ΣΤΗΝ Σοφία Σολομῶντος γίνονται γιὰ τὴν γλῶσσα μόνο τρεῖς ἀναφορές, οἱ ὁποῖες ἀξίζει νὰ ἀναφερθοῦν ξεχωριστά. Στὴν πρώτη 1,6 λέγει, ὅτι ἡ πνευματικὴ σοφία, ἂν καὶ ἔχη φιλάνθρωπο πνεῦμα, ὅμως δὲν θὰ ἀθωώση τὸν βλάσφημο, τοῦ ὁποίου τὰ χείλη μολύνονται μὲ τὴν ἁμαρτία. Διότι ὁ Θεὸς εἶναι πραγματικὸς ἐπίσκοπος τῆς καρδιᾶς καὶ τῶν νεφρῶν τοῦ ἀνθρώπου. Ὄχι δὲ μόνο αὐτῶν, ἀλλὰ εἶναι καὶ «ἀκουστής» τῆς γλώσσας του, διότι τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ γέμισε ὅλην τὴν οἰκουμένη, συνέχει τὰ πάντα καὶ «ἔχει γνῶσιν φωνῆς». Δηλαδὴ ὅποια φωνὴ καὶ ὅπουδήποτε ἀκούγεται σὲ ὅλην τὴν οἰκουμένη, ἔχει ἕναν σίγουρο «ἀκουστή», τὸν Θεό. Ἡ σύγχρονη ἠλεκτρονικὴ τεχνολογία, ὅσο κι ἂν τελειοποιηθῆ, ἴσως νὰ μὴ μπορέση ποτὲ νὰ φθάση στὸ σημεῖο, ὥστε νὰ ἀκούη τὶς φωνὲς ὅλων τῶν ἀνθρώπων τῆς γῆς, ἀλλὰ ὁ «ἀκουστὴς Θεός» τὶς ἀκούει ὅλες ἀπὸ τὴν πρώτη μέρα ἕως καὶ τὴν ἐσχάτη.
Τὸ δεύτερο χωρίο ἀποφθεγματικὰ καὶ σὰν ἐντολὴ μᾶς παραγγέλλει, «φυλάξασθε τοίνυν ἀπὸ γογγυσμοῦ ἀνωφελοῦς καὶ ἀπὸ καταλαλιᾶς φείσασθε γλώσσης» (Σοφία Σολομῶντος 1,11). Προχωρώντας λέγει ὅτι «ὁ λαθραῖος καὶ κενός» λόγος τῆς καταλαλιᾶς, δὲν θὰ περπατήση, δὲν θὰ προοδεύση. Τὸ δὲ «καταψευδόμενο στόμα διαπράττει ἕνα μεγάλο ἔργο». Αὐτὸ εἶναι ἡ καταστροφὴ τῆς ψυχῆς.
Ἡ τρίτη ἀναφορὰ 10,21 μνημονεύει τὴν γλῶσσα τῶν κωφαλάλων καὶ τῶν νηπίων. Εἴτε αὐτοὶ εἶναι στὴ νηπιακὴ ἡλικία, εἴτε εἶναι πνευματικὰ νήπιοι. Ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ ἄνοιξε στόματα κωφαλάλων καὶ ἔκαμε τὴ γλῶσσα τους ἀνώτερη κι ἀπὸ τῶν ρητόρων. Σαὐτὰ τὰ κατὰ κόσμον νήπια κι ὄχι στοὺς σοφοὺς τῆς γῆς ἀπεκάλυψε ὁ Θεὸς τὶς μεγαλειώδεις ἀποκαλύψεις του, ὅπως μᾶς καταθέτει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, (Ματθαίου 11,25).
ΣΤΗΝ Σοφία Σειρὰχ ἔχουμε 26 ἀναφορὲς γιὰ τὴν γλῶσσα. Σὲ ἕνα μελαγχολικό-ρητορικὸ ἐρώτημα περιλαμβάνει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους γιὰ τὰ ἁμαρτήματα τῆς γλώσσας. «Ποιὸς δὲν ἁμάρτησε μὲ τὴν γλῶσσα του;» (Σοφία Σειρὰχ 19,16). Ἡ ἀπάντησι βγαίνει ἀβίαστα, ὅτι Ναί, ὅλοι ἁμαρτήσαμε μὲ τὴν γλῶσσα. Στὴ συνέχεια ἀκολουθεῖ ἕνας μακαρισμός. «Μακάριος, … ὅποιος δὲν γλίστρισε μὲ τὴν γλῶσσα του» (25,8). Κι αὐτὴ ἡ πρότασι ἔχει ποσοστὸ μελαγχολίας καὶ ὁ μακαρισμὸς πιὸ πολὺ ἰσχύει ὡς εὐχή, παρὰ ὡς διαπίστωσι ἑνὸς γεγονότος.
Παράδοξη ὡς θέσι εἶναι ἡ διπλῆ σημείωσι γιὰ ὕπαρξι τρίτης γλώσσας στὸ 28,13-15. «Ψίθυρον καὶ δίγλωσσον καταράσασθε, πολλοὺς γὰρ εἰρηνεύοντας ἀπώλεσαν. Γλῶσσα τρίτη πολλοὺς ἐσάλευσε καὶ διέστησεν αὐτοὺς ἀπὸ ἔθνους εἰς ἔθνος καὶ πόλεις ὀχυρὰς καθεῖλε καὶ οἰκίας μεγιστάνων κατέστρεψε. Γλῶσσα τρίτη γυναῖκας ἀνδρείας ἐξέβαλε καὶ ἐστέρησεν αὐτὰς τῶν πόνων αὐτῶν». «Καταράσου τὸν καταδότη καὶ τὸν διπρόσωπο, διότι πολλοὺς εἰρηνικοὺς ἀνθρώπους κατέστρεψαν». Γιὰ τὴν τρίτη γλῶσσα ὁ ἑρμηνευτὴς λέγει ὅτι αὐτὴ εἶναι τοῦ συκοφάντη.
Ἔχουμε τὸν δίγλωσσο καὶ τὸν τρίγλωσσο. «Διὰ ταύτης σπείρονται κακὰ μεταξὺ δύο ἄλλων προσώπων καὶ γίνονται τρία πλήγματα: τοῦ συκοφαντοῦντος, τοῦ συκοφαντουμένου καὶ τοῦ πρὸς ὃν ἡ συκοφαντία λέγεται. Οὐδὲν μένει ὄρθιον ἐνώπιόν της. Οὔτε πόλεις, οὔτε λαοί, οὔτε ἄτομα.
Μετὰ ἀπὸ τὴν κακίστη ἐργασία τῆς τρίτης γλώσσας ὁ Σειρὰχ σκιαγραφεῖ καὶ ἄλλα ἀρνητικά. «Τὸ μαστίγιο κάμνει πληγὲς στὸ σῶμα, ἀλλὰ ἡ γλῶσσα κάμνει μεγαλείτερη ζημιά, διότι σπάζει τὰ ὀστᾶ. (Ὅπως λέγει καὶ ἡ παροιμία μας, ἡ γλῶσσα κόκαλα δὲν ἔχει, καὶ κόκαλα τσακίζει). Πολλοὶ ἔπεσαν ἀπὸ τὴν μάχαιρα, ἀλλὰ δὲν εἶναι τόσοι, ὅσοι εἶναι αὐτοὶ ποὺ σφάχτηκαν μὲ τὴν μάχαιρα τῆς γλώσσας» (Σειρὰχ 28,17-18).
Στὴν τελευταία ἀναφορὰ στὸν Σειρὰχ ἡ γλῶσσα ὀνομάζεται μισθὸς ἀπὸ τὸν Θεό. «Ὁ Κύριος μοῦ ἔδωσε τὴν γλῶσσα ὡς μισθό μου, ὥστε μὲ αὐτὴν νὰ τὸν δοξολογῶ» (51,22). Νὰ λοιπὸν τὸ μεγαλεῖο καὶ ἡ ἄριστη ἐργασία της. Μοῦ ἔδωσε ὁ Κύριος τὴν γλῶσσα ὡς μισθό, ὡς ἀμοιβή, ὥστε ἐν συνεχείᾳ μαὐτὴν νὰ κάμνω ἕνα ἔργο. Κι αὐτὸ εἶναι ἡ δοξολογία τοῦ ἁγίου Ὀνόματός του.
Τετάρτη 1η Ἀπριλίου 2020
ἐν μέσῳ μάστιγος κορωνοϊοῦ
ἔχει ὁ Θεὸς
ἀρ.νι.μα.