Στη λειτουργία του Ογκολογικού Τμήματος στο Μποδοσάκειο Νοσοκομείο Πτολεμαΐδας, του μόνου ογκολογικού τμήματος στη Δ. Μακεδονία, αναφέρεται με ανάρτησή της η ιατρός – αιματολόγος του Μαμάτσειου Νοσοκομείου Κοζάνης, Βασιλική Γκάσταρη.
Η ίδια τονίζει πως το εν λόγω τμήμα λειτουργεί με μια ογκολόγο, μια επισκέπτρια αιματολόγο -την ίδια- αλλά και με τρεις νοσηλεύτριες (η μια μετακινούμενη). Ο κ. Γκάσταρη αναφέρεται στη πολύ σημαντική δουλειά που γίνεται στο Ογκολογικό τμήμα του Μποδοσάκειου, απαριθμεί τα προτερήματα που να μην χρειάζεται να μετακινείται κάποιος για χημειοθεραπεία στη Θεσσαλονίκη και καταλήγει πως “δεν είναι τα ντουβάρια που μας λείπουν αλλά το έμψυχο προσωπικό για να τα δουλέψει”.
Η ανάρτησή της:
“Ογκολογικό Τμήμα Μποδοσάκειου Νοσοκομείου Πτολεμαΐδας
Το ΜΟΝΟ Ογκολογικό σε όλη τη Δυτική Μακεδονία. Λειτουργεί με μία Ογκολόγο, μια επισκέπτρια Αιματολόγο μία φορά την εβδομάδα( για εμένα μιλάω), 2 1/2 νοσηλεύτριες-θα εξηγήσω παρακάτω και με μία ακόμη Ογκολόγο η οποία πήρε μόνιμη θέση αλλά είναι, επί του παρόντος, σε άδεια ανατροφής τέκνου.
Ξεκινάω από το τελευταίο, πολύ καλά κάνει η συνάδελφος Ογκολόγος, ήταν ήδη έγκυος όταν έγινε η πρόσληψη και η μητρότητα πρέπει όχι μόνο να προστατεύεται αλλά και να υποστηρίζεται με κάθε τρόπο.
Ο χώρος της Ογκολογικής είναι στη Νέα Πτέρυγα του Νοσοκομείου και είναι πραγματικά πολύ ευχάριστος και για τους ασθενείς και για το προσωπικό.
Γίνονται σπουδαία πράγματα εκεί αν μου επιτραπεί να ευλογήσω και λίγο τα γένια μας. Μπορούν να πραγματοποιηθούν όλες οι Χημειοθεραπείες που δεν χρήζουν νοσηλείας, όσες γίνονται σε ημερήσια νοσηλεία δηλαδή, σε ένα πρωινό ωράριο. Πολλοί ασθενείς πηγαίνουν και παρακάτω, στα τριτοβάθμια νοσοκομεία των μεγάλων κέντρων. Άλλος για δευτερη γνώμη, άλλος γιατί φοβάται μήπως εχει κατώτερη αντιμετώπιση στην επαρχία… όλα δεκτά. Ωστόσο, η συντριπτική πλειοψηφία γυρίζει και κάνει θεραπεία στο Μποδοσάκειο για 3 λόγους κατά την άποψή μου: 1. Οι συνάδελφοι τους λένε ότι ακριβώς την ίδια θεραπεία θα ελάμβαναν και στη Θεσσαλονίκη, 2. Δεν υπάρχει η ταλαιπωρία του να φεύγεις αχάραγα από το σπίτι για τη Θεσσαλονίκη και να περιμένεις με άλλους εκατοντάδες ασθενείς να ξεκινήσεις θεραπεία και μετά κατάκοπος να ξανάταξιδέψεις για τον τόπο κατοικίας σου. 3. Για πολλούς είναι για καθαρά οικονομικούς και κοινωνικούς λόγους: πρέπει κάποιο μέλος της οικογένειας να σε φέρει, να σε περιμένει και να σε ξαναπάρει για το σπίτι καθώς και για το κόστος της μετάβασης. Και η Πτολεμαΐδα σε κάποιους πέφτει μακριά αλλά όχι τόσο μακριά όσο η Θεσσαλονίκη.
Όσον αφορά στις νοσηλεύτριες υπάρχει μια μόνιμη που εκτελεί και χρέη προϊσταμένης, μια ακόμη που εκπαιδεύτηκε και στέκεται επάξια και μια τριτη με μεγάλη εμπειρία στο Τμήμα που μετακινειται ανάλογα και με τις ανάγκες των άλλων Τμημάτων. Και οι 3 εξαιρετικές, οργανωτικές, αστέρια στη φλεβοκέντηση και με πολύ καλή σχέση με τους ασθενείς που τις λατρεύουν.
Το Τμημα αυτό υπάρχει και λειτουργεί γιατί κάποιοι σκέφτηκαν πως πρέπει και ο ασθενής της επαρχίας να έχει ευκολότερη πρόσβαση σε γιατρό, ιδιαίτερα οι καρκινοπαθείς. Η προοπτική ήταν να δουλεψει το Τμήμα ως ανεξάρτητο, με τους δικούς του γιατρούς και νοσηλευτές έτσι ώστε η ευαίσθητη αυτή ομάδα να μην νοσηλεύεται στις τοπικές Παθολογικές Κλινικές. Δεν φαίνεται δυστυχώς να προχωράει. Ωστόσο, όλοι εμείς που πιστεύουμε στο δικαίωμα ολων σε ισότιμη πρόσβαση στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας θα το στηρίξουμε με κάθε τρόπο.
Κλείνοντας, να πω οτι δεν είμαι από αυτούς που θέλουν κάθε πόλη να εχει και το δικό της Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο, το δικό της Πανεπιστήμιο, ΝευροΧ κλινική και Ογκολογική. Αν υπάρξει όμως σοβαρή πολιτική θέληση μπορούν να αξιοποιηθούν οι ήδη υπάρχουσες δομές και να αναπτυχθούν. Με απλά λόγια δεν είναι τα ντουβάρια που μας λείπουν αλλά το έμψυχο προσωπικό για να τα δουλέψει.”