Τα γενόμενα της απολιγνιτοποίησης τα ζήσαμε, τα κατανοήσαμε και τα
ξεπερνάμε κατά το δυνατό. Έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια καταστροφή επιπλέον, σε
σχέση με τις υπόλοιπες περιοχές της χώρας, αυτή που έχει να κάνει με τα κοινωνικά
δεδομένα, και ειδικότερα με τα δεδομένα στην απασχόληση. Και δυστυχώς η
καταστροφή αυτή δεν έχει γίνει αντιληπτή σε υψηλό επίπεδο. Όταν δηλαδή μιλούν
οι κυβερνητικοί με τους αυτοδιοικητικούς, δεν λαμβάνονται υπ’ όψιν οι πτυχές
που αφορούν στην τοπική επιχειρηματικότητα και η αυξανόμενη ανεργία. Αυτό που
στρατηγικά προβάλλεται και διαφημίζεται είναι τα deals των μεγάλων παικτών στην
περιοχή, και η μάχη μεταξύ τους να πάρουν κομμάτι από την “πίτα”.
RWE, ΕΛΠΕ, και μεγάλοι κατασκευαστικοί κολοσσοί, έρχονται να πάρουν τα ηνία της
Δυτικής Μακεδονίας. Προς το παρόν, η ραχοκοκαλιά της περιοχής, που είναι οι
επιχειρήσεις με το εργατικό δυναμικό τους, είναι απούσα από την ατζέντα. Όμως
αν την ραχοκοκαλιά την απομονώσεις, και την αφήσεις να αδρανήσει, οι συνέπειες
θα είναι πολλαπλές.
Στη σημερινή συγκυρία, πρέπει να ληφθούν πρωτοβουλίες για ενίσχυση της τοπικής
επιχειρηματικότητας, και για τη υποβοήθηση της μεταστροφής της σε άλλους
κλάδους πλην του λιγνίτη. Απαιτείται ένα σχέδιο άμεσης βιώσιμης ανάκαμψης για
την υποστήριξη της οικονομίας και της κοινωνίας είναι καθοριστικής σημασίας για
τα επόμενα έτη.
Η περιφερειακή επιχειρηματική κοινότητα πρέπει να ενισχυθεί για να μπορέσει να
έχει συμμετοχή στο σχέδιο ανάκαμψης της περιοχής που θα εξαγγείλει η κυβέρνηση.
Είτε με την άμεση συμμετοχή τεχνικών εταιρειών σε νέα έργα ανάπτυξης με
πράσινα κριτήρια, είτε στην εκτεταμένη ενεργειακή αναβάθμιση δημοσίων ή
ιδιωτικών εγκαταστάσεων (μείωση σημερινού τεράστιου ενεργειακού κόστους των
επιχειρήσεων μας), είτε με ένα γενναίο πρόγραμμα αποκαταστάσεων από τη ΔΕΗ που
θα γίνει από τους τοπικούς παίκτες, είτε με άλλους τρόπους. Αλλά να αποτυπωθεί,
να συμφωνηθεί και να μπει ψηλά στην ατζέντα. Γιατί μέχρι στιγμής, ακούμε μόνο
θεωρία για την τοπική επιχειρηματικότητα.
Επίσης, πολύ σημαντικό το να δοθούν επιτέλους σοβαρά κίνητρα για την ανάπτυξη του τουριστικού προϊόντος της περιοχής, ως παράγοντα έντασης της επενδυτικής δραστηριότητας και αύξησης του ΑΕΠ μας. Εκεί φυσικά, πρέπει να οραματιστούμε κάτι μεγάλο. Όχι να μη μπορούμε να διαχειριστούμε τον υφιστάμενο αριθμό κλινών, ούτε να πριμοδοτούμε τη μετατροπή των μονάδων μας σε πολυτελείς φυλακές μεταναστών. Να γίνει μια σοβαρή προσπάθεια με επαγγελματισμό, από την οποία θα απαιτήσουμε να παραχθούν μεγάλα οικονομικά μεγέθη. Με αυτόν τον τρόπο, οι επαγγελματίες του τουρισμού θα σταματήσουν να είναι οι ήρωες που προσπαθούν να φτιάξουν το brand της περιοχής υπό αντίξοες συνθήκες, αλλά θα είναι μία ελκυστική κανονικότητα για κάθε επιχειρηματία (δυτικομακεδόνα ή μη). Συνεπώς απαιτείται ένα (τουλάχιστον) τριετές πλάνο ενίσχυσης του τουριστικού κλάδου, με γενναίες επιδοτήσεις κατασκευής και αναβάθμισης καταλυμάτων, επισκέψιμων οινοποιείων και αγροκτημάτων. Και εν συνεχεία θέσπιση κινήτρων για όλους τους Έλληνες ώστε να επισκεφθούν τη Δυτική Μακεδονία μέσω ειδικών προγραμμάτων κοινωνικού τουρισμού. Μόνο με αντίστοιχες δράσεις μπορεί η Πολιτεία να εξασφαλίσει την εξασφάλιση τμήματος του εισοδήματος της περιοχής που θα απολεσθεί.
Κατά τα άλλα, αναμένουμε να δούμε με ποιους τρόπους μπορεί να παίξει ρόλο η ευνουχισμένη τοπική επιχειρηματικότητα, ώστε να μπορέσει να σηκώσει το βάρος των κοινωνικών συνεπειών, στην πιο αντιεπενδυτική περιφέρεια της χώρας. Δεν είναι τυχαίο, ότι μεγάλες τοπικές τεχνικές εταιρίες με τεράστια τεχνογνωσία, απογοητευμένες από την έλλειψη προγραμματισμού, γυρνούν την πλάτη στη Δυτική Μακεδονία, επενδύοντας σε άλλες γωνιές της Ελλάδας.
Τεχνικός και τουριστικός κλάδος (οι οποίοι αναφέρθηκαν) είναι οι σημαντικότεροι εν δυνάμει πυλώνες της οικονομίας. Φανταστείτε πως θα λειτουργήσουν αλυσιδωτά οι υπόλοιποι κλάδοι της οικονομίας, αν δεν γίνουν άμεσα παρεμβάσεις σε αυτούς.