να έχει τα υπερκέρδη για τα οποία την καταγγέλει η Αντιπολίτευση.
Όλοι φωνάζουμε δικαίως, επειδή δεν είχε τηλεθέρμανση την Κυριακή η Κοζάνη. Αλλά κανείς δεν μιλάει, για τον τρόπο λειτουργίας της Τηλεθέρμανσης μετά από 15 ή 20 χρόνια. Ίδια ιστορία με τη λεγόμενη μεταλιγνιτική περίοδο, για την οποία ξεκινήσαμε να μιλάμε όταν αυτή τελείωνε. Συνεπώς σε έναν κόσμο που αλλάζει, όσο πιο γρήγορα προσαρμοστούμε, τόσο το καλύτερο για εμάς. Και αυτό ίσως είναι και το μεγαλύτερο (για κάποιους το μόνο) όφελος της απόφασης για απολιγνιτοποίηση. Ότι θα μας ενεργοποιήσει ώστε να σκεφτούμε μακροπρόθεσμα.