Η σημερινή μου αναφορά στην περίτεχνη και μοναδική Βρύσητης Σπηλιάς γίνεται για δύο λόγους :
Ο ένας είναι, ότι η συγκεκριμένη βρύση ήταν από τις ομορφότερες της Εορδαίας. Ο δεύτερος ότι αποτελούσε δωρεά μιας ευγενικής πόντιας ευεργέτιδας της Σοφίας Κυριακίδου ( ποπαγιαννίναςήτανε παπαδοκόρη),που μέσα στη φτώχια και την ανέχεια της προσφυγιάς πρόταξε ως υπέρτατο χρέος να χτίσει πρώτα τα νεκροταφεία του χωριού για να έχουν οι νεκροί το δικό τους σπίτι και στη συνέχειαζήτησε από ταξενιτεμένα της παιδιά : Μωυσή ,Γιώργο ,και Γιάννη που έφυγαν για την μακρινήΑμερική το 1914 από το χωριό τους Άνω Χορτοκόπι της Ματσούκας να συνδράμουν στέλνοντας συνάλλαγμα για να χτιστεί η όμορφη βρύση στη Σπηλιά.
Ήταν βασανιστικό για τους αγρότες μα μην υπάρχει στον κάμπο μια βρύση, που να ξεδιψάει τους ηλιοκαμένους θεριστάδες και τα ζωντανά τους.
Αυτοί οι άνθρωποι του παραδεισένιου ορεινού Πόντου, που έζησαν μέσα σε πηγές και ρυάκια να μην βρίσκουν μια στάλα νερό να ξεδιψάσουν από τον κάματο της ημέρας.
Ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα, που σημάδεψαν τη ζωή και την εξέλιξη του ελληνισμού του Πόντου ήταν η άφθονη ύπαρξη του ζωογόνου νερού που με τόση αφθονία έτρεχε στα βαθύσκιωτα παρχάρια του Πόντου και τραγουδήθηκε, όσο τίποτε άλλο.
Η κυρά Σοφίαλοιπόν διαπιστώνοντας την έλλειψη αυτή έγραψε αμέσως ένα γράμμα στα παιδιά της να στείλουν λεφτά και να χτιστεί μια βρύση μέσα στον κάμπο. Τα παιδιάτης που από την πατρίδα κιόλας οι συγχωριανοί τους Χορτοκοπέτ’ τους είχαν προσδώσει το παρώνυμο΄΄οι Αμερικάν΄΄ , ανταποκρίθηκαν αμέσως στέλνοντας συνάλλαγμα για να χτισθεί το 1927 η σωτήρια βρύση της Βοϊβοντίνας ( Σπηλιάς).
Η βρύση θα ήταν αφιερωμένη στη μνήμη του πατέρα της, ιερέα. Γι’ αυτό έπρεπε να ήταν χτισμένη σε βυζαντινή τεχνοτροπία. Θα ήταν μια πηγή ζωής, ένα αγίασμα για την ψυχή του πατέρα της, απ’ όπου θα έπιναν διαβάτες οι θεριστές και να τον συγχωρούν.
Την μεταφορά του νερού ανέλαβε ο Λάζαρος Δημητριάδης, ο οποίος, αφού έσκαψε μέσα στο βράχο ανάβλυσε το παγωμένο και γάργαρο νερό. Στη συνέχεια με πήλινους σωλήνες το μετέφερε ένα χιλιόμετρο μακριά στο κέντρο του κάμπου, πάνω στο δρόμο προς τη Χαραυγή. Στο σημείο αυτό θα χτίζονταν η βρύση ( το πεγάδ’)
Από ‘δώ και πέρα ανάλαβε η Ποπαγιαννίνα .Αναζητώντας τους καλύτερους μαστόρους ήρθε στο Ανατολικό και προσέλαβε τους λιθοξόους βρυσοποιούς : Κοσμά Κοσκερίδη ,ΆλκηΑμανατίδη καιΣταύρο Πετρίδη. Μαζί τους και έναν μάστορας από την Πτολεμαΐδα,τον Κότσικα.
Το σχέδιο της βρύσης με βυζαντινό τόξο στο κέντρο χτισμένο με ακανόνιστες σχηματικά πέτρες, με χαλαρή δόμηση αποτελούσε το κύριο μέρος της. Στο κέντρο απεικονίζονταν ένα βημόθυρο με το ευαγγέλιοκαι πλευρικά δύο βυζαντινές,κολώνεςπου κατέληγαν σε άγια δισκοπότηρα. Στην κεντρική απόληξη ένας ανάγλυφος περίτεχνος βυζαντινός σταυρός. Το όλο σχέδιο της βρύσης ήταν βυζαντινή καμάρα έτσι ώστε να τονίζεται το κεντρικό της ανάγλυφο.
Η στέρνα ( γουρνίν) κατά μήκος της βρύσης θα δρόσιζε τα ζωντανά.
Η βρύση τελείωσε και οι διαβάτες δεν περίμεναν πότε θα πλησιάσουν για να πιουν από τους δύο κρουνούς που έτρεχαν αστείρευτα .
Πάνω στις πέτρινες σελίδες του ευαγγελίου χαράχτηκαν με κεφαλαία γράμματα, όπως συνηθιζόταν και στις αρχαίεςκρήνες, τα εξής: ΄΄ ΔΑΠΑΝΗ ΠΑΡΑ ΤΗΣ ΣΟΦΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΟΥ, ΤΟ 1927 ΄΄
Και στη διπλανή πέτρα τα εξής: ΄΄ ΤΟ ΔΕ ΝΕΡΟΝ ΠΑΡΑ ΛΑΖΑΡΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ, 1927΄΄
ΗΠοπαγιαννίναέκλεισε τα μάτια της ευχαριστημένη, γιατί την αξίωσε ο Θεός να εκπληρώσει το τάμα της. Η βρύση μέχρι το 1990 έτρεχε ασταμάτητακαι από τις δύο κρήνες της (κρενία). Όλοι σταματούσαν στηβρύση της Ποπαγιαννίνας να πιούν, να γεμίσουν τα παγούρια τους, να δροσίσουν τα καρπούζια τους, που δεν άντεχαν στο κρύο νερό και έσπαγαν.
Μετά το 1970 οι εργαζόμενοι της ΔΕΗ πήγαιναν και έπαιρναν νερό για να πιουν. Από εκεί γέμιζε η υδροφόρα της Δ.Ε.Η. με πόσιμο νερό και έκανε τη διανομή σ’ όλα ταορυχεία . Το χημείο του κράτους έστειλε το πόρισμα, ότι το νερό της Ποπαγιανίνας ήταν από τα καλύτερα στην Ελλάδα..
Κι όμως, όπως όλα τα πράγματα έχουν ένα τέλος, έτσι και τη βρύση της Ποπαγιανίνας, που ήταν χτισμένη κάτω στον κάμπο ( αφκά ‘ς σηνοβάν ), την πλησίασε ο αδηφάγος καδοτροχός του εκσκαφέα για να την καταβροχθίσει.. Έπρεπε και αυτή να πέσειθύμα της ηλεκτροδότησης της χώρας. Έπρεπε να κατεδαφιστεί…!. Δεν γνωρίζω με την μέριμνα ποιών δεν πήγε στα μπάζα, αλλά με ευλαβική προσοχή αποδομήθηκε ένα μέρος της και αναδομήθηκε και πάλι δίπλα στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου.
Η άποψή μου είναι, ότι θα έπρεπε να αναστηλωθεί όπως ήταν το 1927, ένα σπάνιο αρχιτεκτόνημα της λαϊκής αρχιτεκτονικής. Σήμερα θυμίζει μέρος από την παλιά της αίγλη.
Πιστεύω, πως αξίζει όλοι να επισκεφτούμε την όμορφη και γραφική Σπηλιά και αφού φάμε τα πεντανόστημαμεζεδάκια στις ταβέρνες της , φεύγοντας να σκύψουμε και να πιούμε ένα δροσερό χωνευτικό νερό από την ιστορική βρύση της Ποπαγιαννίνας…..!
Οι ξενιτεμένοι της Σπηλιάς, που έχουν ιδρύσειμία πόλη δική τους στη Νέα Υόρκη, όταν έρχονται στο χωριό τους σκύβουν και πίνουν από τη βρύση των παιδικών τους χρόνων κάνοντας πράξη τον πόθο του όμορφου ποντιακού τραγουδιού της ξενιτιάς.
Ξένος ‘ς σα ξένα ερρώστεσενχρόνον και πέντε ημέρας,
Θέλ’ ας σ’ οσπίτ’ ν ατ’ άνθρωπον, κι ας σηναυλήν ατ’ χώμαν
κι ας σο πεγάδ’ ντο έχτισεν, έναν χουλιάρνερόπον..!
Γιατί δυστυχώς η ξενιτιά υπήρξε η διαχρονική διαπάλη του Έλληνα με την πρόοδο και τη δημιουργία. Γιατί μόνον έτσι θα μπορούσε να περιγράψει ο Όμηρος τον μεγάλο νόστο του Οδυσσέα και ο πόντιος ποιητής το ανάθεμα της ξενιτιάς:
Χριστέμ’,όλια καλά εποίκες, έναν καλόν ‘κ’ εποίκες,
‘ποίκες την ξενιτιάν μακρά κ’ εκεί λαλιά ‘κι πάει..!
Ταπαιδιά της Ποπαγιαννίνας άνοιξαν το δρόμο της ξενιτιάς… Το τοπικιστικό άσμα ,που ακουγόταν στα γλέντια (μωχαπέτια) της Βοϊβοτίνας δεν ήταν αρκετό για να αποτρέψει τον μεγάλο ξενιτεμό, που ακολούθησε…
΄΄ Ας είμ’ ας σηνΒοϊβοτίναν, κι ας ‘ποθάνω ας σηνπείναν΄΄
Βρύση της Ποπαγιαννίνας στη Σπηλιά ( Βοϊβοτίνα) (φωτογραφία)
Υ.Γ.
Τις πληροφορίες πήρα από τον μπάρμπα -Χαράλαμπο Τορομανίδη
Την δισέγγονη της ΠοπαγιαννίναςΚοσκερίδου Πηνελόπης
Παπαδόπουλος Αντώνης ΄΄ΤοΧορτοκόπ’ της Ματσούκας΄΄
Η φωτογραφία του 1960 είναι τραβηγμένη από τον Πελοπίδα Γρηγοριάδη.