Το περιστατικό της 13ης Φεβρουαρίου κατά το οποίο η Τουρκία προσπάθησε συντεταγμένα να βυθίσει το ελληνικό σκάφος, σκοτώνοντας 27 Έλληνες ναύτες, αποτελεί μόνο την πρόσφατη εξέλιξη σε μια διαχρονική αλληλουχία αποτυχιών για την ελληνική εξωτερική πολιτική. Η συμπεριφορά δε της σημερινής ελληνικής κυβέρνησης μετά το συμβάν, καταδεικνύει την επιφανειακή και επιεικώς τραγελαφική αντιμετώπιση των υποχρεώσεών της απέναντι στην ασφάλεια των Ελλήνων πολιτών αλλά και της υπεράσπισης των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Έτσι, πρώτα σώπασε για διάστημα 24 ωρών μετά το χτύπημα ενώ έβγαλε στην συνέχεια μια γενικόλογη ανακοίνωση περί «μη-γνώσης γεωγραφίας» από πλευράς Τουρκίας, την οποία μάλλον δύσκολα αντιλαμβανόταν ο μέσος πολίτης. Ενώ όλο αυτό το διάστημα των πρώτων 24 ωρών, τόσο ο Α. Τσίπρας όσο και ο Υπ. Εθνικής Άμυνας Καμένος δεν «έβγαλαν άχνα», για το περιστατικό. Μάλλον θα περίμεναν να ενημερωθούν πρώτα για το περιστατικό, στην συνέχεια να συνεννοηθούν μεταξύ τους και μάλλον μετά να ενημερώσουν τους Έλληνες πολίτες για ένα τόσο σοβαρό συμβάν.
Στην συνέχεια τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα, όταν μάθαμε ότι λίγες ώρες μετά το περιστατικό, ο Έλληνας πρωθυπουργός συμφώνησε με τον Τούρκο πρωθυπουργό Γιλντιρίμ σε «εντατικοποίηση των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης» κατά την τηλεφωνική επικοινωνία που είχαν μεταξύ τους! Προφανώς ο Α. Τσίπρας θεώρησε ότι είναι η κατάλληλη στιγμή να συμφωνήσει κάτι τέτοιο με μια κυβέρνηση, που μόλις λίγες ώρες πριν προσπάθησε συντεταγμένα να φονεύσει μερικές δεκάδες στελέχη των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Και ενώ η ελληνική κοινή γνώμη παρακολουθούσε «αποσβολωμένη» την «σθεναρότητα» με την οποία η ελληνική κυβέρνηση υπερασπιζόταν τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα και την ζωή των Ελλήνων πολιτών, ο Έλληνας Υπ. Εξωτερικών Κοτζιάς αποφάσισε τελικά να «αγριέψει». Έτσι, ανέφερε σε τηλεοπτική συνέντευξή λίγες ημέρες μετά, ότι η Τουρκία ξεπέρασε την κόκκινη γραμμή και σε επόμενη αντίστοιχη αντίδραση, η ελληνική πλευρά θα απαντήσει με ανάλογο τρόπο. Βέβαια μάλλον ο ίδιος δεν έδειξε να αντιλαμβάνεται ότι όταν αποδέχεσαι δημοσίως ότι ξεπεράστηκε η ελληνική «κόκκινη γραμμή» χωρίς η ελληνική πλευρά να πράξει τίποτα απολύτως, τότε αυτή η «κόκκινη» γραμμή αρχίζει να «ροζίζει» εντόνως. Ενώ ο αντίπαλος αντιλαμβάνεται καλά ότι τόσο ο λόγος σου όσο και το σθένος σου να υπερασπιστείς τα δικαιώματά σου, «ροζίζουν» επίσης…
Για το παραπάνω συμβάν ο γράφων δεν θα αναφέρει πολλά περαιτέρω. Οι Τούρκοι γνωρίζοντας πια πολύ καλά ότι έχουν να κάνουν με μια φοβική ελληνική κυβέρνηση, η οποία το μόνο για το οποίο ενδιαφέρεται είναι πως θα παραμείνει μια ακόμα ημέρα στην εξουσία με κάθε τρόπο και μέσο, έδρασαν αναλόγως. Προχωρώντας στο επόμενο βήμα έμπρακτης και de facto αποδόμησης της ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο, πράττοντας πια καθαρά πολεμικές ενέργειες κατά του ελληνικού «καρπαζοεισπράχτορα» που στα (ετεροχρονισμένα…) λόγια είναι πολύ καλός, άλλα όταν έρχεται η ώρα της υπεράσπισης των δικαιωμάτων και των κεκτημένων του, απλά σκύβει το φρεσκοκουρεμένο σβέρκο του για να δεχτεί την επόμενη καρπαζιά.
Και για να μην παρεξηγηθώ, δεν υποστηρίζω ότι η Ελλάδα θα έπρεπε υποχρεωτικά να κηρύξει πόλεμο στην Τουρκία. Μεταξύ του πολέμου όμως και την «μη-αντίδρασης» απέναντι σε έναν τελείως ανεξέλεγκτο αντίπαλο υπάρχει μια πλειάδα ενεργειών που θα μπορούσαν να γίνουν, και δεν περιλαμβάνουν την βία κατ’ υποχρέωση. Μια – έστω ολιγοήμερη – διακοπή των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών θα περνούσε το μήνυμα ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν ανέχεται την τουρκική συμπεριφορά πλέον. Αν αυτή συνοδεύονταν και από μπλοκάρισμα κάποιων Κεφαλαίων κατά τις (ούτως η άλλων ανενεργές) ενταξιακές διαπραγματεύσεις Τουρκίας – Ε.Ε, θα «προβλημάτιζε» ίσως περισσότερο την Τουρκία. Κυρίως όμως θα αντιλαμβάνονταν ότι θα έχει επιτέλους κάποιου είδους επιπτώσεις για την συμπεριφορά της, αντί να συμφωνεί σε «εντατικοποίηση των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης» λίγες ώρες μετά την καθαρά πολεμική της ενέργεια κατά της Ελλάδας. Όλα τα παραπάνω βεβαίως – και πολλά ακόμα που θα μπορούσαν να γίνουν – προϋποθέτουν ότι η υπάρχει ελληνική κυβέρνηση η οποία παίρνει στα σοβαρά την ασφάλεια των Ελλήνων πολιτών και την υπεράσπιση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Αναφέρομαι σε ένα εντελώς υποθετικό ενδεχόμενο δηλαδή, που δεν έχει απολύτως καμιά σχέση με την σημερινή ελληνική πραγματικότητα…