Η Νύξ -υκτός (Νύκτα), κατά την ελληνική μυθολογία, ήταν θυγατέρα του Χάους και αδελφή του Ερέβους. Η ιδία (Νύκτα) : α) με το Έρεβος έτεκεν τον Καθαρόν Αιθέρα και την Ημέραν, β) με τον Έσπερον έτεκεν τις Εσπερίδες, γ) με τον Έρεχθο έτεκεν το Γήρας. Επίσης η ιδία έτεκεν τις Μοίρες (Κλωθώ, Λάχεσις, Άτροπος). Κατ΄ άλλους οι Μοίρες ήσαν θυγατέρες του Δία και τις Θέμιδος. Κατ΄ άλλους δε ήσαν θυγατέρες του Ουρανού και της Γαίας. Αφ΄ εαυτής η Νύξ έτεκεν τα ολέθρια όντα : 1) τον στυγερόν Μόρον (=τον βίαιο και απροσδόκητο θάνατο), 2) αυτόν τον Θάνατον, 3) την μέλαινα κήρα (=μαύρη μοίρα), 4) τον Πόνον, 5) την Νέμεσιν (=τιμωρίαν), 6) την Απάτην, 7) την Έριν (=έριδα), 8)την Φιλότητα (=ερωτικές επιθυμίες), 9) τον Ύπνο, 10) τον Όνειρον και 11) τον Μώμον (=μομφήν, μεμψιμοιρίαν), προσωποποίηση του σαρκασμού και αυτοσαρκασμού.
Ο Μώμος, λοιπόν, κατά την ελληνική μυθολογία, ήταν υιός της Νυκτός, θεός της μομφής, της κατηγορίας, της μεμψιμοιρίας, του σαρκασμού και του αυτοσαρκασμού, εξ ού και τα ποντιακά ανέκδοτα. Ο ίδιος ο Μώμος «διερράγη (= έσκασε, σχίστηκε σε κομμάτια) εκ πείσματος διότι δεν εύρε τι να ψέξη εις την Αφροδίτην». (Ησίοδος Θεογένεια 214- Λουκ.- Ερμοτ. Κ). Η λέξη μώμος σημαίνει ψεγάδι, στίγμα, σπίλος.
Η αρχαία λοιπόν λέξη μώμος σημαίνει τη μομφή, και εν προκειμένω η λέξη Μωμόγεροι ή Μωμοέρ ή Μωμοέρα υποδηλώνει τον σκωπτικό χαρακτήρα των παραστάσεων των θιάσων. Οι Μωμόγεροι ήσαν ένα προθεατρικό είδος που ετελείτο σε όλον τον Πόντο. Ο προθεατρικός χαρακτήρας τους αποδεικνύεται από τον αυτοσχεδιασμό των όσων συμμετείχαν στις εν λόγω θεατρικές δράσεις. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη (384 π.Χ-322 π.Χ.), ακμάσαντα τον 4ο αιώνα π.Χ., ακόμη και η τραγωδία ήταν αυτοσχεδιαστική. Στο «Περί Ποιητικής» (4, 1449α , 9) έργο του λέγει : «γενομένης δ΄ ούν (της τραγωδίας) απ΄ αρχής αυτοσχεδιαστικής … από των εξαρχόντων τον διθύραμβον.. κατά μικρόν ηυξήθη….. εκ μικρών μύθων και λέξεως γελοίας δια το εκ σατυρικού μεταβαλείν οψέ απεσεμνύθη…». Τουτέστιν ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι η τραγωδία γεννήθηκε από τους αυτοσχεδιασμούς των πρωτοτραγουδιστών, των εξαρχόντων τον διθύραμβον που αναφερόταν στη ζωή και τα παθήματα του θεού Διονύσου.
Ο θίασος των Μωγόγερων, το λαϊκό αυτό παραδοσιακό θέατρο των Ελλήνων Ποντίων, το οποίο συνδέεται με την αρχαία εποχή και διατηρείται αναλλοίωτο, απαρτίζεται αποκλειστικά από άνδρες νέους. Ως εκ τούτου και τους γυναικείους ρόλους υποδύονται άνδρες ηθοποιοί. Ο θίασος απαρτίζεται από τον γέρο, την γριά, τους 12 νέους, γαμπρούς, τη νύφη ή τις νύφες, τον μουσικό (οργανοπαίκτη), τον διάβολο, τον αστυνόμο, τον γιατρό και τον ταμία. Και το κοινό έχει ρόλο συμμετοχικό. Αναλυτικά :
Α) Ο γέρον (ο γέρος). Φέρει προσωπείο ζώου, φορεί δέρας ζώου και επωμίζεται ασκό (=τσουβάλι) γεμάτο άχυρα. Ο ίδιος συμβολίζει την παλιά χρονιά που παρέρχεται, εκπνέει.
Στο Wurzburg, Martin von Wagner Museum ευρίσκεται αρχαιοελληνικός αμφορέας ερυθρόμορφου ρυθμού, γύρω στο 480 π.Χ., που φέρει αγγειογραφία. Στην
παράσταση εικονίζεται ο Ηρακλής, ο οποίος φοράει την λεοντή (δέρμα λιονταριού) και κρατάει με το δεξιό χέρι του στον ώμο τον ιερό τρίποδα του θεού Απόλλωνα, αψηφώντας την οργή του. Στο αριστερό χέρι του ο Ηρακλής κρατάει την κορύνη (=το ρόπαλό του), δι ό και φέρει την προσωνυμία κορυνηφόρος.
Στην Φλωρεντία, πόλη της Ιταλίας, στο Museo Archeologico, ευρίσκεται αρχαιοελληνικός κρατήρ, του 570 π.Χ., μελανόμορφου ρυθμού, που φέρει αγγειογραφία. Στην μελανόμορφη τούτη παράσταση εικονίζονται Σιληνοί και Σάτυροι, ακόλουθοι του Διονύσου. Οι Σιληνοί ήσαν τερατόμορφοι. Άνδρες από την μέση και πάνω, με ζωώδη χαρακτηριστικά στο πρόσωπό τους, με μορφή αλόγου από την μέση και κάτω. Στην εν λόγω παράσταση του κρατήρος τούτου συνοδεύουν τον Ήφαιστο, ο οποίος ιππεύει όνο, τα ηνία του οποίου κρατάει ο θεός Διόνυσος για να οδηγήσει τον Ήφαιστο στον Όλυμπο, στην κατοικία των θεών. Ο Διόνυσος οδηγεί τον Ήφαιστο στον Όλυμπο, αφού πρώτα κατόρθωσε να τον μεθύσει.
Στο Μουσείο του Βατικανού ευρίσκεται αρχαιοελληνικό αγγείο, ερυθρόμορφου ρυθμού, του 5ου αιώνος π.Χ. Η ερυθρόμορφη αγγειογραφία σε αυτό το αγγείο παριστά την θεά Αθηνά με την αιγίδα (=δέρμα αιγός) στο στήθος, με περικεφαλαία και δόρυ.
Στο Μόναχο, Antikensammluhgen, ευρίσκεται αρχαιοελληνική στάμνος (=στάμνα), του 490 π.Χ.-460 π.Χ., ερυθρόμορφου ρυθμού, ο οποίος στάμνος φέρει ερυθρόμορφη αγγειογραφία. Στην απεικόνιση της αγγειογραφίας αυτής παριστάνεται στο κέντρο της η θεά Αθηνά. Η θεά είναι πάνοπλη, με την τρομερή αιγίδα της (=δέρμα αιγός στο στήθος), με το κράνος στο ένα χέρι της και με το δόρυ στο άλλο χέρι της. Ευρίσκεται ανάμεσα δύο πολεμιστές. Μάλλον τον Αχιλλέα που επιτίθεται με το δόρυ του και τον Έκτορα που προσπαθεί να τον αποκρούσει με το ξίφος του.
Στο Λένιγκραντ, Ermitage, της Ρωσίας ευρίσκεται αρχαιοελληνική λήκυθος, του 490 π.Χ., λευκού βάθους. Στο εσωτερικό της ληκύθου αυτής υπάρχει αγγειογραφία. Στην αγγειογραφία αυτή λευκού βάθους παριστάνεται η θεά Άρτεμις. Η πανέμορφη θεά Άρτεμις, κόρη του Δία και της Λητούς, γνωρίζουμε πως άλλοτε εμφανίζεται ατίθαση και άγρια και άλλοτε τρυφερή και προστατευτική, έτρεχε στα βουνά, στα δάση, στις λαγκαδιές, για να κυνηγήσει άγρια ζώα ή για να προστατεύσει τα νεογέννητά τους. Στην εν λόγω παράσταση- εικόνα η θεά έχει στεφάνι εκ φύλλων στα μαλλιά της κεφαλής της και κοσμήματα Η ίδια φέρει νεβρίδα (= δέρμα νεογνού της ελάφου) επάνω από το με πτυχές ιμάτιό της. Στην πλάτη της φέρει κρεμασμένο γωρυτό (= θήκη τόξου, φαρέτρα). Στο αριστερό της χέρι κρατάει φιάλη σπονδής. Το δεξιό χέρι της το προσεγγίζει τρυφερά προς το ράμφος ενός με μακρύ λαιμό κύκνου που εικονίζεται εμπρός της.
Στο Μουσείο Λούβρου στο Παρίσι ευρίσκεται αρχαιοελληνικός αμφορέας με αγγειογραφία ερυθρόμορφου ρυθμού, γύρω στο 520 π.Χ. Στην παράσταση εικονίζεται ο Ηρακλής, φορώντας την λεοντή του, και ο Κέρβερος.
Στο Lipari, στο Museo Archeologico Eoliano, ευρίσκεται αρχαιοελληνικός κρατήρας της Μεγάλης Ελλάδος, ήτοι Σικελικός, ερυθρόμορφου ρυθμού, του 4ου αιώνος π.Χ. Η παράσταση δείχνει τον Ηρακλή γυμνό όρθιο, φέροντα την λεοντή και κρατούντα στο αριστερό του χέρι το ρόπαλό του, στρέφεται προς τον γέροντα πατέρα της γυναίκας του Δηιάνειρας, τον Οινέα. Αριστερά η Δηιάνειρα, καθισμένη, κρατάει στο δεξιό χέρι της τρεις φιάλες για σπονδή.
Στο Μόναχο, στο Staatliche Anticensammluhgen, στην Γερμανία, ευρίσκεται αρχαιοελληνική πελίκη, του 435 π.Χ.-430 π.Χ., ερυθρόμορφου ρυθμού, στην οποία υπάρχει αγγειογραφία. Στην ερυθρόμορφη τούτη αγγειογραφία παριστάνεται σκηνή από την επιστροφή του Ήφαιστου στον Όλυμπο. Ένας Σάτυρος, ακόλουθος του Διονύσου, είναι στεφανωμένος με κλαδί με φύλλα κισσού. Ο ίδιος φέρει δέρμα αγριμιού, ριγμένο επάνω του. Στο αριστερό χέρι του κρατάει δάδα και έχει το δεξιό χέρι του υψωμένο. Με φιγούρα χορευτική προσεγγίζει μία Μαινάδα, ακόλουθη του Διόνυσου, η οποία προπορεύεται κτυπώντας το μουσικό όργανο τύμπανο.
Στο Παρίσι, Bibliotheque Nazionale, ευρίσκεται αρχαιοελληνικός αμφορέας, του 540 π.Χ.-530 π.Χ., μελανόμορφου ρυθμού, που φέρει αγγειογραφία. Σε αυτήν την παράσταση εικονίζεται ο Διόνυσος με δύο ακολούθους Μαινάδες του. Ο Διόνυσος είναι κισσοστεφανωμένος και κρατάει στο δεξιό χέρι του κάνθαρο. Οι δύο Μαινάδες είναι αγκαλιασμένες, πλησιάζουν χορευτικά τον Διόνυσο, φορούν στεφάνια κισσού, στολισμένες, με πέπλο. Η μία έχει στην πλάτη της δορά πάνθηρα. Κρατάει κλαδιά κισσού και μικρό ελάφι.
Β) Η γραία (η γριά). Τον ρόλο υποδύεται άνδρας. Στον Ελληνικό Πόντο και στην ελληνική κλασική εν Αθήναις και γενικώς εν Ελλάδι αρχαιότητα, όλους τους ρόλους στις τραγωδίες και κωμωδίες των αρχαίων μας ποιητών Αισχύλου, Σοφοκλή, Ευριπίδη, Αριστοφάνη αναλάμβαναν άνδρες. Η γριά είναι άσχημη, ρυτιδωμένη, με άσπρα μαλλιά, ντυμένη με φθαρμένα παλιά μαύρα ρούχα, φέρει μεγάλη καμπούρα και συμβολίζει ό,τι και ο γέρος, την εκπνέουσα χρονιά.
Στην Οξφόρφη, στο Μουσείο Ashmolean, ευρίσκεται αρχαιοελληνικό καβειρικό αγγείο, το οποίο ευρέθη στο ιερό των Καβείρων στην Βοιωτία με αγγειογραφία μελανόμορφου ρυθμού του 4ου αιώνος π.Χ. που παριστάνει μορφή λαϊκού θεάτρου. Εικονίζονται συνήθως κωμικοί χαρακτήρες, γέροι αξιολύπητοι, γριές άσχημες, με θέματα μυθικά που αποδίδονται κατά τρόπο γελειογραφικό. Στην εν λόγω παράσταση του καβειρικού αγγείου η Κίρκη προσπαθεί να πείσει τον Οδυσσέα να πιεί το μαγικό της ποτό. Αν το πετύχαινε ο Οδυσσέας θα μεταμορφωνόταν σε χοίρο.
Στη Συλλογή Christchurch της Νέας Ζηλανδίας ευρίσκεται αρχαιοελληνικός αμφορέας με αγγειογραφία μελανόμορφου ρυθμού του 530 π.Χ. Στην αγγειογραφία αυτή παριστάνεται χορός. Πέντε (5) άνδρες βαδίζουν επάνω σε ξυλοπόδαρα, φορούν μακρείς μυτερούς σκούφους, κοντό χιτώνα και δορά (=δέρμα ζώου).Τα ξυλοπόδαρα χρησιμοποιούνται για να δοθεί ύψος στους ηθοποιούς που πιθανόν παριστάνουν Τιτάνες. Δορά ζώου έφερε και η θεά Αθηνά.
Έτσι π.χ. α) στο Μουσείο του Rouen ευρίσκεται αρχαιοελληνικό αγγείο, μελανόμορφου ρυθμού, στο οποίο εικονίζεται η θεά Αθηνά φέρουσα περικεφαλαία να τρομοκρατεί τον γίγαντα Εγκέλαδο με τα γίδια της αιγίδας, δηλ. με τα φίδια του δέρατος (δέρματος της αιγός), προτού τον χτυπήσει με το δόρυ της το οποίο κρατάει με το αριστερό χέρι της. Το ιερό πουλί του θεού Δία, αετός, συμπαρίσταται σε όλους τους θεούς που μετέχουν στην γιγαντομαχία. Πλησιέστερα στην Αθηνά ευρίσκεται η γλαύκα (κουκουβάγια), το δικό της ιερό πουλί. β) Στο Μουσείο του Βατικανού ευρίσκεται αρχαιοελληνικό αγγείο, με αγγειογραφία ερυθρόμορφου ρυθμού, του 5ου αιώνος π.Χ., που παριστά την θεά Αθηνά με την αιγίδα (=δέρμα αιγός) στο στήθος, με περικεφαλαία και δόρυ.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μονάχου στην Γερμανία ευρίσκεται αρχαία ελληνική κύλιξ του 5ου αιώνος π.Χ., στην οποία εικονίζεται μία Μαινάδα. Η Μαινάδα αυτή έχει μακριά μαλλιά στο κεφάλι της. Ως περιλαίμιο φέρει δεμένη σε κόμπο δορά (δέρμα) πάνθηρος. Στο δεξιό χέρι της κρατάει θύρσο (=σκήπτρο) και στο αριστερό χέρι της κρατάει το αριστερό πόδι ενός πάνθηρα, τον οποίο σηκώνει στον αέρα. Φορώντας στο λαιμό τους την δορά πάνθηρος οι Μαινάδες έδειχναν ότι είναι πιστές στον θεό Διόνυσο. Τα μαλλιά της Μαινάδας ανεμίζουν στον αέρα και ψηλά στο κεφάλι είναι δεμένα με μορφή φιδιού, η κεφαλή και ο λαιμός του οποίου παριστάνεται ως λοφίο. Πολλές φορές σε αγγειογραφίες παριστάνονται φίδια να ελίσσονται γύρω από τους βραχίονες των Μαινάδων, των ακολούθων και ιερειών του θεού Διονύσου.
Γ) Τα δώδεκα (12) μέλη του Χορού του θιάσου, (νέοι, γαμπροί), με την αρχαιοπρεπή ελληνική μακεδονική (βλέπε κατωτέρω) ενδυμασία τους. Είς εξ αυτών είναι ο αρχηγός, ός δίδει τα χορευτικά συνθήματα για τις διαφορετικές φιγούρες, οι οποίες συνοδεύουν έν έκαστον (σύνθημα) εξ αυτών. Οι γαμπροί αυτοί συνθέτουν τον Χορό της θεατρικής παράστασης, ήτοι τον Χορό των αρχαίων ελληνικών τραγωδιών και κωμωδιών, και ορχούνται αδιαλείπτως καθ΄ όλη την διάρκεια της παράστασης υπό την συνοδεία οργανοπαίκτου που παίζει λύρα ή άσκαυλο (αυλό, γκάϊντα).
Κατά τον αρχαίο Έλληνα Ίωνα ποιητή Όμηρο, τον μεγαλύτερο ποιητή της αρχαιότητος, η όρχησις, ή η ορχηστρική ή η ορχηστύς συνδέεται πάντοτε με την κιθάρα και το άσμα, και το όλον έλεγεν ο ίδιος μολπήν. Λύρα, αυλός ή κιθάρα συνώδευε την όρχησιν. Περιείχε δε αυτή συνήθως και μιμικές παραστάσεις ή μάλλον ήτο μιμική τέχνη, αντιλήψεις το πρώτον και αισθήματα εκφράζουσα. Η όρχησις από των απωτάτων χρόνων εκαλλιεργείτο στον ελληνικό ιωνικό Πόντο και στην Ελλάδα και μνημονεύεται πολύ συχνά υπό του Ομήρου (Οδ. Α,153, Ζ,65, Θ. 261, Ρ, 605. Ιλ. Ν.637. Σ, 569, 590). Βαθμηδόν ανεπτύχθη μετά ταύτα ως τέχνη, και ρητώς μαρτυρεί και εκθέτει ο Λουκιανός (π. Ορχ. 25. 34).
Στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης στις Η.Π.Α. ευρίσκεται αρχαιοελληνικό αγγείο με αγγειογραφία ερυθρόμορφου ρυθμού, των αρχών του 5ου αιώνος π.Χ.. Στην αγγειογραφία τούτη εικονίζεται σκηνή διθυραμβικού χορού. Στην μέση ευρίσκεται αυλητής που παίζει αυλό Οι χορευτές ψάλλουν και χορεύουν στην ορχήστρα του θεάτρου.
Στην Κοπεγχάγη της Δανίας, στο Μουσείο Thorvaldsen, ευρίσκεται αρχαιοελληνικό θραύσμα του 450 π.Χ., που φέρει αγγειογραφία ερυθρόμορφου ρυθμού. Στην απεικόνιση τούτη παριστάνεται Σάτυρος που οδηγεί πομπή. Πρόκειται πιθανότατα για χορευτή διθυράμβου μεταμφιεσμένο σε Σάτυρο. Η γένεση της τραγωδίας συνδέεται με τον διθύραμβο, χορικό άσμα με διονυσιακό περιεχόμενο.
Στη Βοστώνη, στο Μουσείο Καλών Τεχνών στις Η.Π.Α. ευρίσκεται αρχαιοελληνική πελίκη με αγγειογραφία ερυθρόμορφου ρυθμού, των μέσων 5ου αιώνος π.Χ., ήτοι του 450 π.Χ. Στην αγγειογραφία τούτη εικονίζεται σκηνή ετοιμασίας ηθοποιών που αποτελούσαν τον τραγικό Χορό γυναικών. Στην παράσταση ο ένας ηθοποιός, δεξιά, προσαρμόζει τα γυναικεία υποδήματά του (=κοθόρνους), υποδυόμενος το ρόλο ως μέλος του γυναικείου Χορού. Στην ίδια παράσταση μπροστά χαμηλά εικονίζεται, ακουμπισμένο στο έδαφος, το γυναικείο προσωπείο του, το οποίο θα φορέσει για τις ανάγκες του Χορού. Ο ηθοποιός που ευρίσκεται αριστερά είναι ήδη έτοιμος. Έχει ήδη φορέσει το γυναικείο προσωπείο και εκτελεί μία από τις κινήσεις του Χορού.
Οι κόθορνοι ήσαν υποδήματα που έφθαναν μέχρι το μέσον της κνήμης, προσδενόμενα εις το έμπροσθεν μέρος, και έφεραν χοντρά πέλματα (σόλες). Θυμάμαι την εκ πατρός γιαγιά μου Κυριακή, γεννηθείσα εν Πόντω το 1915. Ήμουν παιδάκι. Μου έλεγε : « Φέρον τα κοθόρν ι α μ΄». Κι εγώ έτρεχα μετά χαράς να της τα φέρω, λες και θα έκανα κάτι σπουδαίο, λες και θα της προσέφερα τον κόσμο στο πιάτο.
Στο Σίδνεϋ της Αυστραλίας, στο Μουσείο Nikholson, ευρίσκεται αρχαιοελληνικό αγγείο, των αρχών του 4ου αιώνος π.Χ., με αγγειογραφία ερυθρόμορφου ρυθμού. Στην αγγειογραφία τούτη εικονίζονται τρεις ηθοποιοί μέλη χορού σατυρικού δράματος. Οι δύο αριστερά κρατούν το προσωπείο στο χέρι τους. Ο τρίτος το φορεί στο πρόσωπό του και εκτελεί χορευτικό βηματισμό. Αντίθετα με την τραγωδία, το σατυρικό δράμα διατήρησε στενότερη σχέση με τον διονυσιακό κύκλο. Αργότερα επεκτάθηκε με άλλα θέματα, αλλά διατήρησε πάντοτε χορό από Σατύρους.
Στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης των Η.Π.Α. ευρίσκεται αρχαιοελληνικός κρατήρας του δεύτερου μισού του 5ου αιώνος π.Χ. με αγγειογραφία ερυθρόμορφου ρυθμού. Στην αγγειογραφία τούτη αποδίδεται σκηνή χορού διθυράμβου, του οποίου τα μέλη είναι μεταμφιεσμένα σε Σατύρους. Οι γέροντες Σάτυροι ορχούνται (=χορεύουν) συνοδεύοντας το τραγούδι τους με κιθάρα.
Δώδεκα (12) είναι τα μέλη του Χορού των Μωμόγερων, ήτοι των 12 νέων, γαμπρών και σε αυτούς προσωποποιούνται οι δώδεκα (12) μήνες της ανατέλλουσας νέας χρονιάς. Δώδεκα δώδεκα (12) ήσαν οι θεοί του Ολύμπου, αλλά και ακολούθως δώδεκα (12) οι Απόστολοι στα χριστιανικά χρόνια. Προσέτι δώδεκα (12) και οι ημέρες των δωδεκαημέρου, καθ΄ ό και η των θεατρικών δραστηριοτήτων των Μωμόγερων (Χριστούγεννα μέχρι Φώτα) χρονική διάρκεια
Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν συμπάθεια στον αριθμό τρία (3) και στα πολλαπλάσια του 3, ήτοι:
α) (3Χ1=3) : i) τρεις φορές έπτυον δεξιά τους επί βασκανίας, όπως λίγο –πολύ συμβαίνει και σήμερα (φτύνουμε στον κόρφο μας 3 φορές) μπροστά στον κίνδυνο ματιάσματος, το μάτιασμα-βασκανία, δε, αποδέχεται και η Εκκλησία μας και προς εξουδετέρωσή της διαβάζεται από ιερέα οικεία ευχή, η ευχή επί βασκανίας, ii) τρικέφαλος ή τρίσωμος ήτο ο Κέρβερος, ο φύλαξ του Άδη, iii) τρεις ήσαν οι Χάριτες (μυθικές θεότητες, προσωποποιήσεις της χάριτος και της ομορφιάς) : Θάλεια, Ευφροσύνη, Αγλαϊα, iv) τρεις ήσαν οι ΄Ωρες (μυθικές θεότητες, προστάτιδες της ευημερίας) : Θαλλώ, Αυξώ, Καρπώ, v) τρεις οι κόρες της Θέμιδος αι του Διός : Ευνομία, Δίκη, Ειρήνη, vi) τα βέλη του Απόλλωνα προσβάλλουν τριών ειδών ζωντανούς οργανισμούς : ημιόνους, σκύλους και ανθρώπους (A 60 εξ.), vii) τρεις ημέρες χρειάζεται ο Αχιλλέας να γυρίσει στην πατρίδα του ( Ι 363), viii) τρεις φορές ο Αχιλλέας σέρνει το σώμα του Έκτορα γύρω από το μνήμα του Πατρόκλου, ix) από την τρωικη βασιλική οικογένεια τρεις γυναίκες μοιρολογούν τον Έκτορα : η μητέρα του Εκάβη, η συζυγός του Ανδρομάχη και η Ωραία Ελένη (Ω 723), x) ο Γηρυόνης είχε τριπλό σώμα. Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μονάχου ευρίσκεται αγγείο, ερυθρόμορφου ρυθμού, του 6ου αιώνος π.Χ. Στην ερυθρόμορφή του αγγειογραφία παρουσιάζεται ο δέκατος άθλος του Ηρακλή. Ο Ηρακλής αντιμετωπίζει τον τερατώδη Γηρυόνη που είχε τριπλό σώμα και στη συνέχεια «αρπάζει» την αγέλη του. Με την συμπαράσταση της θεάς Αθηνάς ο Ηρακλής εξοντώνει τον Γηρυόνη με το ξίφος του.
β) (3Χ2=6) : i) έξι μήνες τον χρόνο έμενε στον Κάτω Κόσμο η από τον Πλούτωνα αρπαγείσα και απαχθείσα Περσεφόνη και τους άλλους έξι επέστρεφε στη γη, στη μητέρα της Δήμητρα, ii) έξι ημέρες χρειάζεται ο Οδυσσέας να φθάσει στους Λαιστρυγόνες (Κ 80), iii) έξι λαιμούς είχε η Σκύλλα, iv) έξι συντρόφους του Οδυσσέα αρπάζει η Σκύλλα (Μ 246), v) έξι μνηστήρες ρίχνουν πρώτοι τα κοντάρια τους στον Οδυσσέα (Χ 252), vi) η Νιόβη είχε έξι (6) αγόρια και έξι (6) κορίτσια (Ω 604). Τα 12 (:3Χ4) αυτά παιδιά της σκοτώθηκαν από τα δύο παιδιά της Λητούς, τον Απόλλωνα και την Άρτεμιν. Στο Μουσείο Λούβρου στο Παρίσι ευρίσκεται αρχαιοελληνικό αγγείο, στην ερυθρόμορφη απεικόνιση του οποίου εικονίζεται η θανάτωση των παιδιών της Νιόβης. Παράσταση επηρεασμένη από την σπουδαία ζωγραφική του Πολύγνωτου και του Μίκωνα. Η Νιόβη είχε έξι υιούς και έξι κόρες. Υπερηφανευόταν και χλεύαζε την Λητώ ότι έχει μόνο ένα υιό και μία κόρη. Για να την τιμωρήσει η Λητώ την Νιόβη για την κομπορρημοσύνη, την αλαζονεία και τον χλευασμό της, ζήτησε από τον υιό της Απόλλωνα να σκοτώσει τους έξι υιούς της Νιόβης, και από την κόρη της Άρτεμη να σκοτώσει τις έξι κόρες της Νιόβης
γ) (3Χ3=9) : i) επί εννέα (9) ημέρες πέθαιναν άνθρωποι και ζώα στο στρατόπεδο των Αχαιών από τον λοιμό (=θανατηφόρα επιδημία), που είχε προκαλέσει η οργή του Φοίβου, όταν ο Αγαμέμνων αρνήθηκε να επιστρέψει την από τον ίδιο αρπαγείσα και απαχθείσα Χρυσηίδα στον πατέρα της Χρύση, ο οποίος ήτο ιερέας του Απόλλωνα, ii) εννέα ήσαν οι Μούσες, οι κόρες του Διός και της Μνημοσύνης (ελληνικές μυθικές θεότητες, προστάτιδες της πνευματικής δημιουργίας) : Κλειώ, Ευτέρπη, Θάλεια, Μελπομένη, Τερψιχόρη, Ερατώ, Πολύμνια, Ουρανία, Καλλιόπη. Εσχάτως, σε πρόσφατες ανασκαφές, στην Ιωνία της Μικράς Ασίας απεκαλύφθη ψηφιδωτό επιδαπέδιο της ελληνικής αρχαιότητος, εις ό εικονίζονται οι εννέα Μούσες. iii) 9 σκυλιά έχει ο Αχιλλέας στη σκηνή του (Ψ 173), iv) εννέα ημέρες κρατάει η πολιορκία του κάστρου της Τροίας (Β 134), v) εννέα ημέρες μένουν άθαφτα τα 12 παιδιά της Νιόβης, vi) εννέα ημέρες κρατάει το μοιρολό(γ)ι για τον Έκτορα (Ω 664), vi) εννέα ημέρες κουβαλούν ξύλα από το βουνό για την πυρά του Έκτορα (Ω 784), vii) στον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα, ο ίδιος εννέα (9) ημέρες πλανηθείς επί των κυμάτων προσωρμίσθη εις Παντασσόν (Όθρυν, Άθω, Αίτνα). Βλέπε το άρθρο μου : « Οι Έλληνες Πόντιοι είναι ανηψιοί των Ελλήνων Μακεδόνων. Οι Έλληνες Μακεδόνες είναι θείοι των Ελλήνων Ποντίων».
δ) (3Χ4=12) : i) δώδεκα (12), ως ανωτέρω ανεφέρθη, τα μέλη του Χορού στον θίασο των Μωμόγερων, ii) δώδεκα (12) οι δώδεκα θεοί των αρχαίων Ελλήνων και των Ελλήνων Ποντίων του Πόντου βέβαια, iii) δώδεκα ήσαν οι άθλοι του Ηρακλέους, iv) δώδεκα (12) και τα γοργοπόδαρα άλογα που προσέφερε από τον σταύλο του ο Αγαμέμνων στον Αχιλλέα, v) 12 δαμάλες τάζει η Εκάβη να θυσιάσει στη θεά Αθηνά ( Ζ93, 274,308), vi) 12 νεαρούς Τρώας σφάζει ο Αχιλλέας στην πυρά του Πατρόκλου (Ψ175, 190. Πβ. Σ 336, Φ 27, Ψ 32), vii) με δώδεκα στάμνες κρασιού εφοδιάζεται ο Τηλέμαχος για το ταξίδι του, viii) δώδεκα ήσαν οι μνηστήρες της Πηνελόπης από την Ιθάκη (Π 251).
ε) (3Χ9=27) : i) είκοσι επτά ήσαν οι Τρώες που σκότωσε ο Πάτροκλος πριν τον θάνατό του (Π 785),
στ) 3Χ20 =60) : i) εξήντα ήσαν τα καράβια του Μενελάου από την Σπάρτη (Β 587),
ζ) (3Χ100=300) : ο Οδυσσέας θα πάλευε και με 300 άνδρες αν γνώριζε ότι του παραστέκει η Αθηνά (Ν 389).
η) (3Χ120=360) : στο χοιροστάσιο του Εύμαιου είχαν απομείνει μόνο 360 αρσενικά ζώα (Ξ 20).
Και στον Χριστιανισμό παρατηρείται η συχνή χρήση του τρία (3) και των πολλαπλασίων του :
α) (3X1=3) : i) «πριν αλέκτορα φωνήσαι τρις απαρνήση με» είπε ο Ιησούς στον μαθητή του Πέτρο (κατά Ματθαίον 26), ii) μετά το θάνατο του πιστού τελείται μεταξύ άλλων το τριήμερο μνημόσυνο, το εννεαήμερο μνημόσυνο , το εξαμήνου από το θάνατό του μνημόσυνο και το τριών ετών από τον θάνατό του μνημόσυνο, iii) ο Χριστός τριήμερος ανέστη εκ του τάφου, iv) τρεις ημέρες παρέμεινε ο προφήτης Ιωνάς εν τη κοιλία του κήτους και προσευχόταν στον Κύριο να τον συγχωρήσει για τις αμαρτίες του και ακολούθως το κήτος τον εξέμεσε (=τον εξέβαλε εκ του στόματός του), v) η Παναγία μπήκε στο ναό (Εισόδια) όταν ήταν τριών ετών, vi) τρία είναι τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, vii) τρεις οι Ιεράρχες μας, viii) τριπλή είναι η βύθιση του βαπτιζομένου στο νερό κατά το Βάπτισμα, και τούτο συμβολίζει την τριήμερη παραμονή του Θεανθρώπου στον Άδη και τη νίκη της ζωής επί του θανάτου, ix) τρεις μήνες έμεινε με την Ελισάβετ η Παναγία,
β) (3Χ3=9) : i) εννιάμηνη η κύηση της Θεοτόκου (Ευαγγελισμός Θεοτόκου 25/3-Γέννηση Ιησού 25/12), ii) εννιάμηνη η κύηση της Ελισσάβετ (23/9 Σύλληψις Ιωάννου Προδρόμου – 24/6 Γέννησις Ιωάννου Προδρόμου), iii) στις 24 Αυγούστου, ημέρα εορτής της Παναγίας της Φανερωμένης (ημέρα αποδόσεως της Κοιμήσεως της Θεοτόκου) αποδίδουμε το εννιαήμερο μνημόσυνο στην Παναγία μας από την Κοίμησή της (15 Αυγούστου),
γ) (3X4=12) : i) δώδεκα οι μαθητές και Απόστολοι του Κυρίου, ii) η Παναγία παρέμεινε στον ναό δώδεκα έτη, iii) δώδεκα, κατά την Παλαιά Διαθήκη, οι στις πλάκες του Μωυσέως εντολές του Θεού, iv) δώδεκα κατά την Παλαιά Διαθήκη τα παιδιά του Ιακώβ, v) δώδεκα κατά την Παλαιά Διαθήκη οι φυλές του Ισραήλ, (στην Παλαιά Διαθήκη, οι δώδεκα γιοι του Ιακώβ έγιναν οι αρχηγοί των δώδεκα φυλών του Ισραήλ, vi) δώδεκα ημέρες το Δωδεκαήμερο της Εκκλησίας ( Χριστούγεννα 25/12 – Θεοφάνια 5/1).
ε) (3Χ10=30) τριάντα ήσαν τα αργύρια που έλαβε ο Ιούδας για την προδοσία του Χριστού,
στ) (3Χ11=33) : i) τριάντα τριών εσταυρώθη ο Χριστός,
ζ) (3Χ20=60) i) τουλάχιστον εξήντα ετών ήταν η Ελισάβετ όταν έμεινε έγκυος στον Ιωάννη,
η) (3Χ40 = 120) i) ο Θεός είδε την σαρκικότητα των ανθρώπων και αποφάσισε να περιορίσει τη διάρκεια της ζωής των ανθρώπων σε 120 χρόνια, ii) 120 ημέρες μετά τη λήξη του κατακλυσμού ο Νώε απέστειλε πουλί για να διαπιστώσει ο ίδιος αν έχουν αποτραβηχτεί τα νερά,
θ) (3Χ50 =150) : i) τα νερά κρατούνταν στην γη για 150 ημέρες (Γένεσις 7, 24), ii) 150 ημέρες μετά τη λήξη του κατακλυσμού η κιβωτός του Νώε στάθηκε πάνω στην κορυφή του βουνού Αραράτ, στην Αρμενία,
Δ) Η νύμφε (η νύμφη) ή οι νύμφες. Τις υποδύονται, ως ανεφέρθη άνδρες. Είναι «νέες», φορούν άσπρη-νυφική περιβολή και άσπρο λουλουδένιο στεφάνι, χορεύουν πέριξ και ανάμεσα στους γαμπρούς χορευτές Μωμόγερους του Χορού και συμβολίζουν τον Άνοιξη που έρχεται, την Φύση που πρόκειται να αναγεννηθεί, την ανθοφορία και την καρποφορία της γης, την γονιμότητα και την διαιώνιση του ανθρώπινου γένους.
Στο Μουσείο Μονάχου της Γερμανίας ευρίσκονται αρχαιοελληνικά αγάλματα του 500 π.Χ.-480 π.Χ. από το ναό της Αφαίας Αιγίνης. Τα αγάλματα αυτά παρουσιάζουν νέες γυναίκες ντυμένες με πέπλο και χιτώνα. Η αριστοτεχνική κόμμωσή τους θυμίζει εν πολλοίς των κόμμωση των Καρυάτιδων, εν Ερεχθείω αρχικώς, ευρισκομένων, εσχάτως δε εν Αρχαιολογικώ Μουσείω Ακροπόλεως.
Στο Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής ευρίσκεται ελληνική αττική λήθυκος του ζωγράφου : Αμάσιος, (560 π.Χ.), η οποία παριστά σκηνή γάμου. Επάνω σε συρωνίδα (=άρμα) εικονίζονται ο γαμπρός και η νύμφη. Η νύμφη στο αριστερό χέρι της κρατά το νυφικό στεφάνι. Ο γαμπρός -ηνίοχος κρατά το ηνίον του ίππου που σύρει την συνωρίδα (=άμαξα).
Ε) Ο οργανοπαίκτης (μουσικός). Παίζει το μουσικό όργανο της ποντιακής λύρας (ήτοι o λυράρης), ή το μουσικό όργανο της ασκαύλου (κάϊδας ή γκάϊντας) (ήτοι o ασκαύλης, ο παίζων αυλόν, όστις εφυσάτο δι΄ ασκού) (Mart. Ep. X, 3, 8), και ορχούνται οι δώδεκα γαμπροί. Ο Ηρακλής ο Ποντικός, ο Ηρακλής εκ του Πόντου, ήτο μουσικός, ο οποίος κατά τον Πλούταρχο, ανέφερε σε κάποιο έργο του ότι ο Τέρπανδρος ο Λέσβιος εφεύρε τους νόμους της κιθαρωδίας και τελειοποίησε την αρχαία κιθάρα. Ο Ηρακλείδης ο Ποντικός (4ος αιών π.Χ.), από την Ηράκλεια του Πόντου, ήτο σπουδαίος φιλόσοφος και συγγραφέας, υπήρξε αρχικά μαθητής του Σπεύσιππου και αργότερα του Πλάτωνος, ανέλαβε την διεύθυνση της Ακαδημίας του, ήτοι της Ακαδημίας του Πλάτωνος, και έγραψε έργα Ρητορικά, Ηθικά, Φυσικά, Γραμματικά και Μουσικά, μεταξύ των οποίων (Μουσικών) είναι τα : «Περί Μουσικής», «Περί των παρ΄ Ευριπίδη και Σοφοκλεί», «Περί των τριών τραγωδιοποιών», «Περί ποιητικής και ποιητών» κ.λ.π. 23.
Στο Μουσείο της Βασιλείας της Ελβετίας ευρίσκεται αρχαίο ελληνικό πιάτο του 520 π.Χ.-510 π.Χ. Σε μελανόμορφη εικόνα που ζωγράφισε ο Ψίαξ, παριστάνεται νεαρή κοπέλα αυλητρίς (=οργανοπαίκτρια αυλού) να παίζει αυλό, ενώ κωμαστής χορεύει.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Φλωρεντίας ευρίσκεται αρχαιοελληνική ερυθρόμορφη υδρία, γύρω στο 510 π.Χ. Στην υδρία αυτή εικονίζεται ο Φάων, αιώνια νέος, ο οποίος παίζει τη λύρα του. Λεπτομέρεια από την διακόσμηση ερυθρόμορφης υδρίας, του ζωγράφου Μειδία.
Στο Μουσείο του Παλέρμο της Ιταλίας ευρίσκεται αρχαιοελληνικός κρατήρας του ζωγράφου Πανός (470 π.Χ.), στον οποίο εικονίζεται σκηνή κώμου (=γέλιου). Αυλητής παίζει τον αυλό του. Ο θεός Διόνυσος χορεύει κρατώντας σκύφο (=κούπα, ποτήρι με οίνο) στο αριστερό του χέρι. Στον ώμο του αριστερού του χεριού ο χιτώνας του. Ανάμεσα σε αυλητή και Διόνυσο κύων που παρακολουθεί τον Διόνυσο ορχούμενο, χορεύοντα.
ΣΤ) Ο διάβολον (ο διάβολος). Είναι ντυμένος καλικάντζαρος, φέρει ουρά ζώου, έχει μαύρη περιβολή, ως σύμβολο του σκότους. Είναι ο πρόξενος κωμικοτραγικών καταστάσεων κατά την πορεία της θεατρική παράστασης. Ο ίδιος π.χ. βάζει την ιδέα σε ηθοποιό του θιάσου ή τρίτο, συνήθως νέο – θεατή της παράστασης για αρπαγή μίας νύμφης του θιάσου, ο ίδιος βάζει τρικλοποδιά στο γέρο του θιάσου για πτώση του με αποτέλεσμα τον γέλωτα του κοινού που παρακολουθεί κ.λ.π.
Ζ) Ο γιατρόν (ο γιατρός). Προσφέρει ιατρικές υπηρεσίες, π.χ. θεραπεύει το τραύμα του γέρου από την πτώση του εκ της τρικλοποδιάς του διαβόλου, έρχεται να εξετάσει ιατρικώς την αρπαγείσα, απαχθείσα και βιασθείσα νύμφη και να επιβεβαιώσει τον τελεσθέντα βιασμό, να επαναφέρει στη ζωή τον γέρο που υπέστη ανακοπή ύστερα από σφοδρή διένεξη που είχε με τη γριά, κ.λ.π.
Στο Μουσείο Λούβρου στο Παρίσι στην Γαλλία ευρίσκεται αρχαία ελληνική λήκυθος του τρίτου τετάρτου του 5ου αιώνος π.Χ., ήτοι 450 π.Χ.-425 π.Χ. Στην λήκυθο αυτή απεικονίζεται σκηνή θεραπείας ασθενούς πολίτη, ο οποίος είναι τραυματισμένος στο αριστερό χέρι του. Ο θεραπευτής- ιατρός είναι καθιστός, δείχνει να ρίχνει υγρό σε τραύμα της χειρός του ασθενούς. Ο τραυματίας όρθιος δέχεται την ιατρική φροντίδα υπομονετικά.
Η) Ο αστυνόμος-δικαστής. Συλλαμβάνει τους παρανομούντες και επιβάλλει σ΄ αυτούς τιμωρία : πρόστιμο για τα ήπια αδικήματα π.χ. βωμολοχία, και φυλάκιση για τα σοβαρά αδικήματα (π.χ. απαγωγή, αρπαγή ή και βιασμό αν τελεστεί).
Θ) Ο ταμίας. Παραλαμβάνει τα φιλοδωρήματα από τους οικοδεσπότες, στις αυλές των οικιών των οποίων παρουσιάζονται οι θεατρικές παραστάσεις, βεβαίως και τα φιλοδωρήματα όσων εκ του κοινού θεατών προαιρούνται να προβούν σ΄ αυτά (φιλοδωρήματα), ένεκα της προς αυτούς δωρεάν προσφερομένης-παρεχομένης χαρισματικής ζωντανής θεατρικής εικόνας, την οποία απολαμβάνουν,
Ι) Προσέτι το ίδιο το κοινό που παρακολουθεί, αλλά και συμμετέχει ενεργά «συνδιαμορφώνοντας» το εκτυλισσόμενο αυτοσχεδιαστικό περιεχόμενο της παράστασης.
Κατά το ρου του θεσμού των Μωμόγερων μέσα στο χρόνο υπήρχαν κι άλλοι ρόλοι που ατόνησαν και εξέπεσαν, όπως ο ρόλος του άρκτου (=αρκούδας), τον οποίο υποδυόταν ηθοποιός, ή ο ρόλος του τοπικού άρχοντος, του τοπάρχη του χωριού των Μωμόγερων, στα πλαίσια του οποίου ο υποδυόμενος το ρόλο αυτό καυτηρίαζε τις πολιτικές αποφάσεις του τοπάρχη του.
Οι θεατρικές παραστάσεις τελούνται κατά το δωδεκαήμερο, ήτοι από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Θεοφάνια. Οι Μωμόγεροι, ολόκληρος ο θίασος, περιέρχονται όλο το χωριό τους επισκεπτόμενοι κάθε σπίτι και κάθε νοικοκύρη, παρουσιάζοντας την θεατρική τους εκδήλωση και σκορπίζοντας ατέλειωτο γέλιο.
Οι θεατρικές του θιάσου των Μωμόγερων παραστάσεις χαρακτηρίζονται :
α) από την άντληση των θεμάτων τους από την διαχρονική καθημερινή κοινωνική και πολιτική ζωή (οικονομική δυσκολία για επιβίωση, μεγάλη ψαλίδα στο βιοτικό επίπεδο μεταξύ των πολιτών, έλλειψη διαφάνειας στη διαχείριση της εξουσίας, συνεχής αγών για επικράτηση της ειρήνης έναντι του πολέμου, και της δικαιοσύνης έναντι της αδικίας, αδυναμία στην αντιμετώπιση της βίας και της εγκληματικότητος, θανατηφόρα τροχαία),
β) από την ανεξάντλητη αυτοσχεδιαστική θεματική τους,
γ) από την τολμηρή φαντασία των μελών του θιάσου,
δ) από τις ευτράπελες σκηνές,
ε) από την ελευθερία της έμπνευσης,
στ) από την ευρηματικότητα και τα κεραυνοβόλα αντανακλαστικά των μελών του θιάσου σε κάθε φάση της αυτοσχεδιαστικής παράστασης,
ζ) από την θεατρική δεξιοτεχνία των ηθοποιών-μελών του θιάσου,
η) από τα κωμικά ευρήματα,
θ) από την στηλίτευση των κακώς κειμένων,
ι) από το πλούσιο γλωσσικό ποντιακό λεξιλόγιο κατά τον ρου της αυτοσχέδιας παράστασης,
κ) από την χρήση λέξεων, που κάποιες φορές φθάνει στις παρυφές της βωμολοχίας,
λ) από τα πειράγματα, τα λογοπαίγνια, τις φάρσες, με τις κωμικές τους διαστάσεις,
μ) από τους έξυπνους υπαινιγμούς
ν) από την προσθήκη στις θεατρικές παραστάσεις θεματικών κάθε εποχής, με ρόλους καθημερινών χαρακτήρων,
ξ) με την διατήρησή του κορμού της αυθεντικότητός του και της φυσιογνωμίας του θεσμού των Μωμόγερων και όλων των ως άνω ουσιωδών και κύριων διακριτικών τους στοιχείων.
ο) από την ζωντάνια και την ακμαιότητά του που προδιαγράφει την αδιάλειπτη συνέχιση και διατήρησή του και στους αιώνες που θα ακολουθήσουν, διότι το πολιτιστικό τούτο στοιχείο-έθιμο είναι : « ζών και δρών οργανισμός».
Το έθιμο των Μωμόγερων στον αρχαίο Ελληνισμό του Πόντου είναι ένα λαϊκό αρχαίο έθιμο που ερείδεται στην πρώτη περίοδο της δημιουργίας του λαϊκού θεάτρου και ο πρωταγωνιστής του ομίλου ο Μωμόγερος παριστά τον γνήσιο πρωταγωνιστή της πρώτης μορφής του αρχέγονου θεάτρου. Πριν ακόμη διαμορφωθεί η εκτέλεση του Διονυσιακού διθυράμβου παρατηρούμε ότι πολύ πιο παλιά εμφανίζονται οι σάτυροι. Με τις διονυσιακές γιορτές, από το 600 π.Χ. και επέκεινα, η λατρεία του θεού Διονύσου γινόταν από χορό μεταμφιεσμένων σατύρων, οι οποίοι έψαλαν τον διθύραμβο, δηλ. έναν ύμνο, ήτοι ένα θρησκευτικό λατρευτικό άσμα προς τιμήν του Διονύσου. Στον αρχαίο ελληνικό κόσμο οι σάτυροι, μεταμφιεσμένοι μιμούνταν ή υποδύονταν ρόλους και με αυτοσχέδιους διαλόγους διασκέδαζαν τους θεατές. Ορισμένες φορές τραγωδούσαν (έψαλαν μεταμορφωμένοι τραγόμορφα, ήτοι σε μορφές τράγων) γύρω από τον βωμό του θεού Διονύσου για να
τον εξευμενίσουν. Ενίοτε με διάφορα σκώμματα, μομφές, ψόγο σατίριζαν με γελοίο τρόπο γεγονότα της καθημερινής ζωής.
Η αρχαία κωμωδία στην ιωνική Αθήνα εμφανίζεται πολύ πιο αργά σε σχέση με τους Μωμόγερους του Πόντου. Ο θεσμός των Μωμόγερων εν ελληνικώ ιωνικώ Πόντω είναι πολύ παλαιότερος. Η αρχαία κωμωδία έγινε θεσμός στην Αθήνα το 486 π.Χ. στα Μεγάλα Διονύσια. Για τα «Μεγάλα Διονύσια» βλέπε τα άρθρα μου : «Λαζαρίνες, Παναθήναια, Διονύσια κ.λ.π» και «Οι Φανοί της Κοζάνης, τα Οσχοφόρια, οι Λαζαρίνες κ.λ.π.». Αγώνας κωμωδίας έγινε με ευθύνη της πόλης της Αθήνας στα Λήναια το 482 π.Χ.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο της νήσου μας Κω ευρίσκεται αρχαιοελληνικό ενεπίγραφο αναθηματικό (=αφιερωτικό) ανάγλυφο, στα τέλη του 5ου αιώνος π.Χ., ήτοι 430 π.Χ.-400 π.Χ. Σ΄ αυτό το ανάγλυφο παριστάνονται οι τρεις Χάριτες, που στήνουν χορό στο Όλυμπο. Κρατημένες χέρι-χέρι σέρνουν τα βήματά τους με τους ήχους της κιθάρας του Απόλλωνος και το τραγούδι των Μουσών. Στην συγκεκριμένη παράσταση οι τρεις Χάριτες, αγαθές θεές της γονιμότητος, χορεύουν γύρω από τον βωμό του ιερού τους στον Όλυμπο μαζί με άλλες θεές, με τον Απόλλωνα να παίζει την κιθάρα του. Στην παράσταση εικονίζεται και ένας πιστός που τις παρατηρεί. Από ψηλά στην ίδια παράσταση ξεπροβάλλει το κεφάλι του Πάνα, (Πάς – ανός), του καλού δαίμονα της φύσης.
Στις παραστάσεις των Μωμόγερων διακωμωδούνται α) η καθημερινή ζωή των πολιτών (π.χ. έριδες εντός ζεύγους, το «ψαλάφεμαν τη νύφες» (=η πρόταση από τους γονείς του γαμπρού προς τους γονείς της κόρης τους-νύμφης για σύναψη γάμου μεταξύ γαμπρού και νύφης), επί μεν αρνήσεως «το κλέψιμον τη νύφες» (=η απαγωγή της νύφης), επί δε αποδοχής της προτάσεως «το νυφέπαρμαν» (= η από τον κουμπάρο και την συνοδεία του παραλαβή της νύφης από το σπίτι της και συνοδευτική μετακίνησή της στην εκκλησία), β) η πολιτική ζωή ( π.χ. κακός τρόπος άσκησης της εξουσίας).
Στο έργο-κωμωδία : «Σφήκες» (442 π.Χ, Λήναι, 2ο βραβείο, αριθμός στίχων 1.537), του κωμικού ποιητή Αριστοφάνους (445π.Χ.-385 π.Χ.), διακωμωδείται η δικομανία των Αθηναίων πολιτών, η μανία τους δηλ. να τρέχουν στα Δικαστήρια με το παραμικρό, και η πολιτική διαφθορά, κάτι που λίγο πολύ συμβαίνει και σήμερα. Η δικομανία και η φιλ-έριδα είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα ημών των Ελλήνων.
Στο έργο-κωμωδία : «Όρνιθες» (414 π.Χ., Μεγάλα Διονύσια 2ο βραβείο, αριθμός στίχων 1.765),του ιδίου του Αριστοφάνους (445π.Χ.-385 π.Χ.), δύο Αθηναίοι, ο Ευελπίδης και ο Πεισθέταιρος, αγανακτισμένοι από την πολιτική διαφθορά της πολιτικής ζωής των Αθηναίων, ιδρύουν με την βοήθεια του βασιλιά του θεού έποπα (=τσαλαπετεινού) μία καινούργια φανταστική πόλη στον εναέριο χώρο μεταξύ ουρανής και γης, μεταξύ θεών και ανθρώπων, την Νεφελοκοκκυγία.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Βερολίνου της Γερμανίας ευρίσκεται αρχαιοελληνικός αμφορέας που φέρει αγγειογραφία, μελανόμορφου ρυθμού, του δεύτερου μισού του 6ου αιώνος π.Χ., δηλ. 550 π.Χ.-500 π.Χ. Η παράσταση εικονίζει χορό ανδρών μεταμφιεσμένων σε πετεινούς, που ακολουθεί τον προπορευόμενο αυλητή. Τα μέλη του χορού εισέρχονται στην ορχήστρα τυλιγμένα με μανδύα, τον οποίον θα πετάξουν ξαφνικά για να δημιουργήσουν την έκπληξη στο κοινό όταν θα αυτοπαρουσιασθούν.
Στο Μουσείο Καλών Τεχνών στη Βοστώνη των Η.Π.Α. ευρίσκεται αρχαιοελληνκός σκύφος του 6ου αιώνος π.Χ. με αγγειογραφία μελανόμορφου ρυθμού. Στην αγγειογραφία τούτη χορός νεαρών ανδρών με χλαμύδα και δόρυ που ιππεύουν στρουθοκαμήλους. Δεξιά ένας γενειοφόρος παίζει αυλό. Πρόκειται για πρώιμη παράσταση κωμωδίας όπου ο ηθοποιός διαλέγεται με τον Χορό.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Βερολίνου της Γερμανίας ευρίσκεται αρχαιοελληνικός αμφορέας, με αγγειογραφία μελανόμορφου ρυθμού. Σ΄ αυτήν εικονίζονται τρεις ιππείς με κράνη και θώρακες, οι οποίοι κάθονται στους ώμους τριών γενειοφόρων με προσωπεία και ουρές αλόγων που παριστούν άλογα. Πρόκειται πιθανόν για χορό κωμωδίας ανάλογο με τον χορό των ιππέων του Αριστοφάνη, εβδομήντα (70) χρόνια πριν από την επίσημη εμφάνιση της κωμωδίας.
Η «Λυσιστράτη» (411 π.Χ., πιθανόν στα Μεγάλα Διονύσια, αριθμός στίχων 1.321) του Αριστοφάνους είναι μία κωμωδία που έχει θέμα την ειρήνη και στοχεύει στον τερματισμό του πολέμου. Το έργο ομιλεί για την ερωτική απεργία των γυναικών σε πανελλήνια κλίμακα για να εξαναγκάσουν τους άνδρες να συνάψουν ειρήνη. Την πρωτοβουλία αναλαμβάνει η ομώνυμη ηρωίδα, Λυσιστράτη, που κινητοποιεί τις γυναίκες της Αθήνας και της Σπάρτης. Οι δύο παρατάξεις (Αθήνα-Σπάρτη) συμφιλιώνονται με κοινό γλέντι στην Ακρόπολη.
Στο έργο-κωμωδία : «Θεσμοφοριάζουσες» (411 π.Χ., πιθανόν στα Λήναια, αριθμός στίχων 1.231) του τραγικού ποιητή Ευρυπίδη, επειδή στις τραγωδίες του τις συκοφαντούσε. Ο Μνησίλοχος, φίλος του Ευρυπίδη, ντυμένος γυναίκα, μπαίνει στις αποκλειστικά για γυναικείες γιορτές για να υποστηρίξει τον ποιητή Ευρυπίδη από τις εναντίον του κατηγορίες των γυναικών που τον θεωρούν μισογύνη. Αποκαλύπτεται όμως το φύλο του, απειλείται ο ίδιος ο Μνησίλοχος με ακατονόμαστες τιμωρίες, αλλά σώζεται τελικά από τον Ευρυπίδη. Η ονομασία Θεσμοφοριάζουσες οφείλεται στα «Θεσμοφόρια», για τα οποία (Θεσμοφόρια) δημοσίευσα στο διαδίκτυο το άρθρο μου : «Λαζαρίνες, Λήναια, Θεσμοφόρια, κ.λ.π.», και τα οποία ήσαν πανελλήνια γιορτή αφιερωμένη στη θεά Δήμητρα και την κόρη της Περσεφόνη, που την γιόρταζαν μόνο γυναίκες, την εποχή της σποράς, με αυστηρό αποκλεισμό των ανδρών.
Στο έργο –κωμωδία : «Βάτραχοι» (405 π.Χ., 1ο βραβείο στα Λήναια, αριθμός στίχων 1.533) του Αριστοφάνους ((445π.Χ.-385 π.Χ.), ο Διόνυσος διοργανώνει ποιητικό διαγωνισμό με κριτή τον ίδιο (τον Διόνυσο), για τα πρωτεία ανάμεσα στον Αισχύλο και τον Ευρυπίδη και ανακηρύσσει τον Αισχύλο νικητή. Ο ανταγωνιστικός διάλογος των δύο αυτών τραγικών ποιητών στο έργο τούτο δίνει την ευκαιρία στον θεό Διόνυσο-κριτή να διαμορφώσει τη θέση του για την ποιητική τέχνη. Στο έργο υπάρχουν δύο χοροί : ο πρώτος-κύριος, από μύστες των Ελευσινίων Μυστηρίων και ο δεύτερος –δευτερεύων, ο χορός των Βατράχων, εκ των οποίων προέρχεται και η ονομασία του έργου. Ο Διόνυσος είναι γνωστό ότι εθεώρει τον Αισχύλο ως πρώτον των τραγικών μας ποιητών, ομίλει όμως με επαινετικό λόγο και για τον Ευριπίδη.
Στο έργο-κωμωδία : «Εκκλησιάζουσες» (393/391 π.Χ., αριθμός στίχων 1.183) του Αριστοφάνους οι γυναίκες με επικεφαλής την Πραξαγόρα, μεταμφιεσμένοι σε άνδρες, καταλαμβάνουν με πραξικόπημα την εξουσία και επιβάλλουν σε όλα την κοινοκτημοσύνη, καθίστανται δηλ. όλα κοινά σε όλους. Το νέο σύστημα οδηγεί τελικά σε ευτράπελες σκηνές και αδιέξοδες καταστάσεις. Σατιρίζονται οι νέες ιδέες για κοινοκτημοσύνη και για χειραφέτηση των γυναικών, καθώς και η ανικανότητα των ανδρών να κυβερνήσουν σωστά το κράτος.
Στον ελληνικό ιωνικό Πόντο κατά την αρχαιότητα ανεπτύχθη και ήκμασε και η ποίηση, η αρχαία κωμωδία, η αρχαία τραγωδία και το δράμα, και το αρχαίο θέατρο. Σπουδαίοι αρχαίοι ποιητές τραγικοί και δραματοποιοί, κωμικοί και κωμωδιογράφοι που ανεδείχθησαν στον Πόντο είναι : Ο Σπίνθαρος, από την Ηράκλεια του Πόντου, τραγικός ποιητής, σύγχρονος του Αθηναίου τραγικού ποιητή Σοφοκλή, που έζησε από το 496 π. Χ. μέχρι το 406 π.Χ. και ασχολήθηκε με την τραγωδία. Ο Διόδωρος, από τη Σινώπη του Πόντου, κωμικός ποιητής, που ανήκει στη μέση κωμωδία. Περίοδος ακμής οι αρχές και τα μέσα του 4ου π.Χ. αιώνα, αρχαιότερος του Δίφιλο. Ο Δίφιλος, από τη Σινώπη του Πόντου, κωμικός ποιητής της νέας κωμωδίας, που έζησε επί Μενάνδρου. Σπουδαίος δραματοποιός στην αρχαία ελληνική γραμματεία. Γεννήθηκε στα μέσα του 4ου π.Χ. αιώνα. Ο Διονύσιος, από τη Σινώπη του Πόντου, κωμωδιογράφος, που έζησε τον 3ο π.Χ. αιώνα. Ο Βάτων, από την Σινώπη του Πόντου, κωμωδιογράφος, που έζησε τον 3ο αιώνα π.Χ.
Στην ποντιακή διάλεκτο η λέξη Μωμόερος χρησιμοποιείται προεχόντως στην ειδική περίπτωση των μεταμφιεσμένων του Δωδεκαημέρου και δευτερευόντως, μεταφορικά, για να δηλωθεί η έννοια του πονηρού ανθρώπου. Μωμόγερος : μώμος + γέρος. Μώμος, ψόγος, μομφή αλλά και μίμος, γιατί και οι δυο λέξεις προσιδιάζουν στις σκωπτικές και μιμητικές παραστάσεις και θυμίζουν τους αρχαίους μίμους. Γέρος : γεροντικό πρόσωπο, άσπρα μαλλιά και γένια. Μίμος : λαϊκό λογοτεχνικό είδος- διασκεδαστική απομίμηση σκηνών καθημερινής ζωής.
Το λαϊκό παραδοσιακό θέατρο, ήτοι οι υποδυόμενοι ρόλοι και οι θεατρικές δράσεις των Μωμόγερων, ως ένα εκ των αρχαίων ηθών και εθίμων των Ποντίων εν Πόντω, έχει σπουδαία εθνογραφική και δραματολογική αξία μέσα στον σπουδαίο αρχαίο πολιτισμό των Ελλήνων Ιώνων του Πόντου. Το αρχαίο τούτο ποντιακό θεατρικό έθιμο συντελείται κατά το Δωδεκαήμερο, δηλ. από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Θεοφάνια.
Οι θεατρικές παραστάσεις των Μωμόγερων περιέχουν στοιχεία κωμωδίας, σατυρικού δράματος αλλά και τραγωδίας.
Και τα ελληνικά ποντιακά τραωδίας (τραγούδια) του Πόντου, τα αναφερόμενα σε απώλεια προσφιλών προσώπων (π.χ. μάνας : « η μάνα έν κρύον νερόν», τέκνου κ.λ.π.), στον αγώνα για ελευθερία -περσική και τουρκική κυριαρχία του Πόντου- (π.χ. αητένς επαραπέτανεν (=αετός πετούσε γύρω-γύρω), στην ξενιτιά, την αγνωμοσύνη, έχουν μέσα τους τραγικά στοιχεία.
Ακόμα κι αυτά του έρωτα και της αγάπης (π.χ. «Τσί Τρίχας το γεφύρ΄» (=Το γεφύρι της Τρίχας) κατά το : «Της Άρτας το γεφύρι» κ.λ.π.) περιέχουν τέτοια στοιχεία (τραγικά) με την έννοια του φόβου της απώλειας ή του δεδομένου επικείμενου θανάτου, του ανθρώπου ληφθέντος ως φθαρτού – βροτού. Στης Τρίχας το γεφύρι, η γυναίκα του πρωτομάστορα μετανιώνει και αλλάζει τις κατάρες της στις εξής ευχές: (όπως στέκονται σταθερά τα γόνατά μου, έτσι να στέκει και το γεφύρι, όπως στέκονται αταλάντευτα τα μαλλιά μου, έτσι να στέκονται και οι διαβάτες, κι όπως στέκουν τα δάκρυά μου, έτσι να στέκει και το ποτάμι, δηλ. νάναι αργό, γλυκογάργαρο και ακίνδυνο : « – Άμον ντο στέκ΄ν τα γόνατα μ΄, να στέκει το γεφύρι, κι άμον ντ΄ στέκνε τ΄ όμαλλα μ΄, να στέκνε οι δαβάτοι, κι άμον το στέκνε τα δάκρα μ΄, να στέκει το ποτάμι». Στης Άρτας το γεφύρι, η γυναίκα του πρωτομάστορα, μετανιώνει, αλλάζει τον λόγο της και δίνει άλλη κατάρα, που στην ουσία είναι ευχή : « Αν τρέμουν τ΄ άγρια βουνά να τρέμει το γιοφύρι, κι αν πέφτουν τ΄ άγρια πουλιά, να πέφτουν οι διαβάτες». Και στα δύο αυτά τραγούδια (το Γεφύρι Τρίχας και το Γεφύρι Άρτας) υπάρχουν κοινά πολιτιστικά και συναισθηματικά στοιχεία. Και τα δύο αποδεικνύουν το μεγαλείο της δημώδους ελληνικής ποίησης. Έχουν τα ίδια ποιοτικά χαρακτηριστικά με επί μέρους ιδιοποιά στοιχεία. Έχουν τον ίδιο κορμό, την ίδια δομή, και το ίδιο τραγικό τέλος με μικρές ελκυστικές διαφορές.
Και τα τραωδίας (=τραγούδια) του Πόντου ξεχωρίζουν για τον λυρισμό και την ευαισθησία τους. Οι Πόντιοι δεν χρησιμοποιούν το όρο τραγούδι, αλλά τον αρχαιοελληνικό όρο τραγωδία, γιατί τα ποντιακά τραγωδίας (τα ποντιακά τραγούδια) αναπαριστούν κάποιο γεγονός και είναι κατά κυριολεξία θεατρικά δραματικά τραγικά. Ο όρος τραγωδία ανέκαθεν βρισκόταν σε άμεση σχέση με τα πλέον δραματικά στοιχεία της ζωής. Ο όρος αυτός (τραγωδία) χάνεται στα βάθη των ελληνικών αιώνων, έως τα χρόνια της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας. Υπενθυμίζει τις σχετικές με τη λατρεία του Διονύσου εκδηλώσεις χορού και ασμάτων που ετραγουδούντο με τη συνοδεία αυλού. Η προέλευση της αρχαίας ελληνικής ποίησης δραματικής ανάγεται στις διονυσιακές εκδηλώσεις, δηλ. τις εκδηλώσεις που συνδέονταν με τη ζωή και το θάνατο του Θεού Διονύσου.
Οι Μωμόγεροι εξέφραζαν τις πνευματικούς ανησυχίες, στοχασμούς και δημιουργίες των Ελλήνων του Πόντου, αντανακλούσαν παράρχαιες ελληνικές παραδόσεις και απεκάλυπταν την πίστη των Ποντίων στα ιδανικά της ζωής. Η ζωή τους ήταν ένας πολύπλευρος αγώνας για διάσωση, διατήρηση και συνέχιση ενός λαμπρού πνευματικού τους πολιτισμού. Ο όρος τραγωδία ανέκαθεν βρισκόταν σε άμεση σχέση με τα πλέον δραματικά στοιχεία της ζωής. Ο όρος αυτός (τραγωδία) χάνεται στα βάθη των ελληνικών αιώνων, έως τα χρόνια της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας. Υπενθυμίζει τις σχετικές με τη λατρεία του Διονύσου εκδηλώσεις χορού και ασμάτων που τραγουδιούνταν με τη συνοδεία αυλού. Η προέλευση της αρχαίας ελληνικής δραματικής ποίησης ανάγεται στις διονυσιακές εκδηλώσεις, δηλ. τις εκδηλώσεις που συνδέονταν με τη ζωή και το θάνατο του Θεού Διονύσου.
Ο Περικλής ο εξ Αθηνών Ίων επισκέφθηκε τον ιωνικό Πόντο στις αρχές του χρυσού αιώνα του, κατ΄ άλλους το 453 π.Χ., κατ΄ άλλους το 446 π.Χ. Ο Πλούταρχος στους Παράλληλους Βίους (Περικλής) αφηγείται πως ήλθε στον Πόντο, πως φέρθηκε στους Ποντίους φιλάνθρωπα και πως τους ενίσχυσε στρατιωτικά.
Οι θεατρικές παραστάσεις των Μωμόγερων περιέχουν, όπως προανεφέρθη, στοιχεία κωμωδίας, σατυρικού δράματος αλλά και τραγωδίας. Σατιρίζονται οικογενειακές τριβές, κοινωνικά φαινόμενα, γάμοι, απαγωγές, βιασμοί με τελική απονομή του δικαίου, ήτοι επιβολή τιμωρίας με αποτέλεσμα την επικράτηση της τάξης. Σατιρίζεται ακόμη και ο θάνατος. Βασικά γνωρίσματα είναι η σάτιρα, οι εμφυείς αυτοσχεδιασμοί, και η ευρηματικότητα. Η θεατρική παράσταση είναι αποτύπωση – έκφραση της καθημερινότητος μίας τοπικής κοινωνίας, και σε μεγέθυνση, ενός κράτους : με τους θεσμούς του (πολιτική και διοικητική οργάνωση, δικαιοσύνη κ.λ.π.) τις δομές του (Δικαστήρια – Αστυνομία – Νοσοκομεία κ.λ.π.) και τα όργανά του (δικαστή, αστυνόμο, γιατρό κ.λ.π.). Τα μέλη του θιάσου είναι μόνο άνδρες, όπως συνέβαινε αργότερα και στην Αθήνα. Στη παράσταση τους γυναικείους ρόλους, ως ανεφέρθη ανωτέρω, υποδύονται άνδρες. Οι θεατρικές παραστάσεις δεν έχουν συγκεκριμένο πρόγραμμα δράσης και οι ηθοποιοί του θιάσου αυτοσχεδιάζουν με έμπνευση της στιγμής.
Κατά τον Δ. Οικονομίδη η λέξη Μωμόγεροι είναι σύνθετη από το μώμος και γέρος, δηλ. τρελόγερος, άξιος γέλωτα και σκωμμάτων.
Κατά τον Αγ. Φωστηρόπουλο τα καρναβάλια στον Πόντο ελέγοντο « Μωμόγεροι» ή «Μωμοέρα», από το αρχαϊκόν μώμος (προσωποποίησις του σκώμματος).
Κατά τον Χ. Σαμουηλίδη : «Το θέατρο των Μωμόγερων πήρε συν τω χρόνω τον χαρακτήρα της σάτιρας, παραμένοντας ως το τέλος ένα λαϊκό θέατρο».
Κατά τον Δ. Σταυριώτη : «Οι Μωμόγεροι ήσαν πρωτόγονο θέατρο και καρνάβαλος εν ταυτώ», δηλ. ήσαν ταυτόχρονα και θέατρο και καρναβάλια.
Ο Αγ. Φωστηρόπουλος υποστηρίζει : «Ειδικά στην ύπαιθρο της εποχής διετηρείτο ζωηρά η αρχαία παράδοσις και οι Μωμόγεροι ανεμένοντο και οργανούντο από τους νέους με πολύν ζήλον και δραστηριότητα».
Ο Δ. Σταυριώτης- Παπαδόπουλος αναφέρει : « Εις την περιοχήν του (Σταυρίν Πόντου) ο διασκεδαστικός χαρακτήρ των Μωμόγερων ετονίζετο, πολύ περισότερον από τον εθνικόν», επί των ημερών του.
Ο Αγ. Φωστηρόπουλος περιγράφοντας τις σκηνές σημειώνει : «Στην αρχή της παραστάσεως χόρευε ο επικεφαλής της ομάδος τον περίφημο ποντιακό πυρρίχιο, την σέρρα, αφού έσυρε το ξίφος του από την θήκη του, υπό τους ήχους της λύρας. Μετά την σέρρα εχόρευεν ο βασιλέας με τη νύφεν και ο άρκον τον συνήθη χορό του. Ακολουθούσε κωμικός διάλογος μεταξύ γέρου και γραίας, και κατέληγε σε διαπληκτισμούς και σε λιποθυμίες του γέρου. Η γραία τον έκλαιγε με κωμικοτραγικά μοιρολόγια στα οποία ανεπτύσσετο πολύ επιτυχημένη σάτυρα από μερικούς αυτοσχέδιους λαϊκούς ηθοποιούς. Εκαλείτο ο γιατρόν που εθεράπευε τον γέρον, και ο διάλογος του γιατρού με την γραίαν εις την ιατρική γλώσσα του πρώτου και εις την ποντιακήν της γραίας έπαιρνε μορφή πραγματικής Βαβυλωνίας, και προκαλούσε ακράτητον γέλωτα στους θεατάς. Η υπόθεση εδικάζετο προ του βασιλέως που έλυε την διαφοράν των με νέους κωμικούς διαλόγους και επεισόδια. Εν τω μεταξύ κάποιος από τους θεατάς έκαμνε απαγωγήν της νύφες, για την διάσωση της οποίας έσπευδεν ο υπασπιστής. Με την συνέργειαν τη διάβολονος ανεκαλύπτετο η απαχθείσα νύφε και ο δράστης υποχρεούτο να καταβάλει πρόστιμον. Τέλος όλος ο θίασος εχόρευε ποντιακούς χορούς».
Οι παραστάσεις των Μωμόγερων ωστόσο είχαν κι άλλες υποθέσεις. Κατά τον Βάλτερ Πούχνερ, οι Μωμόγεροι του Πόντου αποτελούσαν τις πιο σύνθετες μορφές … αυτοσχέδιων θεατρικών έργων. Ο ίδιος παρατηρεί ότι σώζονται μόνο τμήματα της όλης κωμωδίας, που σχετίζονται και με τις τοπικές μορφές του καρναβαλιού, π.χ. τον θάνατο του γέρου, μαζί με τον σατιρικό θρήνο της γριάς, και την κωμική ανάσταση του πεθαμένου από τον γιατρό, την αρπαγή της νύφης, τον διάβολο, το σατιρικό δικαστήριο, τον θάνατο και την ανάσταση του γαμπρού.
Ο σκοπός των παραστάσεων είναι πρωτίστως ψυχαγωγικός. Γι αυτό και οι Πόντιοι συγγραφείς χαρακτηρίζουν τις παραστάσεις των Μωμόγερων ως κωμωδία. Η κωμωδία όμως αυτή παίρνει σε μερικές περιπτώσεις κοινωνικές διαστάσεις, και σατιρίζει τη διαφθορά και την αυταρχικότητα των αρχόντων των πόλεων-κρατών, δια μέσου των αιώνων κατά την ελληνική ιωνική-αρχαιότητα μέχρι τα ελληνιστικά χρόνια και στη συνέχεια κατά την ρωμαϊκή εποχή, κατά την Βυζαντινή δηλ. την Ελληνική Αυτοκρατορία και κατά τα χρόνια των τούρκων αρχόντων, των τούρκων δικαστών, αστυνομικών οργάνων, με την τυραννική συμπεριφορά τους σε βάρος των απλών, των φτωχών πολιτών, και των Ποντίων.
Από τους μελετητές αναφέρονται πολλές παραλλαγές των εθίμων των Μωμόγερων. Καθεμιά έχει διαφορετική δομή ως προς την υπόθεση και τα πρόσωπα μου συμμετέχουν στον όμιλο. Πάντως, χαρακτηριστικό γνώρισμα όλων των παραλλαγών είναι ότι σ΄ όλες υπάρχει ένας κεντρικός πυρήνας – υπόθεση που είναι σχεδόν ο ίδιος. Στις περισσότερες παραλλαγές εκτός από τον κεντρικό ήρωα, τον Μωμόγερο, η αρπαγή της νύφης αποτελεί βασικό επεισόδιο της υπόθεσης με τα επί μέρους στοιχεία της, για τα οποία γίνεται λόγος κατωτέρω. Η δραματική αυτοσχέδια υπόθεση παίζεται με κινήσεις και χειρονομίες στις αυλές των σπιτιών, στο μεγαλύτερο μέρος της υπόθεσης, με τη συνοδεία λύρας-νταουλιού και μόνο σε ορισμένα σημεία της θεατρικής δράσης οι ηθοποιοί χρησιμοποιούν τον διάλογο. Τις περισσότερες φορές αυτοσχεδιάζουν και δεν έχουν καθορισμένο πρόγραμμα δράσης. Οι άνευ ομιλίας και λόγου κινήσεις, χειρονομίες και κωμικοτραγικές σκηνές, καθώς και οι αστείοι διάλογοι, όπου εμφανίζονται, σκορπίζουν την ευθυμία στους θεατές.
Στο έθιμο των Μωμόγερων οι Έλληνες του Πόντου διατήρησαν τον πυρήνα και τον εορταστικό τρόπο των λαϊκών αυτοσχεδιαστικών σατυρικών δραμάτων των προχριστιανικών χρόνων και ταυτόχρονα διαφύλαξαν την παραδοσιακή μορφή των δραμάτων αυτών, στο περιεχόμενο των οποίων έδωσαν χριστιανικό χαρακτήρα. Το έθιμο των Μωμόγερων είναι από τα αρχαιότερα και γνησιότερα έθιμα που διατήρησαν οι Έλληνες – Ίωνες του Πόντου, διαχρονικώς, αδιαλείπτως, από τα πρώτα χρόνια της εγκατάστασής τους στον Πόντο, ήτοι από το 800 π.Χ. μέχρι σήμερα. Για τον πολιτισμό των Ποντίων δημοσίευσα στο διαδίκτυο το κείμενο : «Ο αρχαίος πολιτισμός των Ποντίων» και το κείμενο : «Ο αρχαίος πολιτισμός των Ιώνων (Πόντου- Μικράς Ασίας- Νησιών Αιγαίου – Θράκης- Σικελίας και Κάτω Ιταλίας – Γαλλίας και Ισπανίας)». Για την ιστορία των Ποντίων δημοσίευσα στο διαδίκτυο το κείμενο : «Οι Πόντιοι είναι Αθηναίοι- Η αρχαία ιστορία των Ποντίων».
Ο Γ.Θ. Κανδηλάπτης στο κείμενό του με τίτλο : «Οι Μωμόγεροι ή Τα Μωμογέρια» αναφέρει : «Επί αιώνες οι εν Πόντω διήρχοντο εν ευθυμία με τον ιδιόρυθμον αυτόν θίασον Μωμόγεροι. Οι Μωμόγεροι είναι λείψανον εθίμου αρχαίου, αναγομένου εις προχριστιανικούς χρόνους εν τω Πόντω». Για το ίδιο έθιμο κατά τα χριστιανικά χρόνια ο Γ. Θ Κανδηλάπτης αναφέρει: «Τη νύχτα της παραμονής των Χριστουγέννων και κυρίως του νέου έτους μετά το δείπνον νέοι συνοικιών πόλεων, κωμοπόλεων ή χωρίων, περιερχόμενοι μετά φανών επεσκέπτοντο συγγενικάς και γνωστάς οικογενείας, έψαλλον «Αρχή κάλαντα κι αρχή του χρόνου κ.λ.π.», νεανίαι και άνδρες μεταμφιεζόμενοι και προσωπιδοφορούντες προσήρχοντο κατά ομάδας εις οικίας συγγενών, γειτόνων, φίλων στενώς συνδεδεμένων προς αυτούς και εκεί πολλήν επροξένουν θυμηδίαν εις τους παρισταμένους και ακράτητον γέλωτα δια παντοίων παραστάσεων, δια φράσεων ή δαιλόγων αστείων ή σκωπτικών, ως και δια χορού συνοδευομένου υπό άσματος και λύρας, ή του τυμπάνου και του ζουρνά, και εν ελλείψει μουσικού οργάνου, υπό του κρότου ξύλινων κοχλιαρίων, τα οποία συγκρουόμενα μεταξύ των απέδιδον κρότον ρυθμικόν, συμφώνως προς τον χρόνον του άσματος».
Ο Γ. Θ. Κανδηλάπτης συνεχίζει : «Έκαστος των προσωπιδοφόρων έφερε ιδίαν αμφίεσιν ανάλογον προς το πρόσωπον ή το ζώον που υπεκρίνετο. Ο είς έφερεν δοράν αιγός και μεταμφιεζόμενος εις τράγον και απεμιμείτο την φωνήν και το βάδισμα τούτου. Έτερος ενδεδυμένος δοράν άρκτου, αρκούδας εβάδιζεν ως αυτή και άφηνεν να εξέλθωσι εκ του στόματός του άναρθραι φωναί, ήτοι «εμουρδούλιζεν». Άλλος προσωπιδοφόρος επαρουσιάζετο υπό μορφήν καμήλου. Έτερος τρίτος φέρων γυναικείαν προσωπίδα και ενδυμασίαν και την γαστέρα, κοιλιά εξογκωμένη υπεκρίνετο γυναίκα έγκυον. Άλλοι υπεκρίνοντο άλλα γελοία πρόσωπα, φέροντες κώδωνας εις τα διάφορα μέρη του σώματός των, κέρατα επί της κεφαλής των, και ουράς αλωπέκων ή λαγώων προσαρτημένας εις το σώμα των. Έτερον πρόσωπον υπεκρίνετο τον έφιππον φορών ποδήρη, μακρύ χιτώνα με δύο κοντάρια δεξιόθεν και αριστερόθεν της οσφύος αυτού οριζοντίως διερχόμενα και έμπροσθεν ενούμενα εις τα άκρα και περικαλυπτόμενα δια τεμαχίου υφάσματος , ώστε να αποτελεσθή κεφαλή ομοία προς την του ίππου».
Κατά τον Γ. Θ. Κανδηλάπτη (μία σκηνή) : «Οι Μωμόγεροι ελάμβανον και χαρακτηρισμόν ποιητικού αγώνος. Εντός αιθούσης ή επί αλωνίου εσυνάπτετο αγών ποιητικός μεταξύ των αρχηγών δύο ομάδων. Κατά τον αγώνα τούτον ηττημένος εθεωρείτο όστις εκ των δύο αρχηγών απεδεικνύετο ότι παραπαίει εν τη απαγγελία και ωδή των στίχων άσματος. Με την λήξιν του αγώνος τα μέλη της ηττημένης ομάδος υπεχρεούντο όπως, βαίνοντα « με τα τέσσερα» ως ίπποι, φέρωσι επί της ράχεώς των τους ανήκοντας εις την νικήσσασα ομάδα και διήρχοντο τας οδούς και αν εισέτι ο χειμών ήτο βαρύς και το ψύχος δριμύ. Τα συνήθη κατά το διαγώνισμα τούτο μουσικά όργανα ήσαν η λύρα, ο αυλός και το τύμπανον».
Κατά την ελληνική μυθολογία ο Μαρσύας, ο εφευρέτης του αυλού, προκάλεσε και προσκάλεσε τον θεό Απόλλωνα, θεό της μουσικής, σε μουσικό αγώνα, μουσικό διαγωνισμό : φωνητικό και ηχητικό μουσικού οργάνου. Ο διαγωνισμός συνετελέσθη παρουσία των θεών του Ολύμπου. Νικητής ανεδείχθη ο Απόλλων, ο οποίος έγδαρε ζωντανό τον Μαρσύα για την έπαρση και αλαζονεία του.
Στο Runo, στο Museo Jatta, ευρίσκεται ενεπίγραφος αρχαιοελληνικός κρατήρας, του 410 π.Χ., ερυθρόμορφου ρυθμού, που φέρει αγγειογραφία που εικονίζει σκηνή από τον μουσικό αγώνα του Απόλλωνα με τον Μαρσύα. Ο Μαρσύας παίζει την κιθάρα του κάτω από μια φοινικιά. Τον παρακολουθούν : ο θεός Απόλλων, δεξιά, η θεά Άρτεμις, αριστερά, και η θεά Αθηνά, δεξιά. Στον λαιμό του κρατήρα τούτου υφίσταται και άλλη παράσταση ερυθρόμορφου ρυθμού, στην οποία εικονίζεται ο Μαρσύας να απίζει αυλό. Ο Μαρσύας είχε προκαλέσει και προσκαλέσει τον Απόλλωνα, θεό της μουσικής σε μουσικό διαγωνισμό. Νικητής βγήκε ο Απόλλων, ο οποίος Απόλλων έγδαρε ζωντανό τον Μαρσύα λόγω της οιήσεως και της επάρσεως, τις οποίες επέδειξε.
Ο Θ. Κανδηλάπτης παρουσιάζει και άλλη σκηνή θεατρική των Μωμόγερων στην αυλή κάποιας οικίας : «Εν τω δάσει δήθεν τις νέος απάγη την παρθένα θυγατέρα ενός ηγεμονίσκου. Αι φίλες αυτής εν τω δάσει φοβισμέναι διασκορπίζονται. Ο νέος έχωντην κόρην ζητεί φιλοξενίαν εν τινι κώμη παρά τω προύχοντι του τόπου. Η κόρη ζητούσα άσυλον καταφεύγει εις την εστίαν, ιεράν θεωρουμένην και επιχέει τέφραν επί την κεφαλήν και το πρόσωπόν της. Ο πατήρ της κόρης εμφανίζεται, παραβιάζει την θύραν, εισέρχεται κωδωνοφόρος και με άγριο πρόσωπο, συνοδευόμενος υπό 3-4 οπλοφόρους. Ζητεί τον απαγωγέα, όν και ευρών πλήττει και ρίπτει κατά γης. Η άπελπις θυγατήρ αναθαρρύνει και εκδηλούσα το προς τον εραστήν αίσθημά της αφ΄ ενός εγκωμιάζει τονν τίμιον και ανεπίληπτον χαρακτήρα αυτού, αφ΄ετέρου, χαρακτηρίζουσα απερίσκεπτον το κίνημα του πατρός της, αναλύεται εις δάκρυα. Ο πατήρ υποχωρεί ενώνων τας χείρας της θυγατρός του και του νέου, ευλογών τον αρραβώνα και γάμον αυτών. Ακολουθεί χορός όλων, ο λεγόμενος ομάλ χορός, ήτοι ομαλός χορός και χορός όρθιος (τικ). Εις το τέλος προσφέρονται εις τα μέλη του θιάσου συνήθη δώρα, ποτά, χρηματικόν τι ποσόν. Απέρχονται δε πάντες αφού πίωσιν ικανά ποτήρια οίνου ή ρακής, ευχόμενοι εις τον οικοδεσπότην και την οικοδέσποιναν καλήν συζυγίαν και εις όλην την οικογένειαν έτη πολλά. Τον θίασον συνόδευε παις δεκατετραετής, ενδεδυμένος δοράν αιγός ως ηκολούθει τον όμιλον ως τράγος φέρων εις τον λαιμόν ασκόν πλήρη κοκκίνου ύδατος. Προσέτι μουσικός, ή λυριστής ο οποίος έφερε την επί των ώμων του την πολυποίκιλτον θήκην. Επιπλέον ταμίας για την λήψιν των φιλοδωρημάτων.
Αιτία του Τρωικού πολέμου κατά τον ΄Ομηρον ήτο η αρπαγή της Ωραίας Ελένης υπό του Πάρεως. Στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου ευρίσκεται αρχαίο ελληνικό «λουτήριο» από την Θήβα. Σε αυτό υπάρχει μελανόμορφη απεικόνιση. Υπάρχει παράσταση αρμονικής σύνθεσης. Στα αριστερά υπάρχει ένας άνδρας που με το δεξιό χέρι του κρατάει το αριστερό χέρι μιας γυναίκας και την οδηγεί στο πλοίο. Οι κωπηλάτες περιμένουν πανέτοιμοι στις θέσεις τους. Πολλοί αρχαιολόγοι πιστεύουν ότι αυτή η σκηνή εικονίζει την αρπαγή της Ωραίας Ελένης από τον Πάρι.
Σε τοιχογραφία του μικρού μακεδονικού τάφου στις Αιγές (Βεργίνα) 340π.Χ.-330 π.Χ., εικονίζεται ο Πλούτων –Άδης να αρπάζει βίαια, να απάγει την Περσεφόνη και να την ανεβάζει στο άρμα του. Δεξιά εικονίζεται κατατρομαγμένη φίλη-συντρόφισσα της Περσεφόνης. Πιθανόν έργο του σπουδαίου ζωγράφου Νικόμαχου.
Στη Νέα Υόρκη των Η.Π.Α., στο Metropolitan Museum, ευρίσκεται αρχαιοελληνικός ερυθρόμορφος κρατήρας του 450 π.Χ.-440 π.Χ., που φέρει αγγειογραφία. Στην αγγειογραφία τούτη εικονίζεται ο Ηρακλής στον Κάτω Κόσμο. Συναντάει -αντικρίζει τον Θησέα και τον Πειρίθου, που είναι καθισμένοι σε βράχους, δέσμιοι του Πλούτωνα, για την απόπειρά τους να απαγάγουν την Περσεφόνη.
Ο Θησέας με την συνδρομή του φίλου του Πειρίθου απάγει την Αμαζόνα Αντιόπη. Στο Μουσείο Λούβρου στο Παρίσι της Γαλλίας ευρίσκεται αρχαιοελληνικός αμφορέας, ερυθρόμορφου ρυθμού, του 5ου αιώνος π.Χ. Επί αυτού υπάρχει ερυθρόμορφη απεικόνιση. Στην απεικόνιση αυτή παριστάνεται η απαγωγή της διακεκριμένης Αμαζόνας Αντιόπης από τον Θησέα με την συνδρομή του αφοσιωμένου φίλου του, Πειρίθου. Η Αντιόπη φορεί ενδυμασία, η οποία καλύπτει το σώμα της μέχρι τους αστραγάλους και τα χέρια της μέχρι τους καρπούς των χεριών. Το κάτω τμήμα της ενδυμασίας έχει σχήμα παντελονιού με βάση την ερυθρόμορφη αυτή απεικόνιση.
Στο Εθνικό Μουσείο του Τάραντα της Μεγάλης Ελλάδας (Κάτω Ιταλίας-Σικελίας) ευρίσκεται θραύσμα μίας λευκής αρχαιοελληνικής κύλικος του 465 π.Χ.. Στην κύλικα τούτη εικονίζεται ένας Σάτυρος, ακόλουθος του Διονύσου, που επιχειρεί να πιάσει μία Μαινάδα, ιέρεια του Διονύσου. Από τη μια αποτυπώνεται το δύσμορφο πρόσωπο του Σάτυρου και από την άλλη η ήρεμη ομορφιά της νεαρής Μαινάδος.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μονάχου ευρίσκεται αρχαιοελληνικός κύλιξ ερυθρόμορφου ρυθμού του 5ου αιώνος π.Χ., στο εσωτερικό της οποίας υφίσταται ερυθρόμορφη αγγειογραφία, στην οποία παριστάνεται ο θεός Απόλλων να θανατώνει με ξίφος τον θρασύ γίγαντα Τιτυό. Ο Τιτυός ήτο ο πελώριος υιός του θεού Διός, ο οποίος τόλμησε να επιτεθεί εναντίον της Λητούς, μητέρας του Απόλλωνος, και ένεκα του λόγου τούτου δέχεται την κεραυνοβόλο τιμωρία του θεού Απόλλωνος.
Ο Πηλεύς αιφνιδίασε την Νύμφη Θέτιδα, καθώς έπαιζε ανέμελα με τις φίλες της στο δάσος και την απήγαγε, την ίδια δε στιγμή οι φίλες της έντρομες διεσκορπίζοντο εντός του δάσους. Ο Πηλέας ενυμφεύθη τη Θέτιδα και εκ του γάμους εγεννήθη ο Αχιλλεύς. Στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Βερολίνου της Γερμανίας ευρίσκεται αρχαιοελληνικό αγγείο, ερυθρόμορφου ρυθμού, του 5ου αιώνος π.Χ. Επ΄ αυτού υπάρχει ερυθρόμορφη απεικόνιση. Στην απεικόνιση αυτή παριστάνεται ο Πηλεύς, ο οποίος προσπαθεί να κερδίσει την Νεράϊδα Θέτιν. Και να την νυμφευθεί. Η Θέτις προσπαθεί να τον αποφύγει, παίρνει μορφή λιονταριού ή φιδιών για να τρομάξει τον Πηλέα. Ο Πηλέας, κατά την συμβουλή του Χείρωνος επιμένει να κρατεί τη θεά Θέτιν σφικτά. Τελικά η Θέτις υποχωρεί και γίνεται ο γάμος Πηλέως-Θέτιδος στο Πήλιο, όπου παρευρέθησαν όλοι οι θεοί. Ο αγγειογράφος Πειθίνους υπαινίσσεται τις μεταμορφώσεις της θεάς Θέτιδος μόνο με το λιοντάρι και τα φίδια. Κατά τους μύθους όμως η Νηρηίδα Θέτις είχε πάρει και την μορφή φλόγας, νερού, ανέμου, αρπακτικού πουλιού και τίγρεως.
Στο Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο ευρίσκεται αρχαιοελληνική πελίκη, με αγγειογραφία ερυθρόμορφου ρυθμού, γύρω στα 340 π.Χ.-330 π.Χ. Στην αγγειογραφία τούτη εικονίζεται ο Πηλέας, ο οποίος προσπαθεί να τιθασεύσει την Θέτιδα, την οποία συνάντησε στην ακρογιαλιά, με τις αδελφές της, τις Νύμφες των νερών, και την ερωτεύθηκε. Την μορφή που πήρε η Θέτιδα ανεπιτυχώς για να τον αποφύγει, φαίνεται στην αγγειογραφία κάτω αριστερά. Ψηλότερα εικονίζεται η Πειθώ και η Αφροδίτη που στρέφουν το βλέμμα τους στον φτερωτό Έρωτα που πλησιάζει με το στεφάνι του γάμου στα χέρια του πετώντας προς το ζευγάρι Πηλέως-Θέτιδος, μετέπειτα γονέων του Αχιλλέως. Κάτω χαμηλά εικονίζονται δελφίνια, εξ ών συνάγεται πως Πηλεύς και Θέτις ευρίσκονται σε ακρογιαλιά.
Στο Παρίσι, Bibliotheque Nationale, ευρίσκεται αρχαιοελληνική υδρία του 490 π.Χ. ερυθρόμορφου ρυθμού, στην οποία υδρία υπάρχει ερυθρόμορφη αγγειογραφία. Στην απεικόνιση της αγγειογραφίας αυτής παριστάνεται ο θεός Δίας, ο οποίος ερωτευμένος ών κυνηγάει την αγαπημένη του. Εδώ ο Δίας δοκιμάζει να πλησιάσει μία γυναίκα, που ίσως είναι η Αίγινα, ενώ εκείνη τρέχει φοβισμένη να αποφύγει το άγγιγμά του. Από την ένωσή του θεού με την Αίγινα γεννήθηκε ο Αιακός, γενάρχης των Αιακιδών, από τους οποίους αναδείχθηκαν ονομαστοί ήρωες, όπως ο Πηλέας, ο Τελαμώνας, ο Αχιλλέας, ο Αίαντας και ο Νεοπτόλεμος, υιός του Αχιλλέως.
Στο Μουσείο Λούβρου στο Παρίσι ευρίσκεται αρχαιοελληνικό αγγείο ερυθρόμορφου ρυθμού. Σε αυτό υφίσταται ερυθρόμορφη αγγειογραφία. Στην απεικόνιση παριστάνεται σκηνή από την Ιλιάδα, ήτοι «εικονίζεται» η απαγωγή της Βρησηίδος. Ο Αγαμέμνων την οδηγεί και ακολουθεί ο κήρυξ Ταλθύβιος. Δεξιά παριστάνεται ο Διομήδης. Ο καλλιτέχνης επεξεργάστηκε ελεύθερα το θέμα και η σύνθεσή του δεν συμφωνεί με τα περιστατικά που αναφέρει Όμηρος στην Ιλιάδα.
Στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών ευρίσκεται πυξίδα, του 460 π.Χ., ερυθρόμορφου ρυθμού, που εμφανίζει αγγειογραφία. Στην ερυθρόμορφη τούτη αγγειογραφία παριστάνεται ο Τρίτων να αναγγέλλει στην Δωρίδα την αρπαγή της θυγατέρας της Αμφιτρίτης από τον θεό της θάλασσας Ποσειδώνα. Στην ίδια παράσταση εικονίζονται κόρες Νηρηίδες που δείχνουν να είναι ανήσυχες και φοβισμένες.
Στο Harvard, Fogg Museum of Harvard University, Ιδιωτικό Πανεπιστήμιο των Η.Π.Α., στο Κέμπριτζ της Μασσαχουσέτης, δηλ. προάστιο της Βοστώνης, ευρίσκεται αμφορέας του 500 π.Χ.- 480 π.Χ., ερυθρόμορφου ρυθμού, ο οποίος φέρει ερυθρόμορφη αγγειογραφία. Στην αγγειογραφία τούτη εικονίζεται ο θαλάσσιος δαίμονας Τρίτων. Ο Τρίτων είναι στεφανωμένος, κρατάει δελφίνι στο δεξιό χέρι του. και σκήπτρο στο αριστερό. Είναι μισός άνθρωπος, από την μέση και άνω, και μισός ψάρι, από την μέση και κάτω. Άλλοτε φιλικός προς τους ανθρώπους και άλλοτε απειλητικός, όπως ακριβώς και το στοιχείο που εξουσίαζε, η θάλασσα, που είναι άλλοτε άγρια και άλλοτε ήρεμη.
Άλλη θεατρική σκηνή (κατά τον Αγ. Φωστηρόπουλο) : «Ξεκινά κωμικός διάλογος μεταξύ γέρου – γραίας και καταλήγει σε διαπληκτισμούς, με αποτέλεσμα την λιποθυμία ή νεκροφάνεια του γέρου. Η γραία κλαίει επάνω από το σώμα του γέρου λέγοντας κωμικοτραγικά μοιρολόγια, στα οποία αναπτύσσεται πολύ επιτυχημένη σάτιρα από αυτοσχέδιους επιτυχημένους ηθοποιούς. Καλείται ο γιατρός που θεραπεύει τον γέρο, και ο διάλογος του γιατρού με την γραία εις την με επιστημονική ιατρική ορολογία γλώσσα του πρώτου και εις την ποντιακή της δεύτερης παίρνει μορφή πραγματικής Βαβυλωνίας, και προκαλεί ακράτητον γέλωτα στους θεατάς». Να λοιπόν κι εδώ η συμμετοχή του κοινού με τον «ακράτητο γέλωτα».
Στο έργο-κωμωδία : «Εκκλησιάζουσες» (393/391 π.Χ., αριθμός στίχων 1.183) του Αριστοφάνους (445π.Χ.-385 π.Χ.) οι γυναίκες με επικεφαλής την Πραξαγόρα, μεταμφιεσμένοι σε άνδρες, καταλαμβάνουν με πραξικόπημα την εξουσία και επιβάλλουν σε όλα την κοινοκτημοσύνη, καθίστανται δηλ. όλα κοινά σε όλους. Το νέο σύστημα οδηγεί τελικά σε ευτράπελες σκηνές και αδιέξοδες καταστάσεις. Σατιρίζονται οι νέες ιδέες για κοινοκτημοσύνη και για χειραφέτηση των γυναικών, καθώς και η ανικανότητα των ανδρών να κυβερνήσουν σωστά το κράτος.
Άλλη σκηνή (πάλι κατά τον Αγ. Φωστηρόπουλο) : «Στην αρχή της παραστάσεως χορεύει ο επικεφαλής της ομάδος τον περίφημο ποντιακό πυρρίχιο, την σέρα, αφού σύρει το ξίφος του από την θήκη του, υπό τους ήχους της λύρας. Μετά την σέρα χορεύει ο βασιλέας με τη νύφεν και ο άρκον τον συνήθη χορό του». Προφανώς στον εν λόγω θίασο Μωμόγερων συμμετείχε και κάποιος που υποδυόταν τον άρχοντα, και κάποιος με δορά άρκτου που υποδυόταν την αρκούδα που χόρευε.
Ετέρα σκηνή : οι οικογενειακοί καυγάδες είναι συχνοί. Γέρος και γριά ερίζουν για το παραμικρό. Ο γέρος λέγει στη γριά : «Καλημέρα». Η γριά επιδιώκει καυγά. Του λέγει : «Πως το λέγεις και τι υπονοείς», στα ποντιακά βέβαια, ήτοι : «Πώς λέσατο και ντο θέλς να λες». Ο γέρος την κοιτάζει αμήχανα. Η γριά συνεχίζει το σφυροκόπημα στα ποντιακά.
Στο Βερολίνο της Γερμανίας, στο Staatliche Museum, ευρίσκεται αρχαιοελληνική κύλιξ, γύρω στα 560 π.Χ, στο εσωτερικό της οποίας υπάρχει αγγειογραφία ερυθρόμορφου ρυθμού. Στην αγγειογραφία τούτη παριστάνεται η θεά Έριδα (προσωποποίηση της έριδος, φιλονικίας, διαπληκτισμού).
Η Έριδα, αδελφή του Άρεως, «…ολίγη μεν πρώτα, έπειτα ουρανώ εστήριξε και επί χθονί βαίνει» (= η φιλονικία είναι μικρή στην αρχή (μετά φουντώνει), και οι θεοί ερίζουν αλλά και οι άνθρωποι) (Ομήρ. Ιλιάδα Δ. 442). «Η Έριδα επιχαίρει εις τους πολέμους και εμμένουσα εις μάχας και μετά την αποχώρηση των θεών» (Ιλιάδα Α, 3. 74. Υ, 48). Κατά τον δεύτερον τη τάξει ποιητή μας Ησίοδο, η Έριδα είναι θυγατέρα της Νυκτός, ως ανεφέρθη στην αρχή του παρόντος κειμένου, και μήτηρ πάντων των κακών. Η Έριδα στον γάμο του Πέλοπος φθονήσασα τις εκεί προσκεκλημμένες θεές: Ήρα, Αθηνά και Αφροδίτη, έρριψε μεταξύ αυτών το μήλον (της έριδος), φέρον την επιγραφήν «η καλή λαβέτω» ή «τη καλλίστη» (=στην ωραιότερη), και καθώς τσακώνονταν οι τρεις θεές για το ποια θα το ελάμβανε, παρουσιάστηκε ο Πάρις ως κριτής, οποίος έδωκε το μήλον εις την Αφροδίτη, η οποία γι΄ αυτό του έταξε την Ωραία Ελένη.
Ετέρα σκηνή : Η γριά μεγαλοπιάνεται. Μειώνει τον γέρο και το σόι του. Του λέγει πως έχει ευτελή καταγωγή σε αντίθεση με την ίδια που έχει αριστοκρατική καταγωγή. Ο γέρος χαστουκίζει τη γριά. Παρεμβαίνει ο αστυνόμος. Τιμωρεί τον γέρο και απονέμεται δικαιοσύνη.
Στη Ρώμη της Ιταλίας, στο Μουσείο Βατικανού (Musei Baticani) ευρίσκεται αρχαιοελληνική υδρία με αγγειογραφία ερυθρόμορφου ρυθμού, του 450 π.Χ.-440 π.Χ. Στην παράσταση αυτή εικονίζεται ο Θαμύρας, γνωστός Θράκας μουσικός, που προκαλεί τις Μούσες σε αγώνα μουσικό. Ο Θαμύρας παίζει την λύρα του σε ιερό των Μουσών. Τρεις Μούσες είναι παρούσες. Για την κομπορρημοσύνη του οι Μούσες ο Θαμύρας ετιμωρήθη. Ετυφλώθη από τις Μούσες.
Άλλη σκηνή : Ο γέρος και η γριά φιλονικούν. Η γριά τον κατηγορεί π.χ. ότι είναι τεμπέλης, ότι δεν εργάζεται, ότι είναι μπεκρής, ότι γυρνά στα καφενεία, ότι τα εισοδήματα που προέρχονται από τη δική της δουλειά στα χωράφια είναι πενιχρά και πως δεν τα βγάζουν πέρα. Ο γέρος δεν ομιλεί καθόλου. Αυτό εκνευρίζει περισσότερο. Η γριά συνεχίζει να τον βομβαρδίζει. Ο μονόλογος της γιαγιάς γίνεται στην ποντιακή γλώσσα είναι έντονος και γίνεται ολοένα εντονότερος. Ο γέρος προσποιείται ότι υφίσταται ανακοπή και πέφτει καταγής, για να την τρομάξει, ώστε να ηρεμήσει. Η γριά τρομαγμένη, σκύβει, τον αγκαλιάζει, αλλάζει το χρώμα της φωνής της, του ομιλεί με γλυκύτητα, σκεπτόμενη την ενδεχόμενη απώλειά του, και τρέμει μετανιωμένη. Ο γέρος «ανακτά» τις αισθήσεις του, δίκην νικητού, προς ευχαρίστηση της γιαγιάς.
Στο Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι ευρίσκονται αρχαιοελληνικά πήλινα ειδώλια (αγαλματάκια) γυναικών. Εικονίζονται τη στιγμή που καταγίνονται με σπιτικές δουλιές : ζύμωμα ή άλεσμα σιταριού. Προέρχονται από την Βοιωτία. Έργα γύρω στα μέσα του 5ου αιώνος π.Χ.
Επίσης στο Μουσείο Λούβρου στο Παρίσι της Γαλλίας ευρίσκεται αρχαϊκή αρχαιοελληνική κύλιξ σε αγγειογραφία της οποίας παριστάνεται αγροτική-γεωργική σκηνή. Απεικονίζεται σκηνή άροσης. Είς γεωργός ευρίσκεται μπροστά από δύο κερασφόρους βους και τους καθοδηγεί. Οι βόες σύρουν άροτρο ξύλινο. και οργώνουν αγρό. Η άροση δεν είναι βαθιά. Δείχνει να είναι σχεδόν επιφανειακή. Έτερος γεωργός κρατά βουκέντρα πίσω από τους βους και με κτύπημα-πίεση δυνατή προς τα ζώα απαιτεί μεγαλύτερη ταχύτητα. Υπάρχει και τρίτος γεωργός ο χρησιμοποιεί αξίνα για να σπάει σβώλους χώματος που προκύπτουν κατά την άροση.
Στο Βερολίνο, Staatliche Museum, στην Γερμανία, ευρίσκεται ανάγλυφο από Αρχιτεκτονική ζωφόρο, μετά το 150 μ.Χ., Στο ανάγλυφο παριστάνεται ο Δίας, η Ήρα, ο Ήφαιστος και η θεά Αθηνά. Ο Δίας πετά τον Ήφαιστο από τον Ουρανό-Όλυμπο στη Γη, γιατί σε διένεξη που είχε ο Δίας με την σύζυγό του Ήρα ο Ήφαιστος έλαβε το μέρος της Ήρας. Ο Ήφαιστος φαίνεται να πέφτει με το κεφάλι προς τα κάτω. Έχει δε μαζί του και τα εργαλεία του (σφυρί και λαβίδα).
Άλλη τροπή της ίδιας αυτής σκηνής (σε θεατρική παράσταση στην αυλή οικίας άλλου οικοδεσπότη) : Ο γέρος και η γριά διαπληκτίζονται γιατί ο γέρος «κοιτάζει»-«πειράζει» νέες κοπέλες ή γιατί η γριά νομίζει πως ο γέρος «πειράζει» νέες κοπέλες. Ο γέρος το αρνείται. Ο διάλογος στα ποντιακά και πάλι είναι πολεμικός Ο γέρος υφίσταται ανακοπή, για τις ανάγκες της εκτυλισσόμενης αυτής σκηνής, και σωριάζεται καταγής. Η γιαγιά σαστισμένη, καλεί τον γιατρός, ο οποίος παρεμβαίνει τάχιστα, του κάνει κάρπα και τον επαναφέρει στη ζωή. Η σκηνή έχει ευχάριστο τέλος και περιέχει στοιχεία σατυρικού δράματος. Η γριά ευχαριστεί τον γιατρό και πέφτει στην αγκαλιά του γέρου μετανιωμένη.
Στο Μουσείο Λούβρου στο Παρίσι στην Γαλλία ευρίσκεται αρχαία ελληνική λήκυθος με αγγειογραφία ερυθρόμορφου ρυθμού, του τρίτου τετάρτου του 5ου αιώνος π.Χ., ήτοι 450 π.Χ.-425 π.Χ. Στην λήκυθο αυτή απεικονίζεται σκηνή θεραπείας ασθενούς πολίτη, ο οποίος είναι τραυματισμένος στο αριστερό χέρι του. Ο θεραπευτής- ιατρός είναι καθιστός, δείχνει να ρίχνει υγρό σε τραύμα της χειρός του ασθενούς. Ο τραυματίας όρθιος δέχεται την ιατρική φροντίδα υπομονετικά.
Επίσης στο Μουσείο Λούβρου στο Παρίσι ευρίσκεται αρχαιοελληνικό αγγείο του τέλους του 6ου αιώνος π.Χ., ήτοι 530 π.Χ.-500 π.Χ., με αγγειογραφία ερυθρόμορφου ρυθμού, στην οποία εικονίζεται ο Κένταυρος Χείρων, ο οποίος μεταδίδει τις ιατρικές γνώσεις του στον νεαρό Αχιλλέα.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Βερολίνου ευρίσκεται αρχαιοελληνική κύλιξ, του ζωγράφου Σωσία, η οποία φέρει αγγειογραφία ερυθρόμορφου ρυθμού. Στην απεικόνιση τούτη παριστάνεται ο Αχιλλέας και ο φίλος του Πάτροκλος. Ο Αχιλλέας περιποιείται την πληγή του Πατρόκλου. Έχει αφαιρέσει το βέλος, το οποίο έχει εναποθέσει κάτω αριστερά, όπως δείχνει η αγγειογραφία, και του επιδένει το τραύμα.
Στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών ευρίσκεται αρχαιοελληνικό αναθηματικό (=αφιερωτικό) ανάγλυφο, το οποίο απεικονίζει έναν άνδρα ώριμης ηλικίας, ο οποίος προσφέρει ως ανάθημα ένα τεράστιο ομοίωμα σκέλους. Κατά την ελληνική αρχαιότητα συχνά οι ασθενείς που θεραπεύονταν αφιέρωναν στο θεό Ασκληπιό ομοίωμα του ανθρώπινου άρρωστου σκέλους τους.
Ετέρα τροπή της ίδιας αυτής σκηνής (σε θεατρική παράσταση σε έτερο οικοδεσπότη) : Ο γέρος και η γριά ερίζουν π.χ. επί πολιτικής συζήτησης, γιατί ανήκουν σε διαφορετικά πολιτικά κόμματα. Ο διάλογος πάντα στην ποντιακή γλώσσα. Η συζήτηση είναι εκρηκτική. Ο γέρος υφίσταται ανακοπή, και πάλι για τις ανάγκες της εν λόγω εκτυλισσόμενης πλοκής της αυτοσχέδιας παράστασης, και σωριάζεται αστραπιαία καταγής παρουσιάζοντας στοιχεία νεκροφάνειας. Η γιαγιά αντιλαμβάνεται την σοβαρότητα της κατάστασης. Ο γιατρός παρεμβαίνει ακαριαία, γιατί ήδη από την αρχή είχε παρακολουθήσει την τριβή, διένεξη, ρήξη, και κάνει τα πάντα στα πλαίσια των δυνατοτήτων του, κάτω από το αγωνιώδες βλέμμα της γριάς, για να τον επαναφέρει στη ζωή. Η προσπάθειά του όμως δεν φέρει αίσιο τέλος. Η γριά κλαίει και οδύρεται δίπλα στον θανόντα γέρο της μεταμελημένη, μετανιωμένη για την συμπεριφορά της.
Στην έργο- τραγωδία : «Αντιγόνη» (442 π.Χ., αριθμός στίχων 1.353) του τραγικού μας ποιητή Σοφοκλή (496 π.Χ.-406/5 π.Χ.) η Αντιγόνη θάβει τον αδελφό της Πολυνείκη παρά την απαγόρευση του βασιλιά της Αθήνας Κρέοντα. Ο βασιλιάς καταδικάζει την Αντιγόνη σε θάνατο. Η απόφασή του εκτελείται. Ο γιος του βασιλιά και μνηστήρας της Αντιγόνης Αίμονας αυτοκτονεί για το χαμό της αγαπημένης του. Η βασίλισσα Ευρυδίκη αυτοκτονεί για το χαμό του γιού της. Ο βασιλιάς Κρέων μετανιώνει για την ισχυρογνωμοσύνη του.
Άλλη σκηνή : Είς εκ των ηθοποιών του θιάσου αρπάζει τη νύφη, ήτοι τον σε νύφη μεταμφιεσμένο ηθοποιό του θιάσου και την απάγει. Ακολούθως συλλαμβάνεται από τον ηθοποιό αστυνόμο. Ο ηθοποιός- ιατρός διαπιστώνει βιασμό αλλά και εγκυμοσύνη της νύφης. Ο ηθοποιός- αστυνόμος-δικαστής τιμωρεί τον δράστη για απαγωγή, βιασμό κ.λ.π. και απονέμεται δικαιοσύνη.
Στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου ευρίσκεται αρχαίος ελληνικός κατωιταλικός κρατήρας του 4ου αιώνος π.Χ. που φέρει αγγειογραφία. Σε αυτήν εικονίζεται σκηνή από την τιμωρία της Αλκμήνης. Ο Αμφιτρύων (δεξιά) με την βοήθεια του Αντήνορα (αριστερά) βάζει φωτιά στην πυρά με σκοπό να θανατώσει την γυναίκα του Αλκμήνη, για την απιστία της με τον Δία, με τον οποίο απέκτησε τον Ηρακλή. Η Αλκμήνη ζητεί καταφύγιο στον βωμό. Ο Δίας (αριστερά άνω στην παράσταση) εισακούει την προσευχή της και στέλνει τις Νεφέλες να σβήσουν τη φωτιά, με την βροχή.
Στο Παρίσι, στο Μουσείου Λούβρου (Louvre) ευρίσκεται αρχαιοελληνικός σκύφος, με αγγειογραφία ερυθρόμορφου ρυθμού, του 485 π.Χ.- 480 π.Χ. Στην αγγειογραφία τούτη εικονίζεται ο Αγαμέμνων, ο οποίος έχει αρπάξει την Τρωάδα Βρισηίδα από την σκηνή του Αχιλλέα, αγαπημένη σκλάβα του Αχιλλέα και την οδηγεί στο κατάλυμά του με τη συνοδεία του κήρυκα Ταλθύβιου και τον Διομήδη.
Στο Μουσείο Ιστορίας της Τέχνης στην Βιέννη της Αυστρίας ευρίσκεται ελληνικό αγγείο, ερυθρόμορφου ρυθμού, στο οποίο υπάρχει απεικόνιση. Στην αγγειογραφία αυτή παριστάνεται η Δίκη, θυγατέρα της θεάς Ειρήνης, να κτυπά την Αδικία. Συγκεκριμένα στο Kunsthistotisches Museum ευρίσκεται αμφορέας του 530 π.Χ. που δείχνει την θεά Δίκη να εξουδετερώνει την πανάσχημη Αδικία. Η Δικαιοσύνη εθεωρείτο στην ελληνική αρχαιότητα υψίστη αρετή που έπρεπε να ρυθμίζει τον βίο των αγαθών πολιτών.
Στο Μουσείο του Βατικανού ευρίσκεται αρχαία ελληνική κύλιξ, ερυθρόμορφου ρυθμού, στο εσωτερικό της οποίας υπάρχει ερυθρόμορφη απεικόνιση-αγγειογραφία. Στην αγγειογραφία αυτή παριστάνεται ο Αίσωπος, ο πατέρας του διδακτικού μύθου. Εικονίζεται ο θυμόσοφος και πνευματώδης Αίσωπος να συνομιλεί με μία αλεπού, ένα από τα ζώα που ζωντανεύουν τους λαϊκούς μύθους. Με αυτούς τους μύθους «Μύθοι του Αισώπου» ο Αίσωπος πολεμά την αδικία, προβάλλει τον ενάρετο τρόπο ζωής και αναδεικνύει τις ηθικές αξίες.
Στο Μουσείο Λούβρου στο Παρίσι της Γαλλίας ευρίσκεται αρχαιοελληνικός αμφορέας, ερυθρόμορφου ρυθμού, του 5ου αιώνος π.Χ. Επ΄ αυτού υπάρχει ερυθρόμορφη απεικόνιση. Στην απεικόνιση αυτή παριστάνεται η απαγωγή της διακεκριμένης Αμαζόνας Αντιόπης από τον Θησέα με την συνδρομή του αφοσιωμένου φίλου του, Πειρίθου. Η Αντιόπη φορεί ενδυμασία, η οποία καλύπτει το σώμα της μέχρι τους αστραγάλους και τα χέρια της μέχρι τους καρπούς των χεριών. Το κάτω τμήμα της ενδυμασίας έχει σχήμα παντελονιού με βάση την ερυθρόμορφη αυτή απεικόνιση.
Στο Λονδίνο της Αγγλίας, στο British Museum, ευρίσκεται αρχαιοελληνική λεκάνη Γεωμετρικής Εποχής, ήτοι 700 π.Χ.-480 π.Χ., που φέρει αγγειογραφία. Σ΄ αυτήν εικονίζεται σκηνή από την απαγωγή της Ωραίας Ελένης από τον Πάρι.
Στην Κοπεγχάγη της Δανίας, στο Nationalmuseet, ευρίσκεται αρχαιοελληνικός αμφορέας, με αγγειογραφία, ερυθρόμορφου ρυθμού, του 450 π.Χ. Στην αγγειογραφία τούτη εικονίζεται ο Δίας, ο οποίος κρατάει στο δεξιό του χέρι κεραυνό και κυνηγάει την Αίγινα, την όμορφη κόρη του ποταμού Ασώπου. Από την ένωση Δία-Αίγινης θα γεννηθεί ο Αιακός, γενάρχης του Πηλέως, του Αχιλλέως, του Νεοπτολέμου.
Σπουδαίος αγγειογράφος υπήρξε και ο Ευθυμίδης. Στον Ευθυμίδη ανήκει ο ερυθρόμορφου ρυθμού, αμφορέας, ύψους 57 εκατοστών, με την ερυθρόμορφη απεικόνιση στην οποία παριστάνεται η αρπαγή της Ελένης από τον Θησέα. Στην άλλη όψη του ιδίου αμφορέως υπάρχει και άλλη παράσταση-απεικόνιση. Σ΄ αυτήν οι φίλες της Ελένης βλέπουσες την αρπαγή φεύγουν τρομαγμένες.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Βερολίνου της Γερμανίας ευρίσκεται αρχαιοελληνικό αγγείο, ερυθρόμορφου ρυθμού, του 5ου αιώνος π.Χ. Επ΄ αυτού υπάρχει ερυθρόμορφη απεικόνιση. Στην απεικόνιση αυτή παριστάνεται ο Πηλεύς, ο οποίος προσπαθεί να κερδίσει την Νεράϊδα Θέτιν. Και να την νυμφευθεί. Η Θέτις προσπαθεί να τον αποφύγει, παίρνει μορφή λιονταριού ή φιδιών για να τρομάξει τον Πηλέα. Ο Πηλέας, κατά την συμβουλή του Χείρωνος επιμένει να κρατεί τη θεά Θέτιν σφικτά. Τελικά η Θέτις υποχωρεί και γίνεται ο γάμος Πηλέως -Θέτιδος στο Πήλιο, όπου παρευρέθησαν όλοι οι θεοί. Πηλέας και Θέτις : γονείς του Αχιλλέως. Ο αγγειογράφος Πειθίνους υπαινίσσεται τις μεταμορφώσεις της θεάς Θέτιδος μόνο με το λιοντάρι και τα φίδια. Κατά τους μύθους όμως η Νηρηίδα Θέτις είχε πάρει και την μορφή φλόγας, νερού, ανέμου, αρπακτικού πουλιού και τίγρεως. Σημειωτέον ότι εκ του γάμου τούτου Πηλέως-Θέτιδος γεννήθηκε ο Αχιλλεύς.
Στο Λονδίνο της Αγγλίας, στο British Museum, ευρίσκεται αρχαιοελληνική πελίκη του 340 π.Χ.-330 π.Χ. με παρόμοιο θέμα. Ο Πηλέας αγωνίζεται να τιθασεύσει την Θέτιδα.
Επίσης στο Λονδίνο της Αγγλίας, στο British Museum, ευρίσκεται αρχαιοελληνική κύλιξ, που φέρει αγγειογραφία ερυθρόμορφου ρυθμού, του 490 π.Χ.-480 π.Χ. Σ΄ αυτήν την παράσταση η φτερωτή Ίριδα την οποία έχουν κυνηγήσει και έχουν πιάσει οι Σάτυροι : ο Δρομίς, ο Έχων και ο Λήψις. Το σκηνικό εκτυλίσσεται εντός του ιερού του Διονύσου, όπως μαρτυρεί η παρουσία του θεού Διονύσου, ο οποίος είναι κισσοστεφανωμένος.
Στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών ευρίσκεται αρχαιοελληνική πυξίδα, του 460 π.Χ., ερυθρόμορφου ρυθμού, που εμφανίζει αγγειογραφία. Στην ερυθρόμορφη τούτη αγγειογραφία παριστάνεται ο Τρίτων να αναγγέλλει στην Δωρίδα την αρπαγή της θυγατέρας της Αμφιτρίτης από τον θεό της θάλασσας Ποσειδώνα. Στην ίδια παράσταση εικονίζονται κόρες Νηρηίδες που δείχνουν να είναι ανήσυχες και φοβισμένες.
Στη Ρώμη Ιταλίας, στο Musei Vaticani (Μουσείο Βατικανού) ευρίσκεται αρχαιοελληνικός κρατήρας εκ της Ποσειδωνίας, του 350 π.Χ.-340 π.Χ., με αγγειογραφία. Στην παράσταση εικονίζονται τρεις μορφές : Η Αλκμήνη, ο Δίας και ο Ερμής. Η Αλκμήνη βλέπει από το παράθυρό της τον Δία χρησιμοποιώντας σκάλα να προσπαθεί να την προσεγγίσει.
Στο έργο – τραγωδία : « Ηλέκτρα» (413 π.Χ., αριθμός στίχων 1.510), και πάλι του τραγικού μας ποιητή Σοφοκλή (496-406/5 π.Χ.), ο Ορέστης από κοινού με την αδελφή του Ηλέκτρα σκοτώνουν τους δολοφόνους του πατρός τους, ήτοι την μητέρα τους Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της Αίγιστο. Κεντρικό θέμα του δράματος αυτού είναι η απονομή της δικαιοσύνης. Η τραγωδία αυτή έχει κοινό θέμα : α) με τους «Χοηφόρους» στην τριλογία «Ορέστεια» (το 458 π.Χ.) του τραγικού ποιητή Αισχύλου, ήτοι : «Αγαμέμνων» (αριθμός στίχων 1.673), «Χοηφόροι» (αριθμός στίχων 1.076) και «Ευμενίδες» (αριθμός στίχων 1.047) και β) με την «Ηλέκτρα» (417 π.Χ., αριθμός στίχων 1.359) του τραγικού ποιητή Ευρυπίδη (485 π.Χ.- 405 π.Χ.).
Σε αρχαϊκή αγγειογραφία παριστάνεται ο φόνος του Αίγιστου από τον Ορέστη. Ο Ορέστης, γιος του Αγαμέμνονα, άδραξε από τον μαλλιά τον Αίγιστο, φονιά του πατέρα του και εραστή της μάνας του Κλυταιμνήστρας, και τον σκότωσε, ενώ δίπλα του εικονίζεται η αδελφή του Χρυσόθεμις.
Άλλη σκηνή : ένα άνδρας του θιάσου υποδύεται εγκυμονούσα γυναίκα που με το σύζυγό της (έτερο μέλος του θιάσου) βρίσκεται μες το κοινό που παρακολουθεί. την παράσταση. Ο ηθοποιός ιατρός του θιάσου «βλέπει» εξ αποστάσεως την εγκυμονούσα μες το πλήθος και καλεί το ζευγάρι στη σκηνή. Το ζευγάρι ανταποκρίνεται. Ο ιατρός λαμβάνει την άδεια από το ζευγάρι για εξέταση της εγκυμονούσας. Τοποθετεί τα ακροαστικά στην κοιλιά της και μετά από κωμικούς διαλόγους γνωστοποιεί στο ζευγάρι πως μπορεί να περιμένει έντεκα αρσενικά μωρά, ήτοι μια ολόκληρη ανδρική ποδοσφαιρική ομάδα. Το κοινό ξεσπά σε ασταμάτητο γέλιο.
Στο χωριό μου Σκήτη Κοζάνης, στο οποίο, μετά την Συνθήκη της Λωζάνης, το έτος 1923 εγκαταστάθηκαν Πόντιοι, παρατηρήθηκε, όπως και σε άλλα ποντιακά χωριά εν Ελλάδι, σημαντική πληθυσμιακή αύξηση κατά την εξηκονταετία 1923 –1983, εξαιρουμένης της δεκαετίας 1940-1950 (β΄ παγκόσμιος πόλεμος-εμφύλιος πόλεμος).
Οι Πόντιοι πρώτης γενιάς, νέα ζευγάρια, στο χωριό μου, όπως και σε όλες τις ελληνικές κοινωνίες εκείνην την εποχή, δημιούργησαν πολύτεκνες οικογένειες, ακόμη και άνω των έξι παιδιών. Σημειώνω μια παγκόσμια πρωτοτυπία: Σε δυο γειτονικά σπίτια εντός του χωριού μου : στο ένα σπίτι υπήρχε νέα οικογένεια (νέο ζευγάρι με έξι παιδιά, όλα κορίτσια), ήτοι η οικογένεια Σημελίδη Γεωργίου, και στο γειτονικό σπίτι υπήρχε νέα οικογένεια (νέο ζευγάρι με επτά παιδιά, όλα αγόρια), ήτοι η οικογένεια Στεφανίδη Χρυσοστόμου. Δημιουργήθηκαν και άλλες πολυπληθείς οικογένειες, ήτοι : Σαββίδη Χριστοφόρου, με εννέα παιδιά, Λαμπριανίδη Αντωνίου, με εννέα παιδιά, Αλεξανδρίδη Γεωργίου, με εννέα παιδιά, Κοσμίδη Ιωάννη, με εννέα παιδιά, Ανδρεάδη Ανέστη, με οκτώ παιδιά, Τσακαλίδη Ευσταθίου με οκτώ παιδιά, Σκεντερίδη Ανέστη, με έξι παιδιά, Λαμπριανίδη Ευσταθίου του Γεωργίου (παππού μου εκ πατρός, γεννηθέντος εν Τραπεζούντι Πόντου το 1911, εγκατασταθέντος εν Σκήτη το 1923 και αποβιώσαντος το 1996 σε ηλικία 97 ετών) με έξι παιδιά, Κεϊσίδη Ιωάννη του Λαζάρου (παππού μου εκ μητρός, γεννηθέντος το 1899 εν Τραπεζούντι Πόντου, εγκατασταθέντος εν Σκήτη το 1923 και αποβιώσαντος το 1997) με τέσσερα παιδιά. Δεν συμπεριλαμβάνονται δε, δι΄ όλους, τα προώρως χαμένα λόγω : αποβολής, θανάτου εξ ασθενείας εις βρεφικήν ηλικίαν κ.λ.π.
Στον θίασο των Μωμόγερων τα μέλη του Χορού οι 12 γαμπροί, νέοι, στην πραγματικότητα προστατεύουν τις νύμφες. Νοιάζονται για την ασφάλειά τους και λειτουργούν ως ασπίδες προστασίας. Έτσι π.χ. επί απαγωγής μίας νύμφης οι πρώτοι που θα προστρέξουν προς βοήθειά της θα είναι οι ίδιοι. Οι νύμφες αισθανόμενες ασφάλεια κοντά στους γαμπρούς δεν απομακρύνονται από αυτούς και συμμετέχουν στους χορούς τους.
Άλλη σκηνή : Η γριά χλευάζει τον γέρο γιατί, λόγω των γηρατειών, δεν μπορεί να «πάρει» τα πόδια του, αδυνατεί να σηκώσει τα πόδια του κατά τον βηματισμό. Το κοινό ξεσπά σε γέλια.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Λούβρου (Louvre) των Παρισίων ευρίσκεται αρχαιοελληνική πελίκη, του 480 π.Χ. – 470 π.Χ., που φέρει αγγειογραφία ερυθρόμορφου ρυθμού. Στην παράσταση τούτη εικονίζεται ο Ηρακλής, ο οποίος φορεί την λεοντή του, με το αριστερό χέρι πιάνει τον γερίσκο Γήρας, αδύναμο και καχεκτικό με μπαστούνι, και κραδαίνοντας το ρόπαλό του με το δεξιό χέρι το υψώνει για να τον εξοντώσει. Ο αγγειογράφος παρουσιάζει τον Ηρακλή ως εξολοθρευτή των δεινών τη γεροντικής ηλικίας.
Άλλη σκηνή : Ο διάβολος βάζει τρικλοποδιά στον γέρο ή βάζει τη βέργα του ανάμεσα στα πόδια του γέρου και πετυχαίνει την πτώση του, ο γέρος τραυματίζεται η γριά, συμπαρίσταται στο γέρο, βάζοντας τις φωνές στα ποντιακά στον διάβολο. Ο διάβολος προστρέχει για τις πρώτες βοήθειες. Περιτυλίγει το σπασμένο πόδι του γέρου με επίδεσμο και του παρέχει δεκανό (εκ του λατ. decanus) (=υψηλό ραβδί, με οριζόντιο στήριγμα στο ύψος της μασχάλης, που το χρησιμοποιούν οι ανάπηροι).
Άλλη επίσης σκηνή : Ο διάβολος σπρώχνει τη γριά πάνω στο γέρο για να προκαλέσει «νέο μεταξύ τους ερωτικό ειδύλλιο». Ο γέρος εκνευρίζεται και ζητά εξηγήσεις και ζητά εξηγήσεις από τη γριά. Η γριά ομνύει ότι «δεν πταίει» και προδίδει τον διάβολο. Ο διάβολος μαζεύει την ουρά του και φεύγει. Η πονηριά του διαβόλου πέφτει στο κενό. Ο γέρος δεν «ανταποκρίνεται» στην …«ερωτική πρόκληση» «Παρερχομένης της ηλικίας και το πνεύμα απρόθυμον και η σαρξ ασθενής».
Προσέτι άλλη σκηνή : Ο διάβολος κλέβει το πορτοφόλι του οικοδεσπότη στην αυλή του σπιτιού, του οποίου ο θεατρικός θίασος των Μωμόγερων δίνει την παράστασή του, λίγο πριν ο οικοδεσπότης δώσει το φιλοδώρημα στον ταμία του θιάσου.
Προσέτι στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης στις Η.Π.Α. ευρίσκεται έτερο αρχαιοελληνικό πήλινο ειδώλιο, γύρω στο 375 π.Χ.-370 π.Χ., άλλου χαρακτηριστικού τύπου πολίτη της αθηναϊκής κωμωδίας, που παριστάνει έναν άνδρα-πονηρό δούλο που είναι καθιστός, τοποθετεί τον αγκώνα του δεξιού του χεριού στο πόδι του, τον καρπό τον ίδιου χεριού του στην κάτω γνάθο του και σκέπτεται με ποιόν τρόπο να κλέψει τον αφέντη του, να κλέψει κάτι από το αφεντικό του.
Στη Νεάπολη (Νάπολι) Κάτω Ιταλίας στο Museo Nazionale Archeologico ευρίσκεται κρατήρας των αρχών του 4ου αιώνος π.Χ., που εικονίζει την αρπαγή του χρυσόμαλλου δέρατος από τον Ιάσονα. Ο δράκοντας είναι κουλουριασμένος γύρω από το δένδρο και πίνει ανυποψίαστος το ποτό που του προσφέρει η Μήδεια, για να τον αποκοιμίσει. Την ίδια στιγμή ο Ιάσονας υψώνει το ξίφος του για να τον σκοτώσει και να αρπάξει το χρυσόμαλλο δέρας.
Στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης των Η.Π.Α. ευρίσκεται αρχαιοελληνικό αγγείο, ερυθρόμορφου ρυθμού, του 5ου αιώνος π.Χ. Επ΄ αυτού υπάρχει ερυθρόμορφη απεικόνιση. Στην απεικόνιση αυτή παριστάνεται σκηνή από την Αργοναυτική Εκστρατεία. Ο Ιάσων πλησιάζει προσεκτικά το χρυσόμαλλο δέρας που είναι αναρτημένο ψηλά στον κορμό ενός δένδρου και προσπαθεί να το αποσπάσει. Ο Δράκων που το φρουρεί παριστάνεται συσπειρωμένος στον κορμό του δένδρου, έχει αντιληφθεί τον Ιάσονα και επιχειρεί να του επιτεθεί. Η θεά Αθηνά συμπαραστέκεται στον ήρωα Ιάσονα. Ο Ιάσων σκοτώνει το τέρας-φίδι, που φύλαγε το χρυσόμαλλο δέρας, και αρπάζει το δέρας. Δεξιά φαίνεται η πρύμνη της Αργούς και ένας Αργοναύτης.
Στην Βιέννη της Αυστρίας, στο Kunsthistorisches Museum, ευρίσκεται αρχαιοελληνικός αμφορέας με αγγειογραφία μελανόμορφου ρυθμού, του 530 π.Χ. Στην αγγειογραφία τούτη παριστάνεται η θεά Δίκη, η οποία εξουδετερώνει την Αδικία. Η Δικαιοσύνη εθεωρείτο κατά την αρχαιότητα και εν Ελλάδι και εν ελληνικώ ιωνικώ Πόντω η υψίστη αρετή που έπρεπε να ρυθμίζει τον βίο των πολιτών.
Στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης στις Η.Π.Α. ευρίσκεται αρχαιοελληνικό πήλινο ειδώλιο, γύρω στα 375 π.Χ.-370 π.Χ., χαρακτηριστικού τύπου (καθημερινού χαρακτήρα ανθρώπου) της αθηναϊκής κωμωδίας, που παριστάνει έναν άνδρα με σκούφο και ταξιδιωτική κάπα, περίλυπο, γιατί του έχουν κλέψει το πορτοφόλι.
Ετέρα σκηνή του αυτοσχεδιαστικού θεατρικού έργου, που παρατηρείται στις ημέρες και δείχνει την προσθήκη και νέων στοιχείων, σε κάθε εποχή, στον κύριο κορμό του εθίμου των Μωμόγερων και τους ρηξικέλευθους αυτοσχεδιασμούς πάνω σ΄ αυτά των μελών του θιάσου, στο εν ροή ζωντανό θεατρικό έργο είναι η εξής : Ο αστυνόμος επικολλά κλήση σε παρακείμενο σταθμευμένο ΙΧΕ αυτοκίνητο. Απευθυνόμενος δε προς το θεάμον κοινό αναφωνεί δημοσίως τις πινακίδες του ΙΧΕ αυτοκινήτου αναζητώντας τον ιδιοκτήτη του. Ο ιδιοκτήτης εμφανίζεται. Ο αστυνόμος του εγχειρίζει την κλήση για παράνομη στάθμευση του οχήματός του σε χώρο που, κατά την θεωρητική άποψη του αστυνομικού …«παρακωλύει την μετακίνηση του περιφερόμενου «μπουλουκιού», ήτοι του θιάσου των Μωμόγερων». Να πάλι η συμμετοχή του κοινού με την ευφάνταστη ιδέα ενός εκ των μελών του θιάσου των Μωμόγερων. Διττό το αποτέλεσμα : και πρόκληση γέλιου και ενίσχυση του ταμείου, από άτομα βέβαια τρίτα που θα αναζητούσαν ερέθισμα προς παροχή φιλοδωρήματος.
Πρόσθετη σκηνή : Όταν ολοκληρωθεί ο αυτοσχεδιαστικός κύκλος της παράστασης, κάποιος εκ των μελών του θιάσου ή απλός θεατής βάζει φωτιά στον σάκο με τ΄ άχυρα που φέρει ωμαδόν, στον ώμο του ο γέρος. Να λοιπόν κι εδώ η συμμετοχικότητα των θεατών. Καίγεται ο σάκος με τ΄ άχυρα και συμβολικά κι ο γέρος με τον συμβολισμό ότι το παλιό έτος εκπνέει και ανατέλλει το νέο έτος.
Καθώς μετακινείται το μπουλούκι, ο θεατρικός θίασος, από σπίτι σε σπίτι εκτυλίσσονται και πάλι κωμικές σκηνές, πράγμα που δείχνει ότι η θεατρική παράσταση είναι διαρκής και συνεχίζει να εκδηλώνεται και εν πορεία κατά την μετακίνηση του με θιάσου.
Κι άλλη σκηνή : Κατά τη μετακίνηση του «μπουλουκιού», ήτοι του θιάσου των Μωμόγερων, προκειμένου να κάνει νέα παράσταση σε αυλή άλλης οικίας, ο αστυνόμος του θιάσου σταματά κινούμενο ΙΧΕ αυτοκίνητο και επιβάλλει στον οδηγό του πρόστιμο για ..υποτιθέμενη «υπερβολική ταχύτητα με πιθανότητα προκλήσεως θανατηφόρου τροχαίου». Συνέβη σε μένα ως οδηγό. Να λοιπόν κι εδώ η συμμετοχή του κοινού. Εύγε στην ευρηματικότητα του συγκεκριμένου λαϊκού ηθοποιού, μέλους ενός θιάσου Μωμογέρων, που υποδυόταν τον ρόλο του αστυνόμου στο θίασο. Ορίστε και η άντληση θεμάτων από την καθημερινή σκληρή πραγματικότητα : καθημερινά θανατηφόρα τροχαία ατυχήματα, που αποτελούν μαζί με άλλους παράγοντες ( ανεργία, οικονομική δυσκολία ζευγαριών, μετανάστευση επιστημόνων προς εύρεση εργασίας κ.λ.π.) τις κύριες αιτίες της θλιβερής πληθυσμιακής καθίζησης της χώρας μας.
Σχετικά με τα στοιχεία της ευρηματικότητος, της έμπνευσης, της φαντασίας των μελών του θιάσου καθώς εκτυλίσσονται τα αυτοσχεδιαστικά κωμικά θέματα των θεατρικών παράστασεων είναι ορατή η ταυτότητα των στοιχείων αυτών με την ελληνική μυθολογία και αρχαία ελληνική ιστορία :
Ο θεός Διόνυσος, όταν οι θεοί του Ολύμπου εζήτουν από τον θεό Ήφαιστο, θεό της φωτιάς και του σιδήρου, να επανέλθει στον Όλυμπο και να σπάσει τα σιδερένια δεσμά της Ήρας και ο ίδιος ηρνείτο, τον μέθυσε πρώτα και μετά τον οδήγησε στον Όλυμπο. Στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Μονάχου Γερμανίας στο Μόναχο, Staatliche Antikensammluhgen, ευρίσκεται αρχαιοελληνική πελίκη του 435-430 π.Χ., ερυθρόμορφου ρυθμού, στην οποία υπάρχει αγγειογραφία, που παριστά την επαναφορά του θεού Ήφαιστου στον Όλυμπο για να ελευθερώσει την θεά Ήρα από τα δεσμά που την κρατούσαν καθηλωμένη στον θρόνο. Την επαναφορά του Ήφαιστου στον Όλυμπο την ανέλαβε ο θεός Διόνυσος, ο οποίος είχε την έμπνευση να το μεθύσει και να έτσι εύκολα να τον οδηγήσει στον Όλυμπο. Στην εν λόγω αγγειογραφία απεικονίζεται ο θεός Ήφαιστος να φέρει το σφυρί του στον ώμο του, να κρατεί στο δεξιό χέρι του λαβίδα, να είναι μεθυσμένος και να στηρίζεται στους ώμους ενός Σιληνού (=Σατύρου), ακολούθου του Διονύσου. Από κοινού οι δυο τους (Σιληνός και Ήφαιστος) ακολουθούν τον Διόνυσο που τους δείχνει το δρόμο (προς Όλυμπο).
Στο Metropolitan Museum της Νέας Υόρκης στις Η.Π.Α. ευρίσκεται αρχαιοελληνική πελίκη του 460 π.Χ., ερυθρόμορφου ρυθμού, στην οποία υπάρχει αγγειογραφία. Στην αγγειογραφία αυτή εικονίζονται η Ρέα και ο Κρόνος. Ο Κρόνος έτρωγε τα παιδιά του. Η Ρέα στην παράσταση αυτή παραδίδει στον Κρόνο σπαργανωμένη πέτρα. Ο Κρόνος ανυποψίαστος κατάπιε την πέτρα και έτσι σώθηκε ο γιος τους Δίας, ο οποίος μεγάλωσε ανδρώθηκε και πήρε από τον πατέρα του την εξουσία με την βία.
Στην Ρώμη της Ιταλίας, στο Museo Caritolino, ευρίσκεται μία βάση με ανάγλυφο, του 160 π.Χ. Στο ανάγλυφο παριστάνονται Κουρήτες, οι οποίοι με τα σπαθιά τους κτυπούν τις ασπίδες τους για να προκαλέσουν θόρυβο προκειμένου να καλύψουν τον ήχο των κλαμάτων του μωρού Δία, ώστε να μην τον ακούσει πατέρας του Κρόνος που έτρωγε τα παιδιά του. Στο βάθος του αναγλύφου παριστάνεται ο μικρός Δίας να θηλάζει την αίγα Αμάλθεια. Αριστερά εικονίζεται μία γυναίκα που είναι ή η Κρήτη ή η Ρέα, μαμά του Δία, ή η Νέμεση.
Ο πολυμήχανος Οδυσσεύς μέσα στη στάνη του μονόφθαλμου Κύκλωπα Πολυφήμου εμπνεύστηκε την ιδέα και εκτέλεσε το σχέδιο για την τύφλωσή του προκειμένου να γλιτώσει. Στο Μουσείο Ελευσίνος ευρίσκεται αρχαιοελληνικό αγγείο, το οποίο φέρει αγγειογραφία του 670 π.Χ. Η αγγειογραφία είναι μελανόμορφου ρυθμού, και παριστάνει την τύφλωση του Πολύφημου. Ο κύκλωπας Πολύφημος μεθυσμένος κρατεί στο δεξιό χέρι του μια βαθιά κύλικα με κρασί. Ο Οδυσσέας με την βοήθεια συντρόφου του βυθίζει στο μάτι του κύκλωπα Πολύφημου πελώρια δοκό που την κρατεί με τα δύο χέρια του και την ωθεί. Το ίδιο κάνει και ο σύντροφός του που τον βοηθάει στην προσπάθεια αυτή.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Μονάχου ευρίσκεται αρχαιοελληνικό αγγείο, μελανόμορφου ρυθμού. Στο αγγείο αυτό υφίσταται αγγειογραφία του τέλους του 6ου αιώνος π.Χ. Η αγγειογραφία αυτή παριστάνει τον Οδυσσέα να διαφεύγει από το σπήλαιο του τυφλού Πολύφημου κρεμασμένος κάτω από το καλύτερο κριάρι της στάνης «υπό γαστέρ΄ ελυσθείς», (=δεμένος στην κοιλιά ενός κριαριού από το κοπάδι του Πολύφημου).
Στην πόλη Στοκχόλμη, στη Συλλογή Throneholst, της Σουηδίας ευρίσκεται αρχαιοελληνική οινοχόη, του 500 π.Χ. – 475 π.Χ., μελανόμορφου ρυθμού. Στην εξωτερική επιφάνεια αυτής υπάρχει αγγειογραφία μελανόμορφη. Σε αυτήν εικονίζονται τρεις Σειρήνες με το όνομά τους. Στέκονται επάνω σε έναν μεγάλο βράχο της θάλασσας, στραμμένες προς το καράβι του Οδυσσέα, ο οποίος πλησιάζει. Μία εκ τριών τραγουδάει. Οι άλλες δύο την συνοδεύουν παίζοντας η μία αυλό και η άλλη λύρα. Ο έξυπνος Οδυσσέας εδέθη στο κατάρτι του καραβιού του τις προσπέρασε, ακούγοντας ωστόσο το γλυκό τραγούδι τους.
Στο Βρετανικό Μουσείο ευρίσκεται αρχαιοελληνικό αγγείο, το οποίο φέρει αγγειογραφία Η αγγειογραφία είναι ερυθρόμορφου ρυθμού, και παριστάνει τον Οδυσσέα να αντιμετωπίζει δεμένος στο κατάρτι το μαγικό τραγούδι των Σειρήνων, οι οποίες παριστάνονται ως φτερωτές υπάρξεις με κεφαλή ωραίων γυναικών και σώμα αρπακτικού πουλιού. Δύο Σειρήνες διακρίνονται επάνω σε βράχους δεξιά και αριστερά του πλοίου και άλλη μια πετά επάνω από το πλοίο.
Το έργο : « Κύκλωψ» (410 π.Χ, αριθμ. στίχων 709) είναι το μοναδικό σατυρικό δράμα του Ευριπίδη (485 π.Χ.- 405 π.Χ.) που έχει διασωθεί. Ο Κύκλωπας στο έργο έχει στην υπηρεσία του τους Σατύρους με επικεφαλής τον Σιληνό, και ενδιαφέρεται μόνο για την διασκέδαση. Στο έργο τούτο ο Ευριπίδης παρουσιάζει με ευτράπελο τρόπο την περιπέτεια του Οδυσσέα στο νησί των Κυκλώπων και την τύφλωση του Πολυφήμου (Ραψωδία Ι, Κυκλώπεια, της Οδύσσειας).
Ο Δίας είχε έντονη κεφαλαλγία και εκ της κεφαλής του αναπήδησε η θεά Αθηνά πάνοπλη. Στο Μουσείο Λούβρου στο Παρίσι ευρίσκεται αρχαιοελληνικό αγγείο, μελανόμορφου ρυθμού, στο οποίο υπάρχει μελανόμορφη απεικόνιση. Κατ΄ αυτήν στο κέντρο της παράστασης υπάρχει ο Δίας καθιστός και από την κεφαλή του, λόγω του πονοκεφάλου του, ξεπηδά-αναπηδά η θεά Αθηνά φέρουσα πλήρη πολεμικό εξοπλισμό, παλλομένη, χορεύουσα πυρρίχιο. Ο Δίας κρατεί σκήπτρο με το αριστερό χέρι του και κεραυνό με το δεξιό χέρι του. Η Αθηνά με το ξαφνικό ξεπήδημα από την κεφαλή προκάλεσε έκπληξη στους παρευρισκομένους, στην Ελείθυια, θεά, προστάτις του τοκετού, κόρη του Διός και της Ήρας, και τον Ποσειδώνα με την τρίαινά του.
Οι Μωμόγεροι παρουσιάζονται σ΄ ολόκληρο τον Ελληνικό Πόντο, οι παραστάσεις τους έχουν σκωπτικό χαρακτήρα, αποτελούν προθεατρική μορφή, με βασικό χαρακτηριστικό τους τον αυτοσχεδιασμό και την αυτοδημιουργικότητα κατά τις παραστάσεις-παρουσιάσεις και θεατρικές τους δράσεις. Ο θίασος των Μωμόγερων είναι ένα από τα πιο αυθεντικά και πιο αρχαία έθιμα που διατήρησαν οι Έλληνες του Πόντου. Στους διαλόγους των μελών του θιάσου, όπως και στο αρχαίο σατυρικό δράμα, παρατηρείται η χρήση χονδροειδών αστείων που υπερβαίνουν το μέτρο. Προσέτι στις περισσότερες σκηνές των θεατρικών παραστάσεων των Μωμόγερων το τέλος είναι αίσιο, παρουσιάζει δηλ. μία γλυκιά άποψη της ζωής, που αντισταθμίζει εκείνην της τραγωδίας.
Κατά τους μεταχριστιανικούς χρόνους και δη επί Ελληνικής-Βυζαντινής Αυτοκρατορίας στην παράσταση του θιάσου των Μωμόγερων συμμετείχαν και πρόσωπα υποδυόμενα τον Διγενή Ακρίτα και τον Ίωνα Πόντιο Μέγα Βασίλειο.
Ο Ακρίτας συμβολίζει την ελληνική δύναμη και κυριαρχία στον Πόντο. Η παρουσία δε του Ακρίτα εξυμνούσε την ελληνική ποντιακή αρετή του φύλακα-φρουρού του Βυζαντινού δηλ. Ελληνικού – Ιωνικού Πόντου και των ανατολικών συνόρων της Βυζαντινής δηλ. της Ελληνικής Αυτοκρατορίας.
Ο Μέγας Βασίλειος είχε ποντιακή καταγωγή. Όλα τα μέλη της δεκαμελούς οικογένειάς του κατέστησαν Άγιοι. Ο άγιος Βασίλειος (πατέρας), ιερεύς και δάσκαλος, η αγία Εμμέλεια (μητέρα), στο τέλος μοναχή, με τα οκτώ παιδιά τους, μεταξύ των οποίων ο Μέγας Βασίλειος, είς των Τριών Ιεραρχών, ο Πέτρος, Αρχιεπίσκοπος Σεβάστειας Μ. Ασίας, ο Γρηγόριος, Επίσκοπος Νύσσης Μ. Ασίας, η αγία Μακρίνα, μοναχή, ηγουμένη. Ο εκ των τριών Ιεραρχών δε Πόντιος Μέγας Βασίλειος αποτελεί τον κύριο εκφραστή της θεμελίωσης του Χριστιανισμού στον Πόντο. Η παρουσία του Μεγάλου Βασιλείου μέσα στον χριστιανικό χώρο της Ανατολής ανέδυε την ορθόδοξη χριστιανική πίστη.
Από τον σπουδαίο αρχαίο πολιτισμό των Ελλήνων του Πόντου και από τα ήθη και έθιμά τους το λαϊκό τούτο παραδοσιακό θέατρο, οι Μωμόγεροι, δηλ. οι μεταμφιέσεις και οι θεατροδράσεις κατά την περίοδο του Δωδεκαημέρου (Χριστούγεννα- Πρωτοχρονιά -Θεοφάνια) παρουσιάζει ιδιαίτερο εθνογραφικό και δραματολογικό ενδιαφέρον. Η ονομασία αυτή κυριαρχούσε στην καρδιά του ποντιακού ελληνισμού, δηλ. στις περιφέρειες Τραπεζούντας, Αργυρούπολης, Καρς, αλλά και σε άλλες περιοχές του Πόντου.
Στην πόλη Τραπεζούντα και οι Τούρκοι είχαν υιοθετήσει το έθιμο αυτό των Ποντίων και έκαναν κι αυτοί παραστάσεις. Ο πολιτισμός διαδίδεται. Όπως διαδόθηκε ο εν Ελλάδι πολιτισμός στους Λατίνους μετά το 146 π.Χ. και σε όλη την Δύση. Και σήμερα ακόμη υπάρχουν Πόντιοι Έλληνες στον Πόντο που ομιλούν την ποντιακή γλώσσα, διατηρούν τα ποντιακά ήθη και έθιμα καθώς και τους ποντιακούς τους χορούς. Οι Τούρκοι ενσωμάτωσαν στην κοινωνική ζωή τους πολλά αρχαιοελληνικά στοιχεία των αρχαίων Ελλήνων Ιώνων Ποντίων. Ανέγειραν άγαλμα του αρχαίου Έλληνα Ποντίου φιλοσόφου Διογένου (412 π.Χ.-323 π.Χ.) ισταμένου ορθίου επί πίθον με αναγεγραμμένον επί του πίθου το όνομά του, ανέγειραν μνημείο προς τιμήν των Αμαζόνων, των μυθικών γυναικών πολεμιστριών της ελληνικής μυθολογίας. Ακόμη και σήμερα χορεύουν ποντιακούς χορούς, ζώντας με τους Έλληνες Ποντίους επί αιώνες. Ακόμη και η χορευτική ενδυμασία τους είναι απομίμηση της ανδρικής ποντιακής ενδυμασίας των ποντίων χορευτών του πυρριχίου χορού. Για τον πυρρίχιο χορό βλέπε το άρθρο μου : «Πυρρίχιος χορός».
Παρά τον Δ. Η. Οικονομίδη : «Το έθιμο των Μωμόγερων το πήραν από τους Έλληνες Ποντίους και οι Αρμένιοι του Πόντου και οι Γεωργιανοί».
Κατά τον κ. Χρήστο Σαμουηλίδη οι παραστάσεις των Μωμόγερων στον Πόντο ήσαν διαφορετικές και είχαν ονομασίες με βάση τον ρόλο του κεντρικού τους προσώπου στον καθένα ξεχωριστά θίασο :
- Στην πόλη Κερασούντα και στην πόλη Καρς του Πόντου οι Μωμόγεροι-μεταμφιεσμένοι έδιναν στην παράσταση του θιάσου τους την ονομασία «Τα Μαϊμούνια». Η λέξη σημαίνει τους πιθήκους, τις μαϊμούδες, και μεταφορικά τους μασκαράδες, τους υποκριτές και τους γελοίους. Είναι φανερή η σχέση της ονομασίας με τα πρόσωπα του θιάσου.
- Στην περιοχή του Πόντου Αρνταχάν στην παράσταση του θιάσου τους οι μεταμφιεσμένοι Μωμόγεροι έδιναν την ονομασία : «Η Νύφε» (=η νύφη), κι αυτό γιατί κεντρικό πρόσωπο της παράστασης ήτο η νύφη.
- Η αρχαία ελληνική ποντιακή πόλη Αμισός (Εις Αμισσόν=Σαμψούντα) του Πόντου είχε δύο θιάσους Μωμόγερων. Οι Μωμόγεροι του ενός θιάσου ονόμαζαν την παράσταση του θεατρικού τους ομίλου «Οι Καραχοτζάδες» (= Οι μαύροι χοτζάδες), γιατί κύρια πρόσωπα της παράστασής τους ήσαν οι μαύροι χοτζάδες.
- Το χωριό Καράνταγ του Πόντου είχε κι αυτό δύο θιάσους Μωμόγερων. Οι μεταμφιεσμένοι στον έναν θίασο ονόμαζαν τον θίασό τους «Οι Κετσιτζήδες». Η ονομασία σήμαινε : οι κατσικάδες. Η παράσταση εδίνετο τα Χριστούγεννα.
- Στο χωριό Ταγράκ της Κερασούντας του Πόντου οι Μωμόγεροι ονόμαζαν την παράστασή τους «Τα Κάλαντα».
- Στο Σταυρίν της Αργυρούπολης του Πόντου οι Μωμόγεροι, παράλληλα με την κύρια παράστασή τους, έδιναν και δεύτερη παράσταση, την οποίαν ονόμαζαν «Το Δικαστήριον». Σατίριζαν την επικαιρότητα. Η παράσταση προήλθε από τη σκηνή της δίκης ενός γαιοκτήμονα φονιά. Οι φράσεις που χρησιμοποιούσαν ήσαν : «Παίζ΄νε το Δικαστήριον» (=αναπαριστάνουν τη δίκη).
- Στην Χαρίαινα ή Χαιρίαινα της περιφέρειας Αργυρούπολης του Πόντου στην παράσταση του θιάσου τους οι μεταμφιεσμένοι Μωμόγεροι έδιναν την ονομασία «Τα κόσα». Η λέξη είναι αρμενική (Kosh =τράγος) με ελληνική κατάληξη σε –α. Η ονομασία αυτή δόθηκε στην παράσταση, γιατί ανάμεσα στα μεταμφιεσμένα πρόσωπα του θιάσου υπήρχε και ένα πρόσωπο μεταμφιεσμένο σε τράγο. Τον ρόλο του τράγου υποδυόταν ένα παιδί δεκατεσσάρων (14) ετών, προορισμένο για εικονική θυσία. Στην αρχαιοελληνική θρησκεία κατά την αρχαιότητα τόσον εν Πόντω όσον και εν Ελλάδι ήτο επιβεβλημένη η προς τους θεούς θυσία ζώων και προσφορά σπονδών προς εξασφάλιση της υπ΄ αυτών εύνοιας.
- Στο χωριό των Αντρεάντων της Σαμψούντας του Πόντου, ήτοι στο χωριό που οι κάτοικοί του προέρχονται εκ του γένους του γενάρχη Ανδρεάδη, οι Μωμόγεροι ονόμαζαν την παράσταση του θιάσου τους : «Τ΄(ης) Αι(γ)ιδίτσας» (=της μικράς αιγός, της μικρής κατσίκας), γιατί ένα από τα μέλη του θιάσου μεταμφιεζόταν σε γιδάκι. Ο θίασος των Μωμόγερων απέδιδε την παράσταση αυτή την παραμονή της Πρωτοχρονιάς.
- Στο χωριό Κορόξινα ή Κορόξενα της Αργυρούπολης του Πόντου και της περιοχής Τζενεκίας της Κερασούντας οι Μωμόγεροι ονόμαζαν την παράσταση του θιάσου τους «Το αλογόπον» (=το αλογάκι). Τα εις -οπον στην ποντιακή γλώσσα είναι υποκοριστικά. (π.χ. κορίτσ΄= κορίτσι – κοριτσόπον = κοριτσάκι). Η ονομασία αλογόπον (αλογάκι) προήλθε από το ξύλινο άλογο που κουβαλούσε ο σε άρχοντα μεταμφιεσμένος ηθοποιός του θιάσου.
- Στο χωριό Αλισάρ της Νικόπολης του Πόντου οι Μωμόγεροι ονόμαζαν την παράσταση του θιάσου τους « Ο Αράπ΄ς» (=Ο Αράπης), γιατί το κυρίαρχο πρόσωπο ήταν αυτό του μεταμφιεσμένου μέλους – ηθοποιού του θιάσου σε Αράπη.
- Στο χωριό Ερέστιζι της Νεοκαισαρείας του Πόντου οι Μωμόγεροι ονόμαζαν την παράσταση του θεατρικού τους ομίλου «Ο Γκοτζαμάνον». Η ονομασία προερχόταν από το κύριο πρόσωπο του θιάσου, τον Γκοτζαμάνο, που ήτο ο άντρας της νύφης.
- Στα Λιβερά της Τραπεζούντας του Πόντου οι Μωμόγεροι ονόμαζαν την θεατρική παράσταση του ομίλου τους : «Οι Κοτζαμάν’». Κοτζαμάνοι σημαίνει γέροι.
- Στο χωριό Τρουψή της Νικοπόλεως του Πόντου οι Μωμόγεροι ονόμαζαν την παράσταση του θιάσου τους «Τη Καλανταρί τ΄ άλογον» (= το άλογο των Καλάντων).
- Στην Χαρίαινα ή Χαιρίαινα της Αργυρούπολης του Πόντου υπήρχε και δεύτερος θίασος Μωμόγερων, οι οποίοι έδιδαν στο δικό τους θίασο το όνομα του Άρχοντα, που ήταν και το κεντρικό πρόσωπο της παράστασης του θιάσου αυτού.
- Στο χωριό Τσαγράκ της Κερασούντας του Πόντου υπήρχαν δύο θίασοι Μωμόγερων. Του ενός θιάσου η παράσταση είχε την ονομασία «Κάλαντα», όπως προαναφέραμε στο πιο πάνω σύμβολο 5, και του άλλου θιάσου η ονομασία ήτο : «Τα αλογόπα»(=τα αλογάκια). Η ονομασία εδικαιολογείτο από την παρουσία περισσοτέρων του ενός μεταμφιεσμένων σε άλογα ηθοποιών του θιάσου τούτου, τα οποία κουβαλούσε ο αλογάς, ήτοι ο ηθοποιός ο υποδυόμενος τον αλογά.
Σήμερα στον Δήμο Κοζάνης Π.Ε. Κοζάνης υπάρχουν οι Μωμόγεροι στα εξής χωριά με τους Πολιτιστικούς τους Συλλόγους, ήτοι :
- Οι Μωμόγεροι στο χωριό – Δημοτικό Διαμέρισμα (Δ.Δ.) : Σκήτη του Δήμου Κοζάνης, με τον Μορφωτικό τους Πολιτιστικό Σύλλογο Σκήτης. Στο χωριό τούτο από το οποίο κατάγομαι, οι Μωμόγεροι επί διήμερον, συνήθως Πρωτοχρονιά και δεύτερη ημέρα του νέου έτους περιοδεύουν σε όλο το χωριό Σκήτη. Επισκέπτονται όλες τις οικίες του χωριού. Την πρώτη ημέρα περιέρχονται το μισό χωριό και την επόμενη το άλλο μισό. Στην αυλή κάθε οικίας παρουσιάζουν την αυτοσχεδιαστική τους παράσταση με τις απρόοπτες κάθε φορά σκηνές και έκτακτες καταστάσεις που από το πουθενά μπορούν να εμφανιστούν. Μια λέξη ή ενέργεια ενός θεατή αρκεί να αποτελέσει τη θρυαλίδα για δημιουργία πλοκής σκηνών θεατρικής παράστασης
Σκηνές δε απρόοπτες και πειράγματα με ατέλειωτο γέλιο μπορούν να εκτυλιχθούν και κατά την πορεία του θιάσου στις οδούς του χωριού κατά την πορεία όλων (θιάσου προπορευομένου-κοινού ακολουθούντος). Ως εκ τούτου το όλο σκηνικό συνθέτει δύο ολοήμερης διάρκειας –από το πρωί μέχρι το βράδυ-, όσο δηλ. διαρκεί η περιοδεία, αυθόρμητη αυτοσχεδιαστική θεατρική παράσταση του θιάσου των Μωμόγερων. Στο τέλος κάθε παράστασης στην αυλή του σπιτιού εκάστου οικοδεσπότου προσφέρονται εδέσματα και ποτό, κρασί, στα μέλη του θιάσου από τον οικοδεσπότη ή την οικοδέσποινα και δίδεται το φιλοδώρημα στον ταμία του.
Σε ορειχάλκινο καθρέπτη του Δ΄ αιώνος π.Χ. εικονίζεται ο Ηρακλής, γυμνός, μεθυσμένος και κουρασμένος με μία Νύμφη. Βλέπε σελ. 29, Τόμου Β΄, Εγκυκλοπαίδεια Ποντιακού Ελληνισμού, Β΄ Έκδοση 1991-1992.
- Από το 1923 που εγκαταστάθηκαν οι Πόντιοι στη Σκήτη Κοζάνης, και δη οι Μωμόγεροι Σκήτης μέχρι σήμερα απαύστως κατ΄ έτος και δη κατά το δωδεκαήμερο διατηρούν ζωντανό το λαϊκό τούτο αρχαίο, παραδοσιακό τους έθιμο και παρουσιάζουν τις θεατρικές-χορευτικές παραστάσεις του. Τα πρώτα χρόνια λόγω των οικονομικών δυσκολιών μόνο «εντός των τειχών», ήτοι μόνο στο χωριό τους. Σιγά-σιγά όμως και δη από τη δεκαετία του 1950 και επέκεινα προέβαιναν και σε περιοδείες εκτός του χωριού τους. Αρχικά προέβαιναν σε περιοδείες σε χωριά ή κωμοπόλεις στις οποίες κατοικούσαν συγγενικές τους οικογένειες ή ομοχώριοι από τα χωριά τους στην Ματσούκα (επαρχίας Τραπεζούντας) στον Πόντο, από όπου «ξεριζώθηκαν». (π.χ. Μακροχώρι Βεροίας, Διαβατά Θεσσαλονίκης, Νέα Μαγνησία Θεσσαλονίκης κ.λ.π.) Αργότερα περιόδευαν σε πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά με μεγάλο πληθυσμό Ποντίων (Καστοριά, Βέροια, Πτολεμαϊδα, Δράμα, Θεσσαλονίκη, Σέρρες, Μεσοποταμία-Καστοριάς, Καλοχώρι-Καστοριάς, Οινόη Καστοριάς, Αγία Κυριακή Καστοριάς κ.λ.π.), όπου οι Πόντιοι κάτοικοι τους υποδέχονταν με χαρά και παρακολουθούσαν με ενδιαφέρον τις παραστάσεις τους, στις οποίες επίσης διεδραματίζοντο, και κατά τις περιοδείες τους εκείνες, κωμικές σκηνές ασταμάτητου γέλωτα, Μάλιστα οι κάτοικοι τους φιλοξενούσαν στις οικίες τους, τους προσέφεραν φαγητό και δυνατότητα διανυκτέρευσης στα σπίτια τους με αποτέλεσμα να συνεχίζονται και τις επόμενες ημέρες οι παρουσιάσεις του θεατρικού τους έργου των Μωμόγερων.
3.Ένα άλλο έθιμο, το οποίο διατήρησαν από τον Πόντο οι Μωμόγεροι της Σκήτης, από το πρώτο έτος εγκατάστασης των εκ Πόντου κατοίκων στο χωριό Σκήτη, είναι το το έθιμο της αφής της φλόγας των πυρσών με λαμπαδηφορία-λαμπαδηδρομία. Οι Μωμόγεροι κατά την ημέρα της εορτής του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου που συγχρόνως είναι και ημέρα εθνική (25η Μαρτίου), κατ΄ έτος, κατά το σούρουπο άναβαν πυρσούς και εν σιωπηρά πομπή διέσχιζαν νύκτωρ τους δρόμους του χωριού μας και κατέληγαν στην υπερκείμενη του χωριού πλαγιά, σε σημείο πλησίον της μετέπειτα ιδρυθείσης δεξαμενής ύδρευσης του χωριού. Στο σημείο τούτο, δίκην βωμού, με αναμμένους τους πυρσούς, υψωμένους, σιωπηλοί παρέμεναν μέχρι τα μεσάνυκτα και αποχωρούσαν ησύχως. Το τελετουργικό τούτο, το οποίο συνεχίζει να τελείται, αποτελεί μίμηση του αρχαίου εθίμου εν Πόντω σε ημέρα θρησκευτικής εορτής των Ποντίων να αποδίδονται ευχαριστίες προς τον Προμηθέα, πρώτο εξάδελφο του θεού Δία (ο πατέρας του Δία, Κρόνος, και ο πατέρας του Προμηθέως, Ιαπετός, ήσαν αδέλφια), ο οποίος Προμηθεύς έκλεψε από τον Όλυμπο, την κατοικία των Θεών, τη φωτιά, την παρέδωσε στους ανθρώπους και υπό του Διός ετιμωρήθη.
Μετά την εθνική εορτή της 28ης Οκτωβρίου 1940, το έθιμο τούτο ετελείτο και κατά την ημέρα τούτη, που είναι και ημέρα σημαίνουσας θρησκευτικής εορτής, της Αγίας Σκέπης, της Παναγίας της Αγίας Σκέπης. Το τελετουργικό τούτο και στον Πόντο και στο χωριό μας είχε το χαρακτηριστικό της μίμησης της υπό των αρχαίων Ελλήνων του Πόντου και της Ελλάδος ευχαριστίας προς τον Προμηθέα για την υπό του ιδίου προς τους ανθρώπους προσφερομένη φωτιά. Συν τω χρόνω, λόγω του ψύχους του Μαρτίου, το έθιμο τούτο λαμβάνει χώρα την 28η Οκτωβρίου εκάστου έτους.
Ο εκ πατρός παππούς μου Ευστάθιος Λαμπριανίδης , γεννηθείς στην Τραπεζούντα του Πόντου το 1911, ως προανεφέρθη, ήλθε εν Ελλάδι το 1923 και εγκαταστάθηκε στο χωριό μας, την Σκήτη Κοζάνης. Όσο ζούσε, μου μιλούσε για το έθιμο τούτο της αφής της φλόγας των πυρσών και της λαμπαδηφορίας-λαμπαδηδρομίας εν Πόντω, προς τιμήν του Προμηθέως, που (έθιμο) ετελείτο σε ημέρα θρησκευτικής χριστιανικής εορτής. Μου έλεγε πως το έθιμο τούτο ετηρείτο εκεί ανά τους αιώνες, όπως του έλεγον αρχαιότεροί του.
Κάτι αντίστοιχο εγένετο εν Αθήναις με τα εν Αθήναις «Προμήθεια» στην αρχαιότητα προς τιμήν του Προμηθέως. Ο Ουρανός και η Γαία είχαν υιό τον Ιαπετό. Υιός του Ιαπετού και της Κλυμένης (κατ΄ άλλους της Ασίας ή της Θέμιδος) ήτο ο Προμηθεύς, είς των Τιτάνων, αδελφός του Άτλαντος, του Μενοιτίου και του Επιμηθέως. Υιός του Προμηθέως και της Κλυμένης ήτο ο Δευκαλίων, βασιλεύς της Φθίας εν Θεσσαλία. Ο Δευκαλίων και η Πύρρα απέκτησαν υιόν, τον Έλληνα, γενάρχη του ελληνικού γένους, και θυγατέρα, την Θυία. Ο Έλλην μετά της νύμφης Ορσηίδος απέκτησε τρεις υιούς : τον Ξούθο, τον Αίολο (γενάρχη των Αιόλων), και τον Δώρο (γενάρχη των Δωριέων). Δωριείς ήσαν και οι Μακεδόνες. «Ο Ξούθος υπό των αδελφών του, Αιόλου και Δώρου, εκ Φθίας και Θεσσαλίας εξωσθείς (=εκδιωχθείς) ήλθε στην Αττική και ενυμφεύθη την Κρέουσα, την θυγατέρα του βασιλέως Ερεχθέως». (Απολλόδωρος Α, 1, 3). Εκ της Κρέουσας ο Ξούθος είχε υιούς τον Αχαιό, γενάρχη των Αχαιών, και τον Ίωνα, γενάρχη των Ιώνων, βασιλέα της Αθήνας.
Το έθιμο τούτο της αφής της φλόγας των πυρσών με λαμπαδηφορία-λαμπαδηδρομία έχει κοινά χαρακτηριστικά με την εν Ολυμπία αφή της φλόγας προς τον Θεό του Φωτός Απόλλωνα, που είναι συνδεδεμένη με τους Ολυμπιακούς Αγώνες, με τις αρχές του Ολυμπισμού, με το εύ αγωνίζεσθαι και με το αθάνατο ελληνικό πνεύμα (π.χ. απόδοση τιμής προς τινά θεότητα ή μυθικό πρόσωπο, αναγνώριση της προσφοράς του κ.λ.π.).
Οι λαμπαδηδρομίες κατά την εν ελληνικώ Πόντω και Ελλάδι αρχαιότητα και ήσαν δρομικοί αγώνες με λαμπάδες. Οι δρομικοί τούτοι αγώνες αποτελούσαν μέρος του προγράμματος ορισμένων εορτών της Ελληνικής αρχαιότητος. Ο θεσμός αυτός είναι αρχαιοελληνικός και επαρατηρείτο και εν αρχαίω Ελληνικώ ιωνικώ Πόντω και εν Αρχαία Ελλάδι.
Αρχικώς οι λαμπαδηδρομίες εγένοντο κατά την διάρκεια εορτών προς τιμήν θεοτήτων σχετιζομένων με την λατρεία του πυρός. Στην Αθήνα υπήρχαν τρεις σχετικές εορτές, κατά τις οποίες εγένοντο λαμπαδηδρομίες : α) «Τα Προμήθεια» προς τιμήν του Προμηθέα, β) «Τα Ηφαίστεια» προς τιμήν του θεού Ηφαίστου και γ) «Τα Παναθήναια» προς τιμήν της θεάς Αθηνάς, κατά την εορτή των «Παναθηναίων».
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Βερολίνου ευρίσκεται αρχαιοελληνικό αγγείο, με αγγειογραφία ερυθρόμορφου ρυθμού. Στην παράσταση τούτη εικονίζονται μικροί Σάτυροι που ασχολούνται με την αφή της πυράς και κινούνται γύρω από την μορφή του Διονύσου, ο οποίος εικονίζεται στο κέντρο. Δεξιά επάνω εικονίζεται ο σαλπιγκτής. Η παράσταση σχετίζεται με την κλοπή της πυράς από τον Προμηθέα. Ο Προμηθέας έκλεψε την φωτιά από τους θεούς στον Όλυμπο και την παρέδωσε στους ανθρώπους, γι΄ αυτό ετιμωρήθη από τον Δία.
Στο Μουσείο Βατικανού ευρίσκεται μελανόμορφη λακωνική κύλικα, του 560 π.Χ. Σε αυτήν παριστάνεται ο Προμηθεύς δεμένος και αετός που του τρώγει το συκώτι. Χαρακτηριστικά αποδίδεται το αίμα που ασταμάτητα τρέχει από την πληγή του, το τρωμένο συκώτι. Αριστερά ο Άτλας σηκώνει τον ουρανό, τιμωρημένος κι αυτός από τον θεό Δία. του οποίου το συκώτι τρώγει ο αετός.
Στο Μουσείο Βολωνίας ευρίσκεται αρχαίο ελληνικό αγγείο, ερυθρόμορφου ρυθμού, στο οποίο υπάρχει ερυθρόμορφη απεικόνιση-αγγειογραφία. Στην αγγειογραφία αυτή παριστάνεται ο Προμηθέας να κρατά δύο πυρσούς. Ο Προμηθέας πήρε την φωτιά από τους θεούς και την παρέδωσε στους ανθρώπους, γι αυτό και ετιμωρήθη από τον θεό Δία. Δεμένος ο ίδιος σε βράχο στον Καύκασο, στον Εύξεινο Πόντο, κατετρώγετο υπό αετού η σπλήν του.
Στην Οξφόρδη, Ashmolean Museum ευρίσκεται αρχαιοελληνικός κρατήρας του 420 π.Χ.- 410 π.Χ., ερυθρόμορφου ρυθμού, στον οποίο υπάρχει αγγειογραφία ερυθρόμορφη. Στην αγγειογραφία αυτή παριστάνονται οι Σάτυροι Κώμος, Σίκκινις και Σίμος, οι οποίοι χορεύουν κρατώντας τις δάδες τους, έκθαμβοι με το πρωτότυπο- πρωτόφαντο δώρο της φωτιάς του Προμηθέως, ο οποίος στέκεται δεξιά κρατώντας νάρθηκα, από όπου ξεπετάγεται η κρυμμένη μέσα σε αυτόν φωτιά. Στην ιωνική Αττική τιμούσαν με λαμπαδηδρομίες τον Προμηθέα που χάρισε τη φωτιά στους ανθρώπους. Από τον μύθο αυτό ο Αισχύλος εμπνεύστηκε το σατυρικό δράμα «Προμηθεύς πυρκαεύς», από το οποίο άντλησαν το θέμα τους πολλοί αγγειογράφοι.
Στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου ευρίσκεται αρχαιοελληνικός κρατήρας του τέλους του 5ου αιώνος π.Χ., ερυθρόμορφου ρυθμού, ο οποίος φέρει ερυθρόμορφη απεικόνιση. Στην απεικόνιση αυτή παριστάνεται σκηνή του ομαδικού αγωνίσματος της λαμπαδηφορίας, το οποίο γινόταν κυρίως κατά τη διάρκεια θρησκευτικών εορτών. Η λαμπάδα έπρεπε να φθάσει άσβεστη στο τέρμα. Καθοδηγούμενος από τη Νίκη ο νικητής λαμπαδηφόρος, με το χαρακτηριστικό διάδημα (=στεφάνι) από λογχοειδή φύλλα, ανάβει την πυρά στον βωμό του τιμώμενου θεού.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Βερολίνου της Γερμανίας ευρίσκεται αρχαιοελληνικό αγγείο με αγγειογραφία ερυθρόμορφου ρυθμού, του 4ου αιώνος π.Χ., ήτοι 400 π.Χ.-300 π.Χ. Στην αγγειογραφία εικονίζεται δεμένος ο Προμηθέας, ο οποίος υποδέχεται τον Ηρακλή, που ήλθε να τον απαλλάξει από το μαρτύριό του, σκοτώνοντας με τα βέλη του τον αετό του Δία που κατέτρωγε το συκώτι του. Ο αετός φαίνεται στην εν λόγω παράσταση να πίπτει νεκρός στο έδαφος. Ο Ηρακλής λύνει τον Προμηθέα από τα δεσμά του σε βράχο στον Εύξεινο Πόντο, στον Καύκασο, και τον απελευθερώνει.
Προσέτι στο Εθνικό Αρχαιοελληνικό Μουσείο Αθηνών ευρίσκεται πρωτοαττικός αρχαιοελληνικός κρατήρας, του 610 π.Χ., που φέρει αγγειογραφία. Στην παράσταση τούτη εικονίζεται στο κέντρο ο Προμηθέας δεμένος σε πάσσαλο. Είναι δεμένα επίσης και τα χέρια και τα πόδια του. Μπροστά του είναι ο Ηρακλής που τοξεύει τον πελώριο αετό, που ορμάει να καταφάει το συκώτι του Τιτάνα. Τα δύο βέλη του Ηρακλή έχουν βρει τον αετό το ένα στο λαιμό και το άλλο σσε μια φτερούγα του. Και από το λαιμό και από την φτερούγα ρέει αίμα.
- Οι Μωμόγεροι στο, γειτονικό της Σκήτης, χωριό – Δημοτικό Διαμέρισμα (Δ.Δ.) : Αλωνάκια του Δήμου Κοζάνης, με τον Μορφωτικό τους Πολιτιστικό Σύλλογο Αλωνακίων,
- Οι Μωμόγεροι στο χωριό – Δ.Δ. : Πρωτοχώριον του Δήμου Κοζάνης, με τον Μορφωτικό τους Πολιτιστικό Σύλλογο Πρωτοχωρίου,
- Οι Μωμόγεροι στά χωριά – Δ.Δ. Άγιος Δημήτριος-Ρυάκιον του Δήμου Κοζάνης, με τους Μορφωτικούς τους Πολιτιστικούς Συλλόγους Αγίου Δημητρίου-Ρυακίου.
Προσέτι στον Δήμο Εορδαίας της Π.Ε. Κοζάνης υπάρχουν :
- Οι Μωμόγεροι στο χωριό – Δημοτικό Διαμέρισμα (Δ.Δ.) Ασβεστόπετρα του Δήμου Εορδαίας, με τον Μορφωτικό τους Πολιτιστικό Σύλλογο Ασβεστόπετρας,
- Οι Μωμόγεροι στο χωριό – Δ.Δ. Κομνηνά του Δήμου Εορδαίας, με τον Μορφωτικό τους Πολιτιστικό Σύλλογο Εορδαίας,
- Οι Μωμόγεροι στο χωριό – Δ.Δ. Καρυοχώρι του Δήμου Εορδαίας, με τον Μορφωτικό τους Πολιτιστικό Σύλλογο Καρυοχωρίου.
Η ενδυμασία των ανδρών του θιάσου των Μωμόγερων έχει χαρακτηριστικά αρχαίας ελληνικής μακεδονικής πολεμικής στολής με δεσπόζουσα την περικεφαλαία του Μεγαλέξανδρου. Μετά την ήττα των Περσών από τον Μεγαλέξανδρο στον Γρανικό ποταμό 334 π.Χ. απελευθερώθηκε μεγάλο τμήμα του Πόντου. Οι Πέρσες υποχώρησαν εγκαταλείποντας εδάφη του Πόντου. Ο Μέγας Αλέξανδρος εκινήθη μετά τη μάχη του Γρανικού προς τα προς Αιγαίο παράλια της Μικράς Ασίας απελευθερώνοντας τις ελληνικής παραλιακές μικρασιατικές πόλεις. Έτσι απέκτησαν την ελευθερία τους πολλές ιωνικές ελληνικές πόλεις του Πόντου, και οι ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας. Μάλιστα, Έλληνες Ίωνες των απελευθερωμένων πόλεων του Πόντου αλλά και Έλληνες της Μ. Ασίας εντάχθηκαν στις τάξεις του ελληνικού μακεδονικού στρατού του Μ. Αλεξάνδρου και πολέμησαν στο πλευρό του μεγάλου αυτού Έλληνα Μακεδόνα Στρατηλάτη στις μάχες που ακολούθησαν κατά των Περσών, ήτοι στη μάχη της Ισσού (Μάιο-Ιούνιο 333 π.Χ.) και στη μάχη των Γαυγαμήλων (Σεπτέμβριο-Οκτώβριο 334 π.Χ.). Μετά την δεύτερη μάχη του Μ. Αλεξάνδρου στην Ισσό το 333 π.Χ. απελευθερώθηκε ολόκληρος ο Ελληνικός Πόντος και ολόκληρη η Μικρά Ασία, οι δε Πέρσες υποχώρησαν προς την ενδοχώρα της Περσίας.
Στο μέλλον θα γράψω και θα δημοσιεύσω στο διαδίκτυο κείμενο – άρθρο με τίτλο : «Οι Έλληνες Πόντιοι πολέμησαν με τον Μέγα Αλέξανδρο στην περσική εκστρατεία».
Για τους Ποντίους, την ιστορία τους και τον πολιτισμό τους δημοσίευσα τα εξής άρθρα : «Οι Έλληνες Πόντιοι είναι Αθηναίοι. Η αρχαία ιστορία των Ελλήνων Ποντίων», «Ο αρχαίος πολιτισμός των Ελλήνων Ποντίων», «Αλέξανδρος Υψηλάντης – Γεώργιος Λασσάνης – Δημήτριος Υψηλάντης», «Ο πυρρίχιος χορός», «Οι αρχαίοι Έλληνες Πόντιοι είναι ανηψιοί των αρχαίων Ελλήνων Μακεδόνων. Οι αρχαίοι Έλληνες Μακεδόνες είναι θείοι των αρχαίων Ελλήνων Ποντίων». Θα ακολουθήσουν τα άρθρα-κείμενά μου : «Οι Έλληνες Πόντιοι πολέμησαν με τον Μέγα Αλέξανδρο στην περσική εκστρατεία», «Οι Έλληνες Πόντιοι πολέμησαν στην Επανάσταση του 1821», «Ο αγών για ανεξαρτησία των Ελλήνων Ποντίων εν Πόντω» και άλλα. Σε βάθος χρόνου. Πρώτα ο Θεός. Υγιείς να είμαστε.
Εις ανάμνησιν λοιπόν της α) υπό του Μεγάλου Αλεξάνδρου απελευθερώσεως του Πόντου εκ της περσικής κυριαρχίας και β) συμμετοχής των Ιώνων του Πόντου, Ποντίων, εις τας τάξεις του ελληνικού μακεδονικού στρατού στις μάχες της Ισσού (αρχές 333 π.Χ.) και των Γαυγαμήλων (τέλος 333 π.Χ.) κατά την συνέχιση της περσικής εκστρατείας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η ενδυμασία των ανδρών του Χορού του ποντιακού θιάσου «Μωμόγεροι» αποτελεί απεικόνιση της πολεμικής στολής των αρχαίων Ελλήνων Μακεδόνων κατά την περσική εκστρατεία. Τα μέλη λοιπόν του Χορού των Μωμόγερων, ήτοι οι 12 νέοι-γαμπροί, φέρουν στολή που αποτελεί μίμηση της αρχαίας αλεξανδρινής μακεδονικής πολεμικής στολής
Με την επιβλητική στολή των μελών του Χορού των Μωμόγερων, των 12 παλικαριών-γαμπρών, προβάλλεται η ανυπέρβλητη δύναμη του Ηρακλή, η αγωνιστική νιότη του Αχιλλέα, η πολεμική ανδρεία και δόξα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και η ηρωική μορφή του Ακρίτα, του Διγενά Ακρίτα.
Σε προηγούμενα δημοσιευθέντα άρθρα-κείμενα αναλυτικώς ανέφερα πως ο Μέγας Αλέξανδρος είχε εννέα (9) φάλαγγες πεζεταίρων στην περσική εκστρατεία. Οι φαλαγγίτες-πεζέταιροι του Μεγάλου Αλεξάνδρου έφεραν πολεμική στολή αποτελουμένη από :α) χάλκινη περικεφαλαία, α) χάλκινο μυώδη (σχηματοποιημένους τους μυς του στήθους) θώρακα πάνω από δερμάτινο χιτώνιο, για να μπορούν να κινούνται τα πόδια τους, γ) χάλκινες περικνημίδες, δ) ασπίδα και ε) σάρισα.
Η περικεφαλαία των ανδρών του Χορού των Μωμόγερων της Σκήτης, αλλά και του Τετραλόφου Κοζάνης είναι πανομοιότυπη με αυτήν του Μ. Αλεξάνδρου, όπως αποτυπώνεται σε σκηνές μάχης με τους Πέρσες κατά την περσική εκστρατεία. Σε Μωμόγερους άλλων χωριών η περικεφαλαία τους είναι ίδια με το κράνος του Βασιλέως Φιλίππου Β΄, πατρός του Μ. Αλεξάνδρου, με το ιδιόμορφο λοφίο του, το οποίο (κράνος) είναι εκτεθειμένο στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.
Στο Μουσείο του Βατικανού ευρίσκεται αγγείο, ερυθρόμορφου ρυθμού, του 5ου αιώνος π.Χ. Στην ερυθρόμορφη αγγειογραφία τούτου του αγγείου παριστάνεται ο Αχιλλέας και ο Έκτορας στην μεταξύ τους μονομαχία. Ο Αχιλλεύς καταβάλει τον Έκτορα, ο οποίος φαίνεται να σωριάζεται στο έδαφος εξουδετερωμένος. Ο Αχιλλεύς εφορμά εναντίον με ξίφος για να του δώσει το θανατηφόρο κτύπημα. Αριστερά κοντά στον Αχιλλέα παριστάνεται η θεά Αθηνά, η οποία φέρουσα κράνος – περικεφαλαία συμπαραστέκεται στον Αχιλλέα. Αριστερά εμφανίζεται η θεά Άρτεμις, η οποία κρατεί στο αριστερό χέρι της βέλος.
Το γιλέκο των ανδρών του Χορού των Μωμόγερων παριστά το άνω τμήμα του θώρακος με δερμάτινο χιτώνιο της πολεμικής στολής του πατρός του Φιλίππου του Β΄. Τα υφασμάτινα λουλούδια που φέρουν τα γιλέκα ορισμένων Μωμόγερων, όπως του χωριού Τετραλόφου Δήμου Κοζάνης, στο ύψος του στήθους δεξιά και αριστερά αναπαριστούν τα γοργόνεια (=απεικόνιση της κεφαλής της φοβερής Γοργόνας Μέδουσας) που είχε ο μεταλλικός θώρακος του Φιλίππου Β΄, πατρός του Μ. Αλεξάνδρου. Ο θώρακας τούτο φέρει συνολικά έξι (γοργόνεια) : δύο ψηλά, δεξιά- αριστερά, δύο στο κέντρο του, δεξιά-αριστερά, και δύο χαμηλά, δεξιά-αριστερά.
Ο ίδιος θώρακας φέρει και χρυσές διακοσμητικές ταινίες, οι οποίες στο γιλέκο όλων των Μωμόγερων αναπαριστώνται με επίχρυσες ή επάργυρες αλυσίδες που στηρίζονται δεξιά και αριστερά, και που είναι παράλληλες οριζοντίως η μία προς την άλλη, στο ύψος του στήθους μέχρι την λεκάνη. Ο εν λόγω θώρακας του Έλληνα Μακεδόνα βασιλιά Φιλίππου Β΄, πατρός του Μ. Αλεξάνδρου, ευρέθη μέσα στον βασιλικό του τάφο στις Αιγές (Βεργίνα). Είναι του 350 π.Χ.-336 π.Χ., δηλ. στα χρόνια της βασιλείας του ιδίου του Φιλίππου Β΄. Ο θώρακας τούτος κοσμεί το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Μες τον βασιλικό τάφο του Φιλίππου Β΄ και εντός της λάρνακός του ευρέθη όλη η πολεμική του στολή καλά διατηρημένη. Ο χάλκινος μυώδης θώρακας φοριόταν επάνω από το δερμάτινο χιτώνιο.
Το εν είδει φουστανέλλας εξάρτημα στολής των ανδρών του Χορού των Μωμόγερων αναπαριστά το δερμάτινο χιτώνιο του θώρακος των ανδρών-φαλαγγιτών του Μεγάλου Αλεξάνδρου, δηλ. το κάτω τμήμα του θώρακος που εκάλυπτε την μέση και τους γοφούς μέχρι τα γόνατα. Το χιτώνιο τούτο ήτο εξάρτημα της πολεμικής στολής (κάτω τμήμα του θώρακος) με λωρίδες δέρματος, πτέρυγες, ή ελάσματα μεταλλικά, συνδεδεμένα μεταξύ τους σε μία ή δύο σειρές. Αποτελούσαν προέκταση του θώρακος, ο οποίος τελείωνε στη λεκάνη. Συνδέονταν δε οι λωρίδες δέρματος του χιτωνίου με τον θώρακα και κάλυπταν τα σημεία, που αυτός άφηνε ακάλυπτα ( π.χ. γεννητικά όργανα).
Οι μακριές κάλτσες των ανδρών του Χορού των Μωμόγερων συμβολίζουν τις κνημίδες του βασιλέως Μ. Αλεξάνδρου και του πατρός του Φιλίππου Β΄. Οι κνημίδες του Φιλίππου που βρέθηκαν στον τάφο του στις Αιγές (Βεργίνα), είναι επίχρυσες, κουμπωτές και χωρίς διακόσμηση, και ευρίσκονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.
Η ράβδος, με φούντα στην μία ή και στις δύο άκρες και κοντά σχοινιά ή δεμένες κλωστές, που κρατούν οι άνδρες του Χορού και την κουνούν ρυθμικά συμβολίζουν τον θύρσο (=σκήπτρο) που κρατούσε ο θεός Διόνυσος. Ο θύρσος ήτο ράβδος ή καλάμι που στην άκρη του είχε λεπτά λυγιστά κλαριά, από κισσό με φύλλα κισσού ή από αμπέλι με φύλλα αμπέλου, και αποτελούσε διονυσιακό έμβλημα. Θύρσο κρατεί ο Διόνυσος σε πολλές αγγειογραφίες. Το ίδιο και οι ακόλουθοί του Σιληνοί-Σάτυροι κατά τις πομπές και τους χορούς τους πέριξ του βωμού του θεού αυτού. Θύρσο κρατούν οι Μωμόγεροι-μέλη του Χορού στα πλαίσια των θεατρικών του θιάσου παραστάσεων.
Στο Μουσείο Ιστορίας της Τέχνης στην Βιέννη της Αυστρίας ευρίσκεται αρχαιοελληνικό αγγείο, του 5ου αιώνος π.Χ., ερυθρόμορφου ρυθμού, το οποίο φέρει ερυθρόμορφη αγγειογραφία. Στην αγγειογραφία τούτη παριστάνεται μία σκηνή πριν από μάχη. Ο πάνοπλος πολεμιστής φορεί κράνος, θώρακα, κνημίδες, κρατεί ακόντιο με το αριστερό χέρι του και έχει αποθέσει την ασπίδα στη γη. Αποχαιρετά την γυναίκα του. Εκείνη κάνει σπονδή σε φιάλη που κρατάει ο πολεμιστής με το δεξιό του χέρι. Η πολεμική αυτή αρχαιοελληνική στολή είναι παλαιότερη της στολής των φαλαγγιτών του Μεγάλου Αλεξάνδρου κατά 150 χρόνια περίπου.
Ποία η συγγενική σχέση Ελλήνων Μακεδόνων και Ελλήνων Ιώνων (Ποντίων – Μικρασιατών κ.λ.π.); Παραπέμπω στο ανηρτημένο στο διαδίκτυο άρθρο μου : «Οι Έλληνες Ίωνες Πόντιοι είναι ανηψιοί των Ελλήνων Μακεδόνων. Οι Έλληνες Μακεδόνες είναι θείοι των Ελλήνων Ιώνων (Ποντίων-Μικρασιατών κ.λ.π.)».
Το Υπουργείο Πολιτισμού της Ελλάδος αρχικά ενέγραψε το πολιτιστικό έθιμο-στοιχείο : «ΟΙ ΜΩΜΟΓΕΡΟΙ» στο Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ελλάδος. Ακολούθησε η εγγραφή του στον Εθνικό Ελληνικό Κατάλογο Άυλης Πολιτιστικής μας Κληρονομιάς. Το έθιμο-πολιτιστικό τούτο στοιχείο-θεσμός των Μωμόγερων είναι εγγεγραμμένο και στον Παγκόσμιο Κατάλογο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Στα τέλη του έτους 2016 η Διακυβερνητική Επιτροπή της Σύμβασης για την Διαφύλαξη της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς ενέκρινε την πρόταση του Υπουργείου Πολιτισμού και ενέγραψε στον Αντιπροσωπευτικό Κατάλογο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητος (UNESCO) το αρχαιοελληνικό (ιωνικοποντιακό) τούτο λαϊκό θεατρικό έθιμο των Μωμόγερων.
Τα πολιτιστικά στοιχεία-έθιμα : «ΟΙ ΛΑΖΑΡΙΝΕΣ», για τις οποίες δημοσίευσα στο διαδίκτυο το κείμενο με τίτλο : «Λαζαρίνες – Ανθεσφόρια – Ανθεστήρια – Παναθήναια – Διονύσια – Λήναια -Χελιδόνια – Εφέσια – Δήλια – Θεογάμια – Θεοφάνια – Θεοξένια – Πλυντήρια- Μουνίχια – Θεσμοφόρια – Ελευθέρια – Νέμεα – Πύθια – Ολύμπια – Ίσθμια», και «ΟΙ ΦΑΝΟΙ ΤΗΣ ΚΟΖΑΝΗΣ», για τους οποίους δημοσίευσα στο διαδίκτυο το κείμενο με τίτλο: «Οι Φανοί της Κοζάνης – Τα Οσχοφόρια – Τα Διονύσια – Τα Λήναια – Τα Ανθεστήρια – Οι Λαζαρίνες» έχουν και αυτά, όπως οι προαναφέρθεντες «ΜΩΜΟΓΕΡΟΙ», αρχαίες ελληνικές ρίζες και αέναη στην πορεία των αιώνων διαδρομή, αποτελούν «ζώντες και δρώντες οργανισμούς» και εξασφαλίζουν την βεβαιότητα ότι θα συνεχίσουν να υπάρχουν και στο μέλλον. Είναι δε εγγεγραμμένα και στο Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ελλάδος και στον Εθνικό Ελληνικό Κατάλογο Άυλης Πολιτιστικής μας Κληρονομιάς. Απομένει η εγγραφή και καταχώρησή τους και στον Παγκόσμιο Κατόλογο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.
Και τα τρία τούτα πολιτιστικά μας έθιμα : «ΟΙ ΜΩΜΟΓΕΡΟΙ», «ΟΙ ΛΑΖΑΡΙΝΕΣ» και «ΟΙ ΦΑΝΟΙ ΤΗΣ ΚΟΖΑΝΗΣ» έχουν πολιτιστική συνάφεια και σύνδεση, όπως αποτυπώνεται στα τρία οικεία κείμενά μου, ήτοι το παρόν και τα δύο προειρημένα, και η εγγραφή και καταχώρηση των δύο τελευταίων, ήτοι των Λαζαρίνων και των Φανών της Κοζάνης, στον Παγκόσμιο Κατάλογο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO είναι προδιαγεγραμμένη. Είναι ζήτημα που θα διεκπεραιωθεί σε σύντομο χρόνο, εκτιμώ.
Ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου όλους, όσοι με το έργο τους που αναφέρεται κατωτέρω, ως βιβλιογραφία, μου προσέφεραν πολύτιμο υλικό για την σύνταξη του παρόντος κειμένου μου.
Βιβλιογραφία :
- Ποντιακή Εστία, Μηνιαίον Λαογραφικόν Περιοδικόν, Θεσσαλονίκη, Γ΄ Τεύχος 12ον, (36ον), Δεκέμβριος 1952.
- Ποντιακή Εστία, Λαογραφικόν Περιοδικόν, Περίοδος Β΄, Απρίλιος-Μαίος-Ιούνιος Έτος 1982, Γ΄ Τεύχος 44ο, (36ον), Θεσσαλονίκη, Δεκέμβριος 1982, Βραβείον Ακαδημίας Αθηνών.
- Ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού, Τόμος Γ΄, Χρήστου Σαμουηλίδη
- Εγκυκλοπαίδεια του Ποντιακού Πολιτισμού, Ιστορία-Λαογραφία- Πολιτισμός, Τόμος 2ος , Έκδοση Β΄, Θεσσαλονίκη 1991-1992
- Εγκυκλοπαίδεια του Ποντιακού Πολιτισμού, Ιστορία – Λαογραφία- Πολιτισμός, Τόμος 4ος , Έκδοση Β΄, Θεσσαλονίκη 1990.
- Ο Πόντος Ιστορία- Λαογραφία- Πολιτισμός, Τόμος Πρώτος, Θεσσαλονίκη.
- Ο Πόντος Ιστορία- Λαογραφία- Πολιτισμός, Τόμος Δεύτερος, Θεσσαλονίκη.
- Οδοιπορικό του Πόντου, της Τασούλας Καμπουρίδου, Καβάλα 1980.
- Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος Β΄ Αρχαϊκός Ελληνισμός
- Η θρησκεία στην Αρχαία Ελλάδα Νικολάου Παπαχατζή, Εκδοτική Αθηνών,1996
- Ελληνική Μυθολογία Τόμος Α΄ Οι Θεοί, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1986
- Ελληνική Μυθολογία Τόμος Β΄ Οι Θεοί, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1986
13.Λεξικόν της Ελληνικής Αρχαιολογίας Τόμος Α΄, Αλεξάνδρου Ραγκαβή, Αθήνα1888
14.Λεξικόν της Ελληνικής Αρχαιολογίας Τόμος Β΄, Αλεξάνδρου Ραγκαβή, Αθήνα1891
- Ιστορία των Αρχαίων Χρόνων ως το 30 π.Χ. των κ.κ. Λάμπρου Τσακτσίρα – Μιχάλη Τιβερίου, Έκδοση ΙΔ, Αθήνα 1995.
- Αρχαία Ιστορία των κ.κ. Θεοδώρου Κατσουλάκου, Γεωργίας Κοκκορού-Αλευρά, Βασιλείου Σκουλάτου, Αθήνα 2006.
- Ο Δημόσιος και ιδιωτικός βίος των Αρχαίων Ελλήνων του κ. Robert Flaceliere
- Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης, Ιωάννου Σταματάκου, Αθήναι 1972
- Ομήρου Ιλιάδα, Μαρίας Σαμαρά, Αθήνα 1984.
- Η Διδασκαλία των Ομηρικών Επών, Ελένη Κακριδή, Αθήνα 1988.
- Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας των κ.κ. Αναστασίου Στέφου, Εμμανουήλ Στεργιούλη, Γεωργίας Χαριτίδου, Έκδοση Β΄ Αθήνα 2007.
- Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσης κ. Γεωργίου Μπαμπινιώτη
- Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας κ.κ. Τεγόπουλου- Φυτράκη.
* ερευνητής- μελετητής – αναλυτής 13-5-2025