Σημαντική εξέλιξη για τον τομέα της υγείας και της έρευνας στην Ελλάδα αποτελεί η δημιουργία του Κέντρου Αριστείας για τη θεραγνωστική με έμφαση στον καρκίνο, στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών (ΕΙΕ), η οποία προχωρά με ταχείς ρυθμούς.
Το συγκεκριμένο Κέντρο, το οποίο στόχος είναι να είναι πλήρως λειτουργικό μέχρι το τέλος του 2025, είναι μοναδικό στη χώρα και στη Ν.Α Ευρώπη, καθώς δεν υπάρχουν αντίστοιχες διαθέσιμες τεχνολογίες και αναμένεται να αποτελέσει κέντρο αναφοράς για την έρευνα και την καινοτομία στη ευρύτερη περιοχή.
Ο καθηγητής του ΑΠΘ Δημοσθένης Σαρηγιάννης, διευθυντής και πρόεδρος του ΔΣ του ΕΙΕ, εξηγεί μιλώντας στο «TyposThes» την ουσία και τη σημασία της θεραγνωστικής και αναφέρεται στο χρονοδιάγραμμα λειτουργίας του Κέντρου και τη στόχευση για ανάπτυξη συνεργιών τόσο με το εγχώριο ερευνητικό οικοσύστημα όσο και με τα Βαλκάνια αλλά και τη Μέση Ανατολή.
Αναβάθμιση υποδομών και υπερσύγχρονος εξοπλισμός
Στις 11 Ιουλίου υπεγράφη η σύμβαση για την ανακαίνιση και ενεργειακή αναβάθμιση του κτιρίου του ΕΙΕ ώστε στις ειδικά διαμορφωμένες εγκαταστάσεις να τοποθετηθούν τελευταίας τεχνολογίας μηχανήματα και εξοπλισμός.
Η υπογραφή της πραγματοποιήθηκε παρουσία της υφυπουργού Ανάπτυξης Ζωής Ράπτη και του γενικού γραμματέα Έρευνας και Καινοτομίας, Αθανάσιου Κυριαζή.
«Είμαστε στη φάση που έχουμε παραγγείλει όλα τα απαραίτητα επιστημονικά όργανα που χρειάζονται για να λειτουργήσει το κέντρο ενώ ταυτόχρονα γίνεται και μια ανακαίνιση και ενεργειακή αναβάθμιση του κτιρίου και των υποδομών, ώστε να μπορέσουν να υποδεχθούν αυτά τα μηχανήματα, τα οποία θα είναι μοναδικά στην Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρη την ΝΑ Ευρώπη, όπως κρυογονικά ηλεκτρονικά μικροσκόπια (συνολικά 4 ), δήλωσε στον «Τ.Θ.» ο κ. Σαρηγιάννης, με τα οποία «μπορούμε να δούμε πρωτεΐνες δομικά». Όπως εξηγεί, πολλές ασθένειες και πέρα από τον καρκίνο, όπως νευροεκφυλιστικές, έχουν να κάνουν με κακή δομή των αντίστοιχων πρωτεϊνών στο συγκεκριμένο όργανο.
«Με τα όργανα αυτά μπορούμε να το δούμε αυτό, να το ταυτοποιήσουμε και βλέποντας για ποιο λόγο αρχίζει να συμβαίνει ένα πρόβλημα να στοχεύσουμε σε συγκεκριμένους θεραπευτικούς στόχους ώστε να το θεραπεύσουμε νωρίς πριν βγουν κλινικά συμπτώματα».
Ο κ. Σαρηγιάννης εξηγεί ότι κάποια τέτοια όργανα υπάρχουν σήμερα σε χώρες της Ευρώπης όπως η Γερμανία, η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία αλλά όχι στην δικιά μας γωνιά της Ευρώπης.
«Έχουμε πάρει και άλλα όργανα, μια σειρά από διαφορετικά, τα οποία όλα μαζί κοστίζουν περίπου 22 εκατ. ευρώ. Αυτά περιμένουμε να έρθουν μέχρι την επόμενη ακαδημαϊκή χρονιά στις υποδομές που θα έχουμε», αναφέρει.
Ως προς το χρονοδιάγραμμα, αναφέρει ότι «στόχος μας είναι μέχρι το τέλος του 2025 το Κέντρο Αριστείας να είναι πλήρως λειτουργικό και να μπορεί να παράγει ήδη ερευνητικά αποτελέσματα».
Όπως έχει δηλώσει ο κ. Σαρηγιάννης, «το πραγματικό στοίχημα είναι το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών να γίνει ένας καταλύτης για την ενδυνάμωση και επέκταση των διασυνδέσεων σε όλο το ακαδημαϊκό και ερευνητικό οικοσύστημα της χώρας για να απαντήσουμε σε κοινωνικές προκλήσεις όπως η αντιμετώπιση του καρκίνου αναπτύσσοντας την πρωτοπόρο βασική έρευνα και την μετάφραση της σε καινοτόμες βιοϊατρικές λύσεις ώστε να επιταχυνθεί ηεφαρμογή τους στην κλινική πράξη.
«Με την υπογραφή της σύμβασης ανοίγει ο δρόμος για την δημιουργία και προσαρμογή των χώρων και υποδομών του Ιδρύματος, με κόστος που θα ανέρχεται στα 5,5 εκ. ευρώ, ώστε αφενός να αναβαθμιστούν από ενεργειακή άποψη και αφετέρου να φιλοξενήσουν τα νέα όργανα, η αγορά των οποίων είναι ήδη σε εξέλιξη», ανέφερε κατά την υπογραφή της σύμβασης.
Υπάρχουν συνεργασίες και με ευρωπαϊκά ερευνητικά προγράμματα και με εταιρείες και νοσοκομεία και κλινικές ιδιαίτερα στην Αθήνα, λόγω γειτνίασης, ωστόσο γίνεται σύμφωνα με τον κ. Σαρηγιάννη προσπάθεια ανάπτυξης συνεργασιών και με την Ιατρική της Θεσσαλονίκης με κλινικές, γιατί δε θέλουμε να είμαστε μόνο αθηνοκεντρικοί, αλλά εθνικό κέντρο, όπως τονίζει.
«Η ιδέα είναι ότι από το τέλος του ‘25 θα είμαστε πλήρως λειτουργικοί ώστε σε συνεργασία με φαρμακευτικές και κλινικές μέσα στο ‘26 να μπαίνουμε στη λογική ότι κάνουμε τις πρώτες εφαρμογές σε κλινικό επίπεδο και άρα περνάμε από το εργαστήριο στην κλινική πράξη.
Στόχος μετά το 2026 να πάμε πια σε εφαρμογή αυτών των τεχνολογιών στην πραγματικότητα, στην κλινική πρακτική και βεβαίως σε αντίστοιχες διαδικασίες αδειοδότησης από Αρχές που διέπουν είτε τη βιοτεχνολογία είτε τη φαρμακευτική ώστε να μπορούν να περάσουν και στον ασθενή σε πλήρη εξέλιξη», τονίζει.
Το κόστος της πρωτοβουλίας ξεπερνά τα 30 εκατ. ευρώ
Στόχος είναι το Κέντρο να είναι ανοιχτό για συνεργασίες με όλα τα ερευνητικά κέντρα και πανεπιστήμια της χώρας μας αλλά όχι μόνο. Επιδίωξη είναι να υπάρχουν συνεργασίες και με της ΝΑ Ευρώπη, ενώ ο κ. Σαρηγιάννης θεωρεί ότι πρέπει να υπάρξει ανάπτυξη και προς την Μέση Ανατολή και τις αραβικές χώρες «γιατί η θέση της χώρας μας είναι τέτοια που μας το επιτρέπει, ώστε να εκμεταλλευθούμε στο μάξιμουμ αυτήν την επένδυση», όπως λέει.
Συνολικά η επένδυση για τη λειτουργία του κέντρου μέχρι το τέλος του 2025 ξεπερνά τα 30 εκατ. ευρώ και φτάνει τα 31,7 εκατ., ενώ από εκεί και πέρα για το κόστος λειτουργίας του Κέτρου τρέχουν προγράμματα συνεργασίας και ερευνητικά που μπορούν να το χρηματοδοτήσουν για τα επόμενα 4-5 χρόνια με σιγουριά, σύμφωνα με τον ίδιο. «Μετά θα είμαστε σε φάση ανάπτυξης οπότε περιμένουμε και τις αντίστοιχες αλληλεπιδράσεις και με τη βιομηχανία και άλλους ερευνητικούς φορείς για να συνεχίσει το πλάνο βιωσιμότητας.
Νομίζω ότι είναι διασφαλισμένη η βιωσιμότητα με βάση το πλάνο που έχουμε μέχρι τώρα και μάλιστα όχι μόνο για τους ερευνητές του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών αλλά και για όλη την ερευνητική κοινότητα της χώρας. Γιατί μια τέτοια επένδυση πρέπει να είναι διαθέσιμη σε όλους», σημειώνει.
Αναλυτικότερα, τα 30 εκατομμύρια ευρώ, τα οποία κατά το ήμισυ έχουν ήδη εξασφαλιστεί με τη στήριξη του Ταμείου Ανάκαμψης και Σταθερότητας στο πλαίσιο του Πυλώνα «Ιδιωτικές Επενδύσεις και Μετασχηματισμός της Οικονομίας», μέσω του οποίου ενισχύονται τα ερευνητικά κέντρα της χώρας που εποπτεύονται από τη Γενική Γραμματεία Έρευνας & Καινοτομίας (ΓΓΕΚ) του Υπουργείου Ανάπτυξης. Το έργο συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, μέσω του ΠΔΕ.
Η χρηματοδότηση αυτή αποτελεί ένα ιδιαιτέρως σημαντικό βήμα για την ενίσχυση της ερευνητικής δυναμικής που επιδεικνύει το ΕΙΕ σε σημαντικούς και καινοτόμους τομείς της
επιστήμης και της τεχνολογίας, όπως η θεραγνωστική και η βιοηλεκτρονική στην προσέγγιση και αντιμετώπιση του καρκίνου. Η χρηματοδότηση θα συμβάλλει σημαντικά
α) στην αναβάθμιση των ερευνητικών δυνατοτήτων, β) στην υλοποίηση νέων
ερευνητικών προγραμμάτων, γ) στην προμήθεια υπερσύγχρονου εξοπλισμού, δ) στην
ανάπτυξη νέων τεχνολογιών αιχμής, ε) στη διάχυση της καινοτομίας και ζ) στην
προώθηση της νεοφυούς επιχειρηματικότητας.
Ειδικότερα στο έργο περιλαμβάνονται :
• Εκσυγχρονισμός υφιστάμενων υποδομών
• Αναβάθμιση των υποδομών για τη φιλοξενία νέων εργαστηρίων
• Προμήθεια υπερσύγχρονου εργαστηριακού εξοπλισμού
• Ενεργειακή και περιβαλλοντική αναβάθμιση του κτιρίου του ΕΙΕ με τη χρήση
καινοτόμων τεχνολογιών των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ).
Τι είναι η θεραγνωστική
Η επιστημονική ορολογία θεραγνωστική, ένας μοντέρνος όρος που χρησιμοποιείται τα τελευταία 20 χρόνια περίπου στην επιστημονική ορολογία, συνδυάζει με τις ίδιες ουσιαστικά τεχνολογίες τη θεραπεία με τη διαγνωστική. Δηλαδή αφορά την ανάπτυξη τεχνολογιών και συστημάτων, τα οποία μπορούν να λειτουργήσουν τόσο διαγνωστικά όσο και θεραπευτικά.
Και το κάνει με προσωποποιημένο και εξατομικευμένο τρόπο για τον κάθε άνθρωπο. Ώστε τόσο η προσπάθεια έγκαιρης διάγνωσης ενός προβλήματος υγείας αλλά ταυτόχρονα και η δυνατότητα να μπορέσει να αντιμετωπίσει και να θεραπεύσει αυτό το πρόβλημα νωρίς γίνεται με εξατομικευμένο τρόπο με πολύ νέες τεχνικές.
Με προηγμένα εργαλεία ταυτοποιούνται οι αποκαλούμενοι βιοδείκτες και με βάση τα χαρακτηριστικά τους μπορούμε να φτιάξουμε στοχευμένες και εξατομικευμένες τεχνολογίες για τη θεραπεία. Δεν είναι απαραίτητο, αλλά μπορεί η ίδια τεχνολογία να λειτουργεί και θεραπευτικά, εξηγεί ο κ. Σαρηγιάννης.
Στη σύγχρονη ιατρική τεχνολογία χρησιμοποιούνται βιοαισθητήρες. Μικρές συσκευές που μπορούν να αισθανθούν μια σειρά από βιολογικά σήματα.
Ένας τέτοιος αισθητήρας που μπαίνει στον οργανισμό σε μορφή χαπιού πηγαίνει στο σημείο που ενδιαφέρει «νιώθει», καταγράφει το βιολογικό σήμα το οποίο μπορεί μετά να ερμηνεύσει ο βιοπληροφορικός και κατόπιν ο γιατρός ως σήμα ενός προβλήματος.
«Χρησιμοποιώ την ίδια τεχνολογία για τη διάγνωση και για τη θεραπεία και όλα αυτά εξειδικευμένα για τον συγκεκριμένο οργανισμό, για τον συγκεκριμένο άνθρωπο», αναφέρει ο κ. Σαρηγιάννης.
Αρχικά το κέντρο θα επικεντρωθεί στον καρκίνο, αλλά στη συνέχεια και στην αντιμετώπιση και άλλων ασθενειών.