“Δεν θέλω ρεαλισμό, θέλω μαγεία”. Αυτή τη φράση της Μπλανς Ντιμπουά από το “Λεωφορείο ο Πόθος”, που ανέβηκε εφέτος στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά μου έφεραν στο μυαλό οι δηλώσεις που έκαναν στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης οι συμμετέχοντες των δύο μαζικών συλλαλητηρίων που πραγματοποιήθηκαν στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα.
Ενώ ο “αιώνιος” διαμεσολαβητής Μάθιου Νίμιτς ζητούσε από τις δύο πλευρές ρεαλισμό προκειμένου να λυθούν τα ζητήματα και η γειτονική χώρα να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, η ελληνική κοινή γνώμη ή τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος της φαινόταν να προτιμά τη μαγεία, δηλαδή την ένδοξη κληρονομιά του Μεγάλου Αλεξάνδρου, την οποία οφείλει να υπερασπιστεί από τους σφετεριστές.
Δεν είναι κάτι πρωτοφανές. Οι Νεοέλληνες έτειναν να αντιπαραβάλουν την ένδοξη αρχαιότητα έναντι της ζοφερής πραγματικότητας ακόμη και πριν από την Ελληνική Επανάσταση. “Περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις” έγραφε ο Διονύσιος Σολωμός. Πρωτοφανής, όμως, ήταν η κινητοποίηση των Ελλήνων με αφορμή το Σκοπιανό ζήτημα σε σχέση με την απροθυμία τους να διαδηλώσουν μαζικά κατά τα προηγούμενα χρόνια.
Είναι γεγονός ότι η υπερηφάνεια για το ένδοξο παρελθόν και η προσπάθεια των Νεοελλήνων να φανούν αντάξιοι των προγόνων τους οδήγησε τόσο σε θριάμβους όσο και σε καταστροφές στους δύο αιώνες της νέας ελληνικής ιστορίας. Οι θρίαμβοι είχαν ένα κοινό χαρακτηριστικό την αξιοποίηση των δυνατοτήτων του ελληνισμού σε συνδυασμό με την τοποθέτηση στη σωστή πλευρά της ιστορίας.
Δεν ξέρω πόσοι από τους συμμετέχοντες αντιλαμβάνονταν ότι η βαρύτητα της γνώμης της Ελλάδας σε σχέση με την ονομασία της γειτονικής χώρας δεν οφείλεται στον Βασιλιά Αλέξανδρο αλλά σε έναν άλλο ηγέτη που γεννήθηκε στη μακεδονική γη πολύ πιο πρόσφατα, τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ήταν ο Καραμανλής που με την επιμονή του κατόρθωσε να εντάξει την Ελλάδα στην τότε ΕΟΚ και να τη διατηρήσει στη συμμαχία του ΝΑΤΟ. Γι’ αυτό η ΠΓΔΜ εξαρτά την ένταξη της στην Βορειοατλαντική Συμμαχία και εν συνεχεία στη Ευρωπαϊκή Ένωση από τη σύμφωνη γνώμη της χώρας μας.
Τα βιβλία της ιστορίας, που τις τελευταίες δεκαετίες εκθειάζουν το ένδοξο παρελθόν, αλλά δεν φτάνουν στη σύγχρονη ιστορία, αποτελούν τη βασικότερη αιτία της έλλειψης ρεαλισμού, αλλά ίσως και της έλλειψης μαγείας. Η παραμονή της Ελλάδας στον δυτικό κόσμο επί χρόνια αντιμετωπιζόταν ως συνέπεια του ενδόξου παρελθόντος -δεν υπάρχει Ευρώπη χωρίς Ελλάδα, λένε πολλοί- ως κεκτημένο ή ως αναγκαίο κακό για κάποιες πολιτικές δυνάμεις.
Η επίτευξη συγκεκριμένων στόχων, προκειμένου η χώρα μας να παραμείνει στον σκληρό πυρήνα της Ευρώπης δεν θεωρείται εξίσου ευγενής στόχος με την προάσπιση των ονομάτων και των συμβόλων. Οι Έλληνες βλέπουν τον ρεαλισμό και επιλέγουν την Ευρώπη, έστω με μικρότερη πλειοψηφία έναντι παλαιότερων ετών. Δεν δημιουργήθηκε, όμως ποτέ η αντίστοιχη μαγεία, ώστε ο πατριωτισμός που γέμισε πρόσφατα τις πλατείες να αξιοποιηθεί δημιουργικά και να οδηγήσει στην υπέρβαση της παρατεταμένης κρίσης.
Οι Κυβερνήσεις της μνημονιακής περιόδου λίγο ή πολύ κρύφτηκαν πίσω από τις απαιτήσεις των θεσμών για να εφαρμόσουν αντιδημοφιλείς πολιτικές. Δεν μπόρεσαν ή δεν θέλησαν να πείσουν για την αναγκαιότητα, αλλά και για την προσδοκία. Δεν βρήκαν ούτε ελάχιστη δόση μαγείας, ώστε εκτός από την αξιοποίηση της τοποθέτησης στη σωστή πλευρά, να αξιοποιήσουν τις δυνάμεις του ελληνισμού.
Θα σπεύσει κανείς να πει ότι η Μπλανς δεν είχε καλό τέλος στο έργο του Τενεσί Ούλιαμς, ίσως διότι πάντα βασιζόταν στην καλοσύνη των ξένων…
* Ο κ. Δημήτρης Σ. Παπαγγελόπουλος είναι Σύμβουλος Στρατηγικής & Επικοινωνίας και μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας.
Μπορείτε να τον ακολουθήσετε στο twitter: @dpapangel