‘-Γεια χαρά Κάκκο. Τι χαμπάρια;
-Γεια σου Χάμπο. Μία χαρά. Αυτά τα καινούργια τα χάπια της πίεσης με κάθησαν πολύ καλά.
-Ά, μπράβο. Μετριέσαι; Είν’ χαμηλά η πίεση σου;
-Ναι Χάμπο. Είναι έντεκα η μεγάλη με έξι η μικρή. Αθλητής! Για μένα είν’ χαμηλά. Αφού, να σκεφτεις, σα να ζαλίζομαι λίγο από υπόταση.
-Έ, τότε βρε Κάκκο να πιούμε από ένα τσιπουράκι, αφού έχεις τράτο να σε ανέβει και λιγάκι;
-Και δεν πίνουμε βρε Χάμπο; Πετράκη…μας φέρνεις δύο τσιπουράκια με μεζεδάκι;
-Αμέσως Κάκκο!
-Καλό παιδί ο Πετράκης!
-Συμφωνώ Χάμπο. Και κάνει κι ένα μεζέ…ξεγυρισμένο!
-Συμφωνώ! Κάκκο…να κάνουμε μια συμφωνία;
-Να κάνουμε βρε Χάμπο.
-Σήμερα ας μη μιλήσουμε πολιτικά. Έτσι να χαρείς. Να πιούμε τα τσιπουράκια μας, ήσυχα κι ωραία…
-Ναι βρε αδερφέ. Ας πούμε για άλλα. Γιατί πια; Δεν μπορούμε;
-Τα τσιπουράκια σας…κι ο μεζές.
-Περιποιημένος! Πετράκη…ωραία ποτήρια για τσιπουράκι. Πολύ μ’ αρέσανε.
-Δε βαριέσαι Κάκκο. Όμορφα είναι, δε λέω, αλά κινέζικα. Τα πήρα φθηνά. Γυαλιά είναι. Όλο σπάνε.
-Δεν είν’ θέμα Πετράκη που είν’ κινέζικα. Πάντως είν’ όμορφα…
-Κι εμένα Πετράκη. Είναι πολύ του γούστου μου. Γεια μας Κάκκο.
-Χάμπο; Τι είν’ αυτό το πράμα ρε παιδί μου. Όλα κινέζικα είναι πια. Ό,τι να αναποδογυρισεις θα διαβάσεις made in China. Δεν έμεινε τίποτα πια να φτιάχνεται σε μας.
-Κατά πως φαίνεται Χάμπο, πολύ λίγα πράματα φτιάχνονται στην Ελλάδα πια.
-Γέμισε ο τόπος κινέζικα. Και δω που τα λέμε, γιατί όχι; Είναι φθηνά Χάμπο. Για μας τα φτωχαδάκια μία χαρά είναι.
-Σωστά. Γιατί, άσχημο είν’ το ποτήρι αυτό; Ας κάνουμε κι εμείς τέτοια…
-Τι να πούμε τώρα; Ο καθένας κοιτάει πως να τα βολέψει. Κινέζικα; Κινέζικα!
-Άσε Βε Κάκο. Πάνω σ’ αυτό. Τι έπαθα ψες βράδι στο σπίτι;
-Τι έπαθες Χάμπο;
-Που λες, καθόμαστε στον καναπέ με τη Θάλη, τη γυναίκα μου, να δούμε τηλεόραση. Βάζει τα ποδάρια της πάνω στο σκαμπό για να τα ξεκουράσει. Ν’ αναπνευσουν λίγο…να φύγει το αίμα…
-Κατάλαβα βρε Χάμπο. Ν’ ανασάνει η γυναίκα.
-Ναι για. Ξάφνου, πως κάνω μια έτσι, κοιτάω το ποδάρι της…την πατούσα…γιατί είχε ξυπολτιστεί. Τι να δω;
-Τι Χάμπο;
-Βλέπω ένα ταμπελάκι χρυσαφί, κολλημένο στην παρούσα της Θάλης. Και τι έγραφε;
-Τι Χάμπο;
-Made in China έγραφε Κάκκο. Ταράχτηκα! Λέω, λες;
-Μη μου πεις;
-Τι είναι αυτό στην πατούσα σου Θάλη, τη ρωτάω;
-Κοιτάει, βλέπει το αυτοκόλλητο και με λέει, μη φοβάσαι Χάμπο. Εμένα εδώ με φτιάξανε. Απ’ τη σαγιονάρα μου ξεκόλλησε το αυτοκόλλητο και κόλλησε στην πατούσα μου. Απ’ τα κινέζικα τις πήρα τις σαγιονάρες για!