Βαθύτερα το χέρι στην τσέπη καλούνται να βάλουν οι καταναλωτές για το πασχαλινό τραπέζι, το κόστος του οποίου εκτιμάται ότι θα κυμανθεί φέτος από 89,04 έως 130,04 ευρώ για 6-8 άτομα, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ).
Με άλλα λόγια, οι καταναλωτές που θα κάνουν στις ίδιες αγορές με πέρυσι από αντίστοιχα καταστήματα, θα πρέπει να πληρώσουν από 16,3% έως 19,3% σε σύγκριση με το 2023, καθώς οι πληθωριστικές πιέσεις έχουν βάλει «φωτιά» στις τιμές.
Πού κυμαίνονται οι τιμές για το αμνοερίφια
Ενδεικτικά η τιμή στο αρνί κυμαίνεται στα 11,50 ευρώ/5 κίλα, καταγράφοντας αύξηση 15,1% σε σχέση με πέρυσι, ενώ η τιμή για το κατσίκι κυμαίνεται στα 12,50 ευρώ/5 κίλα, παρουσιάζοντας αύξηση 25,1% συγκριτικά με το 2023.
Οι «πρωταθλητές» των αυξήσεων
Τσουχτερές είναι οι τιμές και σε άλλα βασικά είδη τροφίμων, με την κούρσα των ανατιμήσεων να οδηγούν το παρθένο ελαιόλαδο (αύξηση 45,2%), τα μήλα (+30,4%) και οι ντομάτες (+30,3%).
Ακολουθεί αναλυτικά το εύρος και η σύγκριση των τιμών για τα προϊόντα που συνθέτουν το πασχαλινό τραπέζι:
Σύμφωνα με το ΙΝΕΜΥ ΕΣΕΕ, το εύρος των τιμών δικαιολογείται από την καταγραφή σειράς προϊόντων διαφορετικής ποιότητας, σε αρκετές τοπικές αγορές και διαφορετικούς τύπους καταστημάτων. Επιπρόσθετα, διευκρινίζεται ότι οι τιμές των προϊόντων που εμφανίζονται στους Πίνακες είναι ενδεικτικές και επιχειρούν να χαρτογραφήσουν τη γενική κατανομή τιμών και την εικόνα της αγοράς.
Για λόγους συγκρισιμότητας των δεδομένων, με τις προηγούμενες ετήσιες έρευνες του ΙΝΕΜΥ για την εκτίμηση του κόστους του πασχαλινού τραπεζιού, συμπεριλαμβάνονται και οι τιμές των αγαθών που εντάσσονται στο «πασχαλινό εορταστικό καλάθι» αλλά κα στο «καλάθι του νοικοκυριού».
Σημειώνεται ότι το ΙΝΕΜΥ ΕΣΕΕ πραγματοποίησε το διάστημα 26-29 Απριλίου 2024, ενδεικτική καταγραφή των τιμών πώλησης των προϊόντων του πασχαλινού τραπεζιού, με τη μέθοδο της επιτόπιας παρατήρησης σε εμπορικές αγορές της Αττικής και διαμέσου τηλεφωνικής συνέντευξης για τη Θεσσαλονίκη. Όπως διευκρινίζεται από το Ινστιτούτο, η καταγραφή των τιμών είναι ενδεικτική και δεν αντανακλά πλήρως το επίπεδο των τιμών σε πανελλαδικό επίπεδο. Στην καταγραφή εξαιρέθηκαν τα προϊόντα που διατίθενται με το καθεστώς των προσφορών (προωθητικών ενεργειών), ενώ για την αποτύπωση της μίας αντιπροσωπευτικής τιμής ανά προϊόν χρησιμοποιήθηκαν σταθμισμένοι (και μη) μέσοι όροι. Ο υπολογισμός του κόστους έγινε με βάσει ένα είδος κρέατος και κατά την εκτίμηση εξαιρέθηκαν οι ακραίες τιμές.