Ο ερχομός του Μαρτίου ( τη Μάρτ) σηματοδοτεί ταυτόχρονα και τον ερχομό της πιο όμορφης εποχής του χρόνου, της Άνοιξης. Παρά το γεγονός, ότι ο Μάρτης συμπεριφέρεται πολλές φορές ως χειμωνιάτικος μήνας με τα κρύα και τα χιόνια, εξευμενίζεται από τη λαϊκή αντίληψη ως προπομπός της άνοιξης και της καλοκαιρίας.
Την ασταθή συμπεριφορά του Μάρτη την υπογράμμιζαν με σοφά και παροιμίες όπως:
Ο Μάρτης κι αν μαρτεύκεται, καλοκαιρίας μυρίζει
κι όταν παραχολάσκεται, τον Κούντουρον διαβαίνει..
ή το:
Ο Μάρτς έρται και διαβαίν’ άλλτς παγών’ και άλλτς χουλαίν’.
Ο Μάρτης είναι πάντα άτακτος, ζωηρός, ασυνεπή και εκδικητικός, γι αυτό και του προσέδιδαν διάφορα χαρακτηριστικά: αγέλαστον, θεοχάλαστον, πεντάγνωμον, αξερογαλγάνιστον, παλουκοκαύτεν.
Στην επόμενη παροιμία διακωμωδείται η εμμονή του μήνα στην κακοκαιρία:
Ο Μάρτες εφέκεν τα παλαλά τ’ κι οι γραιάδες πα εχτέθαν μουσκάρια..
Τέλος με την προειδοποιητική φράση: τον Μαρτ’ ‘ς σην έμπαν ‘κι τερούν ατον.
τεκμηριώνονται οι παραπάνω λαϊκές αντιλήψεις για το Μάρτη.
Όμως παρ’ όλες τις αστάθειές του ο λαός τον υποδέχεται με χαρά και ανακούφιση διασκεδάζοντας τις κρυάδες και τις αταξίες του, γιατί ήδη έχουν μεγαλώσει οι μέρες και η αλλαγή του καιρού γίνεται αισθητή.
Αρ έρθεν και η Άνοιξη αίχτρια και καλωσύνια,
ήλεν αργεύ’ να βασιλεύ’, τρανύν’νε τα ημέρας.
Με την ίδια λογική εκφράζουν την αισιοδοξία τους και διάφορες λαϊκές παροιμίες, που περιγράφουν τα σημαντικά γεγονότα, που συμβαίνουν το μήνα αυτό, όπως ο ερχομός των χελιδονιών. Στο παρακάτω ημιστίχιο είναι έντονη η ποιητική γλαφυρότητα του λαϊκού άσματος: Ο Μάρτ’ς φέρ’ τα χελιδόνια, κελαηδούν και λύν’ τα χιόνια.
Στο επόμενο λογύδριο περιγράφεται το λυκόφως του χειμώνα και ο ερχομός του ανοιξιάτικου ήλιου.
Εδέβεν πλάν ο Κούντουρον, τη Μάρτ’ τ’ ωτία ‘φάνθαν, τα χιόνα όλα ‘λύγανε
κι ας σα ραχία ‘χάθαν.
Θέλοντας πάλι να προειδοποιήσουν τους νοικοκύρηδες, που βιάζονταν να αρχίσουν τις διάφορες εργασίες τους, ενθουσιασμένοι από τις αίθριες ημέρες( καλά ημέρας) έλεγαν:
Μη κουρφίζετεν τον Μάρτ,’ ατός έχ πολλά ινιάτ’
Με τις πρώτες ηλιαχτίδες του Μαρτίου φρόντιζαν να αποφύγουν το ανεπιθύμητο μαύρισμα, ιδιαίτερα τα κορίτσια, που έπρεπε πάντοτε να είναι ασπριδερά και αφράτα, Άσπρεσσα άμον το χιόν’: ήταν η περιγραφή της όμορφης κοπέλα., Την ηλιοκαμένη, σκουρόχρωμη, την χαρακτήριζαν επικριτικά: Γαραγούζ’ ή γαράμεσου (μαύρο κορίτσι).
Γι αυτό φορούσαν στον καρπό του δεξιού χεριού μια πλεγμένη κόκκινη και άσπρη κλωστή ζουλιχτόν ράμμαν για να μην τα κάψει ο ήλιος.
Καθώς έλειωναν τα χιόνια στα βουνά, πλημμύρισαν τα ποτάμια τ’ ορμία σελοκόφκουν, άρχιζε η φύση να ζωντανεύει και να δείχνει τα πρώιμα κάλλη της.
Τα δέντρα εκουρούμπωσαν, ένοιξαν τα τσιτσέκια.
Τον Μάρτ’ ανοίγ’ν’ τα μάραντα κι Απρίλ’ τα μανουσάκια.
Μόλις η φύση φορούσε τα μαρτιάτικα στολίδια της, έπιανε δουλειά ο λαϊκός ποιητής, που κατέγραφε κάθε ευχάριστη μετάλλαξη στο φυτικό και ζωικό καμβά της φύσης.
Τα ράχια επρασίντσανε και τα παρχάρια εχλόϊσαν ,
ελάλεσεν το νυχτοπούλ’ κ’ έρθαν τα χελιδόνια.
Μέσα σ’ αυτό το θεσπέσιο ορεινό περιβάλλον, μες τη γόνιμη αφύπνιση της ποντιακής χλωρίδας, χαίρονται και συνυπάρχουν τα ζωντανά με τον άνθρωπο:
Τα ζά εβγαίν’νε ‘ς σην βοσκήν, θερία ‘ς σο κυνήγι.
όλια τη γης τα πλάσματα σύρκουν και ζευγαρών’νε..
Πόσο αισθαντικός, εκφραστικός και φυσιολάτρης πρέπει να είναι ένας λαός, για να καταγράφει τόσο παραστατικά τα συναισθήματα της ψυχής του για την αναγέννηση και αναδημιουργία της ζωής και της φύσης, για την Άνοιξη των ελπίδων και των προσδοκιών,
που ανατέλλουν κάθε φορά, που η ανθομύριστη Άνοιξη μας χτυπά την πόρτα της ψυχής και μας κλείνει το μάτι της ελπίδας.
Το ποντιακό λαϊκό τραγούδι αποδεικνύεται και πάλι εκφραστικό και ανυποχώρητο σε εικόνες αμέριστου ψυχισμού και κάλλους:
Ο Μάτρ’ς θα φέρ’ την Άνοιξην ,κι Απρίλτ’ς τα μανουσάκια
κ’ έμορφον ο Καλομηνάς, λογιών ,λογιών τσιτσιάκια.
Άνοιξη και Θεού χαρά τα δέντρα όλια ανθούνε,
τα πουλόπα ‘ς σα κλαδία ζευγάρια κελαηδούν’νε.
Άνοιξη φέρει την ζωήν ,την χαράν και το γέλος…!