Μας αξίωσε φέτος ο Θεός να γιορτάσουμε και πάλι το ευλογημένο Πάσχα. Αφού ζήσαμε πρώτα τα γεγονότα της πορείας του Κυρίου μας προς τα φριχτά Του Πάθη, την σταυρική θυσία, και την Ταφή Του, φτάσαμε στην λαμπροφόρο Ανάστασή Του για την οποίαν χαίρεται ολόκληρος ο χριστιανικός κόσμος.
Η Ανάσταση του Χριστού είναι η καρδιά και το θεμέλιο της πίστεώς μας. Αυτή η Ανάσταση μας χαρίζει ελπίδα και δύναμη για τη ζωή, επειδή μόνο αυτή μπορεί να νικήσει την απειλή του θανάτου και τον φόβο της ελεύσεώς του. Η Ανάσταση ανανεώνει και ανακαινίζει την ψυχή μας και αφθαρτοποιεί το σώμα μας. Όσο ζούμε την επίγεια ζωή μας είναι η μόνη δύναμη για να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες της. Αλλά και όταν φτάσουμε στο τέλος της επίγειας ζωής μας, μας ανοίγει τον δρόμο της αιωνιότητας. Ο αναστημένος Χριστός ως τέλειος άνθρωπος αναστήθηκε και την ίδια πορεία θα ακολουθήσουμε και εμείς, δια του τάφου θα εισέλθουμε στην αιώνια ζωή. Αυτό είναι το μήνυμα της Αναστάσεως. Μέσα σε αυτήν την αναστάσιμη χαρά η Εκκλησία τοποθετεί και την τιμή προς το πρόσωπο της Παναγίας μας ως Ζωοδόχου Πηγής, ή επί το ορθότερον Ζωηφόρου Πηγής, όπως αναγράφεται και στο Συναξάριο της ημέρας1.
Η εορτή αυτή καθιερώθηκε στη ζωή της Εκκλησίας για δυο λόγους: έναν θεολογικό και έναν ιστορικό. Ας αναφερθούμε αρχικά στον ιστορικό.
Είναι από τις νεότερες εορτές της ορθόδοξης Εκκλησίας και καθιερώθηκε ως επαίτιος των εγκαινίων του Ιερού Ναού και του παρεκκλησίου του αγιάσματος στο όνομα της Θεομήτορος στο Βαλουκλή της Κωνσταντινουπόλεως. Εκεί λοιπόν σύμφωνα με τους ιστορικούς υπήρχε ναός επ’ ονόματι της Θεοτόκου, ο οποίος χτίστηκε από τον αυτοκράτορα Λέοντα τον Α’ τον Θράκα (457-474), ο οποίος αργότερα ανακηρύχθηκε
1 «Τη Παρασκευή της διακαινησίμου εορτάζομεν τα εγκαίνια του ναού της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών και Θεομήτορος, της Ζωηφόρου Πηγής· έτι δε και μνείαν ποιούμεθα των εν τούτω τελεσθέντων υπερφυών θαυμάτων παρά της Θεομήτορος»