φίλες και φίλοι, ένα από τα σημαντικότερα κεφάλαια της ποντιακής Ιστορίας, που χάνεται στο βάθος του χρόνου, είναι ο μεγάλος χριστιανικός διωγμός, που ακολούθησε αμέσως μετά την κατάληψη της Τραπεζούντας από τον Μωάμεθ τον Πορθητή.
Ο χρόνος μηδέν για τους Έλληνες της Τραπεζούντας ήταν ο 17ος αιώνας μετά το 1665, όταν η μητρόπολη της Τραπεζούντας καταλύθηκε από τους Τούρκους και η εκκλησία του Αγίου Ευγενίου έγινε τζαμί. Αυτήν την περίοδο οι Έλληνες μετανάστευσαν σε παλαιότερες γνώριμες περιοχές της Αργυρούπολης αναζητώντας απόκρυφα και απόκρημνα μέρη μακριά από τις τουρκικές οχλήσεις.. Πολλές οικογένειες αναζήτησαν καταφύγιο στην περιοχή του Κοασίου πεδίου, σε πανύψηλες βουνοκορφές και χαράδρες, όπου έχτισαν τα πρόχειρα σπίτια τους δίπλα σε πηγές νερού.
Ο Περικλής Τριανταφυλλίδης ,ο ιστορικός του Πόντου, μας επεξηγεί, πως στην περιοχή αυτή εγκαταστάθηκαν φυγάδες της Τραπεζούντας παρά τις πηγές του Κάνεως ή Χαρσιώτου ποταμού, τέσσερις ώρες απόσταση βορειοδυτικά της Αργυρούπολης.
Προς την περιοχή αυτή στα 1665 κατευθύνθηκαν τέσσερις καβαλάρηδες ,δύο Τσερκέζοι και δύο Ρωμιοί, από την Τραπεζούντα και αφού πρώτα περιπλανήθηκαν για μήνες πάνω στα βουνά, βρέθηκαν μπροστά σε μια γάργαρη πηγή νερού που σχημάτιζε ένα μεγάλο ρυάκι ..
Εκεί, κοντά στο δροσερή πηγή έχτισαν της καλύβες τους και ονόμασαν το μέρος ο μέν Τσερκέζος ΄΄Γοτσά –Πινάρ΄΄ ( μεγάλη βρύση) Ο δε Ρωμιός Καρμούτ ( απίδι)..΄
Ο Ρωμιός λεγόταν Σεϊμέν -Σεϊμένος- Σεϊμενίδης) ενώ ο Τούρκος Περκτάς, μακρινός απόγονος του Αλή-Ριζά (Τούρκος δάσκαλος στο Καρμούτ).
Η συνεργασία των Ελλήνων με τις μειονοτικές ομάδες των Τσερκέζων ( ενός αυτόνομου καυκάσιου λαού), που την ίδια εποχή καταπιέζονταν να ασπαστούν τον ισλαμισμό, προέκυπτε ως αλληλεγγύη . Γι αυτό οι Τούρκοι, που συνυπήρχαν με τους Ρωμιούς στα μικτά χωριά του Πόντου, είταν συνήθως τσερκέζικης καταγωγής…
Εδώ στο Καρμούτ, στη βρυσομάνα πηγή του Κάνεως ποταμού, οι δύο φίλοι έγιναν οι πρώτοι οικιστές του χωριού.. Έχτισαν τα σπίτια τους δίπλα –δίπλα και γρήγορα εναρμονίστηκαν με τη φύση και το περιβάλλον της περιοχής..
Αργότερα προστέθηκαν σταδιακά και άλλοι φυγάδες, που περιπλανιόντουσαν στα γύρω βουνά αναζητώντας αλάτι και τροφές …
Στα 1860 το Καρμούτ σύμφωνα με τον Περικλή Τριανταφυλλίδη είχε τριάντα ελληνικές οικογένειες…. Το χωριό άρχισε να αναπτύσσεται μετά το Χάτι Σερίφ και το Χάτι Χουμαγιούν, που επηρέασαν καθοριστικά την ανάπτυξή του, αφού οι κάτοικοί του άρχισαν να περιοδεύουν ελεύθερα προς τα γειτονικά αστικά κέντρα της Αργυρούπολης, της Ίμερας και του Παϊπούρτ.
Τα σπίτια όλα χτίζονταν από πέτρα άσπρη, σιδηρόπετρα, που βρίσκεται σε αφθονία στην περιοχή. Σκεπάζονταν με τα γνωστά δώματα ή με λιθαρόπετρες ( πλακία) . Ήταν μονώροφα με μικρά παράθυρα, προστατευμένα με σιδεριές, περασμένες σε μεγάλες μονόπετρες …
Οι πόρτες ήταν ξύλινες από σκληρό ξύλο συνήθως Δρύ ( πελίτ) και από το εσωτερικό έκλειναν μ’ ένα μαρτάκι ή σίδερο.
Η βρύση του Καρμούτ κτίστηκε από τους Έλληνες αμέσως μετά την ανάπτυξη του χωριού .
Οι πηγές της βρύσης, αμμουδερές, τραβούσαν τις άγριες πέστροφες του Πυξίτη ποταμού και έτσι οι κάτοικοι είχαν την ευκαιρία στην εποχή της επώασης να ψαρεύουν άγριες και νόστιμες πέστροφες φράζοντας το ρυάκι με κόσκινα..( ομολογία του Νίκου Στεφανίδη από το Παρανέστι Δράμας).
Το σπίτι του Περκτάς ήταν διώροφο με εξωτερική ξύλινη σκάλα, ένα αρχοντόσπιτο της εποχής .. Δίπλα του έχτισε ο Σεϊμένος τα δικά του κονάκια απέναντι από μία περίτεχνη οικογενειακή βρύση.. Τα σπίτια του χωριού ήταν το ένα δίπλα στο άλλο σε πολύ κοντινές αποστάσεις κάτι αντίστοιχο με τα νησιώτικα για να υπάρχει αλληλοπροστασία από τυχόν επιθέσεις..
Η εθνολογική συνύπαρξη Τσερκέζων και Ελλήνων στο Καρμούτ είχε σαν συνέπεια καθ’ όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας να υπάρχει ένα πνεύμα συνεργασίας και αλληλεγγύης μεταξύ των δύο μειονοτικών εθνικών ομάδων …
Η κάθε εθνοτική ομάδα είχε τον μουχτάρη της . Οι δύο μουχτάρηδες ήταν φίλοι και συνεργάτες … Ήταν τόσο στενή η σχέση τους, που συνδέθηκαν συγγενικά με τον θρησκευτικό και κοινωνικό θεσμό του ΄΄ κίρβα ΄΄ ( ανάδοχος–νουνός)
Το ΄΄ Kirve, Kirva, Kivra, kirvelik ) ήταν μια σημαντική οικογενειακή συγγενική σχέση, που θεμελιώνονταν μεταξύ μιας τουρκικής και ελληνικής οικογένειας.
Ο νουνός ( δεξάμενος) χριστιανός κατά την περιτομή ( βάφτιση ) του παιδιού κάλυπτε τα έξοδα της τελετής και κρατούσε το παιδί παρηγορώντας το και κλείνοντάς του τα μάτια του ,ώστε να μην φοβάται κατά την διάρκεια της περιτομής ( sunet) Οι δύο οικογένειες δημιουργούσαν μία διαχρονική σχέση συγγένειας και απολάμβαναν μια διαρκή φιλία αλληλεγγύης και κοινωνικής ασφάλειας .Το πιο σημαντικό ήταν, ότι άνθρωποι από διαφορετικές θρησκείες και εθνότητες συνδέονταν με μια σχέση φιλίας, που το κοράνι επέτρεπε να δημιουργηθεί αφήνοντας ένα παράθυρο επικοινωνίας στις ανθρώπινες σχέσεις. Η σχέση συγγένειας ( kirva) διαρκούσε μέχρι το θάνατο αλλά απαγόρευε αυστηρά οποιοδήποτε συνοικέσιο μεταξύ των οικογενειών..
Πολλές φορές ο χριστιανός νουνός έκαμνε ένα κέρινο σταυρό και τον τοποθετούσε μυστικά σε ένα ξύλινο δοκάρι (δοκ) στο σπίτι του παιδιού.
Στις καταγεγραμμένες ποντιακές ιστορίσεις σπάνια αναφέρονται περιπτώσεις με ΄΄κιρβελούκ΄΄( ισλαμικό τελετουργικό περιτομής) Είναι γεγονός, πως αυτός ο θεσμός ήταν πολύ διαδεδομένος μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων και λειτούργησε ευεργετικά και προς τις δύο πλευρές. Το κουμπαριό έφερνε τόσο κοντά τις δύο οικογένειες, ώστε επέτρεπε στους Ρωμιούς να βλέπουν τις γυναίκες των Τούρκων ελεύθερα… Μια θρησκευτική αδελφοποίηση και μια διεργασία ομογενοποίησης μεταξύ αλλοθρήσκων ομάδων…..
Αφορμή για την έρευνα αποτέλεσε μια συγκλονιστική ιστόριση από τον Γιάννη Σπυρίδη, ο οποίος μού αφηγήθηκε τα εξής:
Όταν τον Απρίλιο του 1916 οι Ρώσοι απελευθέρωσαν τα ελληνικά χωριά της Αργυρούπολης, που βρίσκονταν ανατολικά του Χαρσιώτη ποταμού, πολλοί Έλληνες σχημάτισαν ομάδες επίθεσης κατά των Τούρκων . Μια τέτοια ομάδα από το άνω Καρμούτ’ με αρχηγό έναν Έλληνα, που δεν τίμησε τις ελληνικές άξιες, τον Ιούλιο του 1916 κατέβηκε στο κάτω Καρμούτ και συνέλαβε τον μολά του Καρμούτ, έναν σεβάσμιο ιερωμένο που ιερουργούσε τις πέντε τουρκικές οικογένειες του Καμούτ, με σκοπό να τον σκοτώσει με απάνθρωπο τρόπο. Η τουρκάλα γυναίκα του Αλή Ριζά, η Αϊσέ, μόλις είδε το σκηνικό, έτρεξε στο σπίτι του Σπυρίδη Ισαάκ τρομαγμένη και φώναξε:
- Κίρβα …κίρβα …Ισαάκ, τρέξον.. τρέξον … επίασαν τον χατσή μολάν και θα τρυπεν’νε το κιφάλ’ν ατ’ με την πουργούν. ( μεγάλο χειροποίητο τρυπάνι ξύλου).
Έτρεξε αμέσως ο Ισαάκ και αντίκρισε μια ομάδα ανεκδιήγητων Ελλήνων, που ήταν έτοιμη να διαπράξει το έγκλημα…. Αφού τους έβρισε με τον χειρότερο τρόπο, τους απόδιωξε, σήκωσε τον τούρκο ιερωμένο, τον πήρε στο σπίτι του και τον καθησύχασε ζητώντας συγγνώμη εκ μέρους των Ελλήνων..
Δεν πέρασαν δεκαεφτά μήνες και ο ρωσικός στρατός λόγω της μπολσεβίκικης επανάστασης αποχώρησε από την περιοχή της Αργυρούπολης…
Τότε οι Τούρκοι των γύρω χωριών με αρχηγό κάποιον Κιόρ- Σαλίχ οργάνωσαν ομάδα τσετών και επιτέθηκαν στα ελληνικά χωριά και ιδιαίτερα ενάντια σε όσους Έλληνες κακοπράγησαν κατά των Τούρκων στη διάρκεια της ρωσικής κατοχής.
Η ομάδα αυτή εκτέλεσε έξι άτομα στα Λερία ήρθε στο Καρμούτ , και αφού σκότωσε έναν Έλληνα στο χωριό Σούτωνος, κατέβηκε και συνέλαβε τον έλληνα μουχτάρη Σεϊμένο Ισαάκ. Τον έσυραν σ’ ένα χαντάκι και τον έδεσαν με σκοπό νε τον δολοφονήσουν τρυπώντας του το κεφάλι…. Ως από μηχανής θεός η καλόκαρδη Αϊσέ, που έβλεπε όλες τις κινήσεις από το παράθυρο του σπιτιού της, έτρεξε αμέσως με την ίδια αγωνία στον άντρα της Αλή Ριζά και τον ενημέρωσε για την πρόθεση του Κιόρ Σαλίχ. Ο Αλή-Ριζάς έφθασε την κατάλληλη ώρα και βρίζοντας έδιωξε τους Τούρκους λέγοντάς τους:
-Τον αδελφό μου θα σκοτώσετε; Φύγετε να μην σας σκοτώσω όλους…
Ο Ισαάκ σηκώθηκε κάτωχρος κοιτώντας το φονικό εργαλείο ( πουργού) που το κρατούσε ο Τούρκος στα χέρια του.
Αυτό το παράλληλο γεγονός συσπείρωσε τις σχέσεις μεταξύ Τσερκέζων και Ρωμιών του Καρμούτ . Οι Τούρκοι μιλούσαν άπταιστα τα ποντιακά και κάθε βράδυ συναντιόντουσαν στον τεκέ ( χάνι) , που το είχε ο Ακριτίδης Αβραάμ ενδιάμεσα στο δρόμο Αργυρούπολη Καρμούτ,.. Εκεί συναντιόνταν Τούρκοι και Ρωμιοί έπαιζαν και γλεντούσαν ποντιακά μέχρι το 1924.
Η είδηση για τον υποχρεωτικό ξεριζωμό έπεσε σαν κατάρα σε Έλληνες και Τσερκέζους..
Τις τελευταίες μέρες οι Έλληνες μοίρασαν τα υπάρχοντά τους και τα ζωντανά τους στους Τούρκους. Ο Ισαάκς έδωσε τα κλειδιά της εκκλησίας στον Αλή Ριζά. Ο Ακριτίδης Αβραάμ του έδωσε τα κλειδιά από το μεγάλο κονάκι του λέγοντάς του:
–Αλή, έπαρ’ τα κλειδία, εσύ θα φυλάττς τ’ οσπίτ άμον τ’ εσόν. Αδελφός ιμ’ είσαι, αν έρχουμαι θα δίς μ΄ ατά …κι αν ‘κ’ έρχουμαι, χαλάλ’ ας έν τ’ εσόν…
Ο Αλή Ριζάς τον ανταπάντησε με λύπη ευχόμενος έναν σύντομο γυρισμό:
-Αβραάμ’ πάσα… Θα πάτε, όπου πάτε, αλλά μια μέρα πάλι θα γυρίσετε πίσω ….Θα γυρίσετε. Όπου κι αν πάτε εδώ θα γυρίσετε πάλι….!΄΄
Τον φλεβάρη του 1924 ο Αλή Ριζάς τούς συνόδευσε μέχρι την Τραπεζούντα να μην τους πειράξει κανείς…., έφυγε μόνο όταν ανέβηκαν στο καράβι.. Από τότε και μέχρι τον θάνατό του είχε αλληλογραφία με τους φίλους του Ισαάκ και Αβραάμ…
Στις 30 Μαϊου του 1988 δύο νοσταλγικοί προσκυνητές εκπληρώνοντας την επιθυμία του παππού Αβραάμ βρέθηκαν στο Καρμούτ. Ήταν η εγγονή του Αβραάμ Μαρία και ο δισέγγονός του ο Χρήστος. Ο Χρήστος θέλησε να μπει στο σπίτι του προπάππου του . Ο εγγονός του Αλή Ριζά, Ασμή –Περκτάς, του έδωσε τα κλειδιά και τον συνόδευσε μέχρι την εξώπορτα.. Ο Χρήστος δεν καταλάβαινε. Αποσβολωμένος άνοιξε την πόρτα και μπήκε στο σπίτι του παππού Αβραάμ. Από πίσω ο γιος του Αλή Ριζά χτύπησε την πόρτα για να μπει .. Μόλις μπήκε στο σπίτι τού εξομολογήθηκε: –Έχω εντολή του πατέρα μου, όποιος απόγονος του Αβραάμ έρθει ποτέ στο Καρμούτ , να του πω, ότι αυτό το σπίτι είναι δικό του ….!
Αφού τους καλοδέχτηκαν, τους έστρωσαν το τραπέζι της υποδοχής, και όταν έφυγαν τους γέμισαν απ’ όλα τα καλά: μακαρίνες , πληγούρια, συρόνια, τσίρια και μια αγκαλιά με ανθομύριχτα αμάραντα της πατρίδας ,της Παναγιάς τα δάκρυα…!
Ήταν η απόρροια μιας άσβεστης φιλικής και αδελφικής σχέσης των ανθρώπων, που δομείται πέρα και πάνω από γεωστρατηγικές επιδιώξεις και ρατσιστικά δόγματα. Πολιτικές μικρόνοες, που δηλητηριάζουν τη φιλειρηνική συνύπαρξη και συμπόρευση των λαών…
Όταν αποχαιρετίστηκαν ,σφιχτές αγκαλιές και δάκρυα κύλισαν στα μάτια τους.. Ήταν παρόμοια με τα δάκρυα του πρώτου αποχωρισμού, που ο χρόνος δεν μπόρεσε να στερέψει μετά από 65 χρόνια…
Οι Τούρκοι της Αργυρούπολης κάθε χρόνο συγκεντρώνονται στην παλιά Gumusxane και στήνουν ρωμαίικα πανηγύρια. Χορεύουν ασταμάτητα με τη λύρα τον αρχαιοελληνικό χορό Λαγγευτόν ( Τίκ )…
Είναι επιβεβαιωμένο, πως ο πολιτισμός είναι ακατανίκητος από τον απάνθρωπο σκοταδισμό της βίας και των κραυγών……!
Ευχαριστώ για τις πληροφορίες τους:
1ον Μαρία Ι. Ακριτίδου ( Αργυρούπολη Δράμας)
2ον Νίκο Στεφανίδη ( Παρανέστι Δράμας)
3ον Γιώργο Χαρπαντίδη ( Καβάλα)
4ον Σπυρίδη Γιάννη ( Ανατολικό Πτολεμαΐδας)
Φωτογραφίες :
1η Σπίτι του Αβραάμ Ακριτίδη ( Καρμούτ 1906)
2ον Σπίτι Αλή-Ριζά
3ον Εκκλησία των Αγίων Θεοδώρων (Καρμούτ)
4ον Φωτογραφία (Καρμούτ) όπως είναι σήμερα
με ανακατασκευασμένα τα σπίτια .