Μια από τις φράσεις που έχουν μπει στο λεξιλόγιο μας τα τελευταία χρόνια, είναι η “startup”. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι το όνειρο του διορισμού στο δημόσιο για τους νέους των προηγούμενων δεκαετιών αντικαθίσταται εσχάτως, από το όνειρο μιας startup, η οποία πολύ γρήγορα θα γίνει επιτυχημένη και θα εξαγοραστεί από μια μεγαλύτερη εταιρεία. Αυτή η εξέλιξη είναι σίγουρα ευχάριστη, χωρίς όμως να λείπει η υπερβολή στις προσδοκίες που δημιουργούνται.
Εκεί που δεν λείπει σίγουρα η υπερβολή είναι στον χώρο της πολιτικής. Η πτώση των δύο μεγάλων κομμάτων της Μεταπολίτευσης, δηλαδή του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, που μέχρι το 2009 έπαιρναν πάνω από 70% σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, γέννησε μια σειρά από νέα κόμματα και πολλές πολιτικές κινήσεις. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι το όνειρο κάθε φιλόδοξου πολιτικού, που μέχρι πρόσφατα ήταν να προσκολληθεί σε έναν πολιτικό αρχηγό και να γίνει υπουργός έχει αλλάξει. Πλέον είναι πιο πρόσφορο να ιδρύσει ένα νέο κόμμα μαζί με την παρέα του και να γίνει κυβερνητικός εταίρος σε κυβέρνηση συνεργασίας.
Πρόσφατα, δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Σταύρου Παπαντωνίου για τους κομματικούς σχηματισμούς που δημιουργήθηκαν τον καιρό των μνημονίων, και οι οποίοι υπερβαίνουν τους 60. Πολλές από αυτές τις κινήσεις ήταν προσωποπαγείς κινήσεις γνωστών πολιτικών κυρίως από τον χώρο της Κεντροαριστεράς (Κουβέλης, Κατσέλη, Παπανδρέου κ.α.), αλλά και της Κεντροδεξιάς (Πολύδωρας, Ζώης, Καρατζαφέρης κ.α.).
Ιδρύθηκαν, όμως, και άλλες κινήσεις τα τελευταία χρόνια, που πέραν της πολιτικής νεότητας, προωθούσαν το στοιχείο της καινοτομίας, δηλαδή ένα “κόμμα ή κίνημα διαφορετικό από τα άλλα”. Επίσης, παρουσίαζαν προοπτικές ταχείας ανάπτυξης, συνεπώς διέθεταν, αυτά τα στοιχεία, που στην επιχειρηματικότητα είναι τα τρία βασικά χαρακτηριστικά των startups. Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε αυτές τις κινήσεις πολιτικές startups. Τέτοιες δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, η Χρυσή Αυγή και η Ένωση Κεντρώων γιατί προϋπήρχαν των μνημονίων. Από τα κόμματα που βρίσκονται σήμερα στη Βουλή, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες και το Ποτάμι θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως οι πιο επιτυχημένες πολιτικές startups μέχρι σήμερα.
Οι Ανεξάρτητοι Έλληνες είναι ένα κόμμα που δημιουργήθηκε μέσω διαδικτύου τον Φεβρουάριο του 2012. Όπως ανέφερε η ιδρυτική τους διακήρυξη, όσα αναφέρονται σε αυτή “προτάθηκαν από 196.400 Ελληνίδες και Έλληνες μέσω του διαδικτύου”. Μέσα σε 4 μήνες οι ΑΝΕΛ πέτυχαν ποσοστό 10,6% στις βουλευτικές εκλογές και εξέλεξαν αρχικά αριθμό ρεκόρ για πρωτοεμφανιζόμενο κόμμα (33 βουλευτές).
Δύο χρόνια μετά, τον Φεβρουάριο του 2014 εμφανίστηκε στα πολιτικά πράγματα, το Ποτάμι με μια επιστολή του Σταύρου Θεοδωράκη, ο οποίος μέχρι τότε δεν είχε καμία κομματική εμπλοκή. “Μπορεί να υπάρξει πολιτική χωρίς κομματικό παρελθόν; Να βγω εγώ, να βγεις εσύ, να βγούμε πολλοί, να γίνουμε ένα ΠΟΤΑΜΙ που θα αλλάξει την Ελλάδα;” αναρωτιόταν στην αρχή της επιστολής και ζητούσε από τους Έλληνες εκλογείς: “να ταράξουμε λίγο τα λιμνάζοντα νερά”. Τον Ιανουάριο του 2015, μετρώντας λιγότερο από ένα χρόνο ζωής κατόρθωσε να υπερκεράσει το ΠΑΣΟΚ, το ΚΙΔΗΣΟ και τη ΔΗΜΑΡ, ώστε να αναδειχθεί στο μεγαλύτερο κόμμα της Κεντροαριστεράς. Για μόλις 15.000 ψήφους έχασε την τρίτη θέση στις εκλογές του Ιανουαρίου, ενώ εξέλεξε 17 βουλευτές.
Και τα δύο κόμματα προσέλκυσαν έμπειρους πολιτευτές, οι ΑΝΕΛ, κυρίως τους διαγραφέντες της ΝΔ (Μαρκόπουλος, Ζώης, Σταμάτης, Κουράκος, Μελάς, Νικολόπουλος κ.α.), αλλά και κάποιους από το ΠΑΣΟΚ (Δημαράς, Σγουρίδης), ενώ το Ποτάμι από όλες τις πλευρές του πολιτικού φάσματος (Μάρκου, Φούντα, Δανέλλης, Ιλχάν, Λυμπεράκη κ.ά.). Επίσης κατά καιρούς συνεργάστηκαν με μικρότερες κινήσεις που δημιούργησε η κρίση. Σταδιακά, όμως, σχεδόν όλοι οι εκ μεταγραφής πολιτευτές αποχώρησαν και τα εκλογικά ποσοστά υποχώρησαν.
Σήμερα, τα δημοσκοπικά ευρήματα είναι απογοητευτικά για τους ΑΝΕΛ και το Ποτάμι, που φαίνεται ότι με δυσκολία θα ξεπεράσουν το πλαφόν του 3%. Στις επόμενες εκλογές δεν θα αποτελούν πλέον νέους σχηματισμούς, ούτε η καινοτομία τους δείχνει να κάνει τη διαφορά, ενώ το τρίτο ζητούμενο αυτό της ταχείας ανάπτυξης δεν φαίνεται να το συμμερίζονται πλέον, ούτε τα ίδια τα στελέχη τους.
Από την άλλη πλευρά, νέες πολιτικές startupς, που να κάνουν τη διαφορά δεν εμφανίζονται πλέον στο προσκήνιο. Ίσως, επειδή η πολιτική δεν είναι επιχειρηματικότητα, ίσως επειδή οι εκλογείς δεν θέλουν άλλους πειραματισμούς ή επειδή περιμένουν να δουν την καινοτομία από τα παλαιότερα κόμματα, που θα πρέπει να πείσουν με τη σειρά τους, ότι απαλλάχτηκαν από τα πάσης φύσης βαρίδια τους.
* Ο κ. Δημήτρης Σ. Παπαγγελόπουλος είναι Σύμβουλος Στρατηγικής & Επικοινωνίας και μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας. Μπορείτε να τον ακολουθήσετε στο twitter: @dpapangel