Επιπλέον κίνητρα για επενδύσεις R&D στην Ελλάδα προβλέπει το νομοσχέδιο που τέθηκε χθες σε δημόσια διαβούλευση, μέσω της ενίσχυσης της φοροαπαλλαγής που θα δίνεται σε επιχειρήσεις που θα πραγματοποιούν δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας (R&D).
Συγκεκριμένα στο άρθρο 37 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου προβλέπεται η αύξηση της προσαύξησης της έκπτωσης δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας στο 100% από 30% που είναι σήμερα. “Οι δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι αποσβέσεις του εξοπλισμού και των οργάνων, που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες εκτέλεσης της επιστημονικής και της τεχνολογικής έρευνας, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων κατά τον χρόνο της πραγματοποίησής τους προσαυξημένες κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%)“ Παράλληλα διατηρείται και η μεταφορά της φοροαπαλλαγής σε επόμενες χρονιές αν μετά την αφαίρεση προκύψουν ζημίες.
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου, η θέσπιση ισχυρότερων φορολογικών κινήτρων για επενδύσεις σε R&D αναμένεται να βελτιώσει την επίδοση της Ελλάδας στους σχετικούς δείκτες, να δώσει ώθηση στην ερευνητική δραστηριότητα των επιχειρήσεων και να περιορίσει το φαινόμενο του “braindrain” με τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας.
Παράλληλα και εξαιτίας των σημαντικών καθυστερήσεων που παρατηρούνται στη διαδικασία υποβολής και εξέτασης των αιτημάτων των επιχειρήσεων για τον έλεγχο και την πιστοποίηση των δαπανών για R&D κρίνεται αναγκαία η επιτάχυνση της διαδικασίας αυτής, προκειμένου να περιοριστούν τα διαχειριστικά κόστη των επιχειρήσεων και να ενισχυθεί το αίσθημα φορολογικής ασφάλειας κατά την κατάρτιση των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεών τους. Ετσι προκρίνεται η εισαγωγή μιας νέας, εναλλακτικής, διαδικασίας με στόχο την αξιοποίηση της τεχνογνωσίας του ιδιωτικού τομέα με στόχο και τη σημαντική μείωση του φόρτου εργασίας της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ).
Με τη νέα διαδικασία οι επιχειρήσεις -που θα την επιλέξουν- θα μπορούν να επιταχύνουν την εξέταση των αιτημάτων τους υποβάλλοντας βεβαιώσεις από ορκωτούς λογιστές με τις οποίες θα πιστοποιείται η ορθότητα των λογιστικών εγγραφών. Η ΓΓΕΤ θα διενεργεί έλεγχο μόνο στο φυσικό αντικείμενο των ερευνητικών σχεδίων, για τον χαρακτηρισμό κυρίως των δαπανών ως R&D, εντός αποκλειστικής προθεσμίας έξι μηνών. Αν παρέλθει αυτό το χρονικό διάστημα χωρίς να έχει διενεργηθεί ο έλεγχος από την ΓΓΕΤ, οι δαπάνες θα κρίνονται σύννομες.
Η ενίσχυση της έμμεσης επιδότησης για Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α) έρχεται σε μια περίοδο που ολοένα και περισσότερες επιχειρήσεις αυξάνουν τις επενδύσεις σε αυτόν τον τομέα. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης, οι οι δαπάνες για Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α) των επιχειρήσεων στην Ελλάδα,ξεπέρασαν το 1 δισ. ευρώ το 2018 καθώς, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία που δημοσίευσε το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης και Ηλεκτρονικού Περιεχομένου (ΕΚΤ) και έχουν αποσταλεί στη Eurostat, ανήλθαν σε 1.049,5 εκατ. ευρώ.
Ο επιχειρηματικός τομέας
Τη μεγαλύτερη συνεισφορά στον δείκτη είχε ο επιχειρηματικός τομέας, στον οποίο πραγματοποιήθηκαν δαπάνες Ε&Α ύψους 1.049,5 εκατ. ευρώ (0,57% του ΑΕΠ), παρουσιάζοντας αύξηση 5,6% σε σχέση με το 2017. Αύξηση των δαπανών Ε&Α καταγράφηκε και στους υπόλοιπους τομείς στους οποίους διενεργείται η πανελλήνια στατιστική έρευνα του ΕΚΤ.
Όσον αφορά τις πηγές από τις οποίες χρηματοδοτήθηκαν οι δαπάνες Ε&Α το 2018, το μεγαλύτερο ποσό, ήτοι 926,23 εκατ. ευρώ (ποσοστό 42,6% του συνόλου), προήλθε από τις επιχειρήσεις.
Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του ποσού, ήτοι 855,10 εκατ. ευρώ, επενδύθηκε σε Ε&Α που διενεργείται στις ίδιες τις επιχειρήσεις. Το υπόλοιπο χρηματοδότησε Ε&Α στην τριτοβάθμια εκπαίδευση (52,36 εκατ. ευρώ), στον κρατικό τομέα (16,12 εκατ. ευρώ) και σε ιδιωτικά μη κερδοσκοπικά ιδρύματα (2,65 εκατ. ευρώ).
Το κράτος αποτελεί τη δεύτερη πηγή χρηματοδότησης με 883,33 εκατ. ευρώ (40,6% επί του συνόλου). Περιλαμβάνει τον τακτικό προϋπολογισμό, το εθνικό σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων και το ΕΣΠΑ 2014-2020.
Ειδικά οι δαπάνες για Ε&Α που χρηματοδοτήθηκαν από το ΕΣΠΑ το 2018 ανήλθαν σε 149,80 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 107% σε σχέση με το 2017 και αφορούσαν όλους τους τομείς: τις επιχειρήσεις (58,72 εκατ. ευρώ), τον τομέα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (45,69 εκατ. ευρώ), τον κρατικό τομέα (44,25 εκατ. ευρώ) και τον τομέα ιδιωτικών μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων (1,14 εκατ. ευρώ). Αύξηση παρουσίασε και η χρηματοδότηση από τον τακτικό προϋπολογισμό, μέσω του οποίου χρηματοδοτήθηκαν δαπάνες Ε&Α ύψους 629,87 εκατ. ευρώ στον τομέα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (336,25 εκατ. ευρώ) και τον κρατικό τομέα (293,62 εκατ. ευρώ).