Η Σαμψούντα ήταν το παραθαλάσσιο κέντρο του Ευξείνου . Ήταν ο συγκοινωνιακός κόμβος προς την Άγκυρα και τα ενδότερα της Μικράς Ασίας και οι Έλληνες της περιοχής είχαν μεγάλη οικονομική επιφάνεια, πράγμα που εξόργιζε τους Τούρκους.
Είχε απόκρημνα και δασώδη βουνά, απροσπέλαστα, που διευκόλυναν στη δημιουργία του αντάρτικου . Ο μητροπολίτης Γερμανός Καραβαγγέλης είναι ένας μπαρουτοκαπνισμένος αγωνιστής με ιδιαίτερα υψηλή μόρφωση και αγωνιζόταν για την απελευθέρωση του Πόντου.
Ο πρώτος αντάρτης που ανέβηκε στα βουνά της Σαμψούντας ήδη από το 1914 μαζί με τον Ιστύλ Αγά ήταν ,όπως προαναφέραμε, ο Αιμίλιος Χατζηγεωργίου ή Καδίογλου ή Κατόγλου. Θα ακολουθήσουν ο οπλαρχηγός Βασίλειος Ανθόπουλος, από το Απές της Σεβάστειας, ο Αντών Πασά στην Πάφρα, που ήταν ο φόβος και ο τρόμος των Τούρκων. Σκοτώθηκε το 1917. Ο Αναστάσιος Παπαδόπουλος ( ΚοτζάΑναστάης) που σκοτώθηκε στη μάχη. Ο δε Παντέλ Αγάς από την Σαμψούντα. με τον Χρήστο Παπαδόπουλο έδωσαν την πρώτη μάχη με τους Τούρκους και διέφυγαν στην Τραπεζούντα, όπου ήρθαν σε επαφή με τους Ρώσους . Επανήλθαν εξοπλισμένοι με ρωσικό οπλισμό και πολεμοφόδια.
Την ίδια περίοδο είναι υπό διωγμό και ο Δημήτρης Χαραλαμπίδης, από το χωριό Τσιμενλί.
Ο Δημήτρης Χαραλαμπίδης πήγε στην Τραπεζούντα και έφερε 50 όπλα ,με τα οποία εξοπλίστηκαν τα παλικάρια που βγήκαν στο βουνό. Μεταξύ αυτών και ο Αιμίλιος ο Καδίογλου. Είναι η περίοδος της γενικής επιστράτευσης των χριστιανών .
Η επιστράτευση των χριστιανών αποτέλεσε την αιτία για να αυξηθεί ο αριθμός των φυγόστρατων, που προστέθηκαν στην ομάδα του Αιμίλιου, που στις αρχές του 1917 είχε 15 αντάρτες. Ο Αιμίλιος πολύ γρήγορα με τις ηγετικές του ικανότητες το μεγάλο θάρρος και το πολιτικό του πνεύμα επικράτησε ως οπλαρχηγός στην ομάδα του και ανέλαβε την ευθύνη του επισιτισμού για όλα τα ληστεμένα και φτωχά χωριά της περιοχής Σαμψούντας. Οι Τούρκοι έκλεβαν τα υπάρχοντα από τους χριστιανούς και ο Αιμίλιος με τα παλικάρια του τα ξανάπαιρνε και τροφοδοτούσε τα ελληνικά χωριά, που λιμοκτονούσαν λόγω του Ά. Π. πολέμου.
Ο συντονιστής και αρχηγός του αντάρτικου κινήματος ήταν ο μακεδονομάχος μητροπολίτης Αμισού, ο Γερμανός Καραβαγγέλης, που έρχονταν σε άμεση επαφή με τον Αιμίλιο ή με συνδέσμους και καθοδηγούσε τη τροφοδοτική επιχείρηση.
Οι αποστολές του Αιμίλιου στα τούρκικα χωριά γίνονταν πάντοτε σε σπίτια προυχόντων μπέηδων και πασάδων, εκεί όπου υπήρχε πλούτος και χλιδή.
Μέσα στις άμεσες στοχεύσεις των ληστών ήταν η συλλογή όπλων για τον εξοπλισμό των νέων ανταρτών, που έβγαιναν στα βουνά.
Η ευφυΐα του Αιμίλιου αποδείχθηκε όταν σε μια επιχείρηση μπήκε με τους συντρόφους του στο σπίτι ενός Μπέη και βλέποντας κρεμασμένα δύο όπλα, το ένα με σκοινί και το άλλο με δερμάτινο ιμάντα ρώτησε τον Μπέη, ποιο από τα δύο είναι το καλλίτερο. Ο Μπέης, που έτρεμε από το φόβο του, τού υπέδειξε αυτό με τον ιμάντα. Ο Αιμίλιος άπλωσε το χέρι του και πήρε αυτό με το σχοινί. Όταν το είδε ο οπλουργούς του, τού είπε, ότι είναι το καλύτερο όπλο.
Με αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκαν οι πρώτες ομάδες αντίστασης .
Οι Τούρκοι για αντεκδίκηση άρχισαν να σκοτώνουν τα μέλη και τις οικογένειες των ανταρτών.
Σε μια τέτοια επιχείρηση έπιασαν και σκότωσαν τον μικρό αδελφό του Αιμίλιου, τον Οδυσσέα .
Αυτό μας το καταγράφει ο Ιάκωβος Κουλοχέρης στο Βιβλίο του ΄΄ η Αμισός ΄΄:
΄΄ Ο Αιμίλιος μαζί με τον φίλο του Ιστύλ’ Αγά αποτέλεσαν τους πρώτους οργανωτικούς πυρήνες της ποντιακής αντίστασης…. Εξ αιτίας της δράσης του οι Τούρκοι θα σκοτώσουν τον μικρό αδελφό του, Οδυσσέα..΄΄
Ο Αιμίλιος κυνηγημένος και επικηρυγμένος από τους Τούρκους λειτουργεί και ζει στα βουνά κατεβαίνει όμως και στην Σαμψούντα για δουλειές με πολλές προφυλάξεις.
Όπως έχει εξομολογηθεί, δεν φοβάται τους Τούρκους αλλά τους προδότες.
Στα 18 του χρόνια και ενώ δούλευε στο καπνομάγαζο του Ανταβαλόγλου, μετά από προδοσία καταφθάνει επί τόπου μια διμοιρία χωροφυλάκων να τον συλλάβει .
Ο Αιμίλιος είχε προνοήσει και αυτό το ενδεχόμενο και γι’ αυτό έχει κόψει σε ορισμένα σημεία το συρματόπλεγμα του εργοστασίου. Μόλις μπήκαν οι τσανταρμάδες έτρεξε μπροστά τους…! Πώς λέγεσαι; τον λένε, Παράσογλου Παρασκευάς, απαντάει γρήγορα ο Αιμίλιος. Ποιός είναι ο Αιμίλιος; Τους δείχνει έναν στο βάθος και απομακρυσμένοι οι τσανταρμάδες ο Αιμίλιος εξαφανίζεται … Όταν πάνε να τον συλλάβουν τους εξηγεί, ότι ήταν αυτός, που μόλις διέφυγε. Αυτήν την ευφυΐα του Αιμίλιου του την αναγνωρίζουν όλοι .Το θάρρος και τα κατορθώματά του γρήγορα γίνονται γνωστά, ώστε ο μεγάλος καπνέμπορας της Σαμψούντας, Δημήτρης Χαραλαμπίδης, να τού αναθέσει την αρχηγία του πιο στρατηγικού βουνού, που δεσπόζει πάνω από την Σαμψούντα, του Αγιού Τεπέ.
Είναι απόλυτη η διοικητική συγκρότηση των αντάρτικων σωμάτων που μας παραθέτει ο Ιωάννης Παπαδόπουλος στο βιβλίο του ΄΄Σελίδες από την Ιστορία της Κερασούντας΄΄ (Καβάλα 1965) Για τον Αιμίλιο Καδίογλου αναφέρει τα εξής ΄΄ Εις την περιοχήν Σαμψούντας Τσαρσαμπά και ΚοτζάΝτάγ είχε τα λημέρια του ο ξακουστός οπλαρχηγός Στυλιανός Κοσμίδης( Ιστύλ Αγάς).
Εις τας περιοχάςΑγιού Τεπέ υπό την αρχηγία του Αιμίλιου Κατόγλου ή ( Καδίογλου) και Αλέξη Νίκου , με υπαρχηγούς τους Δημήτριο Χαραλαμπίδην (Τσιμενλή), τέως καπνέμπορον , τον Παντελή Αναστασιάδη ( ΠαντέλΑγάν) , ΓαράΔημήτρην και τους καπνέμπορους και τροφοδότες των αντάρτικων σωμάτων αδελφούς Γιάγκον και Θανάση Αμπατζόγλου. Η δράσις των ως άνω αντάρτικων ομάδων κατευθύνεται από τον ΙστύλΑγάν, με τον οποίον ευρίσκοντο σε στενή συνεννόηση, όταν επρόκειτο να αντιμετωπίσουν μεγάλες και ισχυρές μονάδες καταδιωκτικών αποσπασμάτων.΄΄
Στις 16 του Σεπτέμβρη, γράφει ο Δημήτρης Κουτσογιανόπουλος στο βιβλίο του ΄΄ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΑΝΤΑΡΤΕΣ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ΄΄ ( Θεσσαλονίκη 1936 )επιβεβαιώνοντας την προσωπική εξομολόγηση του Αιμίλιου στο γιο του Τσιμενλή, Γιώργο, για το μίσος που έτρεφε για τους προδότες:
(…Μέσα στο ΚαπίκιοΪ ήταν ένας κατάσκοπος Έλληνας, που πρόδιδε τους αντάρτες και τις κινήσεις τους. Ο Αιμίλιος καιρό έψαχνε να τον βρει … Αποκαλύπτεται από μία προδοσία, που γίνεται κατά του Δημήτρη Τσιμενλή όπου οι Τούρκοι περικυκλώνουν το σπίτι του στο χωριό Τσιμενλή και σκοτώνουν το Θόδωρο. Μετά από μία εβδομάδα ανακαλύφθηκε ο προδότης.
Την εκτέλεση του προδότη ανέλαβε ο Αιμίλιος. Ας αφήσουμε όμως τον ίδιο τον συγγραφέα ,Δημήτρη Κουτσογιανόπουλο να μας το περιγράψει: ΄΄ …Με ζητούσαν οι Τούρκοι, γράφει. Πάντοτε τους ξέφευγα. Πώς ήθελα να φύγω στα βουνά, λαχταρούσα χώμα ελεύθερο, ποθούσα αέρα ελεύθερο. Με πολλές προφυλάξεις ανεβήκαμε στο χωριό Τοϊγάρ. Ψηλά στο βουνό Αγιού Τεπέ είχε τα λημέρια του ο οπλαρχηγός Δημήτρης Χαραλαμπίδης. Στις 22 Σεπτεμβρίου καθώς βρισκόμασταν μέσα στο σπίτι του, βλέπουμε ξαφνικά απ’ το παραθύρι τρεις καβαλαρέους αρματωμένους ν’ άρχονται από μακριά καλπάζοντας…!
Τούρκοι ! Τούρκοι..! γρήγορα μαθαίνουμε πως είναι Έλληνες αντάρτες… Ο Αιμίλιος Καδίογλου με τους δικούς του . Τρέχουν όλοι να τους δουν από κοντά, να τους χαιρετίσουν.. και σε λίγο νάσου και έρχονται και άλλοι αντάρτες, όλοι αρματωμένοι, καβάλα στ’ άλογά τους , ζωσμένοι τα φυσεκλίκια, με τα τουφέκια κρεμασμένα στην πλάτη, ζωηροί, χαρούμενοι.Την άλλη μέρα είχαν παραταχθεί 60 άνδρες του Καδίογλου κι έκανε ο αρχηγός την επιθεώρηση. Τότε τον σφύριξαν, ότι μέσα στο χωριό βρισκόταν ο προδότης…
΄΄Φέρτετον΄΄, είπε….
Του τον φέρνουν. Γίνεται ένας καυγάς ανάμεσα τους ….
Σηκώνει το ντουφέκι ο Καδίογλου τον σωριάζει. ΄΄ Πάρτε τον ΄΄φώναξε…. Αυτός ο τουφεκισμός έσβησε τη χαρά μας.΄΄ σημειώνει ο συγγραφέας γιατί σαν άνθρωπος μουσικοδιδάσκαλος στην Αμισό του φάνηκε πολύ σκληρή η τακτική των ανταρτών. Αργότερα θα συνήθιζε.
Ο Δημήτρης Ψαθάς θα γράψει για το ίδιο θέμα: ΄΄ Δεν απόρησαν άδικα οι δύο νεοφώτιστοι αντάρτες… ήταν ένα θέαμα απίστευτο τούτο εδώ. Λίγες ώρες έξω από την Σαμψούντα να φέρνουν βόλτα τούτοι οι άφοβοι άντρες, λεύτεροι, περιφρονητικοί κι έτοιμοι για όλα..
Στ’ αλήθεια λοιπόν ξαναζούσε η κλεφτουριά του ’21. Η μόνη διαφορά με τους κλέφτες ήταν η εμφάνιση. Μαύρες φορεσιές ήταν ντυμένοι οι αντάρτες του Πόντου ΄΄ τις ζίπκες τους ΄΄ όπως ακριβώς και οι Τούρκοι τσέτες. Εξ άλλου ποτέ η φορεσιά δεν φανερώνει εθνικότητα.
Ο Αιμίλιος λίγο αργότερα θα πάρει μέρος στη μάχη της Τάβλας με το Βασίλη Αγά. Οι αντάρτες καταλαμβάνουν την χωροφυλακή και πιάνουν αιχμάλωτους τους επτά χωροφύλακες. Και ενώ πηγαίνουν να πάρουν τις βάρκες, πολλά τουρκικά αποσπάσματα τους χτυπούνε από το βουνό. Οι αντάρτες οχυρώνονται μέσα στα σπίτια και αρχίζει μεγάλη μάχη. Οι αντάρτες σπάνε τον κλοιό των Τούρκων και φεύγουν στα βουνά, με αφήνοντας πίσω 12 νεκρούς.
Ο Βασίλ Αγάς πήρε ένα καΐκι με 10 συντρόφους και έφυγε πάλι στην Τραπεζούντα για να βρει τους Ρώσους. Θα προσπαθήσει να τους πείσει να καταλάβουν και τον Δυτικό Πόντο γιατί ο ελληνισμός βρισκόταν σε μεγάλο κίνδυνο.
Οι Ρώσοι απλά τον ενθαρρύνουν να μεγαλώσει περισσότερο το αντάρτικο και του δίνουν εξοπλισμό για 600 αντάρτες. Την περίοδο αυτή οι Τούρκοι καίνε όλα τα χωριά και προβαίνουν στο πρώτο μέρος της Γενοκτονίας.