Το τρίπτυχο «ψωμί – παιδεία – ελευθερία», αποτελεί, δίχως αμφιβολία, το πλέον αναγνωρίσιμο σύνθημα της αντιδικτατορικής περιόδου. Δονούσε τους χώρους στους οποίους εκδηλώθηκε η αντίσταση, πιθανόν, ήδη, από την εξέγερση της Νομικής Σχολής των Αθηνών. Μιας αντίστασης, όπου αυτή εκδηλώθηκε και με οποιοδήποτε τρόπο, μέσα στην Ελλάδα. Γιατί έξω από την Ελλάδα, άλλη κατάσταση υπήρχε: ένα σημαντικό ποσοστό Ελλήνων μεταναστών αγωνίζονταν στην δική τους βιοπάλη, ενώ ένας αριθμός διαφωνούντων, είχε διαφύγει σε χώρες όπως η Ιταλία, Γαλλία, Αγγλία και Κύπρος. Άλλοι πάλι, είχαν περάσει στη Σοβιετική Ένωση και σε χώρες προσκείμενες σε αυτήν.
Η Γαλλία αποτελούσε και αποτελεί έως σήμερα το πρότυπο της, κυρίως, διεθνιστικής αριστεράς για πολλούς λόγους. Ιστορικά το σύνθημα μας, υπήρξε μια ετεροχρονισμένη συνένωση του «ψωμί και ελευθερία» του 1789 και του «δώστε προίκα στην παιδεία και όχι στην Σοφία» του 1962 και της εποχής του 1-1-4. Το ψωμί ως μαζικό αίτημα, επικοινωνιακά αποσκοπούσε στην πάνδημη συμμετοχή του λαού, ενώ η ελευθερία, στην απαλλαγή από το υφιστάμενο καθεστώς (αλλά όχι απαραίτητα με δημοκρατία). Τις περισσότερες φορές, ανάλογες εκφράσεις υποδήλωναν την διαδοχή ενός καθεστώτος από το επόμενο, με τον λαό ως πρόσχημα. Στην Ελλάδα, φυσικά, η μοναρχία, συνιστούσε μια διαρκής υπενθύμιση της κατά τον εμφύλιο ήττας του ΚΚΕ, όπου αντί να επικρατήσει το Κόμμα (και να χαθεί ένα τμήμα της Μακεδονίας), προέκυψε φυτευτός ο βασιλιάς. Η βασιλεία από τον Βενιζέλο και μετά καταργούνταν και επανέρχονταν, με τα βασιλικά μέλη της μη Έλληνες, προσκείμενοι σε γερμανικούς και αγγλικούς Οίκους. Πέραν αυτού, όμως, για την αριστερά η βασιλική μοναρχία παρέπεμπε, λογικά, στον τσάρο. Βέβαια πρόβλημα δεν είχαν με την άλλη μοναρχία, την κομμουνιστική, η οποία πλαισιωμένη από μια κεντρική επιτροπή, επιβλήθηκε ως «Λαϊκή Δημοκρατία», τυραννώντας και αυτή εκατομμύρια ανθρώπους για πολλές δεκαετίες και σε πολλές χώρες.
Το 1968 απετέλεσε την χρονιά ορόσημο: στις 2 Μαΐου του 1968, κλείνει το Πανεπιστήμιο της Ναντέρ, κοντά στο Παρίσι. Από εκεί και πέρα θα ακολουθήσει, σταδιακά, η εξέγερση η οποία ονομάσθηκε Μάης του 1968. Αρχικά δεν συμμετείχε το ΚΚ της Γαλλίας, αλλά όταν γιγαντώθηκε, άδραξε την ευκαιρία και με τα ελεγχόμενα συνδικάτα του, ήλεγξε σημαντικό τμήμα της, καπελώνοντας τους διεθνιστές. Ταυτόχρονα είχε επέλθει από το Φεβρουάριο η διάσπαση του ΚΚΕ, με εφαλτήριο την αντίδραση στη σοβιετοποίηση του Κόμματος. Οι εποχές είχαν αλλάξει, πολλοί αριστεροί ήθελαν να λειτουργούν σε ένα πιο δημοκρατικό πλαίσιο και να μην θεωρούνται φερέφωνα των Σοβιετικών, ένας βασικός λόγος για την μη νομιμοποίηση, τότε, του ΚΚΕ. Σε μια τρίτη εξέλιξη, οι μεταρρυθμίσεις προς μεγαλύτερες ελευθερίες του Αλ. Ντούμπτσεκ, γραμματέα του ΚΚ της Τσεχοσλοβακίας, δημιούργησαν ένα εκρηκτικό μείγμα στους αριστερούς όλου του Κόσμου. Έτσι ενώ τα τανκς των συνταγματαρχών θα κατέβουν στους δρόμους της Αθήνας το 1973, τα τανκς της Σοβιετικής Ένωσης, της Ουγγαρίας, της Πολωνίας και της Βουλγαρίας, εισέβαλαν στην Πράγα, στις 21 Αυγούστου του 1968. Η εισβολή αυτή, προκάλεσε ακόμα και την αντίδραση της Αλβανίας του άθλιου Ενβέρ Χότζα. Αυτόν που ήρθε σε ρήξη το 1956 με την Σοβιετική Ένωση, γιατί η τελευταία είχε αποκηρύξει τον Στάλιν, ενώ το 1967 κατήργησε το δικαίωμα της θρησκευτικότητας, φυλακίζοντας για 25 έτη (χωρίς άδειες) σε όποιον θρήσκευε πάραυτα. Είναι πολύ λογικό να σκεφτεί κανείς, τελικά, αν ο Μάης του 68΄ ήταν ή κατέληξε μια ευρύτερη της Γαλλίας αριστερή κρίση, η οποία είχε επίκεντρο το Παρίσι.
Όμως ανεξάρτητα της παραπάνω προβληματικής, στην Ελλάδα, παρά την εσωτερική διάσπαση σε ΚΚΕ και ΚΚΕ εσωτερικού, αλλά και της οργάνωσης του αντιμοναρχικού κινήματος, στους παπανδρεϊκούς και καραμανλικούς κύκλους, το ψωμί, η παιδεία και η ελευθερία, ήταν πραγματικά προβλήματα όλων. Η πλειοψηφία των νοικοκυριών τα έβγαζε πέρα πολύ δύσκολα, ακόμα και με την συνδρομή των μεταναστών. Το κρέας σπάνιο, ενώ συχνά δεν υπήρχε στις αρχές της δεκαετίας του 70΄, ένα πλυντήριο, πολύ περισσότερο μια τηλεόραση. Όλα αυτά με πολύ χαμηλότερο κόστος ζωής από σήμερα. Συχνά αναγκαζόταν να μην ολοκληρώνει, ούτε καν το δημοτικό σχολείο. Το πρόβλημα της μη δυνατότητας στην παιδεία, ειδικά στην επαρχία, ήταν τεράστιο. Τα κορίτσια «δεν χρειαζόταν τα πολλά γράμματα» κατά την αντίληψη της εποχής, έμεναν στο σπίτι να βοηθούν την μητέρα. Αυτό απετέλεσε και ένα απωθημένο των γονιών. Έτσι έκαναν ότι μπορούσαν, για να σπουδάσουν τα παιδιά τους. Το φαινόμενο αυτό, εκμεταλλεύθηκαν κάποια στιγμή τα πολιτικά κόμματα. Έτσι το να «χώσουμε» όλους στο πανεπιστήμιο, έγινε μια βασική εκλογική προσφορά. Αντιμετωπίσθηκε ως κοινωνική επιταγή, ως ένα συνολικό ρουσφέτι. Το αποτέλεσμα ήταν να έχουμε ένα μεγάλο αριθμό πτυχιούχων, οι οποίοι επιστήμονες, κατ΄ ουσίαν, δεν έγιναν ποτέ, ούτε, φυσικά, έμαθαν μια τέχνη. Καταλήξαμε στο να αναστέλλουν δραστηριότητα επιχειρήσεις, ή χωράφια να μένουν ακαλλιέργητα, γιατί τα παιδιά λόγω σπουδών δεν συνέχισαν την οικογενειακή παράδοση.
Η ελευθερία, το τρίτο συστατικό του συνθήματος, ήταν διαχρονικά μια «ασθενής». Τότε ο στρατός είχε βαρύνουσα γνώμη, ελέγχοντας ακόμα και την τηλεόραση. Η τέχνη κρίνονταν και πετσοκόβονταν, από επιτροπές, χωρίς καμία καλλιτεχνική ικανότητα. Φυσικά για τα περαιτέρω είχαμε τις πολιτικές διώξεις. Με δύσκολο το ψωμί και ελάχιστη παιδεία, τι τύχη θα μπορούσε να έχει η ελευθερία, πολύ περισσότερο η δημοκρατία; Η ιστορία μας δίδαξε, πως η ελευθερία χωρίς, ουσιαστική, δημοκρατία, καταλήγει σε ένα αγώνα, με τον εκάστοτε νικητή να κάνει το παν για να κρατηθεί στην εξουσία. Ας εργασθούμε, λοιπόν, για μια πραγματική δημοκρατία, αντιστεκόμενοι στο νεποτισμό, τους βυσματικούς διορισμούς ιδιαιτέρων, τους συγγενείς των καθηγητών και την αυθεντία. Ας αναλογισθούμε, τέλος, πως τα δίκαια κατακτώνται, πρώτα μεν αγωνιστικά, αλλά μετά με κατάθεση κόπου και τάλαντου στην εργασία, όταν αυτή η ευκαιρία παρέχεται.