Η συζήτηση της πρότασης δυσπιστίας ήταν μια ευκαιρία να γίνει μια ειλικρινής συζήτηση για την πορεία της Δημοκρατίας, της οικονομίας, του κράτους Δικαίου και της ενημέρωσης στην χώρα μας.
Για την κυβέρνηση η λογοδοσία και η ενημέρωση, ακόμα για τα πλέον απαραίτητα πράγματα, προκαλεί αλλεργία. Ως άλλος Λουδοβίκος, θεωρεί ότι η χώρα και το κράτος είναι αυτή, πως όποιος της ασκεί κριτική -είτε είναι η αντιπολίτευση, είτε τα συνδικάτα, είτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και οι Ανεξάρτητες Αρχές- δρα υπονομευτικά, σκανδαλοθηρικά και υποκινούμενα.
Αυτή είναι η πάγια, καθεστωτική αντιμετώπιση, ειδικά τους τελευταίους μήνες, γεγονός που έχει εξεγείρει την κοινωνία. Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της οργής, η αφορμή για να κατατεθεί η πρόταση δυσπιστίας είναι γνωστή: η κοπτοραπτική στις ηχητικές συνομιλίες στο δυστύχημα των Τεμπών.
Παρά την τριήμερη συζήτηση, δεν μάθαμε ποιος κυβερνητικός παράγοντας -την ώρα που τα τραγικά θύματα δεν είχαν ακόμη αναγνωριστεί και ταφεί- είχε την απαράδεκτη πρωτοβουλία, στα όρια της Ύβρις, να επέμβει στο πρωτογενές υλικό και να διαστρεβλώσει την πραγματικότητα για να ενισχύσει επικοινωνιακά την θεωρία του αποκλειστικά ανθρώπινου λάθους.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι εμπλεκόμενοι είναι κυβερνητικοί αξιωματούχοι, στελέχη του ΟΣΕ και πρόθυμα επικοινωνιακά φερέφωνα που απεργάζονται την συγκάλυψη που επιχειρείται από την στιγμή του δυστυχήματος έως και την πρόσφατη εξεταστική επιτροπή-παρωδία.
Ωστόσο, το παραπάνω ηθικά απεχθές και πολιτικά εξοργιστικό γεγονός, δεν έγινε εν κενώ, αντίθετα προστίθεται σε μια σειρά άλλων επονείδιστων κυβερνητικών «επιτευγμάτων». Αναφέρομαι συγκεκριμένα:
– Στο σκάνδαλο των υποκλοπών, όπου από το Μέγαρο Μαξίμου εκπορευόταν ένα κέντρο παρακολούθησης πολιτικών, επιχειρηματιών, δημοσιογράφων, ακόμα και της ηγεσίας του στρατεύματος
– Στις πολύ σοβαρές απειλές κατά του κράτους δικαίου και των θεμελιωδών δικαιωμάτων που επιβεβαιώνει και το πρόσφατο ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου καθώς 330 ευρωβουλευτές, για πρώτη φορά μεταπολιτευτικά, υπερψήφισαν μια καταδικαστική απόφαση για την Ελλάδα αναφορικά με το κράτος δικαίου, την ελευθερία του Τύπου, τα δικαιώματα και τις ατομικές ελευθερίες.
– Στις καθεστωτικές πρακτικές εναντίον Ανεξάρτητων αρχών, με παράτυπες αλλαγές στη σύνθεση της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών.
– Στην διαρροή ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων, μέσω των mail των πολιτών που είχαν γίνει φειγ βολάν από το Υπουργείο Εσωτερικών προς τα γραφεία της Ν.Δ..
– Στην πρωτοφανή επικοινωνιακή ασυλία της κυβέρνησης που λαμβάνει χώρα την τελευταία πενταετία.
– Στην καταπάτηση του Συντάγματος, με τα ιδιωτικά κερδοσκοπικά Πανεπιστήμια, για να μετατραπεί η Παιδεία σε εμπόρευμα
– Στην εξαπάτηση των ελεύθερων επαγγελματιών και των αυτοαπασχολούμενων, όπου, χωρίς να έχει εξαγγελθεί οτιδήποτε πριν τις εκλογές, επιβλήθηκε μια οριζόντια και άρα άδικη φορολογία
– Στην πλήρη αποτυχία να ελεγχθεί η ακρίβεια και ο πληθωρισμός, όπου σημειώνουμε αρνητικά ρεκόρ σε όλη την Ευρώπη
– Στα οικονομικά αποτελέσματα, καθώς ο ίδιος ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, διαπίστωνε πρόσφατα ότι «έχουμε ολιγοπώλια στα τρόφιμα, στα καύσιμα, στις τράπεζες και στην ιδιωτική νοσοκομειακή περίθαλψη» ενώ, παράλληλα, το λειτουργικό κόστος των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων έχει αυξηθεί κατά 35% την τελευταία διετία.
Πλέον, όπως λένε και όλες οι μετρήσεις, η τακτική της συγκάλυψης, του κουκουλώματος και του εξωραϊσμού δεν φέρνει κανένα αποτέλεσμα, όσες «Ιφιγένειες» κι αν θυσιαστούν στον βωμό της προστασίας της εικόνας του κ. Μητσοτάκη.
Οι κύριοι Μπρατάκος και Παπασταύρου, πρόσθεσαν τα ονόματά τους στους αποπεμφθέντες, μόνιμα ή πρόσκαιρα, Γρηγόρη Δημητριάδη, Νότη Μηταράκη, Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη, Γιάννη Οικονόμου, Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, Κώστα Κατσαφάδο. Όλοι με την ίδια κάλυψη από το Μέγαρο Μαξίμου, την ίδια αλαζονεία και έπαρση και, τέλος, την ίδια επικοινωνιακή τακτική.
Κλείνοντας, δεν περιμέναμε ότι η κοινοβουλευτική πλειοψηφία θα ενδιαφερθεί για την αποκατάσταση του κράτους Δικαίου, ούτε ότι θα καταδικάσει την σύμπλευση, για μια ακόμη φορά, με τα πρωτοπαλίκαρα του χρυσαυγιτισμού.
Μπορεί η πλειοψηφία να καταψήφισε την πρόταση δυσπιστίας ωστόσο η κοινωνία, σε συντριπτικό βαθμό, έχει καταδικάσει την κυβέρνηση.
Μια κοινωνία που δεν «κάθεται ήσυχη και βουβή» όπως την προτρέπουν, ούτε θεωρεί πως η τραγωδία και η συγκάλυψη των Τεμπών είναι ένα «μπαγιάτικο» νέο, όπως ανερυθρίαστα υποστηρίζουν τα κυβερνητικά στελέχη.
Μια κοινωνία που ζητά την διαλεύκανση της υπόθεσης και την δικαιοσύνη για τα θύματα. Ζητά εν τέλει, την αποκατάσταση της Δημοκρατίας και την αξιοπιστία των διαδικασιών και των θεσμών.
Σε αυτό το πάνδημο αίτημα, συντασσόμαστε και υπερθεματίζουμε. Είναι ο μόνος δρόμος, η μόνη διέξοδος για να επανέλθει η δημοκρατική κανονικότητα στην χώρα μας.
Καλλιόπη Βέττα
Βουλευτής Π.Ε. Κοζάνης
Τομεάρχης Τουρισμού ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ