Στην ιστορική του διαδρομή κάθε λαός προσπαθεί σε κάθε ευκαιρία να αναπαράγει τις μνήμες και τις παραδόσεις που διατηρούν την συνοχή και την διατήρησή του στον μακραίωνο χρόνο.
Οι Πόντιοι του Ανατολικού καταγόμενοι από την Αργυρούπολη του Πόντου, προσπάθησαν να αναβιώσουν το έθιμο από το μακρινό παρελθόν των προγόνων τους.
Η προσπάθεια μας σήμερα να καταγράψουμε τα ονόματα όλων αυτών που συμμετείχαν στην διάσωση του λαϊκού μας πολιτισμού, είναι μια μνημονική επιβράβευση και ιστορική καταγραφή, για να γνωρίζουν οι νέοι την ευαισθησία και την προθυμία των προγόνων τους.
Τα πρώτα Μωμόγερα του Ανατολικού διοργανώθηκαν αμέσως μετά τον εμφύλιο πόλεμο το 1951-52 από μία ομάδα νέων ποντίων της δεύτερης προσφυγικής γενιάς.
Μια περίοδο κατά την οποία η ύπαιθρος χώρα ήταν εξαθλιωμένη και οι πρόσφυγες προσπαθούσαν να επιβιώσουν οικονομικά κύρια με την καπνοπαραγωγή και πολιτισμικά διασώζοντας τα ήθη και τα έθιμα των προγόνων τους στα πέτρινα χρόνια εκείνης της περιόδου.
Στη δεκαετία του 1950 πολλά χωριά της Εορδαίας είχαν ήδη αναβιώσει το διονυσιακό έθιμο των Μωμόγερων.
Ιδιαίτερη άνθιση του εθίμου αυτού είχε παρατηρηθεί στο διπλανό χωριό, στα Κομνηνά (Ούτσανα). Από την περίοδο του μεσοπολέμου οι Κομνηνιώτες είχαν ήδη δραστηριοποιηθεί και παρουσιάζοντας το θεατρικό τους δρώμενο στην πλατεία του Ανατολικού, γεγονός που παρότρυνε τους Ανατολικιώτες να το επιχειρήσουν και αυτοί.
Στο Ανατολικό οι πόντιοι πρόσφυγες από το Κεσκίν Ματέν είχαν παίξει πριν τον πόλεμο του 1940 μόνο το θεατρικό μέρος των Μωμόγερων κατά την περίοδο του δωδεκαήμερου, υποδυόμενοι τα πρόσωπα του αλογά, της νύφης, του γέρου, του διαβόλου, του χωροφύλακα κ.λ. Τις παραστάσεις τους, τις έδιναν στα σπίτια συγγενών και πατριωτών τους, στον Άγιο Χριστόφορο και στο Αντίγονο. (μαρτυρία: Ξανθόπουλου Αντώνη).
Το 1951 ήταν η χρονιά, που ένθερμοι νέοι του χωριού προσπάθησαν να οργανώσουν τα Μωμόγερα.
Την πρωτοβουλία για τη διοργάνωση ανέλαβε ο Μωυσιάδης Υπάτιος του Κυριάκου, ο οποίος με την παρατηρητικότητα, που τον διέκρινε, αφομοίωσε όλες τις κινήσεις και τα συνθήματα των Μωμόγερων.
Ταυτόχρονα, αφού πήρε μια στολή (πατρόν) από τα Κομνηνά, αντέγραψε και κατασκευάσε πρώτα τις περικεφαλαίες, που ήταν και το πιο δύσκολο μέρος της αμφίεσης του Μωμόγερου.
Για το σκοπό αυτό δημιούργησαν ένα κοινό ταμείο, προκειμένου να αγοράσουν τα ενδυματολογικά υλικά και άρχισαν όλοι μαζί να κατασκευάζουν τις στολές.
Από το παζάρι της Τετάρτης αγόρασαν ένα ολόκληρο τόπι άσπρο κάποτο ύφασμα για τις πολύπτυχες φουστανέλες, κόκκινο κλαδωτό τσιτάκι για τα γιλέκα , χαρτόνι, κρόσσια και βελούδο για τις περικεφαλαίες.
Το μαραγκείο του μαστρο Κυριάκου έγινε εργαστήριο ραπτικής των υπέροχων στολών.
Τα χρυσά χέρια του Υπάτη έπιασαν δουλειά. Έκοβε με το διαμάντι κομμάτια από τον σπασμένο καθρέπτη της ντουλάπας και τα προσάρμοζε αριστοτεχνικά στις κολοκοτρωναίικες περικεφαλαίες. Κάθε λογής πολύχρωμα λουλούδια από βελούδινο ύφασμα στόλιζαν τα παράξενα καπέλα των Μωμόγερων.
Η δεξιοτεχνία του στις κατασκευές ήταν σπάνια για την εποχή του. Μπορούσε να κατασκευάσει εκτός από έπιπλα, μουσικά όργανα, αγροτικά εργαλεία, καθώς και ό,τι μπορούσε να φανταστεί ο νους του ανθρώπου..
Η προσπάθεια στέφθηκε με επιτυχία. Δώδεκα απαστράπτουσες στολές ήταν έτοιμες.
Το τελικό αποτέλεσμα ξεπέρασε τις προσδοκίες της ομάδας…
Το ενδυματολογικό μέρος ολοκληρώθηκε με επιτυχία.
Ο Ισαάκ, ο Σπυρίδης, παραχώρησε το υπόγειο του σπιτιού του και αμέσως άρχισαν οι πρόβες.
Αρχηγός των Μωμόγερων ανέλαβε ο Υπάτης. Ώρες ολόκληρες έπιανε τους γέρους του χωριού για να του μιλήσουν για το έθιμο, τη συνθηματική του χορού, την κίνηση και τις φιγούρες…
Οι πρόσφυγες του χωριού εκεί στις αλησμόνητες πατρίδες, την Αργυρούπολη , διοργάνωναν τα δικά τους Μωμόγερα στη διάρκεια του δωδεκαήμερου.
Την παραμονή της πρωτοχρονιάς όλα ήταν έτοιμα.
Δώδεκα μωμογεριστές με τις περικεφαλαίες στολισμένες με κόκκινο λουλουδένιο ύφασμα με χρυσά κουμπιά και κεντημένους ρόδακες με εντυπωσιακά καθρεφτάκια, που άστραφταν στον ήλιο, ενώ τα κρόσσια και οι πολύχρωμες κορδέλες, που κρέμονταν πίσω, θύμιζαν στρατιώτες του μέγα – Αλέξανδρου.
Τα γιλέκα, σταυρωτά, με χρωματιστές κλάρες, οι φουστανέλες κατάλευκες με τις βαριές σούρες έπεφταν σαν αρχαίος χιτώνας, που χόρευε στους διονυσιακούς ρυθμούς των Μωμόγερων.
Από κάτω τα μακριά σώβρακα με τις μαύρες φούντες στα γόνατα και στη μέση το πανέμορφο μεταξένιο ζωνάρι (ταραπουλούζ) μήκους τριών μέτρων, που με τα κρόσσια του και την πολυχρωμία του έσπαγε το κατάλευκο της φουστανέλας.
Στο χέρι κρατούσαν τη βέργα του Διόνυσου 80 εκατοστών, τυλιγμένη με χρωματιστές κορδέλες, που συμβόλιζαν τη γονιμότητα της γης.
Όλοι τους αισθάνονταν τιμή και περηφάνια, χαρά και αισιοδοξία που συμμετείχαν στις ευζωνικές αυτές χορευτικές παραστάσεις.
Ας καταγράψουμε τα πρόσωπα, που συμμετείχαν στην παράσταση του θεατρικού δρώμενου το 1951:
Αρχηγός αρχικελευστής 1ος) Μωυσιάδης Κ. Υπάτης 2ος Καλαιτζίδης Α. Θεμιστοκλής. 3ος Ιωσηφίδης Δ. Υπάτιος . 4ος Γρηγοριάδης Θ. Δήμος. 5ος Παπαδόπουλος Π. Κώστας . 6ος Ιωσηφίδης Θ. Υπάτιος. 7ος Στεφανίδης Π. Υπάτιος 8ος Κυριακίδης Γ. Κώστας. 9ος Ιωσηφίδης Κ. Δάμος. 10ος Ελευθεριάδης Ε. Γιάννης. 11ον Σουμελίδης Μ. Γιώργος. 12ος Παντελίδης Κλεάνθης.
Νύφη : Σπυρίδης Ε. Αριστοτέλης. Άρκον : Μωυσιάδης Χ Δημήτρης. Διάβολος: Μισαηλίδης Β. Σάββας Λύρα: Χ/Γεωργίου Βασίλειος. Ταμίας: Κατσίδης Κ. Υπάτιος.
Ο θίασος ξεκίνησε την παραμονή του Αη-Γιαννιού το 1951 κάνοντας τη δοκιμαστική πρόβα έξω από το χωριό, στις σημερινές εργατικές κατοικίες, με λυράρη τον αείμνηστο Βασίλη Χ/Γεωργίου, και γυρίζοντας όλα τα σπίτια κατέληξε στην πλατεία, όπου μαζεύτηκε όλο το χωρίο.
Οι συγχωριανοί ήταν ενθουσιασμένοι και συμμετείχαν με κεράσματα και φιλοδωρήματα ενθαρρύνοντας το θίασο.
Την άλλη ημέρα της πρωτοχρονιάς επισκέφθηκε τον Άγιο Χριστόφορο, το Καρυοχώρι και στη συνέχεια την Πεντάβρυσο, τον Περδίκκα και την Πτολεμαΐδα.
Από την Πτολεμαΐδα πήρε το τρένο και κατέβηκε στην Αριδαία (Καρατσόβα).
Εκεί τους περίμενε ο Κατσίδης Υπάτης και τους πήγε με λεωφορείο στη Βέροια.
στη Βεργίνα στην Πατρίδα Βεροίας.
Από την περιγραφή του Κατσίδη Υπάτη, που κρατούσε το καλάθι με τα αυγά, διαφαίνεται, ότι την εποχή εκείνη ο κόσμος δεν είχε λεφτά και έδινε αυγά.
Όταν τελείωσε η περιοδεία ο μικρός Υπάτης γλίστρησε στα χιόνια, έπεσε και έσπασαν όλα τ’ αυγά στο καλάθι!
Όπως και να προσεγγίσει κανείς τις εθιμικές τελετουργίες εκείνης της εποχής, ένα είναι βέβαιο, ότι οι νέοι μπορούσαν ακόμα να συνεργάζονται, να συνεταιρίζονται και να δημιουργούν συλλογικές προσπάθειες και επιδιώξεις.
Το ποντιακό λαϊκό θέατρο των Μωμογέρων στο Ανατολικό δεν μπόρεσε να δραστηριοποιείται κάθε χρόνο, γιατί πέρα από την στράτευση των νέων άρχισε και η εσωτερική μετανάστευση.
Τα Μωμόγερα επαναλήφθηκαν το 1958 από τον Αθλητικό Σύλλογο Ανατολικού, η Αναγέννηση, στην οποία πρόεδρος ήταν ο δάσκαλος, Αχιλλέας Χασιώτης.
Τη χρονιά αυτή συνεργάστηκαν οι Σύλλογοι του Ανατολικού και των Κομνηνών.
Ήταν μια όμορφη και πολιτισμένη συνεργασία μεταξύ δύο όμορων χωριών για έναν κοινό σκοπό.
Παρόμοιες συνεργασίες δεν παρατηρούνται στις μέρες μας.
Τα πρόσωπα που συμμετείχαν το 1958 ήταν:
1ος αρχηγός: Ιωσηφίφης Κ. Υπάτιος. Μωμόγεροι:
2ος Κασαπίδης Ι. Γιώργος. 3ος Μωυσιάδης Χ. Παναγιώτης 4ος Ηλιάδης Η. Ηρακλής.
5Ος Σουμελίδης Γιώργος.6ος Καλαϊτσίδης Α. Τάκης. 7ος Κυριακίδης Γ. Κώστας.
Από τα Κομνηνά: 8ος Ρακόπουλος Ηλίας. 9ος Κατωτοικίδης Ανδρέας. 10ος Θεοδωρίδης Ανέστης. 11ος Κατωτοικίδης Γιώργος. 12ος Κατωτοικίδης Γιάννης.
Λύρα: Καραμανλίδης Ευστάθιος.
Άρκον: Παπαγιάννης Χρήστος. Νύφη 1η: Καραμανλίδης Δημήτρης. Νύφη 2η: Ρωδαμίδης Θεόδωρος.
Στη δεύτερη οργάνωση του 1958 η ομάδα, αφού επισκέφθηκε τα χωριά γύρω από το Ανατολικό, πήγε στην Πτολεμαΐδα και από εκεί διανυκτέρευσε δύο ημέρες στα Αλωνάκια, δίνοντας παραστάσεις στα χωριά της Κοζάνης. Από τα Αλωνάκια ήρθε στο σταθμό στο Μαυροδεντρίου και από εκεί με το τραίνο έφθασε στη Βέροια, όπου έδωσε παραστάσεις στα χωριά Βεργίνα, Πατρίδα, Άγιο Γεώργιο, Ζερβοχώρι και Αγγελοχώρι. Στη Βέροια ο θίασος των Μωμόγερων φιλοξενήθηκε από τον συμπατριώτη τους Μιχαηλίδη Γιάννη και επέστρεψε στο Ανατολικό.
Με αφορμή την ιστορική αυτή καταγραφή, τα Μωμόγερα θα μπορούσαν σήμερα, μέσα από μια διανομαρχιακή συνεργασία όλων των ποντιακών οργανώσεων στην Κοζάνη, να εγκαθιδρύσουν ένα ετήσιο διαβαλκανικό διονυσιακό πανηγύρι στην πόλη της Πτολεμαΐδας. Η παραπάνω πρόταση, διευρυμένη πέραν του οικονομικού ενδιαφέροντος, θα προσέδιδε και μια πολιτισμική ιδιαιτερότητα στην πόλη.