Το 2014 η προηγούμενη Κυβέρνηση διαπραγματευόταν με τους εταίρους την τελική αξιολόγηση του προγράμματος ώστε η χώρα να βγει οριστικά από τα μνημόνια και να επανέλθει στις αγορές με την συμβολή της «προληπτικής πιστωτικής γραμμής» των ευρωπαϊκών θεσμών.
Η αξιολόγηση και η διαπίστωση της ύπαρξης πρωτογενών πλεονασμάτων σήμαινε και την έναρξη της διαδικασίας για την αναδιάρθρωση (μέσω παραμετρικών αλλαγών) του χρέους-όπως είχαν δεσμευθεί οι εταίροι από το 2012- και την ενίσχυση της αναπτυξιακής πορείας της χώρας.
Η πρόταση της ελληνικής Κυβέρνησης όπως αποτυπώθηκε στο «e-mail Χαρδούβελη», περιείχε μέτρα περίπου 1 δις ευρώ, ενώ οι εταίροι ζητούσαν μέτρα περίπου 1,7 δις ευρώ, ώστε διασφαλιστεί ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος 3% του ΑΕΠ για το 2015. Ταυτόχρονα προβλεπόταν ανάπτυξη 2,9%και σημαντική μείωση της ανεργίας για τη χρονιά αυτή.
Το σημαντικό είναι ότι ακόμα και χωρίς τη λήψη νέων μέτρων οι θεσμοί εκτιμούσαν ότι η χώρα θα πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα τουλάχιστον 2% του ΑΕΠ.
Παράλληλα η χώρα είχε –ήδη από το φθινόπωρο του 2014- διασφαλίσει την συμμετοχή στο λεγόμενο πακέτο Γιούνκερ για την ανάπτυξη που για την Ελλάδα προέβλεπε κονδύλια ύψους 35δις ευρώ ως το 2020. Το πακέτο αυτό στην ουσία αποτελεί την αξιοποίηση υφισταμένων πόρων των διαρθρωτικών ταμείων και πόρων της Ευρωπαϊκής Τραπέζης Επενδύσεων.
Οι διαπραγματεύσεις διεκόπησαν λόγω του αδιεξόδου για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας που προκάλεσε ο ΣΥΡΙΖΑ, την επικράτηση κλίματος πολιτικής αστάθειας από τον Νοέμβριο του 2014 και ως επακόλουθο τις πρόωρες εκλογές.
Το πρόγραμμα παρετάθη ως 28-02-2015 προκειμένου να είναι «καλυμμένη» η χώρα.
Επομένως: Με μέτρα 1-1,5 δις ευρώ εάν δεν μεσολαβούσαν το κλίμα αστάθειας και οι εκλογές, η χώρα θα είχε πετύχει την οριστική έξοδο από το μνημόνιο, την διασφάλιση της εξόδου στις αγορές με την προληπτική πιστωτική γραμμή, την αναδιάρθρωση του χρέους, και την βεβαιότητα για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα και σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης που συνεπάγονται και χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας.
…………… . …………. . ………… . ……….. . …………. . …………….. . ………………….
Η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ εξελέγη υποσχόμενη το «Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» ύψους 12 δις ευρώ.
Δεν αξιοποίησε τα θετικά στοιχεία της διαπραγμάτευσης του 2014 ως όφειλε (έστω και προσθέτοντας τις δικές της προτεραιότητες) και οδήγησε στην συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου η οποία:
- Περιείχε κατ αρχήν δεσμεύσεις περισσότερες από τις προβλέψεις του e-mail Χαρδούβελη
- Εγκατέλειπε σε πολύ μεγάλο βαθμό το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης
- Δεν έλαβε πρόνοια για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας (ενώ αντίθετα ο ΥΠΟΙΚ διακήρυξε ότι δεν θέλουμε χρήματα) ενώ λόγω αβελτηρίων της επεστράφησαν τα 11 δις του ΤΧΣ.
Επί δύο μήνες μετά την «συμφωνία» της 20ης Φεβρουαρίου, οι αρμόδιοι Κυβερνητικοί παράγοντες πελαγοδρομούσαν με μεγαλοστομίες και εκθέσεις ιδεών, προκαλώντας ορισμένες φορές διεθνή θυμηδία πχ με τους καλωδιωμένους τουρίστες), παλινωδούσε, και αποδείχθηκε ανίκανη για οιαδήποτε ουσιαστική και τεκμηριωμένη συζήτηση.
Ασχολήθηκαν πιο πολύ με το πως θα ονομάζεται η τρόικα και το που θα γίνονται οι συζητήσεις παρά με την ουσία των μεγάλων προβλημάτων. Αντιμετώπισαν τις συζητήσεις με τους εταίρους με τη λογική «παιγνίου» και τα σχετικά ρίσκα του, αδιαφορώντας για το ότι διακυβευόταν το μέλλον της χώρας.
Την ίδια περίοδο η Κυβέρνηση φρόντισε να τραυματίσει με πράξεις και δηλώσεις την σχέση μας με τους εταίρους, δημιούργησε ρωγμές σε παραδοσιακές συμμαχίες που μας στηρίζουν και εμφάνισε μια προβληματική εικόνα αναξιοπιστίας και ασυνέπειας στην διεθνή της παρουσία. Όλα αυτά οδήγησαν σε μια πρωτοφανή απομόνωση της χώρας.
Η αλλαγή του κ. Βαρουφάκη από επικεφαλής της διαπραγμάτευσης και η προσπάθεια πιο συγκροτημένης διαπραγμάτευσης από το Μάιο, δεν απέδωσε τα αναμενόμενα, λόγω της αμφιθυμίας και των διαφορετικών απόψεων των κυβερνητικών στελεχών, της άρνησής τους να δεχθούν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις και διαρθρωτικές αλλαγές, και της εμμονής τους σε ιδεοληψίες και λαϊκισμούς.
Ταυτόχρονα η επιλογή της μη χρηματοδότησης και οι κυβερνητικές ανεπάρκειες, οδήγησαν σε «κρίση ρευστότητας» την οικονομία, ενώ το κλίμα αβεβαιότητας και ανασφάλειας ανέστειλε κάθε επενδυτική δραστηριότητα και ανάγκασε τις Τράπεζες να καταφύγουν στην «ακριβή» επιλογή της ομπρέλας του ELA(ακριβά επιτόκια).
Ως αποτέλεσμα:
Α) Η πορεία των φορολογικών εσόδων υστερεί σημαντικά έναντι των στόχων. Η υστέρηση υπερβαίνει σύμφωνα με τις εκτιμήσεις το 1,6 δις ευρώ έναντι του στόχου μέσα στο πεντάμηνο.
Μάλιστα μόνο για τον Μάιο τα καθαρά έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού ήταν μειωμένα κατά 918 εκ ευρώ ή 24,6% έναντι του μηνιαίου στόχου.
Β) Το δημόσιο έχει οδηγηθεί ουσιαστικά σε στάση πληρωμών. Οι προμηθευτές του δεν πληρώνονται με αποτέλεσμα οι ληξιπρόθεσμες οφειλές να υπερβαίνουν τον Απρίλιο τα 4,1 δις ευρώ (αυξημένες κατά 1,1 δις έναντι του Δεκεμβρίου του 2014) και μαζί με τις εκκρεμείς επιστροφές φόρων τα 5 δις ευρώ.
Το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων έχει περικοπεί κατά 40-50% με σοβαρές συνέπειες στην ανάπτυξη. Τα ασφαλιστικά ταμεία επίσης δεν καταβάλλουν τα σκέλη των εισφορών που αναλογούν στον ΕΟΠΥΥ και τον ΟΑΕΔ, δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα στην λειτουργία των Νοσοκομείων αλλά και στις πολιτικές ενίσχυσης της απασχόλησης.
Γ) Η ύφεση έκανε απειλητική την επανεμφάνισή της. Οι προβλέψεις για ανάπτυξη 2,9% μέσα στο 2015, αντικαθίστανται από προβλέψεις για μηδενική ανάπτυξη, ή και αρνητικές ρυθμίσεις. Η τάση σταδιακής μείωσης της ανεργίας, ανακόπτεται.
Δ) Οι προβλέψεις για πρωτογενές πλεόνασμα, αντικαθίστανται με προβλέψεις για Πρωτογενές Έλλειμμα, πράγμα που οδηγεί σε μεγάλο δημοσιονομικό κενό.
Είναι χαρακτηριστικό ότι:
Τον Νοέμβριο του 2014 σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των εταίρων, η χώρα χωρίς μέτρα, θα πετύχαινε για το 2015 πρωτογενές πλεόνασμα 2% του ΑΕΠ. (Άρα τα μέτρα που εξετάζονταν αποσκοπούσαν στην επιτυχία του στόχου του 3%).
Σήμερα οι εταίροι εκτιμούν ότι η χώρα οδηγείται σε πρωτογενές έλλειμμα 0,6% του ΑΕΠ.
Τι συνεπάγεται αυτή η διαφορά; Επιπλέον 3,5-4 δις ευρώ μέτρα.
Η Κυβέρνηση επαίρεται ότι επιτυγχάνει να μειώσει τους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα στο 1% του ΑΕΠ για το 2015 και 2% του ΑΕΠ για το 2016.
Η μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος ήταν και δική μας επιδίωξη με βάση και τη συμφωνία του 2012.
Εύλογα όμως, δημιουργούνται δύο ερωτήματα:
Πρώτον: Είναι επιτυχία, η ομολογία της αποτυχίας; Το ότι κατέρρευσε η οικονομία με ευθύνη της Κυβέρνησης και δεν μπορούμε να πετύχουμε τους στόχους μας;
Δεύτερον: Δεν κατανοούν ότι το όποιο «κέρδος» από την μείωση αυτών των στόχων, αντισταθμίζεται (το λιγότερο) από τους αρνητικούς ρυθμούς στην οικονομία, που θα οδηγήσουν σε απώλειες δημοσιονομικών εσόδων κατά 2,7 δις ευρώ περίπου σε ετήσια βάση;
Δυστυχώς για μια ακόμη φορά ο επικοινωνιακός λαϊκισμός και η προχειρότητα πλήττουν την πορεία και τις προοπτικές της χώρας.
Ν.Ε. ΠΑΣΟΚ Κοζάνης