Σε εκδήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβούλιου μίλησε το βράδυ της Τετάρτης η Μαρία Καρυστιανού, ζητώντας – και πάλι – δικαιοσύνη και διαφάνεια για την πολύνεκρη σιδηροδρομική τραγωδία στα Τέμπη.
Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε με πρωτοβουλία της ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Έλενας Κουντουρά και σε αυτή συμμετείχαν η πρόεδρος του Συλλόγου Πληγέντων Δυστυχήματος ΤΕΜΠΗ 2023, Μαρία Καρυστιανού, η πρόεδρος της Επιτροπής TRAN του Ευρωκοινοβουλίου Karima Delli, ο Επικεφαλής Μονάδας Μεταφορών- Κινητικότητας της Κομισιόν Keir Fitch.
Παρέμβαση έκαναν μεταξύ άλλων συγγενείς θυμάτων, η επιζήσασα του σιδηροδρομικού δυστυχήματος Ευδοκία Τσαγκλή, καθώς και νομικοί, εκπρόσωποι εργαζομένων στον ελληνικό σιδηρόδρομο,ευρωβουλευτές και βουλευτές.
«Στη χώρα μας οι άνθρωποι στις υψηλότερες θέσεις ευθύνης αρνούνται και αποφεύγουν την ευθύνη, κρυμμένοι στη βουλευτική ασυλία τους», τόνισε μεταξύ άλλων η Μαρία Καρυστιανού. «Όταν τα πράγματα ζορίσουν αντεπιτίθενται με επιχειρήματα του τύπου “έχουν ξανασυμβεί εγκλήματα κατά των πολιτών με κυβερνητικές ευθύνες χωρίς να αποδοθεί τιμωρία, γιατί τώρα;”.
»Τους φαίνεται λογικό και δίκαιο το σάπιο σύστημα να παραμένει σάπιο», τόνισε ενώπιον εκπροσώπων των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων και της Κομισιόν, ειδικών στα ζητήματα ασφάλειας των σιδηροδρόμων, νομικών και ευρωβουλευτών.
«Το έγκλημα στα Τέμπη καταδεικνύει με τον χειρότερο τρόπο τη διαφθορά στον σιδηρόδρομο, ως μέρος ενός γενικότερου διεφθαρμένου συστήματος, όπως έχει αποδειχθεί μέχρι σήμερα».
Η ομιλία της Μαρίας Καρυστιανού
«Είμαι μια μητέρα από την Ελλάδα και μαζί με άλλους γονείς φέρουμε μαζί την απώλεια και το βαθύ αίσθημα της αδικίας και της αγανάκτησης για τη χρόνια παθογένεια του πολιτικού συστήματος που υπονομεύει τις ζωές μας» είπε η Μαρία Καρυστιανού.
«Ένας σταθμάρχης σε θέση απόλυτης ευθύνης. Ο διορισμός του ήταν παράνομος και έγινε σε γνώση του υπουργείου Μεταφορών, κάτω από αδιαφανείς συνθήκες» τόνισε προσθέτοντας ότι αυτός ο κρατικός υπάλληλος ήταν μπροστά σε ένα απαρχαιωμένο πίνακα τηλεδιοίκησης που θα δυσκόλευε και τον πιο έμπειρο.
«Πώς είναι δυνατόν ο ανθρώπινος παράγοντας να αποτελεί τη μόνη δικλείδα ασφαλείας στην μετακίνηση των επιβατών;» διερωτήθηκε επισημαίνοντας ότι «δεν θα προτρέπαμε τα παιδιά μας να αποφύγουν το σιδηρόδρομο, αν γνωρίζαμε την φρικτή πραγματικότητα».
Υπογράμμισε ακόμα ότι υπήρχαν προειδοποιήσεις, με την ίδια να λέει ότι «πολλαπλά υπομνήματα από τους μηχανοδηγούς είχαν φτάσει στο γραφείο του πρωθυπουργού, των υπουργών Μεταφορών και της ΡΑΣ χωρίς κανένα να απαντηθεί μιλούσαν για πιθανούς θανάτους, θανάτους πολιτών. Πώς μπορείς να αδιαφορείς για κάτι τέτοιο; (…) Δεν άλλαξε ποτέ τίποτα. Το υπουργείο Μεταφορών όφειλε να επισπεύσει τη θέσπιση των ευρωπαϊκών κανόνων ως όφειλε. Δεν το έκανε τίποτα».
Μίλησε παράλληλα για την τραγική κατάσταση που επικρατεί στον σιδηρόδρομο, κάνοντας λόγο για «μεγάλο και υπαρκτό κίνδυνο». «Οι άνθρωποι μας και εμείς μαζί γίναμε θύματα μιας σκόπιμης παραπλάνησης. Οι διαχειριστές της ζωής και των ευρωπαϊκών κονδυλίων, αποφάσισαν ότι οι πολίτες μπορούν να θυσιάζονται στο βωμό της υποτιθέμενης βελτίωσης» τόνισε.
«Ακούγαμε για τεράστια ποσά που δαπανώνται για τον σιδηρόδρομο – για αναβαθμίσεις – Η Ευρωπαϊκή Ένωση από 2014 έχει δώσει 700 εκατομμύρια» σημείωσε μεταξύ άλλων, υπογραμμίζοντας ότι ακούγαμε «ψέματα, ανήθικα και ξεδιάντροπα ψέματα στο κοινοβούλιο, σε συνεντεύξεις. Παντού».
«Ο πρωθυπουργός της χώρας είχε προγραμματίσει να βρεθεί στα εγκαίνια για το νέο σύστημα τηλεδιοίκησης. Δεν υπήρχε κανένα σύστημα τηλεδιοίκησης για να εγκαινιαστεί. Πρόκειται για μια ακόμα κοροϊδία» επισήμανε. «Η σύμβαση έλαβε 7 παρατάσεις που τριπλασίασαν το κόστος και ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί (…) Η εταιρεία ζήτησε για λάθη που έκανε η ίδια σε 70 σημαία του δικτύου και είχε λάβει πρόστιμα αδικαιολόγητα ποσά» συμπλήρωσε μεταξύ άλλων, λέγοντας ότι οι ενστάσεις έγιναν δεκτές από τον υπουργό.
«Μπορούμε να καταλάβουμε πώς χάθηκαν 700 εκατομμύρια (…) Δεν είναι ανάγκη να ελέγξουμε και να ελέγξετε που πήγαν αυτά τα χρήματα;» διερωτήθηκε.
«Πρωθυπουργός και Υπουργοί είχαν το αποκλειστικό δικαίωμα αξιοποίησης αυτών των κονδυλίων. Χρήματα φορολογούμενων. Ελλήνων και Ευρωπαίων. Δεν έχει γίνει κανένας έλεγχος για το που κατέληξαν αυτά τα χρήματα και αν κατέληξαν ορθώς. Δεν έγινε καμία έρευνα για τυχόν παράνομο πλουτισμό. Δεν έγινε καμία έρευνα για ζημία δημοσίου. Ο σιδηρόδρομος πουλήθηκε ή για να το θέσω ορθά χαρίστηκε στους Ιταλούς.
»Στο συμβόλαιο αγοράς όμως, παρουσιάζεται μια σημαντική επένδυση ύψους 800 εκατομμυρίων που όφειλαν να πραγματοποιήσουν οι αγοραστές, για αναβάθμιση του δικτύου. Αρκούσε το υπουργείο μεταφορών να ολοκληρώσει τα συστήματα ασφαλείας. Το ποσό αυτό θα ενίσχυε σημαντικά το παρατημένο σιδηροδρομικό σύστημα και θα βελτίωνε τις συνθήκες λειτουργίας του. Εν ολίγοις, Θα είχαμε τα παιδιά μας στο σπίτι και έναν σημαντικά αναβαθμισμένο σιδηρόδρομο».
Και τόνισε ότι «ο πρώην υπουργός αδιαφόρησε για το αναφαίρετο δικαίωμα της μαζικής μεταφοράς των πολιτών, που είναι η ασφάλεια. Χάρισε στον αγοραστή το εν λόγω ποσό, μετατρέποντας τελικά την πώληση των ελληνικών σιδηροδρόμων, από μια αμφίβολη κίνηση, σε ένα μοναδικό σκάνδαλο παγκοσμίως».
Η Μαρία Καρυστιανού αναφέρθηκε επίσης στο φορτίο της εμπορικής αμαξοστοιχίας που είχε «εύφλεκτες μη δηλωμένες ύλες» και άρα παράνομες, με την ίδια να κάνει λόγο για «ταχύτατες και άμεσες προσπάθειες συγκάλυψης» – αναφερόμενη στο μπάζωμα του χώρο – επισημαίνοντας ότι «έχουμε άφθονα αποδεικτικά στοιχεία».
Έκανε ακόμα λόγο για «αδικαιολόγητη μετακίνηση χωμάτων με υπολείμματα ανθρώπων και των παράνομων ουσιών» τα οποία σκορπίστηκαν με βιασύνη σε άλλες περιοχές. «Άγνωστες και αδήλωτες περιοχές φιλοξενούν μέλη των αγαπημένων μας». «Παραβιάστηκε κατάφωρα το πρωτόκολλο αντιμετώπισης τέτοιων καταστάσεων» επισήμανε.
«Όλες οι οδηγίες μπαζώματος που έγιναν με σκοπό να αποκρύψουν και να καταστρέψουν σημαντικά στοιχεία της δικογραφίας, δόθηκαν, σύμφωνα με δημόσια παραδοχή σε συνεντεύξεις, από τον πρωθυπουργό. Η όλη επιχείρηση ονομάστηκε επιχειρησιακό σχέδιο (…)» τόνισε η Μαρία Καρυστιανού, ενώ σε άλλο σημείο επισήμανε ότι στη χώρα μας «οι άνθρωποι στις μεγαλύτερες θέσεις ευθύνης, αρνούνται και αποφεύγουν την ευθύνη κρυμμένοι στη βουλευτική ασυλία τους. Και όταν τα πράγματα ζορίζουν, αντεπιτίθενται με επιχειρήματα ,του τύπου, έχουν ξανασυμβεί εγκλήματα κατά πολιτών με κυβερνητικές ευθύνες χωρίς να αποδοθεί τιμωρία. Γιατί τώρα; Τους φαίνεται λογικό και δίκαιο να συνεχίζει το σάπιο σύστημα να παραμένει σάπιο».
«Σε ένα κράτος δικαίου, είναι επιτρεπτό να γίνει τέτοια παρέμβαση από την εκτελεστική εξουσία; Σε ένα δημοκρατικό κράτος, θα αδιαφορούσε τόσο απροκάλυπτα για την μη τήρηση των πρωτοκόλλων και των νόμων, η δικαστική εξουσία; Βέβαια, σε ένα κράτος δικαίου και σε μια δημοκρατική κοινωνία, δεν θα διορίζονταν, οι ανώτατοι δικαστικοί από την εκάστοτε κυβέρνηση, όπως συμβαίνει δυστυχώς στην Ελλάδα εδώ και 10ετιες» επισήμανε.
«Το έγκλημα στα Τέμπη καταδεικνύει με τον χειρότερο τρόπο τη διαφθορά στο σιδηρόδρομο ως μέρος ενός γενικότερου διεφθαρμένου συστήματος» υπογράμμισε επίσης, τονίζοντας ότι «κατηγορούμαστε από πολιτικούς και δημοσιογράφους επειδή ακουγόμαστε, επειδή επιζητούμε την αλήθεια και τη δικαίωση των νεκρών μας, επειδή αγαπάμε και υπερασπιζόμαστε τα παιδιά μας είτε ζουν είτε είναι πεθαμένα. Επειδή επιδιώκουμε και εργαζόμαστε για την αποκατάσταση της δικαιοσύνης στη χώρα μας».
«Εδώ βρίσκονται 3 από τους γονείς των χαμένων μας παιδιών. Δυο μανάδες και ένας πατέρας. Δεν είμαστε όμως μόνοι μας. Έχουμε μαζί μας τον πόνο και την ψυχή όλων των υπόλοιπων οικογενειών που χάσαμε ό,τι πιο ιερό γεννήσαμε. Είμαστε ακόμη οι σχεδόν 1.400 εκατ., όσοι κατάφεραν τελικά, παρά τον αλγόριθμο, να υπογράψουν το ψήφισμα για την τροποποίηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Είμαστε σχεδόν όλη η κοινωνία, είμαστε πλέον μια ομάδα, μια ελληνική ψυχή» επισήμανε τέλος η Μαρία Καρυστιανού.