Ιωνικά νησιά μας στο Αιγαίο μας που έχουν να επιδείξουν πνευματικές φυσιογνωμίες από τους αρχαίους χρόνους μέχρι τη Γέννηση του Χριστού (1 μ.Χ.), είναι η ιωνική Σάμος, η ιωνική Χίος, τα νησιά των ιωνικών Κυκλάδων, πλην των δωρικών νησιών των Κυκλάδων, ήτοι της Μήλου, της Θήρας (Σαντορίνης) και της Ανάφης, η ιωνική Εύβοια, η ιωνική Θάσος, η ιωνική Σαμοθράκη και η ιωνική Σαλαμίνα.
Από την ιωνική νήσο μας Σάμο [(αρχαίο όνομα Μελάμφυλλος (η) (=η έχουσα σκοτεινόχρωμα φύλλα) ( (Στράβων)], μία από τις πόλεις-νήσους της ιωνικής δωδεκάπολης, πλησίον της οποίας είναι η νήσος Τραγία, όπου κατά το 440 π.Χ. ο Περικλής κατεναυμάχησε τους Σαμίους (Θουκ. Α, 116 – Πλούταρχ. Περ. ΚΕ) : Ο Πυθαγόρας ο Σάμιος (570 π.Χ.-496π.Χ.), Ίων, φιλόσοφος, πατέρας των Μαθηματικών. Ο ίδιος υποστήριζε πως η Γη είναι σφαιρική. Διδάσκαλοί του υπήρξαν οι : Θαλής ο Μιλήσιος Ίων εκ Μιλήτου, Βίας ο Πριηνεύς, Ίων εκ Πριήνης, Αναξίμανδρος Ίων εκ Μιλήτου και ο Φερεκύδης, Ίων εκ Σύρου-Κυκλάδων, σπουδαίος μαθηματικός και μουσικός. Ο Μνήσαρχος ο Σάμιος, Ίων, πατέρας του Πυθαγόρα του Σαμίου, μαθηματικός, πυθαγόρειος φιλόσοφος. Ο Μνήσαρχος, υιός του Πυθαγόρα, εγγονός του Μνήσαρχου, πατρός του Πυθαγόρα, πυθαγόρειος φιλόσοφος, διάδοχος του Αρισταίου στην Πυθαγόρεια Σχολή. Ο Αρίσταρχος ο Σάμιος (310π.Χ.-230π.Χ.), Ίων, μαθηματικός, αστρονόμος, πατέρας της Αστρονομίας, που α) υποστήριξε πως η γη και οι πλανήτες κινούνται γύρω από τον ήλιο, β) καθόρισε την φαινομένη διάμετρο του ηλίου, γ) προσπάθησε να ανεύρει την αναλογία της απόστασης της γης και της σελήνης από τον ήλιο και δ) κατέληξε οριστικά στο ότι η γη στρέφεται περί τον άξονά της και λοξώς περί τον ήλιο.
Προσέτι από την ιωνική νήσο μας Σάμο : Ο Νεοκλής ο πρεσβύτερος (4 ος αιών π.Χ.), Ίων εκ Σάμου, γραμματοδιδάσκαλος, πατέρας του φιλοσόφου Επίκουρου. Ο Επίκουρος (342π.Χ.271 π.Χ.) με καταγωγή από Σάμο, Ίων, Αθηναίος φιλόσοφος, εισηγητής του επικουρισμού ως ηθικής φιλοσοφίας που δίδει ιδιαίτερη σημασία στην ψυχική γαλήνη. Ο Νεοκλής ο νεώτερος (3 ος αιών π.Χ.), με ρίζα (καταγωγή) από Σάμο, φιλόσοφος, υιός του προαναφερθέντος Επικούρου, εγγονός του Σαμίου Νεοκλή του πρεσβύτερου, του γραμματοδιδασκάλου, του πατρός του φιλοσόφου Επίκουρου. Ο Νεοκλής ο νεώτερος, απελθών ως άποικος στη γη του παππού του, στη Σάμο, επιστρέψας δηλ. στο νησί του παππού του, ίδρυσε εκεί σχολήν (Κικέρων Cic. N.D. I,26,72. Ο Τελέσαρχος, Ίων Σάμιος, εκ των επισήμων πολιτών της Σάμου (Ηρόδοτ. Γ, 183).
Επιπλέον από την ιωνική Σάμο μας, η οποία ου μικρόν συνετέλεσε στην ανάπτυξη της επιστήμης και της τέχνης : Ο Μέλισσος ο Σάμιος, ο οποίος έζησε περί τα μέσα του 5 ου αιώνα π.Χ., 470 π.Χ.-430 π.Χ., πολιτικός και πολεμικός άνδρας, προσωκρατικός φιλόσοφος, οπαδός της ελεατικής σχολής, μαθητής του προσωκρατικού Παρμενίδη. Κατά τον Μέλισσο μόνο το όν υπάρχει, δηλ. το σύμπαν, και αυτό ταυτίζεται με το Θεό. Ο ίδιος δεχόταν ως αρχή του κόσμου το «έν», το οποίο χαρακτήριζε άπειρο, ενιαίο, ακίνητο, όμοιο με τον εαυτό του και αμετάβλητο.
Το γίγνεσθαι το θεωρούσε δημιούργημα των αισθήσεων, γι΄ αυτό απατηλό. Εθεώρει το «όντως όν» άφθαρτον και αιώνιον. Ο Δούρος ο Σάμιος, γράψας περί το 250 π.Χ. «Ιστορίας», «Ελληνικά», «Μακεδονικά», τα «Περί Αγαθοκλέα», «Σαμίων ώρας» μνημονεύεται υπό Διοδώρου, Πλουτάρχου, Αθηναίου και άλλων. Ο Θέων εκ Σάμου (4 ος αιών π.Χ.), με γνωστό του έργο ο «Ορέστης» του Ομήρου. Ο Χοιρίλος, Ίων, εκ Σάμου, ιστορικός, επικός ποιητής, εποποιός, ο οποίος έγραψε κατά το 404 π.Χ. το καθαρώς ιστορικό έργο : «Περσηίς» (περί των Περσικών πολέμων).). Ο Διονύσιος ο Σάμιος, της Αλεξανδρινής εποχής, ο οποίος έγραψε μυθολογικά συγγράμματα, εκ των οποίων ένα ωνομάζετο «Κύκλος», και εκ των οποίων (συγγραμμάτων του) ηρύσθη (=εμπνεύσθηκε) ο Διόδωρος. Ο Τηλαύγης, Ίων εκ Σάμου, γιος του μαθηματικού-φιλοσόφου Πυθαγόρα, διδάσκαλος του Εμπεδοκλή. Ο Αέθλιος, Ίων εκ Σάμου, ιστοριογράφος του 5 ου αιώνα π.Χ., ιστορικός συγγραφέας. Ο Ευπαλίνος, σπουδαίος αρχιτέκτων εκ Μεγάρων, στην Σάμο κατασκεύασε περί τα μέσα του 6 ου αιώνα π.Χ. το Ευπαλίνειο όρυγμα. Διώρυξε μια σήραγγα επταστάδιον, ήτοι 1.282 μέτρων (1 στάδιον ίσον με 184 μέτρα περίπου) σε όρος, επί Πολυκράτους, και διοχέτευσε με τον τρόπο αυτόν ύδωρ στην πόλη της Σάμου. Ο αρχιτέκτων Ευπαλίνος ήταν δημιουργός του Υδραγωγείου της Σάμου. Ο Πανύασις, επικός ποιητής εκ Σάμου, κατ΄ άλλους εξ Αλικαρνασσού Μικράς Ασίας, ζων κατά το 468 π.Χ. Ως ποιήματά του μνημονεύονται «Η Ηράκλεια», έπος σε 14 ραψωδίες, και «Τα Ιωνικά», σε μέτρο ελεγειακό, περιγράφοντα «τα κατά την εποικεσία των Ιώνων» (= τα σχετιζόμενα με την μόνιμη εγκατάσταση των Ιώνων στην Σάμο). Ο Φιλέας ή Φιλαίας, Ίων Σάμιος, πατήρ του καλλιτέχνου Ροίκου (Παυσαν. Η, 14, Ι 38). Ο Τιμαγόρας, Ίων Χαλκιδεύς, σπουδαίος ζωγράφος, ο οποίος σε διαγωνισμό στα Πύθια νίκησε τον Πάναινο, αδελφό του Φειδία ( Plinios XXXV, 35). Η αδελφή του Οδυσσέα Κτιμένη είχε Σάμιο σύζυγο, ήταν παντρεμένη στην Σάμο και εκεί ζούσε.
Επιπρόσθετα από το ιωνικό νησί μας Σάμο, στο οποίο ο Ανακρέων, Ίων λυρικός ποιητής εκ της ιωνικής πόλεως Τέω της Μ. Ασίας, έζη και δη εις την αυλήν του Σαμίου Πολυκράτους, ο οποίος φιλοξενούσε εις την αυλή του ποιητάς (β΄ μισό 6 ου αιώνα π.Χ.) (Στράβων ΙΔ, 637) : Ο Λαμίσκος, Ίων, Σάμιος πυθαγόρειος φιλόσοφος (Στφ. Βυζ.). Ο Μανδροκλής, Ίων, Σάμιος, αρχιτέκτων του 6 ου αιώνα, ο
οποίος κατασκεύασε πλωτή γέφυρα συνδέουσα τον Βόσπορο με την Θράκη για τον Δαρείο εκστρατεύσαντα κατά των Σκυθών. Ο ίδιος (ο Μανδροκλής) στο Ηραίον της Σάμου τοποθέτησε εικόνα που παρίστανε την δίοδο του στρατού επί της γέφυρας (Ηροδοτ. Δ, 88). Ο Μενεκράτης (του 4 ου ή 3 ου αιών π.Χ.), Ίων Σάμιος, επιγραμματοποιός. Ο Πυθαγόρας εκ Σάμου ή εκ Ρηγίου Κάτω Ιταλίας (475π.-450 π.Χ.), επισημότατος γλύπτης, μαθητής του Λέαρχου ή Κλέαρχου, περί την 70 η Ολυμπιάδα (70 ους Ολυμπιακούς Αγώνες), κατά Παυσανία (ΣΤ, 4). Υπό Πλινίου (ΧΧΧΙV,19) τάσσεται στην 87 η Ολυμπιάδα (485 π.Χ.), αλλά φαίνεται πως ήταν αρχαιότερος, διότι έγλυφεν (=κατασκεύαζε) ανδριάντας Ολυμπιονικών της 75 ης , 74 ης και 73 ης Ολυμπιάδος (485 π.Χ.). Ο μεν Παυσανίας λέγει (ΣΤ. 4) ότι ήταν «αγαθός τα εις πλαστικήν» και χαρακτηρίζει έν εκ των έργων του (ΣΤ. 18) ως «θέας εις τα μάλιστα άξιον» (=εξαιρετικό αξιοθέατο), ο δε Διογένης ο Λαέρτιος (Πυθαγόρας Η, 25) τον επαινεί ως «πρώτον δοκούντα ρυθμού και συμμετρίας εστοχάσθαι» (=πρώτο με έμπνευση ρυθμού και συμμετρίας). Κατά τον Πλίνιον (XXXIV 19,4) «πρώτος παρέστησεν επιμελέστατα φλέβας, νεύρα και κόμην» με σπουδαία μετάβαση από την σκληρή αρχαϊκή τέχνη εις την ανωτέρα της φύσεως μίμηση. Κατά τον Πλίνιον δε, επί έργου του (γλυπτού) αποδίδοντος τραυματίαν χωλόν, κουτσό, (ίσως τον Φιλοκτήτην) «εις τας πληγάς εξεφράζετο ο του άλγους βαθμός (= στις πληγές του γλυπτού απεικονιζόταν το μέγεθος του πόνου). Επεξεργαζόταν όχι μόνο λίθο, αλλά και χαλκό. Κατασκεύαζε αγάλματα αθλητών, θεών, όπως του εν Θήβαις κιθαρωδού Απόλλωνα, μυθικών προσώπων, αλλά και ιστορικών προσώπων. Επιμελήθηκε ιδίως της συμμετρίας, της ανατομικής ακριβείας και της εκφράσεως των «ψυχικών» κινήσεων των δημιουργημάτων του.
Ακόμη από την ιωνική Σάμο μας : Ο Αγάθαρχος, ΄Ιων, εξαίρετος ζωγράφος, γιος του Ευδήμου, ακμάσας κατά μέσα του 5 ου αιώνα π.Χ.(480π.Χ.-420π.Χ.), σκηνογράφος, ελθών στην Αθήνα ζωγράφισε σκηνές για τους τραγικούς μας ποιητές Αισχύλο και Σοφοκλή. Επί Περικλέους δε ακούσας ο Ζεύξις κάποιον επαινούντα τον Αγάθαρχο ότι ταχέως εζωγράφει, απήντησε: «Εγώ δε εν μακρώ χρόνω». ). Ο Κόνων ο Σάμιος (περί το 280 π.Χ.), Ίων, αστρονόμος και μαθηματικός, δάσκαλος και φίλος του Αρχιμήδου. Ούτος κατέταξε την κόμην της Βερενίκης μεταξύ των αστερισμών. Ίππων εκ Σάμου ή Ρηγίου Κάτω Ιταλίας (6 ος ή 5 ος αιών π.Χ.), προσωκρατικός φιλόσοφος. Ο Σικελίδης, εκ Σάμου, Ίων, σημαίνων ποιητής (Θεόκριτ., Ζ, 1). Ο Θεόδωρος ο Β΄, υιός του Τηλεκλή, έγλυφε (=κατασκεύασε ως γλύπτης) το σμαραγδένιο δακτύλιον του Πολυκράτη Ο Διονύσιος, πιθανώς εκ Σάμου, γλύπτης μετά την 78 η Ολυμπιάδα εν Ολυμπία εργαζόμενος, δια τον οποίον «ελέγετο ποιήσας θήλειαν ίππον, ή οι ίπποι προσέδραμον χρεμετίζοντες» (=ελέγετο ότι κατασκεύασε θηλυκό άλογο τόσο «ζωντανό» που προσέτρεχον σ΄ αυτό, το πλησίαζαν, αρσενικοί ίπποι χλιμιντρίζοντας) (Παυσαν. Ε.27). (Η θήλεια ίππος, ο, η ίππος, όπως ο, η όνος, ο, η βους, πάντα με βάση την αρχαιοελληνική μας γλώσσα). Ο Κρεώφιλος, Ίων εκ Σάμου, ποιητής των κυκλίων. Ο Στησαγόρας, Ίων Σάμιος τις (Θουκυδίδ. Α. 116). Προσέτι από την ιωνική Σάμο μας : Ο Ροίκος και οι υιοί αυτού Θεόδωρος και ο Τηλεκλής εργασθέντες ομού το άγαλμα του εν Σάμω Απόλλωνος. Ο Θεόδωρος κατασκεύασε το μισό στην νήσο Δήλο και ο Τηλεκλής το άλλο μισό στην Σάμο. Σ΄ αυτούς αποδίδεται η εύρεση της χύσεως του σιδήρου και της τελειοποίησης της χαλκοπλαστικής (Παυσαν. Γ,12. Η 14. Θ,11). Ο Ροίκος, Ίων, υιός Φιλέου ή Φιλίου, Σάμιος, καλλιτέχνης, ακμάζων περί το 580 π.Χ., ο οποίος μετά του υιού του Θεοδώρου οικοδόμησε το εν Σάμω Ηραίον, το οποίο ήτο κατά τον Ηρόδοτον (Γ,60) «νηός μέγιστος πάντων νηών των ημείς ίδμεν»(= ναός ο μεγαλύτερος από όλους τους ναούς που γνωρίζουμε), δωρίου (δωρικού) ρυθμού. Ο Παυσανίας λέγει (Ι, 38) ότι ο ίδιος ο Ροίκος κατασκεύασε και άγαλμα της Νυκτός χάλκινο βεβαίως, διότι παραβάλλει αυτό προς το άγαλμα της χάλκινης Αθηνάς στην Άμφισσα και εμφανίζει αυτό κατά την τέχνην αρχαϊκώτερον εκείνης, αν και υποτίθεται ότι εκείνη εκομίσθη εκ Τροίας. Ο Πλίνιος (XXXV, 152) μνημονεύει τον Ροίκο ως εργασθέντα και στον Λαβύρινθο στην Λήμνο. Ο Θεόδωρος, ο υιός του Ροίκου, εκ Σάμου, που οικοδόμησε την Σκιάδα στην Σπάρτη και θεμελίωσε στην Έφεσο το ναό της Αρτέμιδος, συγχρόνως δε ήταν γλύπτης και χαλκουργός. Οι πρώτοι καλλιτέχνες χαλκοχοϊας ή καλύτερα χωνεύσεως του χαλκού είναι Ίωνες εκ Σάμου. Ο Σαυρίας, Ίων εκ Σάμου, ελέγετο πρώτος ευρέτης της ιχνογραφίας, χαράξας δια γραμμής την σκιάν του ίππου του (Αθηναγόρας Πρσβ. Εις Χριστ. Σλ. 59).
Η ιωνική Μίλητος, ήδη αποικία των Ιώνων Αθηναίων από τον 10 ο αιώνα π.Χ., κατά τον 8 ο αιώνα κατέλαβε τους Λειψούς, την Λέρο, την Πάτμο και την Ικαρία και προκάλεσε την μήνιν της γειτονικής, επίσης ιωνικής, Σάμου, η οποία (Σάμος) τις ήθελε υπό τη δική της επιρροή.
Από την ιωνική νήσο μας Χίο, μία από τις πόλεις-νήσους της ιωνικής δωδεκάπολης : Ο Αρίστων ο Χίος, Ίων, στωικός φιλόσοφος, μαθητής της αρχικής Σχολής Στοάς, ευρεθείς εν Αθήναις υπήρξε μαθητής του Ζήνωνος του Κιτυέα, εκ Κιτίου-Κύπρου, και του Πολέμωνος. Παραβλέποντας το φυσικό και διαλεκτικό ύφος της διδασκαλίας των δασκάλων του α) εκφραζόταν σκωπτικώς περί της υπάρξεως θεότητος β) θεωρούσε ότι δεν υπήρχε μέσος όρος μεταξύ αρετής και κακίας και γ) υποστήριζε πως υπέρτατο αγαθό είναι η αρετή. Συγγράμματά του είναι τα «Περί μαντικής» και «Θέσεις-κτίσεις εθνών και πόλεων», τα οποία απωλέσθησαν. Ελέγετο δε ο ίδιος και Φάλανθος (=φαλακρός) και Σειρήν, δια να διακρίνεται από τον Αρίστονα τον Κείο, τον Ιουλιήτην, δηλ. τον καταγόμενον εκ της πόλεως Ιουλίας της ιωνικής νήσου Κέας ή Κέω (Τζιάς), με τον οποίον και οι αρχαίοι πολλάκις τον συνέχεον. Ο Άρχερμος, Ίων, γλύπτης, πρώτος παραστήσας την Νίκην υπόπτερον. Ο Ίων ο Χίος, σύγχρονος του Περικλέους, αποθανών το 422 π.Χ. εν Αθήναις, ο οποίος εν ζωή έγραψε πεζά : το «Επιδημίαι», «Χίου κτίσις» και ποιήματα, ελεγεία, διθυράμβους, τραγωδίες και κωμωδίες. Ένα από τα δράματα αυτού επεγράφετο «Εωσφόρος». Ο Θεόπομπος, γεννηθείς περί τα 380 π.Χ., Ίων εκ Χίου, υιός Δαμασιστράτου, δικηγόρος, διέπρεψε προ των δικαστηρίων σε πολλές πόλεις. Επίσης ήτο δεινός ρήτορας. Σε ρητορικό δε διαγωνισμό που προκηρύχθηκε από την Αρτεμισία την Νεωτέρα προς τιμή του ανδρός της Μαυσώλου ενίκησε τον ρήτορα Θεοδέκτη εκ Φασηλίδος και άλλους ρήτορες. Το εγκώμιό του προς τον Μαύσωλο βραβεύτηκε στο διαγωνισμό αυτό. Επίσης ήταν ιστορικός και τραγικός μας ποιητής που έζησε στα χρόνια του Αθηναίου τραγικού ποιητή Σοφοκλή, ο οποίος (Σοφοκλής είχε υιόν τον Κλειδαμίδη. Ο Θεόπομπος ήλθεν παις εις Έφεσον και Αθήνα και εκπαιδεύθηκε από τον Ισοκράτη. Διέμεινε δε επ΄ ολίγον στην Χίο. Έργα του τα : «Ελληνικά», «Φιλιππικά», «Ελληνικαί Ιστορίαι».
Προσέτι από την ιωνική Χίο μας : Ο Διονυσόδωρος ο Χίος (430 π.Χ.- αρχές 4 ου αιώνα π.Χ.) Ίων, σοφιστής, τον οποίον ο Πλάτων κρίνει ως «πύστην γελωτοποιόν», (=πυγμάχο γελωτοποιό, δηλ. καυστικό, αιχμηρό γελωτοποιό). Προσέτι ο Διονυσόδωρος υπήρξε φιλόσοφος και διδάσκαλος της ρητορικής και των πολεμικών τεχνών, στενά συνδεδεμένος με τον αδελφό του και συνάδελφό του Ευθύδημο, αναφέρεται δε στα έργα του Πλάτωνα και του Ξενοφώντα. Ο Ευθύδημος (430 π.Χ.- αρχές 4 ου αιώνα π.Χ.), Ίων, σοφιστής, αδελφός του Διονυσοδώρου, ο οποίος διέπρεψε επί μακρόν εις τους Θουρίους Σικελίας, αλλά και εις την Αθήνα, όπου εδίδαξε την φιλοσοφία και την στρατηγική (Πλάτων ενθδ.-Ξενοφών Αποσπάσμ. Γ, 1). Αυτού το όνομα φέρει ένας εκ των διαλόγων του Πλάτωνος με τίτλο «Ευθύδημος». Ο
Μητρόδωρος ο Χίος, Ίων, ζήσας στα τέλη του 5 ου αιώνα και κατά τον 4 ον αιώνα π.Χ., υιός Θεοκρίτου, ιατρός, φιλόσοφος, φιλόλογος, μαθηματικός και μετερεωλόγος, διδάσκαλος του Διογένη του Σμυρναίου και των Αβδηριτών Αναξάρχου και Ιπποκράτους. Είχε τη δική του κοσμογονική θεωρία, πίστευε πως τα αστέρια σχηματίζονται, ημέρα με την ημέρα, από την υγρασία στον αέρα με την θερμότητα του Ηλίου και διαφωνούσε με τον αδελφό του Τιμοκράτη, που ήταν επικούρειος
φιλόσοφος, οπαδός της επικούρειας φιλοσοφίας (Δ ογ. Λαέρτ. Θ, 58). Ο Τιμοκράτης, Ίων εκ Χίου, γεννηθείς τον 5 ο αιώνα π.Χ., αποβιώσας τον 4 ο αιώνα π.Χ., επικούρειος φιλόσοφος, αδελφός του ως άνω Μητροδώρου, μαθηματικού, φιλοσόφου και μετερεωλόγου. Ο Θεόκριτος, Χίος, Ίων, σοφιστής επί Αριστοτέλους, ο οποίος έγραψε ισοτρία της Λιβύης και επιστολές (Στράβων ΙΔ). Ο Ίων ο Χίος, σύγχρονος του Περικλέους, αποθανών το 422 π.Χ. Έγραψε «Επιδημίαι», «Χίου κτίσις». ¨Ένα εκ των δραμάτων του επεγράφετο ,είχε τίτλο «Εωσφόρος».
Επίσης από την ιωνική μας Χίο, απέναντι από την οποία, στα παράλια της Μικράς Ασίας, υπήρχε η ιωνική πόλη Εραί : Ο Κύναιθος, Ίων, φαίνεται ότι έζη περί το 750 π.Χ., ραψωδός, είς εκ των αρχαιοτάτων μελών των «Ομηρίδων» εκ Χίου. Οι «Ομηρίδες», ήταν μία συντεχνία ραψωδών, που τραγουδούσαν τα ποιήματα του Ομήρου. Οι Ομηρίδες, σωματείον εν Χίω, αξιούν ότι κατήγετο γενεαλογικώς εκ του Ομήρου και ποιήματα εκείνου περισυνάγον, διατηρούν και κατά τεμάχιο ψάλλον (=σωματείο που αξίωνε ότι καταγόταν γενεαλογικά από τον Όμηρο, συγκέντρωνε, περισυνέλεγε ποιήματα του Ομήρου, τα διατηρούσε, τα φύλαττε και τα έψαλλε κατά επί μέρους τμήματα). Ο Κύναιθος εθεωρείτο, εκ των αρχαίων ιστορικών και συγγραφέων, ο ποιήσας τον «Ύμνον εις τον Δέλφιον Απόλλωνα». «Ύμνον εις τον Δία» έχει γράψει πολύ αργότερα, το 260 π.Χ. ο Κλεάνθης, Έλλην φιλόσοφος, εξ Άσσου Μυσίας Μικράς Ασίας, αποικίας (της Άσσου) των Αιολέων, ο οποίος α) μαθήτευσε κοντά στον Ζήνωνα και έπειτα διεδέχθη αυτόν στην Στοά, β) υποστήριζε ότι θεμελιώδης αρχή του κόσμου, αρχή της πλάσης, είναι ο Ήλιος και γ) περιήλθε «εις έριν» (=σε έριδα) προς τον μαθητήν του Χρύσιππον και 80ετής αυτοκτόνησε αυτοστερούμενος φαγητού («απεβίωσεν εκουσίως εξ ασιτίας). Ο Οινοπίδης ο Χίος (5 ος αιών), Ίων σπουδαίος ιατρός, σύγχρονος σχεδόν του Αναξαγόρα. Στον Πρόκλο οφείλουμε την πληροφορία ότι ο Οινοπίδης ήταν ο πρώτος που διερεύνησε θεωρητικά δύο προβλήματα που περιλαμβάνονται τώρα στο Α΄ βιβλίο των στοιχείων του Ευκλείδη. Ο Ιπποκράτης ο Χίος, περί το 430 π.Χ., μαθηματικός, για τον οποίον γνωρίζουμε από τον σοφιστή Πρόκλο ότι είναι ο πρώτος που έγραψε εγχειρίδιο γεωμετρίας, πυθαγόρειος φιλόσοφος, περί την γεωμετρίαν ιδίως ασχοληθείς. Ο Μητρόδωρος ο Χίος, κατά τον 4 ο αιώνα π.Χ., περί το 330 π.Χ. , φιλόσοφος οπαδός του συστήματος του Δημοκρίτου, διδάσκαλος των Αβδηριτών Αναξάρχου και Ιπποκράτους (Δ ογ. Λαέρτ. Θ,58). Ο Ίων εκ Χίου (541- μέσα 5 ου αιώνα π.Χ.), υιός του Ορθομένη, τραγικός και διθυραμβικός ποιητής.
Επιπρόσθετα από το ιωνικό νησί μας Χίο : Ο Μικκιάδης, Ίων, εκ Χίου, υιός Μέλανος, είς εκ των αρχαιοτέρων λιθογράφων της 35 ης Ολυμπιάδος περίπου (Plinios XXXVI, 5). Ο Μάλας (-αντος), (αρχές 8 ου αιώνα π.Χ.), Ίων, Χίος γλύπτης, ο μεταξύ πρώτων τον λίθον εργασθείς, περί τας αρχάς των Ολυμπιάδων (Ολυμπιακών Αγώνων), δηλ. περί το 776 π.Χ. Ο Μικκιάδης (μέσα 8 ου αιώνα π.Χ.), γιος του Μάλαντος και πατήρ του Άνθερμου ή Άρχερμου, Ίων, γλύπτης. Ο Άνθερμος ή Άρχερμος (τέλη 8 ου αιώνα και αρχές 7 ου αιώνα π.Χ.), υιός του Μικκιάδη και εγγονός του Μάλαντα. Ίων, Χίος γλύπτης. Ο ίδιος, Άνθερμος ή Άρχερμος, ήταν ο πρώτος κατασκευάσας αγάλματα. Ο Βούπαλος ο Χίος, υιός Ανθέρμου ή Ανχέρμου, αρχιτέκτων, γλύπτης, περί το 540 π.Χ., αδελφός του γλύπτου Αθήνιδος. Ο Άθηνις, περί το 540 π.Χ., Ίων, γλύπτης, υιός Ανθέρμου ή Ανχέρμου, εργασθείς μετά του αδελφού του Βούπαλου. Οι υιοί Άνθερμου ή Άνχερμου, Βούπαλος και ΄Αθηνις, (δισέγγονα του Μάλαντος), γλύπτες, των οποίων τα έργα μετέφερε ο Αύγουστος εις Ρώμην ίνα κοσμήση δι΄ αυτών τους ναούς του (Παυσανίας Δ, 30). Τουτέστιν, οι αρχαιότεροι τεχνίται εκ Χίου, οι εν τοις πρώτοις τον λίθον εργασθέντες, ήσαν ο Μάλλας, κατά τις πρώτες Ολυμπιάδες, ήτοι το 776 π.Χ., ο υιός του Μικκιάδης, ο εγγονός του Άνθερμος ή Άγχερμος, και οι υιοί του τελευταίου Βούπαλος και Άθηνις.
Ο Σκύμνος ο Χίος, Ίων, γεωγράφος, αγνώστου εποχής, υποτιθέμενος δε του 2 ου αιώνα π.Χ., ο οποίος έγραψε την «Περιήγησιν», η οποία διηρείτο σε τρία μέρη, Ευρώπην, Ασίαν, Λιβύαν και στον οποίον αποδίδεται η περιγραφή των ευρωπαϊκών παραλίων από τις Ηράκλειες Στήλες μέχρι την εν Πόντω Απολλωνίαν.
Από την ιωνική πόλη Χαλκίδα της νήσου μας Ευβοίας : Ο Ισμηνίας, Ίων, ο οποίος έζησε τον 4 ο αιώνα π.Χ. ζωγράφος. Ο Ισμηνίας, Χαλκιδεύς πιθανώς, συγγραφεύς γράψας επί λίθων, (Plin.= Πλίνιος),(λαξεύσας επί λίθων, εκ του λαξεύω επί μαρμάρου, λίθου κ.λ.π.). Ο Λυκόφρων (5 ος αιών π.Χ.-4 ος αιών π.Χ.), υιός Λύκου, Ίων, σοφιστής. Ο Τύνιχος, Ίων, Χαλκιδεύς, εν Ευβοία, ο οποίος εποίησε εκ στιγμιαίου ενθουσιασμού λαμπρόν παιάνα (=ύμνον) εις τον θεόν Απόλλωνα, χωρίς να διδαχθή την ποίησιν (Πλάτων : Ίων). Ο Τιμαγόρας, Ίων, Χαλκιδεύς, ζωγράφος, σε διαγωνισμό εις τα Πύθια νικήσας τον Πάναινον, περίφημον ζωγράφον, αδελφόν του Φειδία [(Plin.(=Πλίνιος) XXXV, 35)]. Ο Χάρης, Χαλκιδεύς, Ίων, επί Μεγάλου Αλεξάνδρου, ταφρωρύχος, επιλεγόμενος, (Διογέν. Λαέρτ. Δ, 23), οποίος καθάρισε τις καταβόθρες (=«ανεκάθηρε τα εμφράγματα») της λίμνης Κωπαϊδος (Στράβων Θ, 258) ή πιθανώτερον άνοιξε τάφρους στη λίμνη, (=«διετάφρευσε την λίμνην»), (Στφ. Βζ. Λξ. Αθήναι), σε μια προσπάθεια αποξήρανσης που εγκαταλείφθηκε μετά την αναχώρηση του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Ασία. Σ΄ αυτόν αποδίδουν τινες τα ξηρά σωζόμενα σε βράχο φρεάτια μεταξύ της Κωπαϊδος και των Λαρυμνών. Ο Κραταιμένης ο Χαλκιδεύς, Ίων, «οδηγήσας αποικίαν εις την Ζάγκλην της Σικελίας» (Θουκυδίδη ΣΤ 4).
Από την ιωνική πόλη Κάρυστο της ιωνικής νήσου μας Ευβοίας : Ο Διοκλής ο Καρύστιος (375π.Χ.-295 π.Χ.), επίσημος ιατρός επί Αριστοτέλους [(Plin.(=Πλίνιος, Ρωμαίος σοφός και ιστορικός, XXVI, 2)]. Ο Απολλόδωρος εκ Καρύστου, περί τα μέσα του 3 ου αιώνα π.Χ., θεατρικός συγγραφέας νέας αττικής κωμωδίας, επίσημος κωμικός. Άλλο πρόσωπο από τον Δωριέα Απολλόδωρο τον Γελώο, εκ της υπό των Ροδίων και Κρητών δωρικής αποικίας της Κάτω Ιταλίας Γέλας (342π.Χ.-290 π.Χ.), σύγχρονο του Μενάνδρου, οποίος επίσης ήταν συγγραφέας της νέας κωμωδίας. Ο Διοκλής ο Καρύστιος (295π.Χ.-197π.Χ.), Ίων, γλύπτης και συγγραφέας, ποιητής, βιογράφος, ιστορικός.
Από την ιωνική πόλη Κύμη της ιωνικής νήσου μας Ευβοίας : Ο Περιήρης, Ίων εκ Κύμης, αρχιτέκτων, κτίστης της πόλεως Ζάγκλης, είτα Μεσσήνης της Σικελίας (Θουκυδίδης ΣΤ, 4).
Από την ιωνική μας Νάξο, των ιωνικών Κυκλάδων μας, την οποία αποίκησαν οι Αθηναίοι από τον 7 ο αιών π.Χ. και η οποία έγινε μέλος της Αθηναϊκής Συμμαχίας :
Ο Αλξήνωρ, Ίων, εκ Νάξου, γεννηθείς το 500 π.Χ., γλύπτης. Ο Λεωνίδης, Ίων, Νάξιος, γεννημένος στο δεύτερο μισό του 4 ου αιώνα π.Χ., αρχιτέκτων, γνωστός από το Λεωνίδαιο στην αρχαία Ολυμπία. Ο Τίμαιος, Ίων εκ Νάξου, ιστοριογράφος, πατήρ του Ανδρομάχου, ο οποίος (Ανδρόμαχος) το 368 π.Χ. με Ναξίους ήλθεν εις Ταυρομένιον, νυν Ταορμίνα Σικελίας, και παππούς (ο Τίμαιος) του επίσης
ιστοριογράφου Τιμαίου, γεννηθέντος εν Ταυρομενίω περί το 352 π.Χ., και έχων
διδάσκαλον τον εκ Μιλήτου Φιλίσκον. Ο ίδιος (Τίμαιος ο νεώτερος) εγγονός του ως
άνω ομώνυμου πρεσβυτέρου ιστοριογράφου Τιμαίου, απομακρυνθείς από τη Σικελία
το 317 π.Χ. υπό του Αγαθοκλέους έγραψε το ιστορικό αυτού σύγγραμμα. Στα βαθιά
του γεράματα επέστρεψε στην Σικελία και πέθανε το 250 π.Χ. σε ηλικία 96 ετών. Το
σπουδαιότερο έργο του είναι η «Ιστορία της Σικελίας» από αρχαιοτάτων χρόνων
μέχρι την 129 η Ολυμπιάδα. Σε ένα άλλο σύγγραμμά του αναφέρεται στις εκστρατείες
του Πύρρου. Ένα άλλο σύγγραμμά του επεγράφετο, είχε τίτλο «Ολυμπιονίκαι».
Από την ιωνική νήσο μας Κέα ή Κέως (σημ. και Τζιά), μικρό νησί μας στις
ιωνικές Κυκλάδες, το οποίο υπό των αρχαίων ποιητών ελέγετο Υδρούσα, ως έχον
πολλάς πηγάς και ρύακας και στο οποίο α) εγεννήθησαν : ο ποιητής Σιμωνίδης, ο
ιατρός Ερασίστρατος και ο φιλόσοφος Αρίστων (Στράβων Ι, 486) και β) σώζονται
αρχαία ερείπια μεταξύ των οποίων ένας εντυπωσιακός οχυρωματικός πύργος : Ο
Σιμωνίδης ο Κείος (559/556 π.Χ.- 469/468 π.Χ.), Ίων, γεννηθείς στην Ιουλίδα ή
Ιουλία της Κέας, υιός του Λεωπρέπη ή Λεωπρεπέα (Ηροδοτ. Ζ 228), επιγραμματικός
λυρικός ποιητής, έγραφε ποιήματα επ΄ αμοιβή. Ο ίδιος συνέδραμε στην εξέλιξη του
ύμνου σε ποιητικό καλλιτέχνημα λίγο πριν τους Περσικούς πολέμους, δηλ. κατά το
δεύτερο μισό του 6 ου αιώνα π.Χ. Ο Σιμωνίδης ο Κείος α) ήταν ένας από τους
επισημότερους και αρχαιότερους λυρικούς ποιητές της Ελλάδος, β) εγνωρίσθη με
τους ποιητές Ανακρέοντα και Λάσο γ) εβραβεύθη σε διαγωνισμό, του οποίου το
αντικείμενο ήταν ωδή υπέρ των πεσόντων Μαραθωνομάχων και στον οποίον
διαγωνισμό συνηγωνίσθη και ο Αισχύλος. Η ακμή της φήμης του Σιμωνίδη του
Κείου συνέπεσε με τις νίκες επί των Περσικών, δηλ. με τις νίκες κατά τους
Περσικούς πολέμους (492π.Χ., α΄ εκστρατεία Περσών, μέχρι 479 π.Χ., μάχη
Πλαταιών και Ναυμαχία Μυκάλης). Οι ενδοξότεροι των τότε ανδρών, ο Θεμιστοκλής
και ο Παυσανίας, ήσαν εκ των φίλων του. Ο ίδιος (Σιμωνίδης ο Κείος) και επινόησε
και έφερε εις τελειότητα την ποίηση των επιγραμμάτων. Σε πολλά εξ αυτών υμνεί
και προβάλει την ανδρεία και τον ηρωϊσμό των Περσομάχων, όπως το : «Ω ξείν΄
αγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ότι τήδε κείμεθα τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι» (= ξένε
διαβάτη που περνάς από εδώ, διαβίβασε την αγγελία στους κατοίκους της Σπάρτης
ότι εδώ κείμεθα, εδώ είμαστε θαμμένοι, πιστοί στις εντολές τους, τηρώντας πιστά
τους νόμους της Σπάρτης), που αποτελεί κλασικό παράδειγμα ελεγείας. Κάποια άλλα
επιγράμματα του ιδίου είναι αμίμητα ως προς το ύφος και την οξύτητα των εννοιών
τους. Έξοχος ήταν στις ελεγείες του που διακρίνονται για την τρυφερότητα και χάρη
τους. Πέραν των ελεγειών, έγραψε χορικές ποιήσεις, επινίκια, ύμνους, διθυράμβους,
παρθενίους (=ύμνους στους χορούς των παρθένων), θρήνους και υπορχήματα
(=άσματα ζωηρά συνοδευόμενα από χορό και αφιερωμένα στο θεό Απόλλωνα).
Αποδίδεται σ΄ αυτόν η εφεύρεση της μνημονικής. Ως έλεγε ο ίδιος εις έν των
επιγραμμάτων του, καίτοι ογδοηκοντούτης, είχεν έτι ακμαίας τας φρένας αυτού (=σε
ένα από τα επιγράμματά του έλεγε πως, αν και ήταν ογδόντα (80) ετών, είχε το μυαλό
του ακόμη ακμαίο). Απεβίωσε σε ηλικία ενενήντα (90) ετών.
Προσέτι από το ιωνικό νησί μας Κέα : Ο Αρίστων ο Κείος (250-180 π.Χ.), Ίων,
φιλόσοφος στην διεύθυνση του Λυκείου του Αριστοτέλη, περιπατητικός φιλόσοφος.
Ονομάζετο κι Ιουλιήτης, καταγόμενος εκ της πόλεως Ιουλίδας ή Ιουλίας της νήσου
Κέας, μαθητής του Λύκωνος, και μετά τον θάνατον αυτού έγινε αρχηγός της
περιπατητικής σχολής περί το 226/225 π.Χ.. Σπουδαιότερο έργο του τα «Περί
γήρως» (=περί γήρατος). Μεταξύ των μαθητών του ο επίσης περιπατητικός
φιλόσοφος Αρίστων εκ Κω. Ο Ερασίστρατος (303π.Χ.-249π.Χ.), Ίων εκ Κέας
γεννημένος στην Ιουλίδα (περίπου 320 π.Χ,-249π.Χ.), ιατρός και ανατόμος, μαθητής
του Χρύσιππου του Κνίδιου και του Μητρόδωρου. Ο Βακχυλίδης ο Κείος (510π.Χ.-
450π.Χ.), Ίων, λυρικός χορικής ποίησης, ανεψιός του επιγραμματικού λυρικού ποιητή
Σιμωνίδη του Κείου. Και ο Βακχυλίδης συνέβαλε στην εξέλιξη του ύμνου σε
ποιητικό καλλιτέχνημα (473 π.Χ.). Ο Πρόδικος ο Κείος (470/60π.Χ.-400π.Χ.), Ίων,
σοφιστής, μαθητής του εξ Αβδήρων σοφιστού. Ήτο κατά την κρίση των Ρωμαίων,
Κικέρωνα (96π.Χ.-43π.Χ.), φιλόσοφο, νομικό, συγγραφέα και ποιητή, και Κάτωνα
(234π.Χ.-194π.Χ.), ιστορικό, φιλόσοφο, συγγραφέα και ρήτορα (Cic.=Κικέρωνα Fin.
V, 5. – Cat.=Κάτωνα M. I, 3), φιλόκαλος μάλλον ή εμβριθής, και ουδέποτε εθεωρήθη
ως σπουδαίος φιλόσοφος, έγραψε δε πολλά, εξ ών ουδέν διεσώθη. Ησχολήθη επίσης
με την ηθική και τη γραμματική, Ο Πυθοκλείδης, Ίων εκ Κέας, σοφιστής, ο οποίος
εδίδαξε μουσικήν εις τον Περικλή (Πλάτων. Πρωτ. Σλ. 316).
Από την ιωνική νήσο μας Πάρο, νησί των ιωνικών Κυκλάδων μας, η οποία
έπεμψεν αποικίας εις Θάσον (Θουκυδιδ. Λ, 104) και Φάρον εν Προποντίδι (Στράβων
Ι, 487) και μετά την 86 η Ουμπιάδα, κατά το 425 π.Χ., και στην οποίαν α) επεβλήθη
υπό των Αθηναίων ετήσιος φόρος 30 ταλάντων (1 τάλαντον ίσον 6 δραχμές), ήτοι
180 δραχμών, πράγμα το οποίο αποδεικνύει την επιρροή αυτής και β) ευρέθη κατά
την αρχαιότητα το Πάριον ή Αρουνδέλιον μάρμαρον : Ο Αρχίλοχος ο Πάριος
(πρώτο μισό 7 ου αιώνα π.Χ.), Ίων, ιαμβικός λυρικός ποιητής. Ο Εύηνος ο Πάριος
(5 ος αιών π.Χ.), Ίων, σοφιστής. Ο Αγοράκριτος (5 ος αιών π.Χ.), Ίων εκ Πάρου,
γλύπτης, μαθητής του Φειδίου, τόσον εκτιμώμενος υπ΄ αυτού, ώστε ελέγετο ότι ο
μέγας καλλιτέχνης Φειδίας του επέτρεπε να πωλεί έργα «της εκείνου γλυφίδος ως
ίδια εαυτού», δηλ. να πωλεί ο Αγοράκριτος έργα του ιδίου ως έργα του Φειδία. Έργα
δε του Αγορακρίτου, ως η εν Ραμνούντι Νέμεσις συνεχέοντο μετά του διδασκάλου
του Φειδία (Παυσανίας Α, 3. 33). Τα έργα του, αγάλματα, εθεωρούντο εφάμιλλα και
ισάξια με τα του διδασκάλου του Φειδία. Συνηγωνίσθη με την εν Κήποις Αφροδίτη
του Αλκαμένη ποιήσας ο ίδιος την Νέμεση. Ηττήθη μεν, το έργον του δε εκρίθη όχι
λιγότερο εξαίσιο και αντάξιο των Φειδιακών, δηλ. των του Φειδία. Συνέδεε την χάριν
της Αφροδίτης με την αυστηρότητα της Νεμέσεως. Ισχυρίζονται ότι ειργάσθη,
κατεσκεύασε αυτό ο Φειδίας και το εχάρισε στον Αγοράκριτο. Ο Ζηνόβιος λέγει πως
σε κλαδί ελιάς ήταν το άγαλμα και στα αριστερά ήν επιγεγραμμένον, υπήρχε η
επιγραφή: «Αγοράκριτος Πάριος εποίησε». Μέρος του αγάλματος αυτού σωθέν και
ανευρεθέν διατηρείται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο. Ο έτερος Εύηνος ο Πάριος,
Ίων ελεγειακός ποιητής, ήτο αρχαιότερος, σύγχρονος Σωκράτη και εκ των δασκάλων
του Σωκράτους. Ο Θρασυμήδης, Ίων Πάριος, γλύπτης, ο οποίος κατασκεύασε το
χρυσελεφάντινο άγαλμα του Ασκληπιού στην Επίδαυρο (Παυσαν. Β 27), που είχε το
μισό μέγεθος του αγάλματος του Δία του Φειδία, και από ορισμένους αποδίδεται
στον Φειδία. Ο Μέτων, Ίων εκ Πάρου, πυθαγόρειος φιλόσοφος. Ο Εύηνος, εκ Πάρου,
ήτο νεώτερος ελεγειακός ποιητής.
Προσέτι από την ιωνική νήσο μας Πάρο : Ο Αρίστανδρος, Ίων, Πάριος
γλύπτης, πιθανώς πατήρ του Σκόπα. Ο Σκόπας ο Πάριος, Ίων, ήταν περίφημος
αγαλματοποιός και αρχιτέκτων, πιθανώς υιός του Αρίστανδου, ακμάζων περί το 380
π.Χ. επί Πραξιτέλους, επιδιώκων το υπέρτατον κάλλος αλλά συγχρόνως και την
έκφραση πάθους, όπως αποδεικνύεται από το έργο του «Η Χιμαιροφόνος Βάκχη», η
οποία εκθειάζεται από σωζόμενες επιγραφές. Άριστον αυτής απομίμημα υπάρχει
σωζόμενο εις το Μουσείον της Ρώμης. Ανάλογοι αυτής ήσαν και οι δύο Ερινύες του
στην Αθήνα. Σπουδαίο επίσης και το έργο του που παριστάνει την Θέτιν (Θέτιδα),
μητέρα του Αχιλλέα, να φέρει τα όπλα στον υιό της Αχιλλέα. Στον ίδιο και στην
Σαμοθράκη εργασθέντα απεδόθη η εκεί ευρεθείσα και ήδη το Μουσείον των
Παρισίων κοσμούσα Νίκη υπόπτερος, σπάνιας καλλονής, επί πλώρης πλοίου
βαίνουσα, πιθανώς, ιδρυθείσα στο ιερό των Καβείρων υπό του Δημητρίου του
Πολιορκητού, ο οποίος ενίκησε τον στόλον του Πτολεμαίου προ της Κύπρου το 306
π.Χ. Νομίσματα του Δημητρίου φέρουν το ομοίωμα της υποπτέρου Νίκης. Επιπλέον
εξαίσιο αριστούργημα το οποίο παρήγαγε ο Σκόπας είναι αυτό που παριστάνει τον
κιθαρωδό Απόλλωνα με ποδήρη χιτώνα ενδεδυμένο και την κιθάρα έχοντα δια
χειρών. Επιπροσθέτως εποίησε και κεφαλές της Μέδουσας, εκ τις οποίες κάποιες
σώζονται και βρίσκονται στην Γλυπτοθήκη του Μονάχου, αυστηρόν έχουσες κάλλος.
Ακόμη μνημονεύεται η υπό του ιδίου (Σκόπα) χαλκή (=χάλκινη) πάνδημος Αφροδίτη
στην Ήλιδα, το σύμπλεγμα Αφροδίτης, Πόθου και Φαέθοντος στην Σαμοθράκη, και
το σύμπλεγμα του Έρωτος, του Ιμέρου και του Πόθου εις το Αφροδίσιον των
Μεγάρων (Παυσαν. Δ, 43 – Plinios XXXVI, 4, 7), καθώς επίσης και το γυμνό άγαλμα
της θεάς Αφροδίτης «το πρώτον ποτέ ποιηθέν» (=το μοναδικό που κατασκευάστηκε
ποτέ) και ευρίσκεται στο Φλαμίνιο Ιπποδρόμιο της Ρώμης, το οποίο (γυμνό άγαλμα
της Αφροδίτης) ο Λατίνος συγγραφέας Πλίνιος θεωρεί «ως το πολυτιμώτερον
καλλιτεχνικόν της Ρώμης εγκόσμημα» (= ως το πιο πολύτιμο στολίδι της Ρώμης).
Όπως βλέπετε όλα τα άριστα έργα τέχνης της ελληνικής κλασικής αρχαιότητος,
γλυπτά γλυπτών μας, ανάγλυφα τοιχογραφιών, εικόνες ζωγράφων μας, κοσμούν
ευρωπαϊκά Μουσεία, Γλυπτοθήκες, Ιπποδρόμια, Πινακοθήκες κ.λ.π. Θλίβεται η
ψυχή μου.
Επίσης ο Σκόπας ο Πάριος, Ίων γλύπτης, ο Βρύαξις, και ο Τιμόθεος ο εξ
Επιδαύρου (Τιμόθεος, 4 ος αιών –θανών το 340 π.Χ.), συνεργάστηκαν με τον Αθηναίο
γλύπτη Λεωχάρη στην γλυπτική κόσμηση του Μαυσωλείου, σε ένα σύμπλεγμα
«ίπποις και ανδράσι εις το ακριβέστερον εικασμένοις»(= με άνδρες και ίππους
απεικονισμένους με ακρίβεια, με πιστότητα) (Λουκ. Νεκρικοί Διάλογοι ΚΔ,2)
ανευρεθέν και εις το Βρετανικόν Μουσείον διατηρούμενον. Στην εν λόγω κόσμηση
του Μαυσωλείου ο Τιμόθεος εξεργάσθη την νότια πλευρά των αναγλύφων του
Μαυσωλείου, του οποίου (Μαυσωλείου) τας λοιπάς πλευράς ειργάσθησαν ο Σκόπας
και ο Βρύαξις και ο Αθηναίος Λεωχάρης. (Plinios XXXXVI, 4,9). Ο Λεωχάρης δε,
γλύπτης, εποίησεν θαυμαζόμενον άγαλμα χάλκινον του Γανυμήδη, αρπαζομένου υπό
του Διός μεταμορφωμένου εις αετόν, εις πολλάς απομιμήσεις διατηρηθέν. Ο Δίας
εζήλεψε την ομορφιά του βρέφους Γανυμήδη, μετεμορφώθη εις αετόν, άρπαξε-
απήγαγε το βρέφος και το οδήγησε εις τον Όλυμπον, όπου καθώς μεγάλωνε τον
έκανε οινοφόρο του, (υπηρέτη του που έφερε το οινοφορείον, το δοχείον που
περιείχε το κρασί), και οινοχόο του (κεραστή κρασιού προς Δία και συμποσιαστές
του). Στην Ιταλία υφίσταται πίνακας που απεικονίζει τον Δία μεταμορφωμένο σε αετό
να πετά και να κρατά με τα νύχια του τον Γανυμήδη βρέφος, που, κατά την «πτήση»
του αιωρούμενο, από φόβο του «φεύγουν» τα ούρα. Πλησίον δε του Λεωχάρους
μνημονεύουμε και τον Αθηναίο Ίωνα Μυν. Ο Μυς ήτο και αυτός γλύπτης, τορευτής,
ο οποίος κατεργάσθηκε, σκάλισε την Κενταυρομαχίαν επί της χάλκινης ασπίδος της
Προμάχου Αθηνάς, η οποία Πρόμαχος Αθηνά βρισκόταν στην Ακρόπολη και
εφιλοτεχνήθη υπό του ασύλληπτου Ίωνα Αθηναίου γλύπτου Φειδία. [Τορευτής, ο
σκαλίζων μέταλλο (χαλκό, σίδηρο, κ.λ.π.), τορνευτής, ο δίνων με τόρνο κυκλικό
σχήμα σε μέταλλο (χαλκό, σίδηρο κ.λ.π.) λαξευτής, ο σκαλίζων πετρώματα (λίθο,
μάρμαρο κ.λ.π.).
Από το ιωνικό νησί μας Άνδρο των ιωνικών Κυκλάδων μας : Ο Ιερώνυμος,
Ίων, ολυμπιονίκης, εξ Άνδρου (Ηροδότ. Θ, 33).
Από το ιωνικό νησί μας Ίο των ιωνικών Κυκλάδων μας : Ο Όμηρος (και
Ίων και εξ Ίου).
Πολλές πόλεις από την αρχαιότητα διεκδικούσαν την καταγωγή του μεγάλου μας
αυτού ποιητή (Ομήρου):
i) Χαρακτηριστικό είναι το γνωστό επίγραμμα : «Επτά πόλεις μάρνανται σοφήν
δια ρίζην Ομήρου : Σμύρνη, Χίος Κολοφών, Ιθάκη1, Πύλος, Άργος, Αθήνη». 1(ή
Κύμη ή Ίος) (=Επτά πόλεις φιλονικούν για την καταγωγή του Ομήρου : η Σμύρνη, η
Χίος, η Κολοφών, η Ιθάκη (ή Κύμη ή Ίος), η Πύλος, το Άργος και η Αθήνα).
Βλέποντας αυτήν την επιγραφή διαπιστώνουμε εκ πρώτης όψεως ότι πέντε (5) πόλεις
εξ αυτών των εννέα (9) των πόλεων : ήτοι η Σμύρνη, η Χίος, η Κολοφών, η Ίος, η
Αθήνα, είναι ιωνικές. Ως εκ τούτου εύκολα μπορούμε να πούμε πως οι περισσότερες
πιθανότητες είναι να ήταν ο Όμηρος Ίωνας.
ii) Κατά τον Α. Cellius N.A. III. : «Επτά πόλεις διερίζουσι περί ρίζαν Ομήρου :
Αθήναι, Σμύρνα, Ρόδος, Κολοφών, Σαλαμίς, Ίος, Άργος». (=Δια την καταγωγήν του
Ομήρου, ερίζουν επτά αρχαίες πόλεις: η Αθήνα, η Σμύρνη, η Ρόδος, η Κολοφών, η
Σαλαμίνα, η Ίος και το Άργος). Διαβάζοντας κι αυτήν την φράση διαπιστώνουμε πως
πέντε (5) πόλεις εξ αυτών των επτά (7) είναι ιωνικές : η Αθήνα, η Σμύρνη, η
Κολοφών, η Σαλαμίνα και η Ίος. Έτσι ακόμη πιο εύκολα μπορούμε να πούμε πως ο
Όμηρος κατά πάσα πιθανότητα ήταν Ίωνας.
Στο βιβλίο τους : «Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας», στη σελ. 15,
οι κ.κ. Αναστάσιος Στέφος, Εμμανουήλ Στεργιούλης και η κ. Γεωργία Χαριτίδου
αναφέρουν : «Σύμφωνα με τους ερευνητές του ομηρικού έργου, οι πόλεις που
συγκεντρώνουν τις περισσότερες πιθανότητες της καταγωγής του είναι η Σμύρνη και
η Χίος. Στη Χίο, εκτός από την «πέτρα του Ομήρου», υπάρχουν οι Ομηρίδες, μία
συντεχνία ραψωδών, που τραγουδούσαν τα ποιήματά του. Οι ονομασίες, αντίθετα,
Μελησιγενής (γιος του ιωνικού ποταμού ή του ήρωα Μέλητα) και Μαιονίδης (γιος
του μυθικού ήρωα Μαίονα) τον συνδέουν περισσότερο με την Σμύρνη. Γεγονός
πάντως είναι πως ο δημιουργός των εμπνευσμένων επών, της Ιλιάδος και της
Οδύσσειας, έζησε στην Ιωνία και η ζωή και το έργο του τοποθετούνται στο δεύτερο
μισό του 8 ου αιώνα π.Χ.».
Χίος και Σμύρνη λοιπόν οι πιο πιθανές πόλεις καταγωγής του Ομήρου, κατά
τους ερευνητές του ομηρικού έργου. Εξ αυτού προκύπτει ότι σε κάθε περίπτωση ο
Όμηρος είναι Ίωνας, είτε εκ Χίου ορμώμενος είτε εκ Σμύρνης, αφού και η Χίος και η
Σμύρνη είναι πόλεις ιωνικές. Η πόλη Σμύρνη (αρχ. Σμύρνα) εκαυχάτο ότι ήτο η
πατρίς του Έλληνος Ίωνος αρχαίου ποιητή Ομήρου, του μεγαλύτερου ποιητή της
αρχαιότητος, ακολουθούντος ως δευτέρου του Έλληνος Ησιόδου, και είχεν άγαλμα
αυτού εντός του ιερού, το οποίο εκαλείτο Ομήρειον. Είχεν δε η Σμύρνη και
περίφημον Ναόν της Κυβέλης (Στράβων ΙΔ, 646). Σμύρνα : θυγατέρα του Θείαντος ή
του Κινύρου, μητέρα του Αδώνιδος, η οποία κυνηγήθηκε από τον πατέρα της και η
Αφροδίτη την μεταμόρφωσε σε μυρσίνη (=μυρτιά).
Ομιλούμε δε δια ρίζαν, (=γέννηση, καταγωγή). Όχι δια τόπον διαβίωσης. Ας
κάνουμε ειδική αναφορά στη νήσο Ίο. Η νήσος Ίος αποικίστηκε από Ίωνες της
Αθήνας κατά τον πρώτο (α΄) αποικισμό (1000 π.Χ.), όπως και άλλα νησιά των
Κυκλάδων, όπως επίσης η Σάμος και η Χίος. Ο ιστορικός μας Ηρόδοτος μας
μαρτυρεί : «Ο Όμηρος θάφτηκε στη γενέτειρα της μητέρας του, νήσο Ίο». Ο
Όμηρος γνωρίζουμε πως έζησε περί το 750 π.Χ. και η μητέρα του βέβαια θα ήτο
κατά 25-30 χρόνια μεγαλύτερή του. Η μητέρα του, λοιπόν κατά τον ιστορικό
Ηρόδοτο, γεννήθηκε στην Ίο, ιωνικό νησί από το 1000 π.Χ. όπως προείπαμε.
Επομένως: η μητέρα του ήταν Ιώνισσα. Με μάνα λοιπόν Ιώνισσα και ο Όμηρος, ως
υιός της , είναι Ίωνας, και δη εξ Ίου, αφού η μητέρα του ήτο κάτοικος Ίου.
Κατά τον Ηρόδοτο δε ο Όμηρος ετάφη στη γενέθλια γη της μητρός του. Στον
τόπο δηλ. που γεννήθηκε και ζούσε η μητέρα του. Άρα και στον τόπο που γέννησε η
ίδια τον γιο της, δηλ. τον Όμηρο. Ως εκ τούτου ο ΄Ομηρος ταφείς, κατά τον Ηρόδοτο,
στη γενέθλια γη της μητρός του, Ίο, ετάφη και στη δική του γενέτειρα (γη), την Ίο.
Στην Ίο λοιπόν γεννήθηκε, πιθανότατα. Στην Ιωνία έζησε και στην Ίο κατά τον
Ηρόδοτο ετάφη. Και σήμερα αυτό δεν συμβαίνει; Οι περισσότεροι, όπου κι αν είναι,
δεν επιθυμούν ως χώρο ταφής τους τη γενέτειρα γη τους ; Το ίδιο και ο Μέγας
Αλέξανδρος. Πολέμησε στα βάθη της Ασίας. Είναι θαμμένος, όπως ο πατέρας του
Φίλιππος ο Β΄, στην Ελληνική Μακεδονική (γενέτειρα) γη του, πιθανότατα. Εξ
άλλου οι αρχαίοι Έλληνες ιστορικοί μας αναφέρουν πως οι Αιγές ήταν ο τόπος ταφής
των αρχαίων βασιλέων Ελλήνων Μακεδόνων.
Από την ιωνική νήσο μας Σύρο των ιωνικών Κυκλάδων μας, η οποία ήταν
μέλος της αττικής συμμαχίας, πολιτικόν οργανισμόν έχουσα όμοιον με τον των
Αθηνών πολιτικόν οργανισμόν : Ο Φερεκύδης, Ίων, υιός του Βάβυδος, φιλόσοφος,
σύγχρονος του βασιλέως Αλυάτου και των Επτά (7) σοφών της Ελλάδος, που ήταν
διδάσκαλος του Πυθαγόρα και που έγραψε την «Θεολογία», που είναι το αρχαιότερο
έργο σε πεζό λόγο, ο οποίος (πεζός λόγος) εμφανίζεται στα μέσα του 6 ου αιώνα π.Χ.
Πρώτος ο ίδιος έγραψε το «Περί φύσεως των Θεών». Ποιητής, έγραψε στην ιωνική
διάλεκτο, ανέτρεπε τις θεωρίες του Ησιόδου, έχων τη δική του κοσμογονική θεωρία.
Από την ιωνική νήσο μας Κύθνο, των ιωνικών Κυκλάδων μας, την οποία
αποίκησαν οι Ίωνες Αθηναίου κατά το πρώτο αποικισμό (10 ος αιών π.Χ.): Ο
Τιμάνθης ο Κύθνιος, μέσα 5 ου π.Χ. αιώνα – μέσα 4 ου αιώνα π.Χ., ζωγράφος,
σύγχρονος με τον Ζεύξιν, τον Ανδροκύδη, που έζησε στο δεύτερο μισό του 6 ου π.Χ.
αιώνα, και τον Εύπομπο. Ο Τιμάνθης, λεγόμενος Σικυώνιος, διότι ήκμασεν εις την
σικυώνειαν σχολήν, ήκμασε περί το 400 π.Χ. (PliniosXXXV, 36, 3), και ήταν έξοχος
στην τεχνουργία του. Ένα εκ των θαυμαστοτέρων έργων του είναι η θυσία της
Ιφιγένειας, όπου στα παριστάμενα πρόσωπα απεικονίζεται έντονα το στοιχείο της
θλίψεως, με αποκορύφωμα το πρόσωπο του Αγαμέμνονα, το οποίο τεχνηέντως
καλύπτει ο ζωγράφος Τιμάνθης με χλαμύδα. Της εικόνος αυτής σώζεται αξιόλογο
αντίγραφο σε τοιχογραφία της Πομπηίας. Σε άλλη εικόνα Σάτυροι μετρούν τον
αντίχειρα κοιμωμένου Κύκλωπα, και αποδεικνύεται εξ αυτής η εφευρετικότητα του
εν λόγω ζωγράφου. Ο Κυδίας, εκ Κύθνου, Ίων, ζωγράφος, σύγχρονος του
Ευφράνονος.
Από το ιωνικό νησί μας Σίφνο, των ιωνικών Κυκλάδων μας, i) για το οποίο
νησί ο ιστορικός Ηρόδοτος έλεγε ότι έχει κατοίκους Ίωνες και ότι στους κλασσικούς
χρόνους στο νησί υπήρχε σπουδαία πόλη την οποία ο ίδιος αποκαλεί «Άστυ», ii) το
οποίο (νησί) εντοπίστηκε στη σημερινή θέση «Σεραλια ή Κάστρο» και iii) και στο
οποίο (νησί) η εν λόγω σπουδαία πόλη διέθετε το Πρυτανείο, το θέατρο του
Διονύσου, έναν μεγάλο ναό και την Λευκόφρυγα Αγορά (Λευκόφρυξ Αγορά) που
ήταν κτισμένη από παριανό λευκό μάρμαρο : Ο Σίφνιος (4 ος αιών π.Χ.), Ίων, ιατρός,
κοντά στον Μέγα Αλέξανδρο, ο οποίος (Σίφνιος) έγραψε, επί Λυσιμάχου, σπουδαίο
σύγγραμμα περί υγιεινής τροφής δι΄ υγιείς και ασθενείς.
Από την ιωνική νήσο μας Αμοργό των ιωνικών Κυκλάδων μας : Ο Σιμωνίδης
ο Αμοργινός (μέσα 7 ου αιώνα π.Χ.), Ίων, ιαμβικός λυρικός ποιητής, ιαμβογράφος και
ελεγειακός ποιητής, σύγχρονος του Αρχίλοχου (Αριστοφ. Νεφ. 1358).
Στο ιωνικό νησί μας Δήλος των ιωνικών Κυκλάδων μας ετελείτο εορτή προς
τιμήν του θεού Απόλλωνος, ο οποίος κατά την ελληνική μυθολογία εγεννήθη, όπως
και η αδελφή του Άρτεμις, παιδιά του Δία και της Λητούς, στο εν λόγω νησί. Ο θεός
Απόλλων ελατρεύετο υπερβολικά υπό των Ιώνων, διότι εθεωρείτο πατέρας του
γενάρχη τους Ίωνα, βασιλέως της Αθήνας. Η εορτή αυτή ελέγετο «Δήλια» και ήτο
εορτή πανιώνιας λατρείας προς τον θεό αυτό. Κατ΄ αυτήν συγκεντρώνονταν όλοι οι
Ίωνες, από Αθήνα, Αττική, Εύβοια, Κυκλάδες, Μικρασιατική Ιωνία Σάμο, Χίο, κ.λ.π.
Τούτο μαρτυρείται ρητά τόσον από τον «Ύμνον εις Απόλλωνα» που εψάλλετο όσον
και από τον ιστορικό μας Θουκυδίδη. «Όποιος δει τους Ίωνες σ΄ αυτό το πανηγύρι,
θα πιστέψει ότι δεν γερνούν ποτέ και δεν πεθαίνουν» λέγει ο ποιητής. Οι
προσκυνητές Ίωνες προσέρχονταν στο νησί και την εορτή με τις γυναίκες και τα
παιδιά τους φορώντας τους χαρακτηριστικούς μακρείς χιτώνες, που συνήθιζαν να
φορούν οι Ίωνες. Κατά την θρησκευτική αυτή εκδήλωση διεξάγονταν αγώνες
αθλητικοί, χορευτικοί, μουσικοί. Η εορτή έδινε την ευκαιρία γνωριμίας και επαφής
μεταξύ των Ιώνων από διαφορετικές ιωνικές πόλεις-κράτη και την αφορμή για
καλλιέργεια και διαμόρφωση μίας ιωνικής συνείδησης. Η παρουσία δε και
εκπροσώπων άλλων ελληνικών φύλων [Δωριέων, (Δωριέων εκ Πελοποννήσου, εξ
Ελληνικής Μακεδονίας, εκ Κρήτης, εκ Δωδεκαννήσων), Αιολέων, Αχαιών)] στην
θρησκευτική αυτή εορτή συνέβαλε και συντελούσε στη συνειδητοποίηση της
ελληνικής εθνικής ενότητος.
Στο ιωνικό νησί μας Σίκινος των ιωνικών Κυκλάδων μας, το οποίο μετά τους
Περσικούς πολέμους (500 π.Χ. 470 π.Χ.) εντάχθηκε στην Αθηναϊκή Συμμαχία,
υπάρχουν, διατηρούνται σ΄ αυτό αρχαία ερείπια, ιδίως ναού του Απόλλωνος, ο οποίος
μετασκευάσθηκε σε χριστιανικό ναό (Στράβων, Ι, 484).
Από την ιωνική Θάσο μας, η οποία α) κατά τον συγγραφέα και ιστορικό
Απολλόδωρο (Β, 5, 9) εδόθη ως αμοιβή από τον Ηρακλή στον Σθένελο, υιό του
Ανδρόγεω, γιατί συνόδευσε τον Ηρακλή εις την κατά των Αμαζόνων εκστρατεία του
και β) κατά τον 7 ο αιώνα κατοικήθηκε από Ίωνες της Πάρου, οι οποίοι, ως
φημισμένοι πολεμιστές, με τον αρχηγό τους Τελεσικλή προσέφεραν στους Θάσιους
ασφάλεια από επιδρομείς: Ο Λεωδάμας ο Θάσιος, Ίων, μαθηματικός και φιλόσοφος,
μαθητής του Πλάτωνα και από τα επιφανέστερα μέλη της Ακαδημίας. Γεννήθηκε
μεταξύ 427-415 π.Χ. και το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το πέρασε στην Αθήνα.
Ο Ηγεμών, Ίων, Θάσιος, ποιητής της αρχαίας κωμωδίας, κωμικός ποιητής του 5 ου
αιώνα π.Χ., έζησε την εποχή του Πελοποννησιακού πολέμου (430π.Χ.-404 π.Χ.),
δημιουργός της παρωδίας ως θεατρικό είδος, (Αθήναιος ΙΕ, 16). Ο Θεαγένης, εκ
Θάσου, Ίων, περίφημος αθλητής, φημισμένος πολυνίκης του 5 ου αιώνα π.Χ., ο
οποίος νίκησε 400 φορές, (400σάκις), εις τους αγώνες, όπως ελέγετο, γι΄ αυτό και οι
συμπολίτες του του έστησαν ανδριάντα μετά τον θάνατο του (Παυσαν. Ηλ.11
–Λουκ. Συμπ. ΘΕ,12). Ο Ξενόφαντος, Ίων εκ Θάσου, υιος του Χάριτος, καλλιτέχνης,
έζησε στα χρόνια του Αδριανού, γλύπτης, κατασκευάσας χαλκούν άγαλμα για τους
Αθηναίους προς τιμήν του αυτοκράτορος Αδριανού (76-138 μ.Χ.). Ο Αγλαόφων,
Ίων εκ Θάσου, ζωγράφος, εκ Θάσου. Ο Πολύγνωτος, Ίων Θάσιος, ζωγράφος, υιός
του προ ολίγου μνημονευομένου ζωγράφου Αγλαόφονος, οικών εν Αθήναις επί
Κίμωνος ήδη και επί Φειδία (470 π.Χ.- 440 π.Χ.), τον οποίον ο Αριστοτέλης λέγει
«αγαθόν ηθογράφον» (Ποιητ. ΣΤ, 15), δραματικόν στις συνθέσεις του, γιατί
παριστάνει με έμπνευση από τον Όμηρο τα αντικείμενα «κρείττονα ή κατά φύσιν»
(=μεγαλύτερα από όσο είναι) (Αυτ. Γ, 3). Ζωγράφισε την Ελπινίκη, αδελφή του
Κίμωνος, την οποία, ελέγετο, ότι αγαπούσε. (Πλούταρχος Κίμ. Δ – Παυσανίας Α,
15). Έργα του : στην Πινακοθήκη των Προπυλαίων, ίσως οι εντός του Θησέως
τοιχογραφίες, στον πρόναο της Αρείας Αθηνάς εν Πλαταιαίς, ο Οδυσσεύς φονεύων
τους μνηστήρας. Ο Στησίμβροτος, Ίων σοφιστής εκ Θάσου, επί Κίμωνος και
Περικλέους, ασχολήθηκε προ πάντων περί την ερμηνεία των Ομηρικών Επών.
Συνέγραψε δε και περί του ιδωτικού βίου του Περικλέους και του Θουκυδίδη, και για
να εξάρει τις αρετές τους και για να συλλέξει όλες τις περί αυτών πληροφορίες. Οι
μεταγενέστεροι σοφιστές και συγγραφείς, καθώς και ο ίδιος ο ιστορικός Θουκυδίδης,
πολλά παρ΄ αυτού ηρύσθησαν (=άντλησαν) (Πλούταρχ. Θεμ. Β, ΚΔ- Κίμων. Δ, ιΔ.
ΙΣΤ. – Περικλ. Η, Ι, ΙΓ, ΚΣΤ, ΛΣΤ).
Από την ιωνική Σαμοθράκη μας, η οποία (Σαμοθράκη) α) ήτο αποικία των
Ιώνων Σαμίων από τον 8 ο αιώνα π.Χ., εξ ού και το πρώτο συνθετικό της ονομασίας
της (Σάμος+Θράκη), και β) εφημίζετο δια την εν αυτή μυστικήν λατρείαν των
χθονίων θεών, των καλουμένων Καβείρων, των οποίων τα μυστήρια εξετιμώντο εξ
ίσου με τα Ελευσίνια, και ο Φίλιππος ο Μακεδών, η Ολυμπιάς και τινες των
Πτολεμαίων εμυήθησαν εις αυτά (Πλούταρχ. Αλέξ. Β.), και της οποίας (Σαμοθράκης)
α) άξια αρχαία λείψανα σώζονται στον χώρο του Αρσινοείου, ωραίου στρόγγυλου
Ναού εκ λευκού λίθου, τον οποίον Ναό η Αρσινόη, βασίλισσα του οίκου των
Πτολεμαίων, προσέφερε προς στον Πτολεμαίο το Λάγο, και του Δωρίου, Ναού των
θεοτήτων της Αρσινόης και β) το άγαλμα της Νίκης, εξαισίου ωραιότητος,
απεκομίσθη από εκεί (Σαμοθράκη) εις το Μουσείον του Βερολίνου και γ) πρώτος
οικιστής της και νομοθέτης ήταν ο Σαών, που διαίρεσε τους κατοίκους της σε 5
φυλές επώνυμες των υιών του (Διόδ. 5, 47) : Ο Αρίσταρχος εκ Σαμοθράκης (2 ος αιών
π.Χ.), 160 π.Χ., βουκολικός ποιητής, συμμαθητής του Καλλιστράτου (γραμματικού –
φιλολόγου, με δάσκαλό τους τον Αριστοφάνη (γραμματικό-φιλόλογο) από το
Βυζάντιο, ο μάλλον πεπαιδευμένος (Αρίσταρχος) εκ των περί τον Όμηρον
ασχοληθέντων γραμματικών των χρόνων εκείνων, ο οποίος ενέσκυψε στα ομηρικά
έπη με έξοχη πολυμάθεια προς πληρέστερη εξήγηση των επών αυτών, διδάσκαλος
του εκ Συρακουσών βουκολικού ποιητή Μόσχου. Ο Αρίσταρχος, Ίων, γραμματικός
(=φιλόλογος), Διευθυντής-Προϊστάμενος της Βιβλιοθήκης της Αλεξανδρείας,
πιθανώς το ίδιο πρόσωπο με τον προαναφερθέντα ομώνυμό του.
Από την ιωνική νήσο μας Σαλαμίνα, η οποία έλαβε το όνομά της από την
ομώνυμη θυγατέρα του Ασωπού, που ήτο εκ του Ποσειδώνος μητέρα του Κεχρέως,
δηλ. με τον Ποσειδώνα απέκτησε τον Κεχρέα, και την οποία (νήσο) α) το 620 π.Χ.,
κατά την 40 η Ολυμπιάδα (Ολυμπιακούς αγώνες), κατέλαβαν οι Ίωνες Μεγαρείς και β)
με προτροπή του Αθηναίου νομοθέτη Σόλωνα οι Αθηναίοι την αφαίρεσαν στη
συνέχεια από τους Μεγαρείς και την προσάρτησαν στην Αττική : Ο Ερμόδωρος εκ
Σαλαμίνος, Ίων, περί τα τέλη του 2 ου αιώνος π.Χ., αρχιτέκτων, οικοδόμησε στη
Ρώμη ναό του Άρεως και άλλα κτήρια. Ο Ευρυπίδης (480 π.Χ.-400π.Χ.), Ίων,
γεννηθείς εν Σαλαμίνι, με καταγωγή από την Φλύα και αποβιώσας στην Πέλλα της
Ελληνικής μας Μακεδονίας, ο οποίος ήταν μέγας τραγικός ποιητής στην Αθήνα. Ο
Τεύκρος, Ίων εκ της νήσου Σαλαμίνος, υιός του Τελαμώνος και της Ησιόνης,
αδελφός του Αίαντος, ο άριστος των Ελλήνων τοξοτών προ Τρωάδος (Τροίας). Όταν
επέστρεψε στη Σαλαμίνα απεβλήθη από τον πατέρα του, διότι δεν εκδικήθηκε για
τον θάνατο του αδελφού του. Στην Κύπρο ελθών ενυμφεύθη την Έλλη, θυγατέρα του
Κύπρου, με την οποία απέκτησε τη θυγατέρα του Αστερία. Στην Κύπρο έκτισε την
πόλη Σαλαμίνα. (Στράβων ΙΔ 682). Μετά τον θάνατο του πατρός του επέστρεψε στη
Σαλαμίνα. Αποπεμφθείς δε από τον αδελφό του Ευρύσακο απήλθε στην Γαλικία,
(περιοχή της Β.Δ.) Ισπανίας.
Ένας εκ των αξιολογωτάτων ζωγράφων της Ιωνικής Σχολής, μετά των πρώτων
καταριθμούμενος, σύγχρονος του Μ. Αλεξάνδρου, είναι ο Ηετίων ή Αετίων (δεύτερο
μισό 4 ου αιώνα π.Χ.). Ο ίδιος (Ηετίων ή Αετίων) είναι ιωνικής πιθανόν καταγωγής,
όπως δείχνει η πρώτη εικόνα του ονόματός του (Ηετίων). Τον αναφέρει και ο
Ρωμαίος συγγραφέας Κικέρων και μάλιστα ως ισάξιο με τους συγχρόνους του (350
π.Χ-300π.Χ.) μεγάλους ζωγράφους Πρωταγόρα, Νικόμαχο και Απελλή. Τούτου ένα
αριστούργημα, ο γάμος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, περιγράφει ο Λουκιανός
χαριέστατα και διδακτικώτατα στον λόγο του με τίτλο «Αετίων». Ήτο δε ο Ηετίων ή
Αετίων συγχρόνως και γλύπτης (Plin. XXXV, 36, 9). (Βλ. σελ. 20 Λεξ. Ελλην.
Αρχαιολ., Τόμος Α΄, Αλέξ. Ραγκαβή). Κατά δε το Λεξικό Ελληνικής Γλώσσας των
Τεγόπουλου-Φυτράκη, βλ. σελ. 874, ο Ηετίων ή Αετίων ήταν ζωγράφος από τους
μεγαλύτερους των χρόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου (4 ος αιών π.Χ.), του οποίου
(Ηετίωνος ή Αετίωνος) ονομαστός είναι ο πίνακας που απεικόνιζε τον γάμο του Μ.
Αλεξάνδρου και της Ρωξάνης και που βρισκόταν στην Ολυμπία. Στην Ιλιάδα του
Ομήρου υπήρχε έτερος Ηετίων, ο οποίος ήταν Τρώς (Τρώας), πατέρας της
Ανδρομάχης, συζύγου του Έκτορα, γιου του Πριάμου. Υιός του Ηετίωνος ήταν ο
Πόδης, ανδρείος Τρώς, που φονεύθηκε από τον Μενέλαο εις την μάχη που δόθηκε
«υπέρ του νεκρού Πατρόκλου» (=επάνω από τον νεκρό Πάτροκλο). Ο Έκτορας ήτο
φίλος και γαμπρός του Πόδη επ΄ αδελφή, είχε δηλ. ο Έκτορας σύζυγο την αδελφή του
Πόδη, Ανδρομάχη. Η Ανδρομάχη ήτο πιστή σύζυγος του Έκτορα. Κατά τον Βιργίλιο
μετά την άλωση της Τροίας την απήγαγε ο Νεοπτόλεμος, υιός του Αχιλλέα, εις Φθία
ή Ήπειρο και απέκτησε με αυτήν τρεις υιούς. Πέθανε η ίδια στην Ασία, όπου ζούσε
κοντά σε ένα από τα τρία παιδιά που απέκτησε με τον Νεοπτόλεμο, τον Πέργαμο.
Άξιος δε μνείας είναι και ο εκ Κνίδου Μικράς Ασίας Αγαθαρχίδης, ακμάσας
τον 2 ο αιώνα π.Χ., περί το 117 π.Χ., Έλλην γραμματικός, ιστορικός, γεωγράφος, και
περιπατητικός φιλόσοφος ο οποίος έγραψε πολλά συγγράμματα, αλλά εξ αυτών
σώζονται μόνον αποσπάσματα περίπλου Ερυθράς θαλάσσης σε πέντε βιβλία. (βλέπε
σελ. 3 Α΄ τόμος, Λεξικού Ελλην Αρχαιολογίας Αλεξ. Ραγκαβή).
Συμπληρωματικά προς προηγούμενα δημοσιευμένα κείμενά μου αναφέρονται οι
κάτωθι Ίωνες: η Μοιρώ (3 ος αιών π.Χ.), Ιώνισσα, από την πόλη του Βυζαντίου,
ποιήτρια. Ο Πρόδικος (7 ος /6 ος αιών π.Χ.), ποιητής. Ο Αριστοφάνης εκ Βυζαντίου,
Ίων, γραμματικός, 2 ος αιών π.Χ., (περί το 160 π.Χ.), δάσκαλος του Καλλιστράτου,
γραμματικού-φιλολόγου και του εκ Σαμοθράκης Αριστάρχου φιλολόγου,
γραμματικού, του (Αριστάρχου) του περισσότερο πεπαιδευμένου εκ των
ασχοληθέντων γραμματικών των χρόνων εκείνων. Ο ίδιος (Αριστοφάνης) και
(Ομήρου Ιλιάδα Π, 575) οι δύο μαθητές του (Αρίσταρχος και Καλλίστρατος)
ενέσκυψαν στα ομηρικά έπη με έξοχη πολυμάθεια προς διευκρίνησή τους. Ο
Παυσανίας εξ Απολλωνίας Ευξείνου Πόντου, σύγχρονος των μαθητών του
Πολυδεύκου (περί το 300 π.Χ.). Ο Σιλανός, ιστοριογράφος, παρά τω Στράβωνι (63
π.Χ.-23μ.Χ.), μαθητεύσας δηλ. κοντά στον σπουδαίο γεωγράφο Στράβωνα, άρα στα
χρόνια του Στράβωνα, πιθανώς εξ Αμασείας Πόντου. Ο Τιμόμαχος, βυζάντιος
ζωγράφος, ο οποίος έζησε λίγο μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και όχι
επί Καίσαρος, όπως κατά λάθος λέγει ο Πλίνιος (XXXV 40,30,41). Ειδικότητά του η
παράσταση βίαιων αντικρουομένων παθών, όπως η εικόνα του Αίαντος, μελετώντας
αυτοχειρίαν, και η εικόνα της Μήδειας ταλαντευομένης ανάμεσα στην άγρια
απόφασή της να σφάξει τα δύο παιδιά που είχε αποκτήσει με τον Ιάσονα, Μέρμερο
και Φέρητα, για να τον τιμωρήσει για την συζυγική του απιστία και το μητρικό της
φίλτρο, την οποία εικόνα πριν ολοκληρώσει ο Τιμόμαχος απέθανε. Και τα δύο αυτά
έργα τα αγόρασε ο Καίσαρας. Σε τοιχογραφία δε στην Πομπηία ευρέθη αντίγραφο
της εικόνος της Μήδειας. Έτερα θαυμαστά έργα του Τιμομάχου : «Ορέστης»,
«Γοργώ», «Θαυματοποιός». Ο Χαμαιλέων, Ίων εξ Ηρακλείας της Ποντικής, εκ του
ιωνικού Πόντου, φιλόσοφος περιπατητικός, πολλά συγγράψας, και φιλοσοφικά και
την ιστορία αφορώντα, αλλά απωλεσθέντα όλα πλην ολίγων αποσπασμάτων
(Αθήναιος). Ο Απολλωνίδης, Ίων εκ Σμύρνης, ποιητής επί καίσαρος. Ο Υψικράτης,
Ίων εξ Αμισσού Πόντου, μνημονευόμενος υπό Λουκιανού (μκρβ. 22) για την
μακροβιότητά του, διότι έζησε 92 έτη.
Βιβλιογραφία :
1. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος Β, Αρχαϊκοί χρόνοι, Τόμος Γ1
Κλασσικός Ελληνισμός (1), Τόμος Γ2, Κλασσικός Ελληνισμός (2), Τόμος Δ, Μέγας
Αλέξανδρος – Ελληνιστικοί Χρόνοι, Τόμος Ε Ελληνιστικοί Χρόνοι, Τόμος ΣΤ
Ρωμαϊκοί Χρόνοι.
2. Ιστορία των Αρχαίων Χρόνων ως τα 146 π.Χ. Αθηνάς Καλογεροπούλου 1975
3. Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας των κ.κ. Αναστασίου Στέφου,
Εμμανουήλ Στεργιούλη και της κ. Γεωργίας Χαριτίδου.
4. Λεξικό της Ελληνικής Αρχαιολογίας, Τόμοι Α-Β, Αλεξάνδρου Ραγκαβή, 1888.
5. Ιστορία των Αρχαίων Χρόνων ως το 30 π.Χ. των κ.κ. Λάμπρου Τσακτσίρα-
Μιχάλη Τιβερίου.
6. Ελληνικό Λεξικό Τεγόπουλου –Φυτράκη. 3-6-2024