Η είδηση προκαλεί εύλογο προβληματισμό: στο πλαίσιο του 1ου Πανελλήνιου Μαθητικού Φεστιβάλ Θεάτρου στην Ιεράπετρα, τρεις ένοπλοι αστυνομικοί εισήλθαν σε αίθουσα σχολικής παράστασης, όπου μαθητές του 1ου ΕΠΑΛ Ρεθύμνου παρουσίαζαν το έργο «Ο Εχθρός της Τάξης» του Nigel Williams. Αφορμή αποτέλεσε ανώνυμη καταγγελία για σκηνή κατά την οποία μαθήτρια, στο πλαίσιο του ρόλου της, πέταξε μια γιρλάντα με ελληνικές σημαίες. Οι αστυνομικοί συνομίλησαν με τους εκπαιδευτικούς και αποχώρησαν, διαπιστώνοντας ότι πρόκειται για θεατρικό σκηνικό. Η παράσταση συνεχίστηκε, όμως η παρέμβαση ενστάλαξε στον χώρο την αίσθηση ότι η ελευθερία της έκφρασης παραμένει εύθραυστη.
Μια ειρωνική συγκυρία ενέτεινε τον συμβολισμό του συμβάντος: όλα εκτυλίχθηκαν στην αίθουσα «Μελίνα Μερκούρη», έναν χώρο αφιερωμένο σε μια προσωπικότητα ταυτισμένη με την πολιτισμική ευρύτητα, τη διεκδίκηση της ελεύθερης έκφρασης και την πίστη στην τέχνη ως ουσιώδες συστατικό του δημόσιου διαλόγου. Η σύμπτωση αυτή αναδεικνύει το χάσμα ανάμεσα στο πολιτισμικό ιδεώδες μιας ανοιχτής κοινωνίας και στη σύγχρονη αποστασιοποίηση απέναντι στη μαθητική δημιουργικότητα.
Η παρουσία της αστυνομίας δεν περιορίστηκε στην τυπική ανταπόκριση, έπειτα από μια καταγγελία. Λειτούργησε ως πράξη ελέγχου, διαμορφώνοντας το αίσθημα ότι ο σχολικός χώρος τελεί υπό επιτήρηση, υποσκάπτοντας τη συνθήκη ελευθερίας που οφείλει να διέπει τη μαθησιακή εμπειρία. Σε βαθύτερο επίπεδο, ανέδειξε τη δυσανεξία μέρους της κοινωνίας απέναντι στη σημασιολογική αμφισημία, ιδίως όταν εκφέρεται μέσα από τους εφηβικούς κώδικες. Οι μαθητές, υποδυόμενοι ρόλους, δεν αποσκοπούν στη βεβήλωση συμβόλων. Ανιχνεύουν τα όρια του κόσμου που τους παραδίδεται. Το σχολικό θέατρο λειτουργεί ως χώρος διερεύνησης ταυτότητας, ως πρόπλασμα ενήλικης συνείδησης, ως πεδίο διαλόγου με τη συλλογική μνήμη.
Η γαλανόλευκη, όπως έχει διαμορφωθεί στη συλλογική συνείδηση από τη συγκρότηση του νεοελληνικού κράτους, φέρει βαριά συμβολική υφή. Αντιπροσωπεύει ένα αίσθημα συνοχής, ενότητας και διαχρονικής ταυτότητας. Όταν το σύμβολο αυτό ενταχθεί σε σκηνικό πλαίσιο που εκλαμβάνεται -έστω και εσφαλμένα- ως αποδόμηση, ενδέχεται να ενεργοποιήσει ψυχικές εντάσεις που υπερβαίνουν την πράξη καθαυτή. Η συνακόλουθη αντίδραση δεν αφορά το αισθητικό αποτέλεσμα, αλλά τον υποκειμενικό του αντίκτυπο: αίσθηση απειλής, ρήγμα στην κανονικότητα, φόβο απώλειας συμβολικής κυριαρχίας. Εκεί όπου η τέχνη εισάγει μεταφορά, ο θεατής αναμένει κυριολεξία. Και αυτή η δυσαρμονία δεν γίνεται πάντοτε ανεκτή.
Η σχολική σκηνή, ως παιδαγωγικό περιβάλλον, οφείλει να διασφαλίζει στους μαθητές τη δυνατότητα να πειραματιστούν με ρόλους, να αγγίξουν σύμβολα, να ερμηνεύσουν τον κόσμο γύρω τους και να στοχαστούν τη θέση τους στο συλλογικό αφήγημα. Η σύγχρονη ψυχοπαιδαγωγική έρευνα αναγνωρίζει τον σημαντικό ρόλο του θεατρικού παιχνιδιού στη συγκρότηση της ταυτότητας, στην επεξεργασία ψυχικών εντάσεων και στην καλλιέργεια ερμηνευτικής ευελιξίας.
Όταν ο ενήλικος έλεγχος μετατρέπει τη φαντασία σε πεδίο παρακολούθησης, ανακόπτεται η αναπτυξιακή διαδικασία μέσα από την οποία το παιδί συγκροτεί ψυχική ανθεκτικότητα. Το βλέμμα της εξουσίας, ακόμη κι όταν δεν εκφράζεται ρητά, μπορεί να αναστείλει την ελεύθερη έκφραση. Ο φόβος της παρανόησης διαχέεται στον σκηνικό χώρο, διαμορφώνοντας ένα πλαίσιο άρρητης αυτολογοκρισίας. Εκεί όπου θα έπρεπε να ενθαρρύνεται η δημιουργία, επιβάλλεται η συμμόρφωση.
Το περιστατικό στην Ιεράπετρα δεν είναι συνηθισμένο. Είναι, ωστόσο, αποκαλυπτικό. Αναδεικνύει τη δυσκολία με την οποία προσεγγίζουμε τη νεανική δημιουργικότητα όταν αυτή αγγίζει συλλογικά στερεότυπα. Δεν απειλείται η σημαία από μια σκηνική πράξη. Απειλείται η ψυχική ασφάλεια των παιδιών, όταν η καλλιτεχνική τους έκφραση εκλαμβάνεται ως ύποπτη πρόθεση, ως δυνητικό αδίκημα.
Το θέατρο δεν λειτουργεί για να επιβεβαιώνει κανονικότητες, ούτε ως τόπος για την επίδειξη υπακοής. Αποτελεί πεδίο (εξ)άσκησης ελευθερίας, χώρο ερμηνευτικής διερεύνησης και πειραματισμού. Αν η κοινωνία αντιλαμβάνεται την καλλιτεχνική πράξη ως απειλή, τότε φανερώνει τους δικούς της φόβους, παρά αντικειμενικούς κινδύνους. Όταν ο φαντασιακός χώρος τίθεται υπό παρακολούθηση, δεν περιορίζεται απλώς η τέχνη. Περιορίζεται η συλλογική μας ικανότητα να εμπιστευτούμε τη νεότητα.
Η σκηνή του σχολείου δεν προσφέρεται για οριστικές κρίσεις. Προϋποθέτει εμπιστοσύνη, γιατί φιλοξενεί το ενδεχόμενο του λάθους και την αυθορμησία της αναζήτησης. Αν αυτή η δυνατότητα χαθεί, η παιδαγωγική διαδικασία μετατρέπεται σε τιμωρητικό μηχανισμό, σε σχήμα πειθαρχίας. Και τότε, εκείνο που πλήττεται δεν είναι ένα σύμβολο. Είναι η δυνατότητα των παιδιών να υπάρξουν χωρίς φόβο. Είναι η παιδικότητα που τιμωρείται πριν ακόμη ενηλικιωθεί.
Γράφει ο Αντώνης Μάριος ΠαΠαγιώτης
Δόκιμος Ψυχολόγος / Υπό διαμόρφωση Ψυχοθεραπευτής – σε μακρά θεραπεία με την ακαδημαϊκή κοινότητα
Αντώνης-Μάριος ΠαΠαγιώτης, e-κοδόμος.
Κινείται μεταξύ ετερόκλητων ακαδημαϊκών και επαγγελματικών πεδίων, με σταθερό προσανατολισμό στην ψυχολογία και την ψυχοθεραπεία. Η εμπειρία του στον ανθρωπιστικό τομέα αποδεικνύεται μετασχηματιστική, ενώ η ενεργή του παρουσία στον χώρο της επικοινωνίας, του πολιτικού και ψηφιακού μάρκετινγκ συνεχίζει να τροφοδοτεί τις συνθετικές του αναζητήσεις. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα εστιάζουν στις ψυχολογικές, κοινωνικές και πολιτισμικές επιπτώσεις των τεχνολογικά διαμεσολαβημένων αλληλεπιδράσεων.