Αγαπημένε μου πατέρα,
Πατέρα Βασίλειε
Από τη φύση του ο θάνατος είναι συνυφασμένος και με τον πόνο και τον φόβο που συνήθως τον ακολουθεί.
Η Ορθοδοξία όμως, που εσύ υπηρέτησες επί (50) πενήντα ολόκληρα χρόνια, στέλνει προς πάσαν κατεύθυνση το μήνυμα της Αναστάσεως. Όπως λέει ο Ιερός lουστίνος. Οι άνθρωποι καταδίκασαν τον Χριστό σε σταύρωση και «ο Θεός καταδίκασε τον άνθρωπο στην Αθανασία»
Αγαπημένε μου πατέρα.
Έχοντας διαποτιστεί από τις αρχές της Χριστιανοσύνης, όντας παιδί και εγγόνι ιερέως, είχες αυξημένη αίσθηση του καθήκοντος, του εφ ώ ετάχθης και υπηρέτησες μεταξύ άλλων και την βασική αρχή της Χριστιανικής Ορθόδοξης εκκλησίας που είναι η αγάπη προς τον πλησίον. Καθ όλη τη διάρκεια της οικογενειακής μας ζωής, ακόμη κι όταν δοκιμαζόσουν από την απερισκεψία των ανθρώπων ουδέποτε θυμάμαι να εκστόμισες κακό λόγο για κανέναν κι όταν ακόμη υποδαυλιζόσουν.
Ήσουν Αξιοπρεπής, με αυτοσεβασμό και σεβασμό της προσωπικότητας των άλλων, που απέρρεε από την ηθική σου συγκρότηση, δεν ύψωνες τον εαυτό σου πάνω από τους άλλους, ούτε όμως έδειχνες ότι μπορούν οι άλλοι να σε υποτιμούν και να σε υπονομεύουν…
Η αίσθηση του μέτρου, είχε αναχθεί από σένα σε υπέρτατη αξία και υπογράμμιζε την κοινωνική σου συμπεριφορά ως ατόμου που δημιουργούσε απλές -εγκάρδιες σχέσεις.
Ήσουν Ταπεινόφρων, με αυτοέλεγχο των πράξεων και των επιθυμιών σου. Πίστευες πάντα ότι ο πραγματικά σοφός άνθρωπος είναι ταπεινός και το Σωκρατικό «έν οίδα ότι ουδέν οίδα» πίστευες ότι ήταν η λυδία λίθος του σωστά σκεπτόμενου ανθρώπου.
Η έκφραση των στοιχείων της προσωπικότητάς σου ήταν η ευγένεια, η καλή σου συμπεριφορά, η λεπτότητα στις σχέσεις σου με τους συνανθρώπους σου, το χιούμορ, η αίσθηση του δικαίου, η πειθαρχία του λόγου σου αλλά και η πειθαρχία της σιωπής σου.
Οι αρετές σου δε αυτές εκπορευόταν από την συναίσθηση της αδυναμίας σου, εμπρός στην παντοδυναμία του Θεού που υπηρετούσες .
Προσέγγιζες πάντα την επίλυση των προβλημάτων με υπομονή και κουράγιο, με τα οποία είχες οπλιστεί ως τις
τελευταίες στιγμές της ζωής σου, όπου είχες κυριευτεί από ανυπέρβλητους πόνους.
Σήμερα δε που ο κοινωνικός ιστός περισσότερο αποσυντίθεται και προσβάλλεται η αξιοπρέπεια και η λογική μας, ενστάλαζες στις καρδιές μας μια πραότητα και στωικότητα συνειδητοποιώντας την ματαιότητα των ανθρωπίνων πεπραγμένων και την αιωνιότητα του θεού και δημιουργού.
Πιάνοντας τον σφυγμό της εποχής μας, μου έλεγες. Υπάρχει πολύς συνωστισμός. Ο ένας διαγκωνίζει τον άλλον. Ο καθένας μόλις προφταίνει τις δικές του ανάγκες. Ο πλησίον γίνεται απώτατος κι όταν η φωνή μας σωπάσει, άραγε σε τι ψυχές θ’ αντηχήσει.
Αγαπημένε μου πατέρα. Αυτές οι στιγμές είναι πολύ δύσκολες. Όσοι βιώσαν τον πόνο, που προκαλεί το άπνοο σώμα προσφιλούς τους προσώπου, το ξέρουν. Δεν μπορώ ωστόσο σεβόμενη τη μνήμη σου, να ξεπεράσω τα όρια
που μια ζωή, εσύ μου έθετες. Ότι δηλαδή πρέπει ν’αντιμετωπίζουμε τις μεν συγκινήσεις μ’ ευπρέπεια και πολιτισμό, τους δε λογικούς ειρμούς να λευτερώνουμε από κάθε περιττό.
Η αλήθεια όμως είναι ότι τώρα βρίσκεσαι στην απέναντι όχθη, στην αιώνια πατρίδα μας. Ο θάνατός σου αυτήν τη στιγμή έχασε την απειλητική σημασία του και μεταβλήθηκε σε «θέα αθεάτων» σε «προέκταση της ύπαρξής σου στην αιωνιότητα του Θεού». Εναπέθεσες την ψυχή σου και σήμερα το σώμα σου στον ΘΕΟ, ο οποίος σου είχε προκαταβάλει την ΖΩΗ . Σήμερα δεν είναι το τέλος είναι η αρχή.
Αγαπημένε μου πατέρα, στο σπίτι μας λίγο παρακάτω επί της οδού Κομνηνών, όταν ακόμη ήμουνα μικρό παιδί θυμάμαι πώς απέναντι από το παράθυρό μας ανυψώνονταν δύο τεράστιες λεύκες. Κάθε πρωί που πήγαινες στην ακολουθία του Όρθρου με την αυγή και κάθε απόγευμα στην ακολουθία του εσπερινού με το ηλιοβασίλεμα, τα φωλιασμένα στις λεύκες χελιδόνια πετάριζαν, για να φύγουν το χειμώνα και να έλθουν άλλα την άνοιξη και όλο αυτό το σκηνικό μου έδινε το νόημα της ζωής, που φέρνει το θάνατο και μετά πάλι την ζωή σε μια αέναη επανάληψη. Μετά από χρόνια φύτεψα και στο δικό μου σπίτι δύο λεύκες και κάθε χρόνο μαζεύω το Φθινόπωρο τα πεσμένα φύλλα ενώ την άνοιξη το θρόισμα των αναγεννημένων φύλλων με ταξιδεύει. Η ζωή και ο θάνατος αντάμα… Για να
μου θυμίζουν πάντα εσένα. Που ύμνησες τον Θεό, τον δημιουργό και καθοδηγητή των πάντων, που υπάρχει αιώνια για
να σώσει τον άνθρωπο. Τον άνθρωπο, που είναι φθαρτός και πεπερασμένος, χαρίζοντάς του μόνον ο Θεός και η πίστη του σ αυτόν την αθανασία.
Καλό σου ταξίδι στου απείρου την αγκαλιά….