Πρέπει να σημειώσουμε πως, οι πρώτοι …“ερευνητές και καταναλωτές της τύχης”, θα λέγαμε εμείς, ήταν οι πρόσφυγες κάτοικοι του Κοζλοϋχιοϊ (Καρυοχώρι) που, προφανώς, σε κάποιο τυχαίο σκάψιμο στον αυλόγυρο του σπιτιού ή και του διπλανού χωραφιού τους, το αντίκρισαν επιφανειακά και διαπίστωσαν τη χρησιμότητα του ως καυσίμου.
Έτσι, ή κάπως έτσι, εξασφάλιζαν την θέρμανση τους σε όλα τα επίπεδα σε σημείο που, δειλά, δειλά, άρχισαν και τη μήνη εμπορική εκμετάλλευση του σε γνωστούς και φίλους.
Τρόπος παραγωγής το γνωστό πηγάδι της φώτο μας με όλες τις επικίνδυνες συνέπειες που ενδεχόμενα μπορούσαν να προκύψουν και προέκυπταν, ευτυχώς ελάχιστα.
Με την … “πατέντα” της μεθόδου Κοζλοϋχιοϊ (Καρυοχωρίου) άρχισε και η επαγγελματική εκμετάλλευση, από τους ανάδοχους της περιοχής, Γ. Παυλίδη-Κ. Αδαμόπουλο, στο αρχικό ξεκίνημα, όπως δείχνει και η φώτο μας Νο 1, για μικρό διάστημα μέχρι να ετοιμαστεί η νέα δια των στοών με τα χειροκίνητα βαγόνια , ακολούθησε η μηχανοκίνητη κίνηση των βαγονιών σε στοές βάθους 20-30 μέτρα, μέχρι που εμφανίστηκαν τα μεγαθήρια της KRUPP το 1957.
Όπως γράψαμε, φίλες και φίλοι αναγνώστες, στο σχετικό ρεπορτάζ μας, η αρχική εκμετάλλευση του λιγνίτη, είτε με την μέθοδο του πηγαδιού, είτε με τις στοές (γαλαρίες) ήταν κοπιώδης και πολύ επικίνδυνη.
Η ζωή των εργαζομένων κρέμονταν, στην κυριολεξία, από μια τρίχα, ή από το συρματόσχοινο που ανεβοκατέβαζε τα κοφίνια ή τα ζεμπίλια με τον λιγνίτη, ή από την οποιαδήποτε απροσεξία, ή, αν θέλετε, από μια απροσδιόριστη σκαπανιά, ή ακόμα και από μια λανθασμένη, επιλογή-εντολή, του εποπτεύοντος εργοδηγού ή του… ανύπαρκτου μηχανικού για την εποχή..