ΕΠΙΚΑΙΡΟΣ στὶς μέρες ποὺ διερχόμαστε τὴν ματαιότητα τῶν ἀνθρωπίνων μεγαλείων, εἶναι ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου πρὸς τὸν Εὐτρόπιο. «Τὶ τὶς θές τὶς χίλιες λίρες; Ὑγεία εἶναι τὸ πᾶν…». Παροιμία ποὺ λέγονταν γιὰ πλᾶκα. Σήμερα ὅμως εἶναι πολὺ χρειαζούμενη!
Ὁ Εὐτρόπιος λοιπὸν κατέστη παντοδύναμος, ἀφοῦ καθάρισε ὅλους τοὺς ἀντιπάλους του. Εἶχε συγκεντρώσει πλοῦτο καὶ ἐξουσίες στὰ χέρια του μὲ τὴν εὔνοια τῆς Εὐδοξίας. Ἔφθασε νὰ καταργήση ἀκόμη καὶ τὸ ἄβατο τῶν Ναῶν, καθορισμένο διὰ νόμου, γιὰ νὰ μὴ βρίσκουν καταφύγιο «οἱ ἐχθροί του». Ὅμως ἀμέσως γεύτηκε ὁ ἴδιος τὴν πίκρα τοῦ λάκκου ποὺ ἔσκαψε γιὰ τοὺς ἄλλους. Γύρισε ὁ τροχός, ἅρπαξε ἄλλος τὶς πρώην ἐξουσίες του, καὶ ὁ Εὐτρόπιος τὴν ἄλλη μέρα κατέφυγε στὸ Ναό. Δηλαδὴ στὸ πρώην ἄβατο ποὺ εἶχε καταργήσει!!!
Μὲ τὸ ὑπέροχο πνεῦμα του ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ἄδραξε τὴν εὐκαιρία καὶ ἐξεφώνησε τὸ ἔτος 399 αὐτὴν τὴν καταπληκτικὴ ὁμιλία. Σαὐτὴ σκιαγραφεῖ καὶ τὴν σημερινὴ μας κατάστασι ποὺ διερχόμαστε μὲ τὸν κορωνοϊό. Ματαιότητα τρώγαμε, ματαιότητα πίναμε, ματαιότητα βλέπαμε, μὲ ματαιότητα ἀσχολούμασταν, ἡ ματαιότητα χειροκροτοῦνταν, ἡ ματαιότητα βραβεύονταν, ἡ ματαιότητα ἐπιζητοῦνταν, ἡ Αὐτῆς Μεγαλειότης ἡ ΜΑΤΑΙΟΤΗΣ ….
Ὁ Χρυσόστομος ἐξασφάλισε πρῶτα ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα τὸ καταργηθὲν ἄσυλο τοῦ Ναοῦ καὶ τὴν ἑπομένη μέρα ἐξεφώνησε τὸν λόγο. Βάζει ὡς θεμέλιό του τὸν λόγο τοῦ Ἐκκλησιαστῆ 1,1 «ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης». Ὁ Εὐτρόπιος γλύτωσε, ἀλλὰ μόλις ἔφυγε ἀπὸ τὸ ἄσυλό του, ἀμέσως συνελήφθη καὶ καταδικάσθηκε.
Ἂς ἰδοῦμε ὅμως τὸν ὑπέροχο ὕμνο τῆς ματαιότητος.
«Πάντοτε μέν, ἀλλὰ ἰδιαίτερα σήμερα εἶναι εὐκαιρία νὰ ποῦμε «ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης». Ποῦ εἶναι ἡ λαμπρὴ στολὴ τοῦ Ὑπάτου. Ποῦ εἶναι οἱ φωτεινὲς λαμπάδες; Ποῦ εἶναι τὰ χειροκροτήματα καὶ οἱ χοροί, καὶ τὰ τραγούδια καὶ τὰ πανηγύρια; Ποῦ εἶναι τὰ στεφάνια καὶ οἱ κουρτίνες; Ποῦ εἶναι ὁ θόρυβος τῆς πόλεως καὶ οἱ ἐπευφημίες στὰ γήπεδα καὶ οἱ κολακεῖες τῶν θεατῶν. Ὅλα ἐκεῖνα ἔφυγαν. Ἕνα ἀεράκι (κορωνοϊοῦ) φύσηξε καὶ ἀμέσως τὰ φύλλα ἔπεσαν καὶ τὸ δένδρο φάνηκε γυμνό. Ταρακουνιέται ἀκόμη καὶ ἡ ρίζα του. Τέτοια εἶναι ἡ ἐπίθεσι τοῦ ἀνέμου. Ἀπειλεῖ νὰ τὸ ξερριζώση καὶ νὰ κόψη τὰ νεῦρα του.
Ποῦ εἶναι τώρα οἱ ψευτοφίλοι; Ποῦ εἶναι τὰ συμπόσια καὶ τὰ δεῖπνα; Ποῦ εἶναι τὸ κοπάδι τῶν παρασίτων καὶ ὁ ἄκρατος οἶνος ποὺ ἔτρεχε ὁλημερίς; Ποῦ εἶναι οἱ ποικίλες τέχνες τῶν μαγείρων καὶ οἱ κόλακες τῆς ἐξουσίας; Αὐτοὶ ποὺ ἔλεγαν καὶ ἔκαμναν τὰ πάντα γιὰ νὰ εἶναι εὐχάριστοι;
Ὅλα ἦταν νύχτα καὶ ὄνειρο. Μόλις ἔγινε μέρα, ὅλα ἐξαφανίστηκαν. Ἦταν σὰν τὰ λουλούδια τὰ ἀνοιξιάτικα. Παρῆλθε ἡ ἄνοιξι καὶ ὅλα καταμαράθηκαν. Ὅλα ἦταν σκιὰ καὶ χάθηκαν. Ὅλα ἦταν σαπουνόφουσκες καὶ ἔσκασαν. Ὅλα ἦταν σὰν τὸν ἱστὸ τῆς ἀράχνης καὶ κομματιάστηκαν!!!»
Πές τα μας ἀθάνατε, Χρυσόστομε!
ἁγίου Κυρίλλου 18.3.2020
κυριαρχοῦντος τοῦ κορωνοϊοῦ
«ὁ Θεὸς νὰ ἐλεᾶ μας» ἀρνιμα