Η φετινή χρόνια φαίνεται πως προσπαθεί να αποδομήσει τη φήμη μερικών από τους κορυφαίους Ελληνικούς τουριστικούς προορισμούς. Αρκετοί συμπατριώτες (αλλά και μερικοί ξένοι) δεν κρύβουν πως έχουν δυσαρεστηθεί από την ακρίβεια και το συνωστισμό σε νησιά όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη. Και όταν πια οι τιμές στα Mykonos Beach Hotel ή στα εστιατόρια και τα κλαμπ του νησιού έπιασε ταβάνι το καλοκαίρι του 2022, δεν ήταν λίγοι αυτοί που έσπευσαν να προδικάσουν το τέλος των ημερών δόξας και για τα δύο.
Το καλοκαίρι του 2023 σηματοδοτεί την πρώτη μεγάλη πτώση (σε σύγκριση με την προηγούμενη σεζόν) στη σύγχρονη ιστορία της Μυκόνου. Ακόμα και στα χρόνια της Ελληνικής κρίσης, το Νησί των Ανέμων δεν είχε γνωρίσει αντίστοιχη κρίση. Αν και αρκετοί ισχυρίζονται πως το περίμεναν, η αλήθεια είναι πως η Μύκονος με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο θα παραμείνει στην κορυφή των προτιμήσεων όσων αναζητούν για το καλοκαίρι τους μια λύση που τα παρέχει όλα.
Συνδυασμός φυσικής ομορφιάς και ιστορίας
Η Μύκονος ήταν γνωστή στο ευρύ κοινό και στους ταξιδιώτες πολύ πριν τα μαύρα βανάκια και τα ξέφρενα πάρτι κάνουν την εμφάνισή τους. Η εγγύτητα της στα ερείπια της Δήλου, μιας από τις σημαντικότερες ανακαλύψεις της σύγχρονης αρχαιολογίας, κίνησε το ενδιαφέρον ξένων επισκεπτών από τη δεκαετία του 1930 κιόλας. Αυτοί διέδωσαν στον υπόλοιπο κόσμο την είδηση πως υπάρχει ένα υπέροχο Ελληνικό νησί, που συνδυάζει μαγευτικές παραλίες, παραδοσιακή αρχιτεκτονική αλλά και αρχαία μνημεία για εξερεύνηση. Καταλαβαίνει κανείς εύκολα πως ένας τέτοιος τόπος, που έχει καταφέρει να κεντρίζει το ενδιαφέρον των ταξιδιωτών για περίπου 100 χρόνια, δύσκολα θα σβήσει από τον τουριστικό χάρτη. Ακόμα και αν αφαιρέσει κανείς τα πολυτελή θέρετρα και τα ξενύχτια, η Μύκονος θα έχει πάντα να προσφέρει στον τουρίστα μερικές από τις ομορφότερες παραλίες στην Ελλάδα, πολυτελή καταλύματα για όλα τα γούστα, εξαιρετικά σκηνικά για φωτογραφίες αλλά και μια υπέροχη τοπική κουζίνα. Αυτό που άλλοι προορισμοί προσπαθούν σκληρά για να γίνουν, η Μύκονος το έχει στο DNA της.
Το Manhattan του Αιγαίου
Δεν ξέρουμε ποιος ανέφερε πρώτος τη συγκεκριμένη παρομοίωση, πάντως σε όρους τουρισμού η Μύκονος (μαζί ίσως με άλλους 1-2 προορισμούς της Μεσογείου) μπορεί άνετα να διεκδικήσει αυτόν τον τίτλο. Οι χιλιάδες Έλληνες τουρίστες στα 90ς και early 2000ς έδωσαν τη θέση τους σε Αμερικανούς και Ευρωπαίους μερικά χρόνια αργότερα, πριν το νησί γίνει αγαπημένος προορισμός Κινέζων, Ρώσων, Αράβων, Λατινοαμερικάνων και πολλών ακόμα ταξιδιωτών. Οι οποίοι σπεύδουν από όλα τα σημεία του ορίζοντα για να ζήσουν την εμπειρία της Μυκόνου. Του νησιού που μπορεί να τους προσφέρει ξέφρενα πάρτι, ένοχες απολαύσεις, γκουρμέ εμπειρίες, βόλτες με σκάφη σε καταγάλανες παραλία και ανεξερεύνητους κολπίσκους. Αλλά και σύντομες εξορμήσεις σε κοντινά νησιά. Δύσκολα σε κάποιο άλλο νησί της Ευρώπης (παρομοίου μεγέθους τουλάχιστον) θα μπορέσει κάποιος να συναντήσει τόσες διαφορετικές εθνικότητες να παραθερίζουν ή να εργάζονται σε αυτό. Και να δοκιμάσει τόσες διαφορετικές εμπειρίες.
Ενώ αμφιβάλλουμε αν ο αριθμός των celebrities και VIPs που καταφθάνουν σε αυτή τα 4-5 τελευταία χρόνια έχει όμοιο του σε Ibiza, Σαρδηνία ή Κάπρι. Τα ονόματα που παρέλασαν από τη Μύκονο πέρσι και φέτος το καλοκαίρι ζαλίζουν. Τόσο σε «βαρύτητα» όσο και σε αριθμό. Οι φωτογραφίες τους κατακλύζουν τα μέσα ενημέρωσης ολόκληρου του πλανήτη και προσελκύουν ακόμα περισσότερους. Αλλά και απλό κόσμο φυσικά.
Δεν υπονοούμε όμως πως το νησί δεν περνάει κρίση. Η σεζόν 2023 έχει χαρίσει πονοκεφάλους τόσο στους επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται εκεί όσο και στα αρμόδια κρατικά όργανα. Παρόλα αυτά, η Μύκονος έχει αποδείξει πως αντέχει στους κραδασμούς. Ακόμα και σε οικονομικές κρίσεις και πολέμους. Τα συστατικά που την κάνουν πρωτίστως δημοφιλή δεν μπορούν να αλλοιωθούν εύκολα: φυσική ομορφιά, φανταστικές παραλίες, αιγαιοπελαγίτικη αρχιτεκτονική, σπουδαία τοπική κουζίνα. Το αν η φετινή χρονιά θα επιφέρει αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας των τοπικών επιχειρήσεων και της αυτοδιοίκησης, αυτό μένει να το δούμε. Είναι όμως δεδομένο πως δύσκολα θα σβηστεί από τον ταξιδιωτικό χάρτη. Αντιθέτως, εξαιτίας όλων των παραπάνω θα παραμείνει για πάντα στην ελίτ της παγκόσμιας τουριστικής βιομηχανίας.