Στο πλαίσιο του στόχου της ΕΕ, για κλιματική ουδετερότητα έως το 2050, αλλά και της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, η Ελλάδα μετασχηματίζει τα τελευταία χρόνια σταθερά τον ενεργειακό της τομέα. Ένας ενεργειακός τομέας, ο οποίος είναι ζωτικής σημασίας για τη μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου. Η πορεία της χώρας προς ένα βιώσιμο μέλλον, θα πρέπει, όμως, να περιλαμβάνει μία πιο αποφασιστική και άμεση πλέον μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, την περαιτέρω ενίσχυση της ενεργειακής απόδοσης σε όλες τις βιομηχανίες και τα κτίρια, αλλά και την μεγαλύτερη ενσωμάτωση καθαρών τεχνολογιών, όπως οι τεχνολογίες υδρογόνου. Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα ευθυγραμμίζεται με τις πολιτικές και τη νομοθεσία της ΕΕ, που επιβάλλουν την αυξημένη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την ενεργειακή απόδοση και τις βιώσιμες μεταφορές, αλλά υστερεί στην ταχεία υλοποίησή τους. Επιπρόσθετα, απαιτείται, κυρίως σε εθνικό επίπεδο, μεγαλύτερη και πιο στοχευμένη χρηματοδότηση. Με τον τρόπο αυτό, η Ελλάδα δεν θα υιοθετήσει απλά μια οικονομική στρατηγική με γνώμονα την πράσινη ενέργεια, αλλά θα συμβάλλει σημαντικά και άμεσα στους ευρύτερους ενεργειακούς και κλιματικούς στόχους της ΕΕ.
Κλίμα: Από την κλιματική αλλαγή στην κλιματική κρίση
Η Ελλάδα, που αντιμετώπισε το 2023, περισσότερο από ποτέ, ακραία καιρικά φαινόμενα, έχει γίνει μάρτυρας της σκληρής πραγματικότητας της κλιματικής κρίσης. Τα γεγονότα αυτά, υπογραμμίζουν τον επείγοντα χαρακτήρα των ανθεκτικών και βιώσιμων ενεργειακών πολιτικών για τον μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Ευθυγραμμιζόμενη με την ευρωπαϊκή νομοθεσία για το κλίμα, η Ελλάδα έχει δεσμευτεί να μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55%, έως το 2030. Για να επιτευχθεί αυτό, απαιτείται η ενίσχυση της πράσινης χρηματοδότησης και του συστήματος εμπορίας εκπομπών, η προώθηση της φιλικής προς το κλίμα καινοτομίας και η διασφάλιση της δικαιοσύνης και της σχέσης κόστους-αποτελεσματικότητας. Η δέσμη μέτρων της ΕΕ “Fit for 55”, ένα ολοκληρωμένο σχέδιο που περιλαμβάνει αναθεωρήσεις της υφιστάμενης νομοθεσίας και νέες πρωτοβουλίες, αφορά κρίσιμους τομείς, όπως η ενέργεια, οι μεταφορές, οι εκπομπές, η χρήση γης και η δασοκομία, σηματοδοτώντας ένα σημαντικό βήμα προς την ενσωμάτωση των κλιματικών στόχων στο δίκαιο της ΕΕ. Η Ελλάδα οφείλει να ακολουθήσει με γοργούς ρυθμούς.
Εξηλεκτρισμός: Το απόγειο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας
Το ενεργειακό τοπίο της Ελλάδας το 2024, είναι έτοιμο για μία καθοριστική στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Μία στροφή που είναι ζωτικής σημασίας εν μέσω των ενεργειακών προκλήσεων της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, αλλά και των ευρύτερων γεωπολιτικών εντάσεων, που επηρεάζουν την ενεργειακή της ασφάλεια. Η περαιτέρω ανάπτυξη της ηλιακής και της αιολικής ενέργειας, ευθυγραμμίζεται πλήρως με τους παγκόσμιους κλιματικούς στόχους και κινείται προς την κατεύθυνση της ενεργειακής ανεξαρτησίας και ασφάλειας. Με την έμφαση που δίνει η Ευρώπη στον άμεσο εξηλεκτρισμό και σε μια ισχυρή, ολοκληρωμένη αγορά, η στροφή της Ελλάδας σε καθαρή και ανανεώσιμη ηλεκτρική ενέργεια είναι απαραίτητη για τη μείωση των εκπομπών και την προσπάθεια για ενεργειακή ανεξαρτησία. Ο εξηλεκτρισμός, ζωτικής σημασίας για την απαλλαγή από τον άνθρακα, θα δημιουργήσει εκατομμύρια θέσεις εργασίας σε ολόκληρη την Ευρώπη και φυσικά την Ελλάδα, προσφέροντας οικονομικές ευκαιρίες και αντιμετωπίζοντας παράλληλα το ενεργειακό τρίλημμα της οικονομικής προσιτότητας, της ασφάλειας και της βιωσιμότητας.
Βιώσιμη βιοενέργεια: Ο ενεργειακός τομέας που μπορεί να ενισχύσει την τοπική ανάπτυξη
Η βιοενέργεια και το βιοαέριο, αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη σημασία στην ενεργειακή στρατηγική της Ελλάδας, τάση που αντικατοπτρίζεται σε ολόκληρη την ΕΕ, ιδιαίτερα στον τομέα του βιοαερίου. Η χρήση της υπολειμματικής βιομάζας για την παραγωγή βιοενέργειας, ως μονάδων βάσης στο ηλεκτρικό σύστημα, μπορεί να συμπληρώσει τις υπόλοιπες διαλείπουσες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και μπορεί να προσφέρει τοπική ανάπτυξη και σημαντικές θέσεις εργασίας. Η πρόσφατη έκθεση της ΕΕ για τη βιοενέργεια, τονίζει τη σημαντική πρόοδο στη χρήση της, υπογραμμίζοντας το ρόλο της στην επίτευξη των κλιματικών στόχων και των ενεργειακών αναγκών. Η υιοθέτηση λύσεων στους τομείς της βιοενέργειας και του βιοαερίου από την Ελλάδα, καταδεικνύει τη δέσμευση για καινοτόμες, φιλικές προς το περιβάλλον ενεργειακές λύσεις, αναπόσπαστο μέρος της επίτευξης των ευρύτερων στόχων βιωσιμότητας.
Ξεπερνώντας τους περιορισμούς των ηλεκτρικών δικτύων: Η λύση της ενεργειακής αποθήκευσης
Η αντιμετώπιση της συμφόρησης του ηλεκτρικού δικτύου είναι ζωτικής σημασίας για την Ελλάδα, προκειμένου να ενισχύσει επιπλέον τη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), αναγνωρίζει την άμεση ανάγκη αναβάθμισης και επέκτασης των ηλεκτρικών δικτύων, παρόλα αυτά οι επενδύσεις στις υποδομές έχουν πολλά και σημαντικά προβλήματα και διαφαίνεται ότι θα καθυστερήσουν ακόμα περισσότερο. Επομένως, απαιτούνται επειγόντως σημαντικές επενδύσεις, τόσο σε τεχνολογίες αποθήκευσης όσο και σε υποδομές παραγωγής υδρογόνου (μονάδες ηλεκτρόλυσης). Αυτές οι επενδύσεις είναι απαραίτητες όχι μόνο για τη σταθεροποίηση του δικτύου όσον αφορά τις ΑΠΕ, αλλά και για τη προοπτική να γίνει η Ελλάδα εξαγωγέας πράσινης ηλεκτρικής ενέργειας και ανανεώσιμου υδρογόνου. Αυτή η στρατηγική στροφή, όχι μόνο θα διασφαλίσει την ενεργειακή ασφάλεια, αλλά και θα τοποθετήσει την Ελλάδα ως πρωτοπόρο στην πράσινη ενέργεια και στις καθαρές τεχνολογίες στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Καθαρές τεχνολογίες: Επανεκκίνηση της προσπάθειας δημιουργίας της οικονομίας τους υδρογόνου
Η προσπάθεια για τη δημιουργία μίας οικονομίας υδρογόνου στην Ελλάδα, που πριν λίγο καιρό αντιμετωπιζόταν με ενθουσιασμό από την Ελληνική πολιτεία, έχει πρόσφατα επιβραδυνθεί σημαντικά. Το επικαιροποιημένο ΕΣΕΚ, προβλέπει ότι η παραγωγή υδρογόνου από ανανεώσιμες πηγές θα φθάσει τις 0,92 TWh έως το 2030, με δυναμικότητα ηλεκτρόλυσης στα 300 MW, και προβλέπει 3 GW πρόσθετης δυναμικότητας ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, που προορίζονται για την παραγωγή υδρογόνου, με στόχο την κατανάλωση πράσινου υδρογόνου 63,6 TWh/έτος έως το 2050. Ωστόσο, οι στόχοι αυτοί είναι σημαντικά μειωμένοι σε σχέση με το προηγούμενο ΕΣΕΚ και οι διαθέσιμες χρηματοδοτήσεις από την Ελληνική Κυβέρνηση για το υδρογόνο υστερούν κατά πολύ σε σχέση με άλλες αντίστοιχες χώρες της ΕΕ. Το γεγονός αυτό, αναδεικνύει την επείγουσα ανάγκη για μία εστιασμένη στρατηγική για το υδρογόνο και μία χρηματοδοτική δέσμευση, απαραίτητη για την αξιοποίηση του δυναμικού του πράσινου υδρογόνου στην αποθήκευση ενέργειας, τις μεταφορές και την απαλλαγή της βιομηχανίας από τις ανθρακούχες εκπομπές, καθώς και για τη φιλοδοξία της Ελλάδας να γίνει ένας ευρωπαϊκός κόμβος υδρογόνου για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Δίκαιη μετάβαση και βιώσιμες θέσεις εργασίας: Μία κοινωνική πολιτική εστιασμένη στον άνθρωπο
Η δίκαιη μετάβαση είναι ζωτικής σημασίας, όχι μόνο για την χώρα μας, αλλά για ολόκληρη την Ευρώπη. Έχει, όμως, πολύ περισσότερη σημασία, σε περιοχές όπως η Δυτική Μακεδονία, οι οποίες αντιμετωπίζουν τεράστιες οικονομικές και κοινωνικές προκλήσεις, λόγω της απολιγνιτοποίησης. Οι επενδύσεις σε καθαρές τεχνολογίες, που δημιουργούν μόνιμες και βιώσιμες θέσεις εργασίας, σε αυτές τις περιοχές είναι κρίσιμες. Εξίσου σημαντική, είναι η δημιουργία αυτών των θέσεων εργασίας, σε συνδυασμό με εστιασμένες πρωτοβουλίες για την αναβάθμιση, επανακατάρτιση και επανεκπαίδευση των εργαζομένων στις καθαρές τεχνολογίες. Σε όλη αυτή την προσπάθεια για την επανεκκίνηση της οικονομίας των περιοχών μετάβασης, θα βοηθήσει επιπλέον η αναθεωρημένη οδηγία της ΕΕ για την ενεργειακή απόδοση. Συγκεκριμένα, η νέα οδηγία έρχεται να μειώσει την τελική κατανάλωση ενέργειας σε επίπεδο ΕΕ κατά 11,7 % το 2030, σε σύγκριση με τις προβλέψεις του 2020. Αυτό σημαίνει αύξηση των ετήσιων υποχρεώσεων εξοικονόμησης ενέργειας και επομένως, ολική επανεκκίνηση του κατασκευαστικού τομέα στο κομμάτι της ενεργειακής αναβάθμισης. Όλη αυτή η προσέγγιση, μπορεί να είναι ένας σημαντικός παράγοντας, ώστε να εξασφαλίσει δίκαιη και επωφελή ανάπτυξη για τις κοινωνίες που επηρεάζονται από την ενεργειακή μετάβαση, εξισορροπώντας την οικονομική ανάπτυξη με την περιβαλλοντική βιωσιμότητα.
Η ανάγκη για συνεργατική καινοτομία: Ο ρόλος του CluBE και άλλων αντίστοιχων αναπτυξιακών φορέων
Το Cluster Βιοοικονομίας και Περιβάλλοντος Δυτικής Μακεδονίας (CluBE), διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην ενεργειακή μετάβαση της Δυτικής Μακεδονίας, επομένως και ολόκληρης της χώρας. Αποτελεί ένα καλό παράδειγμα της δύναμης των συνεργειών γεφυρώνοντας την έρευνα, την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα. Το έργο του CluBE, επεκτείνεται πέρα από τα τεχνολογικά πιλοτικά και επιδεικτικά έργα, εμπλέκοντας ενεργά τους φορείς χάραξης πολιτικής για τη δημιουργία περιφερειακών συνεργασιών. Δίνει, επίσης, έμφαση στην επανεκπαίδευση και την αναβάθμιση των δεξιοτήτων, προετοιμάζοντας το εργατικό δυναμικό για τις μελλοντικές προκλήσεις και ευκαιρίες στις καθαρές τεχνολογίες και το υδρογόνο. Η προσέγγιση αυτή, υπογραμμίζει σε εθνικό επίπεδο τη σημασία της συλλογικής προσπάθειας σε διάφορους τομείς για την επίτευξη ουσιαστικής προόδου και, ιδιαίτερα, στον τομέα της βιώσιμης ενέργειας.
Εν κατακλείδι: Οραματιζόμαστε ένα βιώσιμο μέλλον σε περιφερειακό και εθνικό επίπεδο
Καθώς η Ελλάδα οδεύει προς το 2024, η πορεία της προς την κλιματική ουδετερότητα καθίσταται ολοένα και πιο ζωτικής σημασίας. Αγκαλιάζοντας τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αντιμετωπίζοντας την κλιματική κρίση και προωθώντας καθαρές τεχνολογίες, όπως το υδρογόνο, η Ελλάδα είναι έτοιμη να διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στην πράσινη μετάβαση της Ευρώπης. Η δέσμευση για δίκαιη μετάβαση και δημιουργία βιώσιμων θέσεων εργασίας, ιδίως στις περιφέρειες που βρίσκονται ήδη στη μεταλιγνιτική εποχή, συμπληρώνει αυτή την προσπάθεια. Ο ρόλος του CluBE στην προώθηση της συνεργατικής καινοτομίας και της βιώσιμης περιφερειακής ανάπτυξης, αποτελεί εχέγγυο για το μέλλον, αποδεικνύοντας τη δύναμη των συνεργειών, ειδικά μέσω των cluster, και στον τομέα της βιώσιμης ενέργειας. Συνεχίζοντας την υλοποίηση έργων και δράσεων σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, ενισχύουμε την οικοδόμηση ενός ανθεκτικού και βιώσιμου μέλλοντος για τη Δυτική Μακεδονία, αλλά και για ολόκληρη τη χώρα, μία προσπάθεια που αναμφίβολα είναι συλλογική και απαιτεί την συνδρομή ΟΛΩΝ.
* Ο κ. Νικόλαος Ντάβος είναι Συνιδρυτής και Διαχειριστής CluBE – Cluster Βιοοικονομίας και Περιβάλλοντος Δυτικής Μακεδονίας