Η αγορά του ρεύματος βρίσκεται ξανά στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης. Η τιμή χονδρεμπορικής στην Ελλάδα, η οποία σήμερα βρίσκεται στα 248,24 ευρώ, δεν αντανακλά την βουτιά 40% και πλέον του φυσικού αερίου, όπως σε πολλές άλλες χώρες, δίνοντας αφορμή στην αξιωματική αντιπολίτευση να μιλά για κερδοσκοπία.
Είναι όμως έτσι; Η αιτία για την απουσία συγχρονισμού της ελληνικής αγοράς με τις περισσότερες ευρωπαϊκές συνδέεται με το διαφορετικό μοντέλο τιμολόγησης που ισχύει στην χώρα μας, το γνωστό month ahead. Εξαιτίας της απουσίας μιας διεθνοποιημένης spot αγοράς, οι ηλεκτροπαραγωγοί στην Ελλάδα αγοράζουν το φυσικό αέριο του επόμενου μήνα με τις τιμές του προηγούμενου.
Ετσι, η τελική τιμή του παραγόμενου ρεύματος ενσωματώνει το κόστος του αερίου για το μήνα Νοέμβριο όταν και αγοράστηκε, αντί για την τρέχουσα spot τιμή, η οποία έχει υποχωρήσει σε χαμηλό 10μήνου, στα επίπεδα του περασμένου Φεβρουαρίου.
Ολο τον Νοέμβριο, το αέριο ήταν πάνω από τα 100 ευρώ, φτάνοντας ακόμη και στα 146 ευρώ / MWh, όταν χθες, η τιμή για τα συμβόλαια Ιανουαρίου έπεσε κάτω των 80 ευρώ, συνεχίζοντας ένα πτωτικό σερί οκτώ ημερών.
Η ιδιορρυθμία της ελληνικής αγοράς, οι τρέχουσες τιμές αερίου να επηρεάζουν το παραγόμενο ρεύμα του επόμενου μήνα, εξηγεί τον λόγο για τον οποίο η Ελλάδα εμφανίζεται να έχει μια από τις υψηλότερες τιμές χονδρεμπορικής στην ΕΕ, όταν οι γείτονες κινούνται πολύ χαμηλότερα.
Σε ετήσια βάση δεν αλλάζει κάτι
Γι’ αυτό άλλωστε τις τελευταίες ημέρες, εισάγουμε ρεύμα – στην Ιταλία η τιμή σήμερα είναι 205,41 ευρώ /MWh και στην Βουλγαρία 94,50 – ενώ από τον επόμενο μήνα, που θα έχουμε πολύ μειωμένες τιμές, καθώς θα έχουν ενσωματώσει το πολύ χαμηλό τωρινό κόστος του αερίου, θα εξάγουμε ρεύμα στους γείτονες. Σε ετήσια βάση δεν αλλάζει κάτι επί της ουσίας. Τις ίδιες αυξομειώσεις τιμών πληρώνουν οι Έλληνες με τους Γάλλους, τους Ιταλούς και τους Βέλγους καταναλωτές, απλώς απουσιάζει ο συγχρονισμός.
Από εκεί και πέρα πράγματι κάποιες ημέρες, η Ελλάδα εμφανίζεται να έχει μια από τις υψηλότερες τιμές χονδρικής πανευρωπαϊκά, ωστόσο η επίκληση μόνο συγκεκριμένων ημερών, όπως λέει και το ΥΠΕΝ, δημιουργεί εσφαλμένες εντυπώσεις. Για να μπορεί κανείς να εξάγει συμπεράσματα πρέπει να υπολογίσει την τιμή με βάση τον μέσο όρο του μήνα. Και ο μέσος όρος από την μέχρι σήμερα εικόνα του Δεκεμβρίου δείχνει ότι ανάμεσα σε 22 χώρες, η Ελλάδα βρίσκεται στην 9η θέση, δηλαδή κάπου στην μέση, με χονδρική τιμή στα 278,36 ευρώ. Χαμηλότερη ακόμη και από χώρες με πυρηνική ενέργεια, όπως η Γαλλία ή από χώρες με οργανωμένες αγορές, όπως Βρετανία, Ιταλία και Βέλγιο.
Τι μας εμποδίζει να αγοράζουμε σε τιμές spot
Τι είναι όμως αυτό που επιβάλει το διαφορετικό μοντέλο τιμολόγησης στην Ελλάδα; Γιατί δηλαδή να μην συγχρονιστούμε κι εμείς με την υπόλοιπη Ευρώπη, παρά να συνεχίζουν οι ηλεκτροπαραγωγοί τις αγορές αερίου για τον επόμενο μήνα με τις τιμές του προηγούμενου; Η απάντηση βρίσκεται στην απουσία μιας διεθνοποιημένης spot αγοράς στην Ελλάδα, η οποία θα προσέλκυε μεγάλα ονόματα και επομένως θα έκανε πολύ μεγαλύτερους από τους σημερινούς όγκους, ενισχύοντας τον ανταγωνισμό.
Το γεγονός οφείλεται με τη σειρά του στις «φτωχές» διασυνδέσεις της χώρας με γειτονικά κράτη. Η ελληνική αγορά είναι πολύ μικρή, οι ηλεκτροπαραγωγοί ακολουθούν το μοντέλο του month ahead, με το οποίο λέγεται ότι προσαρμόζονται ακόμη και όσοι φέρνουν δικά τους φορτία LNG, φοβούμενοι το ρίσκο των spot τιμών και το ενδεχόμενο να γυρίσουν απότομα. Ετσι, φορτία LNG φτάνουν να πωλούνται σε τιμή κάτω από αυτήν του Month Ahead, δηλαδή 95 -100 ευρώ/ MWh και πάνω από εκείνη του Day Ahead (75-80 ευρώ)