Σκοπός του παρόντος άρθρου είναι η ιστορική θεώρηση της ταυτότητας της γλώσσας των σλαβόφωνων από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα. Η θεώρηση αυτή θα εστιάσει στους κυριότερους σταθμούς της: αυτόν του προσδιορισμού της ως «βουλγαρομακεδονικής», εκείνον της αναγνώρισής της ως «σλαβομακεδονικής» ώς την πρόσφατη γραπτή, erga omnes, επίσημη αναγνώρισή της στο πλαίσιο της συμφωνίας των Πρεσπών ως «Μακεδονικής».
Tον 19o αιώνα η γλώσσα των σλαβόφωνων της FYROM θεωρήθηκε «βουλγαρομακεδονική» από τη «βουλγαρομακεδονική ελίτ». Η ελίτ αυτή η οποία συγκροτήθηκε από ελληνομαθείς σλαβόφωνους των ελληνόγλωσσων πατριαρχικών σχολείων, είχε ινστρούχτορες τους αδερφούς Μιλαντίνοφ. Φοίτησε είτε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών είτε στις ορθόδοξες θεολογικές Ακαδημίες της τσαρικής Ρωσίας, όπου ασπάστηκε και υπηρέτησε τον πανσλαβισμό.
Μετά την ίδρυση της βουλγαρικής ηγεμονίας συγκροτήθηκε ο σύλλογος Loza-Klima στη Σόφια, με στόχο τη γλωσσική μεταρρύθμιση, την ενότητα του βουλγαρικού έθνους. Η τελική επικράτηση της ανατολικής διαλέκτου ως βάσης της λόγιας νεοβουλγαρικής γλώσσας διαμόρφωσε κατά τον Σφέτα τις προϋποθέσεις για το γλωσσικό ζήτημα, αφού, αντίθετα με τη συγκεκριμένη επιλογή, οι Βουλγαρομακεδόνες επιδίωκαν πολυδιαλεκτική λόγια γλώσσα και συμπερίληψη των σλαβικών ιδιωμάτων. Οι μακροπρόθεσμες συνέπειες υπήρξαν καταλυτικές, αφού η γλώσσα και η ταυτότητα των σλαβόφωνων αποσυνδέθηκαν από τη βουλγαρική.
Μετά την ίδρυση του βουλγαρικού κράτους (1878) η Σερβία μεγιστοποίησε το ενδιαφέρον της για το Μακεδονικό. Η σλαβομακεδονική ελίτ είχε φοιτήσει σε σερβικά και βουλγαρικά σχολεία της Μακεδονίας, είχε αμφισβητήσει τον απελευθερωτικό ρόλο της Βουλγαρίας και είχε απογοητευθεί από τη ρωσική πολιτική. Στο γλωσσικό είχε την άποψη πως έπρεπε να δημιουργηθεί μια γλώσσα με βάση τα «σλαβομακεδονικά» ιδιώματα και δάνεια από τη σερβική λόγια γλώσσα.
Το 1902-1903 η ελίτ αυτή συνέλαβε την ιδέα της κατασκευής του σλαβομακεδονισμού ως μηχανισμού αποτροπής του γλωσσικού εκβουλγαρισμού των σλαβόφωνων. Αρχιτέκτονας του σλαβομακεδονισμού ήταν ο Κρίστε Μισίρκοφ.
Ο Μισίρκοφ το 1903 εξέδωσε μανιφέστο, σύμφωνα με το οποίο προϋποθέσεις για την κατασκευή μιας σλαβομακεδονικής ταυτότητας ήταν η κωδικοποίηση της σλαβομακεδονικής γλώσσας, η εισαγωγή της στα σχολεία και η ανασύσταση της Αρχιεπισκοπής της Αχρίδας ως Αυτοκέφαλης με εκκλησιαστική γλώσσα τη σλαβική.
Η υπαγωγή της σημερινής επικράτειας της «Βόρειας Μακεδονίας» στο Βασίλειο των Σέρβων – Κροατών – Σλοβένων από το 1918-1929 και στη Γιουγκοσλαβία το 1929, οδήγησε στην πολιτική εκσερβισμού της νότιας Σερβίας. Αντίθετα, ο αντισερβισμός των σλαβοφώνων στον μεσοπόλεμο οφειλόταν περισσότερο στη σερβική κακοδιοίκηση.
Επίσης, η ίδρυση της VMRO (ενωμένης) από τον Βλάχοφ το 1924 αποτέλεσε παράγοντα διάδοσης του «μακεδονισμού». Η πλατφόρμα της VMRO (ενωμένης) περιλάμβανε τη σύσταση Ενιαίας, Ανεξάρτητης Μακεδονίας στο πλαίσιο μιας Βαλκανικής ομοσπονδίας και την απελευθέρωση όλων των εθνοτήτων της Μακεδονίας.
Το 1933, η εθνικιστική πτέρυγα της VMRO προσχώρησε στην αναγνώριση της εθνικής ταυτότητας «Βούλγαρος» και της πολιτικής ετικέτας «Μακεδόνας». Τον Δεκέμβριο του 1935 στο 7ο συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς υιοθετήθηκε η πλήρης ισοτιμία των μειονοτήτων εντός του ελληνικού κράτους. Ωστόσο, η δημιουργία των «σλαβομακεδονικών σχολείων» από το ΕΑΜ/ΚΚΕ σκόνταψε όχι μόνο στην αντίδραση των γκραικομάνων σλαβόφωνων, αλλά και στην έλλειψη γραπτής εκδοχής της «σλαβομακεδονικής» γλώσσας.
Την ίδια περίοδο –της Κατοχής– η συμπεριφορά των Βούλγαρων φασιστών-κατακτητών απέναντι στους σλαβόφωνους στην επικράτεια της σημερινής «Βόρειας Μακεδονίας» διεύρυνε το χάσμα ανάμεσα σε Βούλγαρους και «Βορειομακεδόνες» και επιτάχυνε τη διαδικασία συγκρότησης «σλαβομακεδονικής» ταυτότητας ως διάφορης της βουλγαρικής.
Στις 2 Αυγούστου 1944 ιδρύθηκε η «Αντιφασιστική Συνέλευση Λαϊκής Απελευθέρωσης της Μακεδονίας ASNOM», άμεση επιδίωξη της οποίας ήταν η καλλιέργεια της «μακεδονικής» εθνικής ταυτότητας στους σλαβόφωνους. Μετά τη δημιουργία της ομόσπονδης Γιουγκοσλαβίας, η πολιτική ηγεσία εργάστηκε για τη δημιουργία μιας μακεδονικής εθνικής συνείδησης. Η πρώτη Γραμματική της «σλαβομακεδονικής» γλώσσας εκδόθηκε μόλις το 1952.
Αρα, η ιστορική θεώρηση της ταυτότητας της γλώσσας στη γειτονική μας χώρα μάς οδηγεί στο εξής ερώτημα: γιατί η πολιτική ηγεσία της FYROM ταυτίστηκε με τον εθνικιστικό σοβινισμό των μελών της «Αντιφασιστικής Συνέλευσης Λαϊκής Απελευθέρωσης της Μακεδονίας» και αναγνώρισε τη γλώσσα τους, και επομένως και την ταυτότητά τους, ως «Μακεδονική»;
* Η κ. Σοφία Ηλιάδου-Τάχου είναι καθηγήτρια Νέας Ελληνικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας.
Πηγή: kathimerini.gr