Ο Σύλλογος Διπλωματούχων Μηχανικών Ομίλου ΔΕΗ εκφράζει απορία και έκπληξη με τη δήλωση του Προέδρου και Δ/ντα Συμβούλου Μανώλη Παναγιωτάκη στη δευτερολογία του, 23/4/2018, στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής για το υπό ψήφιση Νομοσχέδιο Πώλησης Λιγνιτικών Μονάδων της ΔΕΗ ΑΕ και ειδικότερα, ότι θα μετακινηθούν οι νεώτεροι και εξειδικευμένοι συναδέλφοι στις μονάδες που θα πουληθούν για τους εξής κυρίως λόγους:
- Οι νέοι συνάδελφοι εκπαιδεύτηκαν αποκλειστικά με κόστος της ΔΕΗ ΑΕ και δεν έχουν ανταποδώσει ακόμη την εκπαίδευσή τους αυτή στην Επιχείρηση.
- Η πρόσληψη των νέων συναδέλφων των τελευταίων χρόνων έγινε βάσει του περιορισμού μίας πρόσληψης ανά πέντε αποχωρήσεις και η μετακίνησή τους θα προκαλέσει κενά που θα πρέπει να καλυφθούν πάλι με τον περιορισμό του ένα προς πέντε και μάλιστα με τις ιδιαίτερα χρονοβόρες διαδικασίες του ΑΣΕΠ (2 έως 4 χρόνια). Δηλαδή ένας καινούριος που θα προσληφθεί θα αντιστοιχεί σε δέκα αποχωρήσεις!!
- Το μισθολογικό κόστος των νέων συναδέλφων είναι χαμηλό και επηρεάζει θετικά την τήρηση του μνημονιακού περιορισμού 65/35 της μισθοδοσίας σε σχέση με το μέσο μισθολογικό κόστος του 2009 (για όλους τους εργαζομένους). Επομένως η αποχώρηση μόνο νέων συναδέλφων θα δημιουργήσει σημαντικά προβλήματα στον έλεγχο του μισθολογικού κόστους της εταιρείας για όλους τους εργαζομένους.
- Εάν οι παλιότεροι συνάδελφοι που θα παραμείνουν στη ΔΕΗ ΑΕ μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα κάνουν χρήση ελκυστικού δικαιώματος εθελουσίας αποχώρησης που εξήγγειλε ότι θα δώσει η Διοίκηση (δευτερολογία Προέδρου και ΔΝΣ ΔΕΗ), θα δημιουργηθεί πρόσθετο μεγάλο πρόβλημα από την αποχώρηση αυτή και επιπλέον νέο μεγάλο κενό εξειδικευμένου και έμπειρου προσωπικού.
Σε κάθε περίπτωση η μετακίνηση μισθωτών που προσλήφθηκαν στη ΔΕΗ ΑΕ θα πρέπει να γίνει με συναίνεση και με γραπτή αίτησή τους ή κατ΄ελάχιστο να τηρηθεί προτεραιότητα των αιτούντων.
Με κάθε επιφύλαξη, για τα υπόλοιπα σημεία δηλώσεων του κυρίου Ε. Παναγιωτάκη στην αρμόδια Επιτροπή όπως και για το υπό ψήφιση Νομοσχέδιο σύμφωνα με το από 23/4/2018 υποβληθέν υπόμνημα του Συλλόγου προς την αρμόδια Επιτροπή και την Ολομέλεια της Βουλής.
Με ομόφωνη απόφαση Δ.Σ., 24/4/2018