-Κι έτσι που λες, Τασούλ. Γίναμε προνομιούχοι εμείς οι συνταξιούχοι. Σήμερα, να δουλεύεις, άμα δουλεύεις, που ποιος δουλεύει, δηλαδή; Τόσα δε βγάζεις!
-Ναι, βρεΚ Κάκκο, κι από ‘κει που σας σνομπάριζαν και σας είχαν στην άκρη, τώρα σας έχουν με το σεις και με το σας. Ξέρεις τι είν’ μια σύνταξη την σήμερον ημέρα;
-Μη βρέξει και μη σταξει μας εχουν, Τασούλ. Καλά τα λες. Γίνηκάμε άνθρωποι, γινηκάμε. Ήμασταν παρακατιανοί, τότες, τις καλές εποχές και τώρα γίνηκάμε κάποιοι! Βρε πως αλλάζουν οι καιροί!
-Κάκκο, δε με λες; Αυτή η κοπέλα που μπήκε στον καφενέ, η κόρη σου δεν είναι;
-Μάνα, η Διαλεχτή. Διαλεχτή! Εδώ! Έλα, εδώ είμαι. Πως από δω;
-Έεε να μπαμπά, περνούσα απ’ έξω και λέω ας μπω να δω που συχνάζει ο μπαμπάς μου. Καλά δεν έκανα;
-Και βέβαια καλά έκανες, Διαλεχτή! Έρχονται και κορίτσια στο καφενείο. Μη νομίζεις! Τι θα πάρεις;
-Σώπα βρε χουβαρντά! Είπαμε. Εδώ είμαι γω! Ο πατέρας…και θα κεράσεις συ; Τι θα πάρεις, Διαλεχτή; Μια λεμονάδα; Μια πορτοκαλάδα;
-Να πάρω ένα εσπρέσσο; Έχει;
-Τι μας πέρασες Διαλεχτή; Πετράκη…ένα εξπρέσσο… Ζάχαρη, Διαλεχτή; Πως τον πίνεις;
-Ζαχαρη, μπαμπά, φέρνει με τον καφέ και βάζει ο καθένας όσο θέλει.
-Που να ξέρουμε εμείς από εξπρέσσο και τετοια,Διαλεχτή. Εμείς με τη φτώχεια που μας δέρνει δε κοιτάμε τέτοια λούσα. Γιατί, τα μεταξωτά βρακιά, θέλουν και επιδέξιους αποτέτοιους, Διαλεχτή. Κατάλαβες;
-Έλα τώρα, Κάκκο. Δύο Ευρώ ο εσπρέσσο, δύο Ευρώ και ο ελληνικός.
-Άαα, δύο έχει ο εξπρέσσο; Οχι,γιατί είν’ κα κάτι άλλοι που κάνουν και δυόμιση και τρία Ευρώ.
-Έεε, καλέ μπαμπά, ακούει και ο….
-Τασούλς, Διαλεχτή. Ξέχασες τοονομα του του ανθρώπου;
-Όχι καλέ μπαμπά. Όχι, Τασούλ. Έτσι κάπως κόλλησε το μυαλό μου για μια στιγμή. Ακούει κι ο Τασούλης, μπαμπά και σου λέει, τόσο φτωχοί είναι πια. Αμάν καλέ μπαμπά! Τι δύο, τι τρία Ευρώ. Σιγά τη διαφορά.
-Τι λες, Διαλεχτή; Ένα ευρώ παραπάνω την ημέρα τριάντα Ευρώ παραπάνω το μήνα. Κι άμα γελαστείς και πιεις και μερικούς απογευματινούς, να το πενηντάρικο το παραπάνω το μήνα. Μετά λες που ξόδεψα το πενηνταρι που μου λείπει, λες;
-Έεε καλά καλέ μπαμπά. Όλα πια με τα λεφτά δεν είναι…
-Άαα μπα! Τι λες, Διαλεχτή; Που τα ‘ μαθες αυτά εσύ;
-Τώρα, Κάκκο, καλά σε λέει η Διαλεχτή. Είναι άλλοι που είν’ φτωχοί…πραγματικά φτωχοί, σε πιο σοβαρά πράγματα απ’ τα λεφτά!
-Κοίτα, τώρα, τι με λένε. Τώρα τι με λένε Διαλεχτή και Τασούλς ακούστε! Βρε μπας και με περνάτε για κανένα ντουρντουβάκη; Φτωχός, λέει, και με λεφτά. Βε γίνεται αυτό; Πείτε μου, γίνεται αυτό;
-Πως δε γίνεται μπαμπά; Θα σε πω κάτι που είπε η “Κοκό Σανέλ”.
-Ώπα! Ποια είν’ πάλι αυτή;
-Η Κοκό Σανέλ, Κάκκο, είν’ μια Γαλλίδα σχεδιάστρια μόδας. Διάσημη. Πολύ…ανατρεπτική στην εποχή της. Απρόβλεπτη!
-Μπράβο, Τασούλη. Παρακολουθείς τα πράματα βλέπω! Αν και γεωπόνος…
– Έεε κάτι κάνω κι εγω, Διαλεχτή, αν και γεωπόνος.
-Για πες τώρα, βρε Διαλεχτή, τι είπε αυτή η Κοκό;
-Είπε μπαμπά αυτή, για κάποιους άλλους: “Αυτοί είναι τόσο φτωχοί, που η μόνη περιουσία τους είναι τα λεφτά τους.