Κυβερνήσεις, επιχειρήσεις και οργανισμοί απ’ όλο τον κόσμο, έχουν ανταποκριθεί έως τώρα θετικά στην μεγάλη πρόκληση των ημερών, η οποία αφορά την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης με στόχο την επίτευξη σημαντικών οφελών για το περιβάλλον και για την κοινωνία γενικότερα.
Στο πλαίσιο αυτό μάλιστα, έχει θεσπιστεί ένα πλήθος από κανονισμούς, πολιτικές και εθνικές στρατηγικές που αποτελούν ουσιαστικά τις κατευθυντήριες οδηγίες στον δρόμο προς την «πράσινη» μετάβαση, η επιτάχυνση της οποίας επιδιώκει τη μετατόπιση των οικονομικών και των κατασκευαστικών πρακτικών σε ένα πιο οικολογικό και βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης.
Κυρίαρχο ρόλο για την επιτυχή έκβαση του παραπάνω εγχειρήματος, πέραν της απαραίτητης συμμετοχής των επαγγελματικών και των επιστημονικών φορέων, διαδραματίζει με βεβαιότητα και η συμμετοχή της κοινότητας, από τη στιγμή που η οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης και η παροχή κινήτρων για την προσαρμογή των πολιτών στις ταχύρρυθμες αλλαγές, μπορεί να συμβάλει ουσιαστικά σε αυτή την κατεύθυνση.
Ως αποτέλεσμα, η συλλογή και η διάδοση των στοιχείων και των πληροφοριών σχετικά με τους στόχους, με την πρόοδο, με τις οπισθοδρομήσεις, αλλά και με τα αποτελέσματα των σχετικών δράσεων, συμπεριλαμβανομένων και των στατιστικών ή άλλων επιστημονικών δεδομένων, θα πρέπει να αποτελεί ευθύνη άμεσης προτεραιότητας για τις πολιτειακές αρχές και για τους αρμόδιους ειδικούς.
Επιπρόσθετα, η ενημέρωση και η παροχή χρήσιμων πληροφοριών βοηθά στην ευρύτερη διάχυση των τρεχουσών εξελίξεων και μετατρέπει τους πολίτες σε υπεύθυνες οντότητες, με επίγνωση της σχετικής επιρροής του περιβαλλοντικού και του κοινωνικού αντικτύπου τους, οδηγώντας τους ταυτόχρονα στη λήψη τεκμηριωμένων και περιβαλλοντικά ωφέλιμων αποφάσεων στο μέλλον.
Από την άλλη, σημαντικό ρόλο καταλαμβάνει ασφαλώς και η εκπαίδευση, αφού όπως είναι λογικό, τα μέλη της κοινότητας θα πρέπει να κατανοήσουν σε βάθος την κρίσιμη σημασία των όρων της βιώσιμης ανάπτυξης, ώστε να συμμετέχουν εθελοντικά και με ορθολογικό τρόπο στις διάφορες δράσεις της.
Πιο συγκεκριμένα, η εκπαίδευση δύναται να δημιουργήσει με ασφάλεια την επόμενη γενιά των «πράσινων» ειδικών και να καλλιεργήσει μία νέα κουλτούρα βιωσιμότητας στην κοινωνία, η οποία θα μπορεί να αντισταθμίσει τη σημερινή άγνοια που προκαλεί σε πολλές περιπτώσεις την αρνητικότητα και την απάθεια των πολιτών για τα συγκεκριμένα ζητήματα.
Πρωτοβουλίες όπως η διοργάνωση εκδηλώσεων και εκπαιδευτικών εκστρατειών για τη μετάδοση της γνώσης αλλά και για την πιθανή αναβάθμιση των δεξιοτήτων των πολιτών και των επιχειρήσεων μπορούν να φανούν χρήσιμες σε αυτή την προσπάθεια.
Σημαντικό είναι επίσης, να γίνει ευρέως αντιληπτό το γεγονός ότι οι αποφάσεις που λαμβάνονται σήμερα επηρεάζουν σε τεράστιο βαθμό τις επόμενες γενιές και ως εκ τούτου, είναι κρίσιμο να δίνουμε προτεραιότητα στις βιώσιμες πρακτικές έναντι των άμεσων, οικονομικών για παράδειγμα, αποτελεσμάτων. Η θεώρηση των δεδομένων από μια πιο μακροπρόθεσμη σκοπιά είναι απαραίτητη για την επίτευξη των παραπάνω στόχων.
Παρά τις όποιες τοπικές ή και παγκόσμιες αντιξοότητες, το αίσθημα της συλλογικής δράσης και της ευθύνης για την προστασία των κοινωνικών -και όχι μόνο- κεκτημένων στο βάθος των αιώνων, μπορεί να αποτελέσει το έναυσμα για την έμπνευση και τη δημιουργία καινοτόμων λύσεων, τεχνολογιών αιχμής και νέων θέσεων εργασίας στο μέλλον.
Η ενεργή συμμετοχή της κοινότητας στην βιώσιμη ανάπτυξη, μπορεί τελικά να καλλιεργήσει ένα αίσθημα αλληλεγγύης και συνοχής μεταξύ των μελών της, διασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο μια «πράσινη» αλλά ταυτόχρονα και μια πιο δίκαιη μετάβαση για όλους.
Λάζαρος Π. Σισμανίδης
Διπλ. Πολιτικός Μηχανικός Α.Π.Θ., MSc
email: Lazaros.sismanidis@outlook.com