Οι δύσκολες καταστάσεις λόγια πολλά δεν χρειάζονται. Μονάχα αποφασιστικότητα, ψυχραιμία, οργάνωση, συλλογική και ατομική ευθύνη και συμμόρφωση με τις υποδείξεις των ειδικών. Στην Ιταλία, ωστόσο, κάτι από τα παραπάνω μάλλον δεν λειτούργησε σωστά. Ο κόσμος υποτίμησε τον κίνδυνο και αψήφησε τις οδηγίες των αρχών, με αποτέλεσμα η κατάσταση στη χώρα να παραπέμπει σε δυστοπική λογοτεχνία. Συμπάσχουμε ειλικρινά με τον γειτονικό λαό και διδασκόμαστε από τα λάθη του, προκειμένου ν’ αποφύγουμε τα χειρότερα.
Θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας, φίλοι μου, ένα συγκλονιστικό κείμενο του Gian Micalessin από την εφημερίδα Giornale. Το μετέφρασα και σας το παραδίδω, μαζί με τις ευχές μου για δύναμη, υπομονή και υγεία. Όλοι μαζί ενωμένοι, θα τα καταφέρουμε! Και μην ξεχνάτε: #μένουμε_σπίτι
«Είναι ένα τσουνάμι. Και πεθαίνουν έχοντας πλήρη συναίσθηση»
Ταξίδι με τους ηρωικούς γιατρούς στο τμήμα εντατικής φροντίδας του νοσοκομείου Σαν Κάρλο
«Ξέρεις ποιο είναι το πιο δραματικό συναίσθημα; Να βλέπεις τους ασθενείς να πεθαίνουν μόνοι τους, να τους ακούς να σε παρακαλούν να χαιρετήσουν τα παιδιά και τα εγγόνια τους». Η γιατρός Francesca Cortellaro, επικεφαλής της μονάδας έκτακτης ανάγκης του νοσοκομείου San Carlo Borromeo σε κοιτάζει, καταλαβαίνει την έκπληξή σου.
«Δείτε τα Επείγοντα: Οι ασθενείς Covid-19 εισάγονται μόνοι τους, δεν μπορούν να παρευρεθούν συγγενείς και όταν πρόκειται να φύγουν το αισθάνονται. Έχουν διαύγεια, δεν είναι ναρκωμένοι. Είναι σαν να πνίγονται, αλλά έχουν όλη την ώρα να το καταλάβουν. Το τελευταίο περιστατικό ήταν απόψε. Ήταν μια γιαγιά που ήθελε να δει την εγγονή της. Έβγαλα το τηλέφωνο και της έκανα βιντεοκλήση. Αποχαιρετίστηκαν. Λίγο μετά, έφυγε. Μέχρι τώρα έχω μια μακρά λίστα βιντεοκλήσεων που την αποκαλώ αποχαιρετιστήριο κατάλογο. Ελπίζω να μας δώσουν mini iPads, τρία ή τέσσερα θα ήταν αρκετά, για να μην τους αφήσουμε να πεθαίνουν μόνοι τους ».
Η πρώτη γραμμή της μάχης κατά του Covid περνάει μέσα από τους διαδρόμους αυτού του γκρίζου κτηρίου με την αόριστα σοβιετική εμφάνιση, σχεδιασμένη από τον Giò Ponti στη δεκαετία του 1950. Πίσω από τους τοίχους, τα πρόσωπα που κρύβονται από τις μάσκες, οι προσεκτικοί χαιρετισμοί από απόσταση ασφαλείας, που αναμιγνύονται με τη ρουτίνα μιας μεγάλης δομής, δίνουν την αίσθηση μιας ταινίας καταστροφής της δεκαετίας του ’70.
Στη συνέχεια, ακούς τις ιστορίες της Francesca και των συναδέλφων της και συνειδητοποιείς ότι δεν είναι ταινία, ότι η καταστροφή είναι ήδη εδώ, ότι όλα αυτά τα καλυμμένα πρόσωπα, όλα αυτά τα χέρια με τα γάντια αγωνίζονται απελπισμένα να βγουν από αυτήν. Ο καθηγητής Stefano Muttini, επικεφαλής της ανάνηψης, το παραδέχεται χωρίς περιστροφές. «Έχω την εντύπωση ότι κατέληξα σε ένα τσουνάμι που, όσο σκληρά κι αν αγωνίζομαι, δεν θα μπορέσω ποτέ να σταματήσω. Το κύριο πρόβλημα είναι να επινοήσουμε νέους χώρους. Η ανάνηψή μου είχε 8 κρεβάτια. Στη συνέχεια, κατάφερα να προσθέσω 7, έπειτα άλλα 8 και τέλος 16, φτάνοντας σε 31 θέσεις. Την Κυριακή το πρωί ένιωθα πανευτυχής που βρήκα 6 νέες θέσεις, αλλά το μεσημέρι τις βρήκα όλες κατειλημμένες. Για μια στιγμή αισθάνθηκα νικημένος, ανεπαρκής». Το να δημιουργηθούν νέοι χώροι είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα απ’ όλα.
Ο καθηγητής Stefano Carugo, επικεφαλής του καρδιοπνευμονικού τμήματος, με οδηγεί σε σκονισμένα δωμάτια, όπου οι εργαζόμενοι τραβούν καλώδια και συνδέουν ηλεκτρικά τερματικά. «Αυτές είναι δώδεκα ακόμη θέσεις για καρδιοπαθείς οι οποίοι χρειάζονται εντατική φροντίδα. Ο μετασχηματισμός προγραμματίστηκε για την Παρασκευή, αλλά τα δωμάτια θα είναι πλήρως λειτουργικά σε δύο ημέρες. Υπό κανονικές συνθήκες, θα μας έπαιρνε μήνες, τώρα γίνεται σε 5 ημέρες». Αλλά αυτός ο αγώνας ενάντια στον χρόνο, η αναζήτηση θέσεων που δεν είναι ποτέ αρκετές είναι επίσης μια κατάρα του Σίσυφου. «Όλη αυτή η κατάσταση ανάγκης, παρ’ ότι είναι επιβεβλημένη, μας δημιουργεί ένα σημαντικό συναισθηματικό άγχος. «Όταν ρώτησα την ομάδα μου», θυμάται ο καθηγητής Mutti, «ποιος θα ήθελε να πάει να εργαστεί στο τμήμα του Covid – όλοι προσφέρθηκαν εθελοντικά. Είμαι περήφανος για αυτό, αλλά γνωρίζω ότι για πολλούς θα είναι πολύ σκληρές εμπειρίες. Στο τέλος, όλη μας η ομάδα θα βρεθεί βαθιά δοκιμασμένη από την περίοδο που αντιμετωπίζουμε».
Ο επικεφαλής γιατρός σε συνοδεύει στα χαρακώματα, σε οδηγεί κατά μήκος του τοίχου που σηκώθηκε την τελευταία εβδομάδα. Είναι η λεπτή κόκκινη γραμμή ανάμεσα στη συμβατική ανάνηψη και εκείνη που προορίζεται για τους καινούργιους καταδικασμένους.. Θα πεθάνεις και στα δύο, αλλά με διαφορετικό τρόπο. Το προσωπικό με τα σκάφανδρα σκύβει από την πόρτα για να τον χαιρετήσει. Κάνουν thumbs up με τους αντίχειρες, χαμογελούν πίσω από τις μάσκες, αλλά η νίκη είναι ακόμα μακριά. Πολύ μακριά. Ο Δρ Carlo Serini έχει μόλις περάσει τη νύχτα σ’ εκείνο το θάλαμο. «Δουλεύω στην ανάνηψη εδώ και χρόνια, αλλά τώρα είναι διαφορετικά. Απόψε πλησίασα έναν ηλικιωμένο άνδρα. Του είχαμε βάλει τον αναπνευστήρα. Κοίταζε τριγύρω φοβισμένος. Έσκυψα προς το μέρος του και μου ψιθύρισε: Ώστε είναι αλήθεια λοιπόν; Είμαι σοβαρά; Συνάντησα το βλέμμα του που έμοιαζε με δαρμένου σκύλου και κατάλαβα. Απόψε δεν είχα απαντήσεις».