Συνήθως τα σχολικά εγχειρίδια, αλλά και η τυπική αρθογραφία για την Επανάσταση του 1821, περιορίζονται στα όρια της Παλαιάς Ελλάδας (τα σύνορα του πρώτου ελληνικού κράτους). Έξω από αυτά, κάνουν μια σχετική αναφορά στον Εμμανουήλ Παπά, το μαρτύριο και αν του Γρηγορίου Κωνσταντινουπόλεως του Ε΄ και αποπροσανατολίζουν για την σφαγή της Νάουσας. Στο παρόν άρθρο θα επιχειρήσουμε, μια έντιμη καταγραφή της μαρτυρικής, κατά το 1821, Θεσσαλονίκης.
Μια βασική πηγή, αποτελεί ο Χαϊρουλάχ Ιμπν Σινασί Μεχμέτ. Διετέλεσε μολάς της Θεσσαλονίκης από τις 20 Σεπτεμβρίου του 1820, μέχρι την μετάθεσή του, όντας φυλακισμένου, τον Μάιο του 1821. Η πόλη είχε τότε περί τους 100.000, με πλειοψηφία τους μουσουλμάνους (~40%) και κύριες κοινότητες, τους Ισραηλίτες, τους οικιστές Έλληνες και μια αξιόλογη παροικία Αρμενίων. Κατά τον ίδιο, τα σχολεία των Ελλήνων ήταν 1 ή 2 (τα οποία πλήρωναν οι ραγιάδες κρατική παιδεία δεν υπήρχε). Μεγαλύτερος ναός ήταν ο Άγιος Μηνάς, αφού η πλειοψηφία των βυζαντινών ναών είχαν υφαρπαχθεί, μετατρεπόμενα σε τζαμιά. Στον μολά είχε κάνει εντύπωση, πως οι άπιστοι της πόλης μπορούσαν να έχουν άλογο, επίσημα ρούχα και να μην κατεβαίνουν από το πεζοδρόμιο όταν συναντούσαν μουσουλμάνο, ενώ επιτρέπονταν οι κωδωνοκρουσίες. Μπορούμε να υποθέσουμε από την αντίδραση του, τι εφαρμόζονταν σε πολλές πόλεις της οθωμανικής και προφανώς και στην Πόλη.
Στην Θεσσαλονίκη διοικούσε ο Γιουσούφ Σερίφ Σιντίκ μπέης, τον οποίο ο Χαϊρουλάχ περιέγραψε ως χριστομάχο (αντικαθιστούσε τον Χουσεΐν Πασά, ο οποίος συμμετείχε στην εκστρατεία κατά του Αλή Πασά). Ήρθε πολύ γρήγορα σε ρήξη μαζί του, αφού ο μολάς δεν συμφωνούσε με την τακτική των γενικών πογκρόμς των Τούρκων, όταν, τουλάχιστον από το Γενάρη του 1821, είχαν μάθει για την επαναστατική οργάνωση της Φιλικής Εταιρίας. Τα πογκρόμς για να γίνουν, έπρεπε πέραν του Σουλτάνου, να έχουν έγκριση και του τοπικού ισλαμικού προεστού. Τότε χρέη μητροπολίτου εκτελούσε ο Μελέτιος επίσκοπος Κίτρους, καθώς ο επίσκοπος Θεσσαλονίκης Ιωσήφ βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη ως συνοδικός (ως όμηρος από τις 9 Μαρτίου, όπου απαγχονίστηκε στο Νιχώρι στις 13 Μαΐου).
Κατά τον Φεβρουάριο του 1821 δολοφονήθηκε ο προεστός Σπανδούνης (υποθέτω ο Σπανδώνης Βασματζής, γαμπρός του ευπόρου Ν. Καυτατζόγλου, για την περιουσία του οποίου έπεσαν σαν κοράκια οι Γάλλοι). Εκτελέστηκε σε καφενέ έναντι της Παναγίας Χαλκέων (τότε Καζαντζιλάρ Τζαμί). Σοκαρισμένος ο μολάς ως μάρτυς της μεταφοράς της σωρού αναφώνησε «ο Αλλάχ να τον ελεήσει». Καλοθελητές το μετέφεραν στον Γιουσούφ. Κλήθηκε σε απολογία και οδηγήθηκε στο Λευκό Πύργο σε αναμονή προς εκτέλεση στις 27 Φεβρουαρίου του 1821. Εκεί βρήκε μελλοθάνατους δι΄ασήμαντον αφορμή: ανάρμοστοι χαιρετισμοί ως άπιστοι, παρουσία στο Μητροπολιτικό Ναό, συμμετοχή σε συζητήσεις για το Πατριαρχείο κ.τ.λ. Στο Λευκό Πύργο δεν παρέχονταν τροφή παρά μόνο νερό.
Κατά την 1η Μαρτίου του 1821 έφεραν στον Λευκό Πύργο, ημιθανή, τον «Παπάζ εφέντη». Ο ιστορικός Παπάζογλου τον ταύτισε με τον Αριστείδη Παππά απεσταλμένο του Υψηλάντη, ενώ ο Ι. Κ. Βασδραβέλης με τον ιερέα Ανανία Μαρκόπουλο. Ο Παππάς γνωρίζουμε πως εκτελέστηκε στο Αντά Κεμπήρ. Αυτός ο οποίος αναφέρεται στην επιστολή του Χαϊρουλάχ, συνελήφθη για μεταφορά επαναστατικής επιστολής του Πατριάρχη. Για αρχή υπέμεινε 100 καμτσικιές και στις 4 Μαρτίου τον μετέφεραν στους Γενιτσάρους, ως φαίνεται, προς εκτέλεση.
Η είδηση της Επανάστασης στη Μολδοβλαχία έφτασε το α΄ δεκαήμερο του Απριλίου και λίγες ημέρες μετά, ο φετφάς της καταστολής των επαναστατών με κάθε μέσο, υπογεγραμμένος από τον σεϊχουισλάμη Γιασεχή Ζαδέ Αμπντούλ Βεχάπ. Μεταξύ 18 και 19 Μαΐου, συνέλαβαν τον επίσκοπο Κίτρους Μελέτιο και τον π. Ιωάννη εφημέριο του Αγίου Μηνά. Ο Μελέτιος κομματιάστηκε στην κεντρική πλατεία του Καπανίου (κεντρική αλευραγορά), ενώ αφού ακρωτηρίασαν τον π. Ιωάννη, με τα ίδια του τα δάχτυλα του έβγαλαν τα μάτια. Στο Καπάνι, επίσης, κατακρεούργησαν τον Φιλικό Χριστόδουλο Μπαλανό (γνωρίζουμε από προξενική γαλλική αναφορά του 1822, πως είχε προηγηθεί δίμηνος φυλάκιση). Επίσης εκεί μαρτύρησαν οι Γ. Πάϊκος, Αναγνώστης, Γούναρης, Αχτάρης, Νάνος, Δ. Πεσές και Κυδωνιάτης. Κατά τον Σ. Τρικούπη, ο Γιουσούφ είχε απαιτήσει την ομηρεία Χριστιανών από την περιοχή, την Χαλκιδική και το Άγιον Όρος, ως εγγύηση. Κρατούνταν στα υπόγεια του Κονακίου (=Διοικητηρίου περίπου εκεί όπου είναι το Υπουργείο Μακεδονίας – Θράκης). Ο Χαϊρουλάχ τους απαριθμεί ως 400, εκ των οποίων οι 100 μοναχοί. Τότε διατάχθηκε η σφαγή των μισών από τους 400 ομήρους του Κονακίου, ενώπιον του Γιουσούφ και των τυχόν Χριστιανών τους οποίους θα συναντούσαν στο δρόμο (ο Ι. Κ. Βασδραβέλης λέει πως οι μοναχοί ήταν 80 και πως εξ αυτών γλύτωσε μόνο ο π. Γερμανός της Μονής Σταυρονικήτα).
Τραγικές σκηνές εξελίχθηκαν στον τότε Μητροπολιτικό Ναό (μάλλον αρχές Ιουνίου), εσωτερικά και στον αυλόγυρό του (είτε ο Άγιος Μηνάς, είτε ο ναός ο οποίος προϋπήρχε του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά). Ο «συνωστισμός» αυτός, κατά τον P. Fisk, ήταν αποτέλεσμα εντολής προς τον επίσκοπο, να συγκεντρώσει εκεί μέγα μέρος της ελληνικής κοινότητας. Συγκεντρώθηκαν 1700, εκ των οποίων απελευθερώθηκαν περί τους 400. Από τους «συνωστισμένους», άλλοι εκτελέστηκαν επιτόπου, άλλοι μεταφέρθηκαν δεμένοι δύο-δύο στο Καπάνι, όπου επακολούθησαν και άλλες εκτελέσεις και βασικά αποκεφαλισμοί. Κατά τον Pouquevill συμμετείχαν και μέλη της ισραηλιτικής κοινότητας. Οι αποκεφαλισμένες κάρες οδηγηθήκαν στον Γιουσούφ ώστε να δει το αποτρόπαιο αυτό θέαμα. Ο T. Gordon από τη μεριά του μαρτυρεί, πως κεφάλια κοσμούσαν τις επάλξεις, ότι οι Γενίτσαροι δυσαρεστήθηκαν γιατί δεν έγινε πλήρης γενοκτονία. Παράλληλα, ο Θερμαϊκός τελούσε υπό ναυτικό αποκλεισμό 4 ή 5 ελληνικών πλοίων. Μια άλλη περίπτωση, ο Χρήστος Μενεξές, οδηγήθηκε στην πλατεία της Ροτόντας (τότε Χορτάτς Εφέντ Τζαμί), όπου απαγχονίστηκε με ικρίωμα τον παλαιό πλάτανο.
Οι όμηροι και το πλιάτσικο, ήταν ένα ακόμα μέγιστο ζήτημα, το οποίο προφανώς επηρέασε για πολλές δεκαετίες μετά. Κάποιοι κατόρθωσαν να καταβάλουν ατομικά λύτρα. Ωστόσο το μεγάλο ποσοστό, ελευθερώθηκε εντασσόμενο σε μέγα τοκογλυφικό δάνειο που έλαβε η κοινότητα. Ορισμένοι υπάνθρωποι, εκ των Λεβαντίνων και Ισραηλιτών, αγόραζαν λάφυρα και τίτλους ιδιοκτησίας στο 60% με 80% της πραγματικής αξίας (πηγή ο P. Fisk). Να σημειωθεί, πως αρκετοί Έλληνες γλύτωσαν από άσυλο που προσέφεραν οι δερβίσικοι τεκέδες της πόλης. Τέλος σε όλα τα παραπάνω δεν αναφέρουμε, τις αναφερόμενες σφαγές στα πέριξ χωριά, μεμονωμένες εκτελέσεις κατά τον Ιούλιο του 1821 και την παράδοση του μαρτυρίου στον Ναό του Αγίου Αθανασίου της οδού Εγνατίας. Ας είναι αιωνία η μνήμη όσων έχυσαν το αίμα τους ή βοήθησαν ανθρώπους στις τραγικές αυτές ώρες .
Γράφει ο Κόττης Κωνσταντίνος
konstantinosoa@yahoo.gr