ΣΤΙΣ Παροιμίες ἡ γλῶσσα ἔχει εἰκοσιδύο ἀναφορές. Ἄλλες εἶναι θετικὲς καὶ ἄλλες ἀρνητικές. Μακαρίζεται κατὰ πρῶτον ὁ θνητός, ὁ ὁποῖος βρῆκε σοφία καὶ σύνεσι. Στὸ τέλος δὲ «ἐγκαθίσταται ἐπὶ τῆς γλώσσης του ὁ νόμος καὶ τὸ ἔλεος» (Παροιμίες 3,16). Ἕνας ποὺ εἶναι ὑβριστὴς καὶ ἀλαζόνας, ἀποδεικνύεται ἀπὸ τὴν ἄδικη γλῶσσα του. Τὸ μάτι τοῦ ἀλαζόνος εἶναι ἡ ἄδικη γλῶσσα, τὰ δὲ χέρια του εἶναι γεμᾶτα αἷμα τοῦ δικαίου, (6,17).
Ἡ διαβολὴ στὸν γυναικεῖο κόσμο ἔχει σχέσι καὶ μὲ διάλυσι οἰκογενειῶν. Γίνεται ἀνακατωσιά. Περιπλέκονται ἀνδρόγυνα, κι ἂν καταφέρουν νὰ γλυτώσουν ἀθόρυβα, ἔστω κι ἂν δὲν μιλήσουν γιὰ πολλὰ χρόνια! Νὰ σὲ φυλάξη ὁ Θεὸς ἀπὸ διαβολὴ ὑπάνδρου γυναικὸς καὶ ἀπὸ διαβολὴ ξένης γλώσσας, (6,24).
Ἡ πολυλογία τῆς γλώσσας εἶναι ἀλόγιστο κυνηγητὸ σὲ χεῖλος γκρεμοῦ, γιαὐτὸ καὶ εἶναι εὔκολος καὶ βέβαιος ὁ κίνδυνος τῆς ἁμαρτίας. Δὲν γίνεται νὰ ξεφύγη τὴν ἁμαρτία μία γλῶσσα ποὺ δὲν ἔχει πόρτα. Πόσες φορὲς δὲν ἀκοῦμε ἢ δὲν εἴπαμε τὸν λόγο, ἂν δὲν μιλοῦσα, θὰ εἶχα γλυτώσει. «Ἐκ πολυλογίας οὐκ ἐκφεύξῃ ἁμαρτίαν, φειδόμενος δὲ χειλέων νοήμων ἔσῃ» (10,19). Καὶ ὁ Ψαλμωδὸς ἐκφράζει τὴν ἴδια ἀλήθεια μὲ εὐχὴ καὶ ἐποπτικὴ εἰκόνα. «Θοῦ Κύριε, φυλακὴν τῷ στόματί μου καὶ θύραν περιοχῆς περὶ τὰ χείλη μου» (Ψαλμὸς 140,3). Κύριε, βάλε πόρτα στὸ στόμα μου καὶ φράχτη γύρω στὰ χείλη μου. Μὲ τὴν εἰκόνα τῆς πόρτας καὶ τοῦ φράχτη ἐπαναλαμβάνει τὴν ἴδια ἀγωνία γιὰ τὴν γλῶσσα του. Βέβαια ὁ Δημιουργὸς ἔβαλε στὴ γλῶσσα καὶ πόρτα καὶ φράχτη. Τὰ χείλη καὶ τὰ δόντια κάλλιστα μποροῦν νὰ θεωρηθοῦν ὡς τέτοια καὶ νὰ ὠφελήσουν τὸν ἄνθρωπο.
Διαβάζουμε στὸν ἀρχαῖο Ὅμηρό μας ἐκεῖνον τὸν ὑπέροχο στίχο τῆς Ἰλιάδος «τέκνον, ποῖον ἔπος φῦγεν ἕρκος ὀδόντων;» Ἔπος εἶναι ὁ λόγος καὶ ἕρκος εἶναι ὁ φράχτης. Ἐρωτᾶ τὴν κόρη του, ποιὸς λόγος ἔφυγε ἀπὸ τὸν φράχτη τῶν ὀδόντων.
Ἡ γλῶσσα ὅμως τοῦ δικαίου, ποὺ φυλάγεται ἄγρυπνα, εἶναι πεντακάθαρο ἀσήμι. «Ἄργυρος πεπυρωμένος γλῶσσα δικαίου» (10,20). Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὴν μαρτυρικὴ κατάθεσι. Ἡ γλῶσσα τοῦ ἀληθοῦς στεριώνει τὴν μαρτυρία, ἐνῶ ὁ ἐπιπόλαιος μάρτυρας ἔχει γλῶσσα ἄδικη. (12,19). Ἕνα κακοποιὸ στοιχεῖο θὰ ἀκούση γλῶσσες παρανόμων καὶ θὰ συνεργασθῆ μαζί τους ἀσφαλῶς γιὰ τὸ κακὸ (17,4). Ὅποιος πάλι ἔχει εὐμετάβολη γλῶσσα, αὐτὸς σίγουρα θὰ πέση μέσα σὲ κακὰ ἔργα (17,20). Ἕνας ἀποφθεγματικὸς λόγος τῶν Παροιμιῶν εἶναι ὅτι στὸ χέρι τῆς γλώσσας μας κρατιέται καὶ ὁ πνευματικός, ἀλλὰ καὶ ὁ σωματικὸς θάνατός μας (18,21).
ΤΟ Ἆσμα Ἀσμάτων 4,11 ἔχει μόνο μία ποιητικὴ εἰκόνα γιὰ τὴν γλῶσσα. «Ὦ ἐκλεκτὴ νύμφη. Ἀπὸ τὰ χείλη σου στάζει εὐωδιαστὸ μελισσοκέρι, καὶ ἀπὸ τὴν γλῶσσα σου μέλι καὶ γάλα». Ὑπέροχη εἰκόνα, ἐκφραστικὴ πνευματικῆς πραγματικότητος. Ἡ ψυχή, ποὺ εἶναι νύμφη καὶ δούλη Κυρίου, τέτοιο ὄμορφο χρέος ἔχει. Ἀπὸ τὰ χείλη της νὰ στάζη μελισσοκέρι καὶ ἀπὸ τὴν γλῶσσα της μέλι καὶ γάλα. Τὰ ἀνωτέρω εἶναι στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα ὑποσχέθηκε ὁ Θεός, ὅτι θὰ ἔχη ἡ εὐλογημένη Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας. Πόσο ὀμορφότερος θὰ ἦταν ὄχι μόνο ὁ περίγυρός μας, ἀλλὰ καὶ ὁ κόσμος μας ὁλόκληρος ἂν ἴσχυε ὡς γενικὸ γεγονὸς ὁ λόγος τοῦ Ἄσματος γιὰ τὴ γλῶσσα μας!
ἔχει ὁ Θεός!
30.3.2020 καὶ ἐν μέσῳ μάστιγος κορωνοϊοῦ
ἀρ.νι.μα.