Σε μια πλέον σκληρή και αγχωτική καθημερινότητα ο σύγχρονος Έλληνας βρίσκει διέξοδο περισσότερο από κάθε άλλη φορά στην πνευματική έκφραση.
Προσπαθεί να αρθρώσει ‘λόγο ψυχής’ λόγο έκφρασης των προβληματισμών του δημιουργώντας δράσεις πολιτισμού, που από την μία αφορούν την προσωπικότητά του και από την άλλη συνομιλούν με το όποιο κοινό παρακολουθεί αυτές τις δράσεις.
Στο ξημέρωμα αυτού του αιώνα όλο και περισσότεροι λοιπόν ίσως περισσότεροι από κάθε άλλη φορά Έλληνες και Ελληνίδες συνομιλούν με τις τέχνες, τις προάγουν και σαφώς τις υπηρετούν.
Εκατοντάδες ‘ποιητικά’ βιβλία εκδίδονται κάθε χρόνο, χιλιάδες ‘ζωγράφοι’ αυτόκλητα αναπτύσσουν διάλογο με τις εικαστικές τέχνες. Πλήθος χορωδιών, μουσικών και καλλίφωνων υπηρετούν την μουσική της Πατρίδας μας. Θεατρικές ομάδες ακόμα και στην πιο μικρή κωμόπολη της Ελλαδικής γης συνομιλούν άμεσα με το θεατρικό κείμενο δημιουργώντας θεατρικές παραστάσεις. Φεστιβάλ πολιτισμού πλέον υπάρχουν σε όλες τις μεγάλες πόλεις της χώρας μας.
Αυτή η άνοιξη της δημιουργίας είναι ένα από εκείνα που συνοδοιπορούν με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο με την πραγματικότητα της σύγχρονης Ελλάδας. Το μείζον ερώτημα όμως που τίθεται είναι ποιος καταναλώνει όλα αυτά τα ‘πολιτιστικά προϊόντα’, με ποιο τρόπο χρηματοδοτούνται όλες αυτές οι δράσεις;
Σε παγκόσμιο επίπεδο οι αντίστοιχες πολιτιστικές αναφορές θεωρούνται επιτυχημένες και βιώσιμες όταν το 40 έως 60 τοις εκατό του προϋπολογισμού κατατίθεται από τα έσοδα της κάθε παραγωγής. Ταυτόχρονα μία δράση πολιτισμού έχει αξία όταν συνομιλεί άμεσα με το κοινό στο οποίο αναφέρεται και αποκτά τους δικούς της ‘θεατές’, υποστηρικτές αυτόνομα και μοναδικά.
Στην περίοδο της κρίσης βρισκόμαστε κατά μέσο όρο πολύ μακριά από αυτά τα χαρακτηριστικά. Καθώς οι εκδόσεις, εκτός μερικών εξαιρέσεων, έχουν πολύ χαμηλά ποσοστά πωλήσεων , η ποίηση δε, είναι σχεδόν ανύπαρκτη στους πάγκους των βιβλιοπωλείων εμπορικά.
Τα έργα τέχνης αφορούν χρηματιστηριακά μετρημένους στα δάκτυλα συλλέκτες και ρέκτες του είδους.
Οι θεατρικές παραστάσεις κάνουν εισιτήρια κυρίως όσες επανδρώνονται με τηλεοπτικούς αστέρες. Τώρα οι ερασιτέχνες κάθε είδους συνομιλούν με την καθαρή δημιουργία τους που προάγεται μέσο του στενού κύκλου των οικογενειακών προσώπων που τους παρακολουθούν και τις κοινωνικές φιλίες που θαυμάζουν το έργο τους.
Την τύχη λοιπόν της Ελληνικής τέχνης με όλες τις μορφές της, την κρατούν στα χέρια τους οι τοπικές κοινωνίες που μπορούν να την προάγουν και οι ίδιες ως καταναλωτές με το να θέσουν τη πνευματική δημιουργία στον καθημερινό τους βίο αποστασιοποιημένοι φυσικά από την οθόνη του κινητού και της τηλεόρασης.