Στο μυαλό ορισμένων η πολιτική είναι μια εξελιγμένη μορφή καφενείου. Εκτός από το να λένε ό,τι τους κατέβει στο κεφάλι αυτή η μορφή καφενείου τους εξασφαλίζει ένα παχυλό εισόδημα και ένα πασπαρτού για να ανοίγουν ευκολότερα τις κλειδαμπαρωμένες πόρτες της ζωής. Όνειρο ζουν μην τους ξυπνάτε! Αυτό που διαχωρίζει όμως την πολιτική από το καφενείο και καθίσταται όριο απαραβίαστο του δημόσιου χώρου είναι η ποιότητα του Λόγου που εκφέρεται δημόσια. Κοινώς η διάκριση της παρόλας από την γνώμη. Όλοι έχουμε άποψη. Πολίτες και πολιτικοί. Γνώμη όμως, κοινώς άποψη εδραιωμένη στην γνώση, έχουν πολύ συγκεκριμένοι άνθρωποι. Όχι κατανάγκην οι σπουδαγμένοι και οι ακαδημαϊκά καταρτισμένοι, καθώς τα πολιτικά ζητήματα, ως σύνθετα και πολυεπίπεδα εκ φύσεως, απαιτούν ευρύτητα σκέψης, στοιχείο που ένα πτυχίο δεν μπορεί να στην εξασφαλίσει απαραίτητα, αλλά άνθρωποι που έχουν εντρυφήσει στα επιμέρους ζητήματα και είναι ικανοί να αντιλαμβάνονται τα κοινωνικά και πολιτικά συμφραζόμενα πέριξ αυτών. Έτσι και στον πολύπαθο χώρο της Υγείας. Από την παρόλα του κάθε αιρετού Πολάκη που ανάγει τα ζητήματα υγείας αποκλειστικά σε ζητήματα προσλήψεων, προμηθειών, ΚΕΕΛΠΝΟ και εργολαβιών καθαριότητας – επειδή μέχρι εκεί φτάνει η γκλάβα του και δυστυχώς έως σήμερα η αιρετότητα δεν έχει φανεί να διευρύνει τις δυνατότητες της φτωχής γκλάβας – μέχρι την επιστήμη των συστημάτων Υγείας που προσεγγίζει τα ζητήματα αυτά με όρους διαθεσιμότητας, προσπελασιμότητας, αποτελεσματικότητας, ισότητας και κόστους και εισάγει κριτήρια αξιολόγησης και διαστάσεις ποιοτικής αποτίμησης , το χάσμα καθίσταται χαοτικό.
«Κάναμε προσλήψεις», λένε, «στο ΕΣΥ». «Ε και;», θα έπρεπε να ήταν η απάντηση μιας αντιπολίτευσης που ξέρει τι λέει, γιατί το λέει και ποιους έχει επιφορτίσει για να το λένε. Δυστυχώς κι εδώ χαοτικό το χάσμα μεταξύ προθέσεων και διακηρύξεων ηγεσίας και καθημέρας πολιτικής πράξης. Εξου και ο αχταρμάς. Eξου και ο καθένας να λέει ό,τι του κατέβει, χωρίς καμία τεκμηρίωση, χωρίς κανέναν σοβαρό αντίλογο, χωρίς καμία επίπτωση στην, ούτως ή άλλως, χαμένη αξιοπιστία του. Ας δούμε όμως τι συμβαίνει στον πολιτισμένο κόσμο.
Εκεί η αξιολόγηση ενός σύγχρονου συστήματος υγείας γίνεται με όρους ποιότητας και οι ποιοτικοί δείκτες χρησιμοποιούνται για να καταστήσουν την ποιότητα αυτή, από αντικείμενο μικροπολιτικών αντιδικιών σε απτό και μετρήσιμο μέγεθος, ικανό να καθορίσει στοχευμένες πολιτικές υγείας και να νομιμοποιήσει την παρουσία ανθρώπων σε θέσεις ευθύνης ,που γνωρίζουν τα στοιχειώδη γύρω από την οργάνωση και την λειτουργία των συστημάτων υγείας . Η ποιότητα ορίζεται ως η παροχή της καλύτερης δυνατής περίθαλψης στους ασθενείς και στην παροχή της αποτελεσματικότερης φροντίδας με τον οικονομικά αποτελεσματικότερο τρόπο. Από τους δείκτες που χρησιμοποιούνται σήμερα για την αποτύπωση της: δομή (ανθρώπινο δυναμικό, υποδομές, εξοπλισμός), διαδικασίες και αποτελέσματα, ο αριθμός του προσωπικού δεν αποτελεί παρά μια μόνο από τις πάμπολλες παραμέτρους που καθορίζουν την επάρκεια και την αποτελεσματικότητα ενός συστήματος υγείας. Οι δείκτες όμως που έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα και καθορίζουν εν τέλει την ποιότητα έχουν να κάνουν κυρίως με τις διαδικασίες που ακολουθούνται και τα αποτελέσματα που επιτυγχάνονται.
Ας μας πουν, λοιπόν, τα Πολάκια που πανηγυρίζουν τον τελευταίο καιρό για τις προσλήψεις γιατρών τι ακριβώς έχουν πετύχει σε επίπεδο ποιότητας στις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας. Και για να μην το κουράζουμε ας το κάνουμε συγκεκριμένο. Αυτή τη στιγμή οι εμπλεκόμενοι στο πρωτοβάθμιο και δευτεροβάθμιο επίπεδο υγείας της περιοχής μας ( διοικητής νοσοκομείου, αντιπεριφερειαρχης υγείας, διοικητης και υποδιοκητης ΥΠΕ, κυβερνητικοί βουλευτές, κουτση Μαρια) επαίρονται πως αύξησαν τον αριθμό των γιατρών και νοσηλευτών. Το θέμα όμως είναι να μας πουν τι αντίκτυπο έχει η αύξηση αυτή στους ποιοτικούς δείκτες υγείας. Γιατί το ζητούμενο δεν είναι πόσους γιατρούς έχεις αλλα τι ποιότητας είναι αυτοί οι γιατροί που έχεις. Το ζητούμενο δεν είναι πόσες κλινικές έχεις αλλα τι κλινικά αποτελέσματα αυτές παράγουν. Το ζητούμενο δεν είναι πόσα νοσοκομεία διαθέτεις αλλα κατα ποσό η ύπαρξη τους συντελεί στην ποιοτική αναβάθμιση του επιπέδου υγείας του πληθυσμού. Γιατί, τέλος, το ζητούμενο δεν είναι ποσά κέντρα υγείας και λοιπές πρωτοβάθμιες δομές έχεις αλλα αν η λειτουργία τους επιτυγχάνει σημαντικά αποτελέσματα στην πρωτογενή και δευτερογενή πρόληψη. Για παράδειγμα αν ισχύει αυτο που δημοσιοποίησε ο Αντιπεριφερειάρχης Υγείας για τα ποσοστά καρκίνου στην περιοχή μας τότε αυτο συνιστά συνολική αποτυχία της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και δεν καταλαβαίνω γιατί η πρόσληψη γιατρών σε ένα αποτυχημένο μοντέλο , χωρίς να αλλάξουν οι διαδικασίες, η φιλοσοφία και η οργάνωση του, συνιστά αναβάθμιση!
Επίσης ας μας πουν τα Πολάκια του πολιτικού συστήματος, ενθεν και ενθεν, πως είναι δυνατόν να έχεις σήμερα στην Ελλάδα ένα πρωτοβάθμιο σύστημα υγείας πλούσιο σε ειδικότητες, εξειδίκευση και στοχευμένη γνώση -άναρχο φυσικά και χωρίς καμία οργάνωση – και αυτά να επιλέγουν ως βασική πολιτική τους την διαμόρφωση ενός κακέκτυπου του βρετανικού συστήματος υγειας με τους γενικούς γιατρούς. Αντί να προχωρήσουν στην δημιουργία ιατρικών ομάδων, στο ιδιωτικό και το δημόσιο σύστημα υγείας, οι οποίες θα αναλαμβάνουν μια πληθώρα ιατρικών περιστατικών – από απλά εως σύνθετα- και οι οποίες θα αξιολογούνται κάθε τόσο βάσει των κλινικών αποτελεσμάτων που επιτυγχάνουν για τους ασθενείς τους, τα Πολάκια επιλέγουν και πάλι να πηθικίσουν και να αντιγράψουν.
Ας μας πουν, τέλος, τα Πολάκια του πολιτικού συστήματος πως είναι δυνατόν να αντιμετωπίζονται σήμερα το ιδιωτικό και το δημόσιο σύστημα υγείας με εντελώς διαφορετικούς όρους ( clawback και rebate στο ιδιωτικό και κάλυψη των ελλειμμάτων των δημόσιων νοσοκομείων από τον κρατικό προυπολογισμό) και αυτό να συνιστά υγιή ανταγωνισμό και εξασφάλιση ίσων ευκαιριών για την ανάπτυξη και την λειτουργία τους. Το ζητούμενο σήμερα δεν είναι ο ανόητος διαχωρισμός κρατικής και ιδιωτικής υγείας, ο οποίος απλά αναπαράγει σε επιστημονικό επίπεδο τον κομματικό λόγο των άσχετων και στρατευμένων, αλλά η δημιουργία των απαραίτητων συνθηκών, ώστε στους χώρους αυτούς να αναδειχθούν ποιοτικές δομές υγείας, οι οποίες θα αξιολογούνται από επίσημες αρχές, βάσει των κλινικών αποτελεσμάτων που θα παράγουν και θα αποζημιώνονται ανάλογα από τον κρατικό προυπολογισμό. Και για να το καταστήσουμε σαφές. Παίρνεις μια ομάδα ασθενών, ας πουμε τους ασθενείς με χρόνια νεφρική νόσο (αποτελούν το 10% του πληθυσμού), και λες στους νεφρολόγους του ιδιωτικού και του δημόσιου συστήματος: τους αναλαμβάνετε και κάθε χρόνο θέλω να δημοσιοποιείτε τα κλινικά αποτελέσματα που έχετε πετύχει ( τιμές αιματοκρίτη, ρυθμός ελάττωσης της νεφρικής λειτουργίας, επίπεδα φωσφόρου και παραθορμόνης, λιπιδαιμικό προφίλ κτλ κτλ). Όποιος από εσάς πετύχει τα καλύτερα αποτελέσματα θα αποζημίωνεται και περισσότερο!!!! Γιατί Πολάκια μου όμορφα και άσχετα τα πράγματα στον αληθινό κόσμο είναι πολύ απλά και δεν έχουν καμία σχέση με τις ιδεοληψίες και τα παραμυθάκια που διαβάζατε μικροί για να κανετε μια μέρα καριέρα ως σοσιαλιστές ή φιλελεύθεροι. Ο αληθινός κόσμος στον χώρο της υγείας αποτελείται από πραγματικούς αρρώστους, με επιβαρυμένη υγεία και μικρές προοπτικές ζωής. Όποιος είναι περισσότερο ικανός να τους εξασφαλίσει περισσότερα χρόνια καλής ζωής αυτός θα πρέπει να ανταμείβεται και από την κοινωνία. Τα υπόλοιπα περι ΕΣΥ που συμπαραστέκεται στον αδύναμο και καταφρονεμένο και ιδιωτικού τομέα που ρουφάει το αίμα του κοσμάκη είναι για τα καφενεια σας. Τα διαδικτυακά και τα άλλα τα πραγματικά με την πρέφα και το τάβλι. Να τα λέτε εκεί, να παίρνετε κανένα λαικ από όσους έχετε βολέψει και να γυρνάτε στο σπίτι το βράδυ με το χαμόγελο του μπούφου που περνιέται για αετός. Γιατί Πολάκια μου όμορφα και άσχετα αν είναι ο χρόνιος νεφροπαθής να έρχεται στην πόρτα του πιράνχας του ιδιωτικού τομέα – φεύγοντας από τον κρατικό υπερασπιστή του αδύναμου και καταφρονεμένου , που τον παρακολουθούσε για τρία χρόνια – με αιματοκρίτη 27, φώσφορο και παραθορμόνη στον Θεό, φάρμακα που τα βλέπεις και γελάν και τα ντουβάρια δίπλα σου και ένα βήμα πριν την αιμοκάθαρση τότε συγγνώμη αλλά για κανέναν αδύναμο δεν νοιάζεστε ( όπως το ίδιο συμβαίνει φυσικά και στην αντίστροφη περίπτωση). Μόνο για τις καρέκλες σας νοιάζεστε και να λέτε και καμιά μαλακία στα καφενεία για να χαμε να λέγαμε. Πάντως άσχετοι και επικίνδυνοι είστε. Το ότι ακόμα δεν έχει βρέθει κάποιος να σας αντιμιλήσει γιατί βλέπεις και η αντίπερα όχθη έχει γεμίσει με εξίσου άσχετους, επικίνδυνους και μούτους, που το μόνο που τους νοιάζει είναι να καπαρώσουν πάλι καμια θεσούλα για να εξασφαλίσουν τον επιούσιο, αυτό δεν σήμαινει πως εσαεί θα λέτε ό,τι σας κατέβει στο κεφάλι χωρίς να πληρώνετε ποτε κανένα κόστος. Εξάλλου μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη, τρεις και η κακή του μέρα! Και η μέρα αυτή οσονούπω πλησιάζει….
Τάσος Φούντογλου
Νεφρολόγος – Πολιτικός Επιστήμων